Πρέπει να ήμουν κάπου ανάμεσα στα 23 με 24. Ήταν οι πρώτοι μου μήνες στο ΜΑΧΙΜ και προσπαθούσα να συνηθίσω το γεγονός ότι έμπαιναν πανέμορφες γυναίκες στο γραφείο. Μαριάντα Πιερίδη. Βανέσσα Αδαμοπούλου. Όλγα Φαρμάκη. Οι συνάδελφοι που ήταν μεγαλύτεροι από εμένα είχαν συνηθίσει να βλέπουν ωραίες γυναίκες. Αλλά όχι εγώ.
Και όταν ήρθε η δική σου σειρά, Νικολέττα, να μπεις στο γραφείο για να μιλήσεις για το εξώφυλλο, θυμάμαι ακόμα πως έσκασε το σαγόνι μου στο πάτωμα.
Θα είμαι ειλικρινής μαζί σου. Ο μοναδικός λόγος που έβλεπα τα Σφηνάκια που έκανες τότε, ήσουν εσύ. Όχι επειδή σε κοιτούσα και ξετυλιγόταν η γλώσσα μου σαν το κόκκινο χαλί στα Όσκαρ. Σε κοίταζα και σκεφτόμουν «Και ωραία και cool και με χιούμορ; Γιατί μωρή άδικη ζωή; Τι σου έφταιξα;».
Εγώ Νικολέττα τα σέβομαι αυτά, είμαι παιδί με αρχές. Αυτό με σταμάτησε και όχι ο διευθυντής μου που μου είπε «Που πας ρε ηλίθιε ένα μέτρο και ένα μίλκο με τέτοιο κορίτσαρο;». Κάπως έτσι αντί να μείνω με σένα, ξέμεινα με το εξώφυλλο σου.
Μην το πάρεις υποτιμητικά. Ήταν ωραίο εξώφυλλο. Ακόμη και ο Κωστόπουλος που του ξίνιζαν όλα, μας είχε πει τότε πως ήταν από τα ωραιότερα εξώφυλλα που είχε δει. Ερχόντουσαν και μηνύματα από φανς. «Ξανακάντε τη κάτι». Συμφωνούσα και εγώ που έψαχνα αφορμή για να ξανάρθεις, «Σκάσε εσύ σπόρε» μου έλεγαν και κάπως έτσι κύλησαν τα χρόνια.
Όμως εγώ δεν το πέταξα ποτέ αυτό το περιοδικό Νικολέττα. Το διατήρησα ακμαίο σαν έργο τέχνης. Και χωρίς κολλημένες σελίδες.
Τώρα όμως που σε ξαναείδα από κοντά σε εκείνο το πρόσφατο event και μου είπες πως δεν έχεις σχέση, βγήκε στην επιφάνεια εκείνος ο ανεκπλήρωτος παιδικός έρωτας. Έτσι είναι αυτά. Ή γουστάρεις ή δεν γουστάρεις.
Με είδες να κωλώσω μπροστά σε τόσο κόσμο; Όχι πες με είδες; Έπινε ο κόσμος, έπαιζε η μπάντα και εγώ έλεγα «ΠΟΙΟΣ ΧΕΣΤΗΚΕ ΕΙΝΑΙ Η ΡΑΛΛΗ ΕΔΩ». Πήρα ταξί για να παω σπίτι, σου λέω, και φώναζα στον ταρίφα «Με πήρε αγκαλιά η Νικολέττα Ράλλη ρε φίλε!». Με κοίταζε ο άνθρωπος και έκανε το σταυρό του «άλλος βλαμμένος μας βρήκε» κλπ. Για σένα, ήταν ένα ακόμη event. Για μένα ήταν Η Γιορτή.
Ναι ΟΚ, πρώτο μπόι δεν με λες. Αλλά έχω άλλα καλά. Μαγειρεύω ρε Νικολέττα και τα καταφέρνω και καλά. Λέω και αστεία για να γελάει ο κόσμος. Και κακό παιδί δεν με λες, ρώτα και τους κοινούς συναδέλφους μας. Επίσης είμαι 33 ΚΑΙ ΕΧΩ ΜΑΛΛΙΑ. Ξέρεις πως το λένε αυτό στο χωριό μου; Καλά γονίδια. Αν μου πεις βέβαια πως σ’ αρέσουν οι καραφλοί, να πάω να τα ξυρίσω κανένα πρόβλημα. Με κορόιδευαν οι φίλοι στο γραφείο. «Πού πας ρε μαλάκα πουθενά εσύ με αυτό το κορίτσι;».
Εγώ για ένα τίμιο ποτό θέλω να πάμε ρε Νικολέττα. Να βγάλω το φλερτ μου το τίμιο στα ωραία τα επίπεδα. Τότε που έβγαιναν οι γυναίκες έξω και περνούσαν καλά με τους άντρες και δεν κοιτούσε ο καθένας το κινητό του από την βαρεμάρα. Το φλερτ θέλει κότσια, τι να κάνουμε τώρα;
Μία ευκαιρία θέλω και εγώ. Να σταματήσω να λέω «καλημέρα αγάπη μου» στο εξώφυλλο όταν ξυπνάω και να πω ένα «καλησπέρα Νικολέττα» από κοντά. 10 χρόνια πιστός φαν είμαι και δεν μετάνιωσα στιγμή. Εδώ σε είδα και σκεφτόμουν «Έχει πουλήσει την ψυχή της στο διάολο και όσο περνούν τα χρόνια ομορφαίνει;».
Να ξέρεις πήγαν να με παρασύρουν εδώ. «Να σου φέρουμε την Μαριάντα ρε αγόρι μου; Μία Όλγα Φαρμάκη;». Ράλλη ή τίποτα εγώ. Εδώ ρε μαλάκες δεν αλλαξοπίστησα πάνω στη δεκαετία, τώρα θα το κάνω;
Ξέρω ότι είσαι πολυάσχολη και πήζεις, αλλά εγώ ζητάω μία ώρα για ένα ποτό. Άντε ΟΚ, δύο ποτά. Να σου αποδείξω ότι αξίζω την προσοχή σου και να σου θυμίσω ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη κατάρα σε γυναίκα από το να μπλέξει με μίζερο.
Μόνο μίζερος δεν είμαι, Νικολέττα. Πες εσύ το ναι και θα φροντίσω η χαμογελάρα σου να μην σβήσει ποτέ. Και αν δεν τα βρούμε μη χαλιέσαι. Έχω λογικά περίπου άλλα 40 χρόνια ζωής για να συνεχίσω τις προσπάθειες.
ΥΓ: Αν είναι να βγούμε πες μου για να κάνω μπάνιο γιατί από εκείνη την αγκαλιά και ύστερα δεν έχω ξαναμπεί κάτω από ντους.