Δεν ξέρουμε αν το πήρε χαμπάρι το αυτάκι σου, αλλά η κυβέρνηση αποφάσισε να κλείσει πολλά Κέντρα Εκπαίδευσης Νεοσυλλέκτων. Και όχι τίποτε τυχαία. Μιλάμε για ιστορικά Κέντρα. Για ΚΕΝ που όλοι μας τιμήσαμε ως ψαρούκλες και παρουσιαστήκαμε με μία τσάντα στον ώμο, απορημένοι για το τι πρόκειται να μας συμβεί.
Από την φετινή Β’ ΕΣΣΟ και μετά, καταργούνται ΚΕΝ όπως του Πυροβολικού στη Θήβα, του Μηχανικού στο Ναύπλιο, του Εφοδιασμού Μεταφορών στη Σπάρτη και του περίφημου 2/39 στο Μεσολόγγι. Μιλάμε τώρα για Κέντρα που έχουν εκπαιδεύσει γενιές και γενιές. Όχι αστεία.
Με αφορμή αυτό το τέλος εποχής, θυμηθήκαμε εκείνη την περίφημη πρώτη μέρα στο Κέντρο. Την πρώτη μέρα που φορέσαμε τα χακί, που φάγαμε την πρώτη μπουκιά από τα μαγειρεία και που μοιραστήκαμε το ροχαλητό με πόσα ακόμα φαντάρια.
Φωτό εξωφύλλου: http://dialogos.com.cy
Στην Κόρινθο ο Έφεδρος Λοχίας Πεζικού, Κώστας Χρήστου
Καραμούζες, αγουροξυπνημένα μούτρα και μανάδες να φυσάνε την μύτη τους. Αυτά είδα στην πύλη, αυτά ήθελα και να αποφύγω από την πρώτη στιγμή. Έσκασα στην πύλη τoυ 6ου Συντάγματος Πεζικού με δύο φίλους από το σχολείο που παρουσιαζόμασταν την ίδια μέρα, για να μην έχω κλάματα και υστερίες. «Να μπω να τελειώνω». Αυτό έλεγα στον εαυτό μου στη διαδρομή. Είχα βρει δουλειά στο περιοδικό FREE και έπρεπε να την αφήσω για τον στρατό. Αυτή ήταν και η μεγαλύτερη μου ξενέρα. «Θα γράφεις από εκεί ρε» μου είχε πει ο τότε αρχισυντάκτης μου, ο Δημήτρης ο Πάντσος και δεν βρήκα όχι υπολογιστή, ούτε γραφομηχανή. Θυμάμαι το ψαχούλεμα στη τσάντα μου. Τα βλέμματα των παλιών που έλεγαν «έλα και έχουμε φάει εμπλοκή». Τα αμέτρητα κτίρια μέσα στο χαοτικό στρατόπεδο που σε έκαναν να χάνεσαι γιατί όλα έμοιαζαν ίδια. Αυτή η μέρα απλά δεν σταματούσε να τρέχει. Ξεκινήσαμε πρωί και τελειώσαμε βράδυ. Εξετάσεις, εμβόλια, ρούχα, μετρήσεις, λόχος, κρεβάτια.
Ξέρεις που ήταν το σοκ; Στο φαγητό. Πρώτη μέρα μακαρόνια με κιμά. Και τίμιο. Έπρεπε να ορκιστούμε για να φτάσουμε στη γνωριμία με τον «γκοτζίλα» που μας γελούσε κατάμουτρα. Τα πρώτα σκοπέτα στο κρύο και τα πρώτα επισκεπτήρια των γονιών μοιάζουν πλέον με κάποια παλιά κακή ταινία στο κεφάλι μου, που απορώ γιατί την θυμάμαι ακόμα. Όλα αυτά τα τόσο περίεργα που μοιάζουν να έχουν έρθει από μία άλλη εποχή και που ήταν τόσο αληθινά γιατί σε έκαναν να λες συνεχώς: «εδώ είναι πια το σπίτι μου». Τα άλλα ήρθαν και παρήλθαν. Ίδια σκοπέτα, ίδιες φωνές, ίδιες αγγαρείες. Ρουτίνα. Ξέρεις τι κατάλαβα από το 2ο μήνα και μετά; Οι μονάδες στο στρατό είναι σαν τις κακές επαναλήψεις στην τηλεόραση.
Στο Μεγάλο Πεύκο ο ΚΔ-ΑΛ, Ντίνος Ρητινιώτης
Ο κολλητός μου με άφησε με το αμάξι του στην πύλη του στρατοπέδου «Ανδρέα Καλίνσκη» κατά τις 9 το πρωί. Εφτά ώρες πριν, δύο τύποι με κουκούλες πάνω σε ένα μηχανάκι είχαν επιχειρήσει να κάνουν ντου στην -τότε- κοπέλα μου. Φίνα.
Αν το έπαιρνα αυτό ως οιωνό για το πώς θα τσουλήσει η θητεία μου, κανονικά θα έπρεπε να αρχίσω να τρέχω από την αντίθετη μεριά και να μπω στο πρώτο ίντερνετ καφέ για να πληκτρολογήσω «ΑΝΤΙΡΡΗΣΙΑΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΕΝΤΕΡ. Παρ' όλα αυτά, πέρασα κανονικά την πύλη του Κέντρου Εκπαιδεύσεως, το πλέον μίζερο 24χρονο μούτρο ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλα μιζερόπουλα, για να εκπληρώσω αυτό που μου είχα τάξει στο περιοδεύων, στα μικράτα μου: Ειδικές Δυνάμεις για να τεστάρω αντοχές και να χτίσω εικόνες διαφορετικές από εκείνες που θα μπορoύσε να οικοδομήσει το αέναο άραγμα εντός ΚΨΜ.
Κι αφού πρέπει να φέρω στο κάδρο την πιο έντονη εικόνα της πρώτης μέρας, άκου αυτό: η πλάτη του Παναγιώτη, του κολλητού, όταν γύρισα να τον κοιτάξω λίγο πριν μπω. Μια πλάτη που ήξερα ότι κατευθύνεται μαζί με το υπόλοιπο σώμα προς την Φάση, το στέκι μας, για να πιει τον καθιερωμένο πρωινό φραπέ με το υπόλοιπο παρεάκι. Πόνεσε πολύ αυτό, αλλά όχι τόσο όσο το κομμάτι ΦΕΤΑΣ μέσα στο δίσκο με το πρώτο μεσημεριανό. Κάπου εκεί συνειδητοποίησα πως πράγματι, εκεί που ξεκινάει ο στρατός τελειώνει η λογική μαζί με την άγνοια που είχα για την οικογένεια Στεργίου.
Στην Αυλώνα ο κατάμαυρος στρατιώτης Τεθωρακισμένων, Κώστας Βαϊμάκης
Τους τεθωρακισμένους τους λένε «μαύρους». Από το μαύρο μπερέ; Από τη μαυρίλα της Αυλώνας; Διίστανται οι απόψεις, αλλά η δική μου εμπειρία καθόλου «μαύρη» δεν ήταν. Ίσως ο λόγος να ήταν ότι παρουσιάστηκα στην τρυφερή ηλικία των 27 ετών. Ίσως το γεγονός ότι υπήρχε ένα πρόβλημα με την αποθήκη ιματισμού και τριγύρναγα αρκετές μέρες με τα πολιτικά μου ρούχα, σαν κονιόρδος, ανάμεσα σε μια λαοθάλασσα με παραλλαγές. Μόνο εγώ και κάτι Ρομά, που προφανώς είχαν αλλά δεν ήθελαν να τις φορέσουν και στη βραδινή αναφορά της ίλης, εκεί όπου όλοι ακούγαμε τα ονόματά μας και φωνάζαμε «παρών», ένας απ’ αυτούς πήγαινε πίσω από τον Επιλοχία και φώναζε «α, καλοοοο, εεεεεε;».
Η πρώτη μέρα παρόλα αυτά ήταν δύσκολη, όπως είναι για όλους που αφήνουν σπίτι – οικογένεια – γκόμενα – φίλους και πάνε για 18 μήνες (τότε) στο άγνωστο, με βάρκα την ελπίδα. Σαστιμάρα, σκυθρωπά πρόσωπα, άντε να γνωρίσεις κανέναν άνθρωπο, να εγκλιματιστείς, να δεις πού θα κοιμηθείς, ποιος θα καθαρίσει τι, τέτοια πράγματα.
Μέχρι το Ρουφ για περιοδεύων έχει φτάσει ο (30χρονος) Χρήστος Μπαρούνης
ΔΕΝ έχω παντρευτεί, ΔΕΝ έχω παιδιά, ΔΕΝ ξέρω να μαγειρεύω. Σύμφωνα με τα ελληνικά στερεότυπα, για όλα τα προηγούμενα, φταίει που δεν έχω πάει στρατό. OΚ να το δεχτώ. Έχω, όμως, περάσει περιοδεύων. Άρα; ΑΡΑ, δεν υστερώ πουθενά και σε τίποτα από τους προλαλήσαντες, αφού έχω κι εγώ τις δικές μου φανταρικές αναμνήσεις και ιστορίες: Εκείνης της πρώτης μέρας που ήρθα σε επαφή με το χακί. Έστω και στο μάτι. Άλλωστε, η πρώτη μέρα είναι η δύσκολη. Μετά την κάνεις συνηθίζεις.
Κι όμως, ήταν μια όμορφη μέρα: Δεν είχαμε σχολείο. Εκδρομούλα στο Ρουφ. Αξέχαστη ημέρα, όπως αξέχαστη και η λουκανικόπιτα από το κυλικείο. Μαζί με milko. Θυμάμαι να σκάω μαζί με κάτι συμμαθητές μου στην Πύλη και να μας αρχίζει κάτι περίεργα ψαρωτικά ένας φαντάρος. Δεν κώλωσα. Πήρα τον πατέρα μου τηλέφωνο. Και κάπως έτσι μπήκαμε στο Ρουφ, με αίσθημα νικητών όπως μπουκάραμε τότε στο Villa Mercedes.
Με τα πολλά, έφτασα σε κάτι γραφεία, όπου περίμενα για ώρες. Όταν ήρθε η σειρά μου, πλησίασα το γραφείο μίας κυρίας. Ωραίο μιλφόνι. Και κάπου εκεί, είπα το συνθηματικό που μου είχαν δώσει σκονάκι οι συμμαθητές μου: «Ναυτικό». Χρειάστηκε να περάσουν αρκετοί μήνες για να καταλάβω γιατί γέλασε. Κάπως έτσι, τελείωσε η πρώτη και μοναδική μου μέρα στον... στρατό να το πω; Ας είναι...
Μια μέρα ίσως ξαναπεράσω. Δεν βρίσκεις παντού τέτοια λουκανικόπιτα.