Ακολουθεί, βιωματικό κείμενο. Δεν ξέρω αν εσύ που διαβάζεις το άρθρο έχεις κάποια σχέση με το νησί ή αν απλώς το επισκέφτηκες κάποια στιγμή για διακοπές. Όπως και να ‘χει, εάν έχεις πάρει έστω μια φορά το πλοίο για την Κρήτη, τότε θα νιώσεις τα παρακάτω. Αρχικά, να ξεκινήσω με τα βασικά. Για εμένα το ταξίδι με πλοίο από Πειραιά προς Κρήτη είναι ρουτίνα, πρόκειται για ένα ταξίδι που κάνω τρεις-τέσσερις φορές τον χρόνο την τελευταία δεκαετία. Είμαι πλέον σε θέση να πω πως κάθε ταξίδι με το πλοίο είναι μία ξεχωριστή, μοναδική εμπειρία που καταφέρνει να ξεπερνά την προηγούμενη. Ας το δούμε σφαιρικά το θέμα.
Ως παιδί θυμάμαι το πλοίο δεμένο στο λιμάνι του Ρεθύμνου, το ακούγαμε να κορνάρει κατά την άφιξή του, αλλά και την αναχώρησή του. Ήταν και αυτό, κατι σαν αξιοθέατο της πόλης. Έτσι, η λέξη καράβι για εμάς ήταν πάντα στις καθημερινές μας συζητήσεις και βόλτες. Με το πέρασμα των χρόνων η πόλη «έχασε» το πλοίο της, κάτι που πρακτικά σημαίνει πως για να φτάσουμε στην Αθήνα πρέπει να πάμε στο λιμάνι της Σούδας ή του Ηρακλείου. Σε όποια όμως πόλη της μεγαλονήσου και να τερματίζει ή να ξεκινάει το ταξίδι σου, η εμπειρία του πλοίου δεν αλλάζει.
Γαύδος: Το νησί όπου η Καλυψώ κρατούσε αιχμάλωτο τον Οδυσσέα
Ερχόμενη στην Αθήνα για σπουδές, έφευγα πάντα για την Κρήτη στις επίσημες διακοπές και αργίες. Ως φοιτήτρια έχοντας το πάσο μου έκλεινα τα εισιτήρια μου 50% κάτω και συνήθως ταξίδευα με κάποιον φίλο/φίλη που σπουδάζαμε μαζί στην πρωτεύουσα. Εύκολο «ραντεβού» αυτό, αν σκεφτεί κανείς πως το 40% της φουρνιάς μου πέρασε σε κάποια σχολή στην Αθήνα και ως είθισται θα κρατούσαμε επαφή, σε αυτή τη νέα φάση στη ζωή μας. Από τότε μέχρι σήμερα δεν άλλαξαν πολλά ίσως μόνο το πάσο.
Υπερατλαντικό ταξίδι
Πολλές φορές έχω παρομοιάσει το ταξίδι Αθήνα-Κρήτη υπερατλαντικό, διότι συνολικά μιλάμε για τουλάχιστον δέκα ώρες, το οποίο αν το καλοσκεφτείς στον ίδιο χρόνο θα έχεις διασχίσει τον μισό πλανήτη -σίγουρα μέχρι Σουηδία θα είχες φτάσει. Συγκεκριμένα, η ώρα αναχώρησης του πλοίου είναι συνήθως στις 21:00 ή 22:00 κατά τη διάρκεια του θέρους. Άρα ξεκινάω από το σπίτι μου γύρω στις 19:00 ή 20:00 αντίστοιχα, καθώς με τον ΗΣΑΠ χρειάζομαι μια ώρα περίπου για να φτάσω στο λιμάνι του Πειραιά. Από εκεί τα κρητικά πλοία βρίσκονται στην Ε3 για τη Σούδα στα Χανιά ή λίγο πιο κάτω του Ηρακλείου. To σουρεαλιστικό σκηνικό ξεκινά από τη στιγμή, που θα μπεις στο πλοίο. Αφήνεις κάτω τη βαλίτσα και πας πάνω και έξω στο κατάστρωμα για να κάνεις τσιγάρο, να βγάλεις έξω το κατοικίδιο, να πιεις μπίρα και να φας γύρο.
Ναι πλέον σερβίρεται και γύρος, όπου μυρίζει τσίκνα αναμειγμένη με άρωμα καραβιού. Όλο αυτό μαζί με μικρά παιδάκια να τρέχουν και να βγαίνουν χαρούμενα φωτογραφίες -γιατί δεν έχουν ιδέα τι ταξίδι τους περιμένει. Πιο πέρα θα δεις τουρίστες επίσης χαρούμενους να κρατάνε τον χάρτη του νησιού και να ψάχνουν το Ελαφονήσι και την Κνωσό, ενώ δίπλα τους λογικά θα κάθονται μαυροπουκαμισάδες με κομπολόι. Φυσικά, μέσα στο πλοίο είναι και οι παρέες φοιτητών, οι διανοούμενοι με το βιβλίο, αλλά και οι οικογένειες που μάλλον θα τσακωθούν μεταξύ τους δίπλα σου. Φυσικά, θα είναι και εκείνοι με τα κατοικίδια. Η γκάμα των ανθρώπων που θα δεις μέσα στο πλοίο έιναι τεράστια και επειδή οι ώρες είναι πολλές θα βλέπεις τα ίδια πρόσωπα ξανά και ξανά. Όταν τους βλέπω, ξέρω πως με το 1/3 θα φτάσουμε μαζί στο Ρέθυμνο.
Όλα αυτά πριν ξεκινήσει το πλοίο με την εκκλησία του Αη Διονύση να στέκει αγέρωχα απέναντι από το πλοίο -ίσως και να είναι η διάσημη εκκλησία που είχε αναφέρει ο Μαζωνάκης στην συνεργασία του με το Νίκο/ Nivo- εκεί δηλαδή που συνήθως δένουν τα κρητικά πλοία.
Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού
Το πλοίο έχει ξεκινήσει, έχεις φάει, έχεις πιει και έχεις καπνίσει. Μπορεί να φας στο εστιατόριο, μπορείς να φας τον γύρο (έχω φάει) ή απλά να έχεις πάρει ένα σνακ μαζί σου. Οι συζητήσεις σιγά-σιγά σταματάνε και έχεις γνωρίσει και τους συνεπιβάτες σου. Η τηλέοραση επίσης παίζει χαμηλόφωνα και το πλοίο ετοιμάζεται για ύπνο. Πιθανά σενάρια:
Σεναρίο Α: Έχεις καμπίνα, άρα μοιράζεσαι τον ίδιο χώρο με άλλα τέσσερα-τρία-δύο άτομα (υπάρχει και μονόκλινη) που ή θα ροχαλίζουν ή θα μιλάνε ασύστολα ή αν είσαι τυχερός, θα πεις και καμία κουβέντα. Σενάριο Β: Δεν έχεις καμπίνα. Κατά τη γνώμη μου καλύτερα, αν είσαι νέος και έχεις sleeping bag θα είσαι μια χαρά, έτσι και αλλιώς δεν θα κάνεις και τον ωραιότερο ύπνο της ζωής σου στο πλοίο. Εντάξει, θα δεις πολλά πόδια να περνάνε από δίπλα σου, ενώ θα ακούς τα πάντα, αλλά εντάξει τι περιμένεις; Και στον κανάπε να την βγάλεις δεν θα είναι πολύ καλύτερα. Από τις 12 το βράδυ και μετά δεν περνάει η ώρα με τίποτα. Δεν έχεις και σήμα και βρίσκεσαι στην κυριολεξία κάπου μεσοπέλαγα χωρίς να έχεις κάνεις τίποτα. Η μαγική λύση εδώ είναι ο ύπνος. Συμβουλή: Να είσαι κουρασμένος πριν ταξιδέψεις.
Η ανοχή στην εγκληματικότητα δεν είναι λεβεντιά
Το πρωί
Έστω ότι έχει περάσει η ώρα και είναι πια πρωί, θα στριμωχτείς στην είσοδο που συνήθως σερβίρεται πορτοκαλάδα. Η μπουκαπόρτα είναι η τελευταία ραψωδία της Οδύσσειας. Έχουν συγκεντρωθεί όλοι από τις 5 τι και αν το πλοίο δένει στις 6. Εκεί θα αρχίσουν οι εντάσεις, μετά από τόσες ώρες στο πλοίο, λογικό. Οι οδηγοί συνήθως ψάχνουν το πάρκινγκ τους -ενώ πάντα μα πάντα αναζητείται ο οδηγός για να «ανοίξει» η έξοδος του πλοίου. Τον ζητάνε από τα μεγάφωνα. Ξεκινάς να κατεβαίνεις αργά-αργά μέχρι να βγεις ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ από το πλοίο. Είναι λες και βγαίνεις από συναυλία με τόσο κόσμο, ενώ αισθάνεσαι τη μυρωδιά του καραβιού πάνω σου, έχεις γινει ένα με το πλοίο πια. Όμως μέσα σε αυτή την ταλαιπωρία, όταν δεις το νησί τα ξεχνάς όλα, επίσης όταν σκεφτείς τα χρήματα που «κέρδισες» από το να ταξίδευες με αεροπλάνο, επίσης θα τα ξεχάσεις όλα. Συμβουλή; Να κοιτάς από νωρίς για αεροπορικά για να γλιτώσεις χρόνο και ταλαιπωρία.