Αν αποσυνθέσεις το ελληνικό καλοκαίρι θα σου μείνει ένα πανάκριβο δίκλινο δωμάτιο, ένα μαύρισμα που θα έχει εξαφανιστεί μέχρι τη δεύτερη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου και μία τσιπουροκατάσταση με θαλασσινά αγναντεύοντας το θαλασσί της θάλασσας και όλο το μπλε του χάρτη. Και αφού βάλαμε ως χαλί την «Χάντρα Θαλασσιά» του Γιάννη Κότσιρα να παίζει στο Spotify, ας περάσουμε σε μία σκληρή αλήθεια. Δυστυχώς το ελληνικό καλοκαίρι δεν είναι για όλους. Η χιλιοειπωμένη «ανάπτυξη» περνάει ξώφαλτσα από το μέσο νοικοκυριό που βλέπει το εισόδημά του να συρρικνώνεται και να ξεμένει από χρήματα στις 20 του μήνα. Από την άλλη, όσοι έχουν την τύχη να πιεστούν και μαζί με το δώρο του καλοκαιριού (ή το ένα τους νεφρό) να φύγουν από την πόλη, απολαμβάνουν τις παραλίες, τα γαλανά νερά, τις βόλτες στα σοκάκια, τα νυχτερινά ποτάκια και τις φαγητάρες χωρίς ενοχές για τις θερμίδες.
Και μπορεί να μην υπάρχει συγκεκριμένο πρόγραμμα στις διακοπές αλλά λίγο πολύ όλοι ακολουθούμε την πεπατημένη. Ξύπνημα, πρωινό (οι σφολιάτες στον τοπικό φούρνο πάντα θα κερδίζουν το πρωινό στο ξενοδοχείο), παραλία και φαγητό σε ψαροταβέρνα. Ωστόσο όλο αυτό το ειδυλλιακό σκηνικό, θα βρεθεί κάποιος να στο χαλάσει. Συνήθως είναι εκείνος ο τύπος που κουβαλάει μαζί του στο νησί τη μιζέρια της καθημερινότητας. Δεν είναι ότι δεν έχει χρήματα. Αντιθέτως είναι ο πιο «φορτωμένος». Αυτός ο τύπος, λοιπόν, δε θέλει σε καμία περίπτωση να φάει σε ψαροταβέρνα.
Το σαβουάρ βιβρ της καλοκαιρινής ταβέρνας
Όχι δεν έχει κάποια αλλεργία, απλώς ο συνδυασμός θαλασσινά – ούζο δεν τον συγκινεί. Το να πληρώσει για καλαμαράκια, μύδια, γαρίδες σαγανάκι (όχι το τυρί σαγανάκι, αυτήν την ντροπή της ταβέρνας) θεωρεί πως είναι πεταμένα λεφτά. Μάλιστα αυτή η κινητή μιζέρια που σου έχει κουβαληθεί στο νησί, όταν θα έρθει στο τραπέζι μαζί σας, θα ανοίξει τον κατάλογο και θα γκρινιάξει για τα πάντα. Θα τον δεις να σκίζει νευρικά το χάρτινο τραπεζομάντηλο με τις άγκυρες και τον χάρτη του Αιγαίου και το μυαλό του θα ταξιδεύει όχι σε κάποιον χαμένο έρωτα αλλά στα πόσα πιτόγυρα θα μπορούσε να φάει με τα χρήματα που θα δώσει στην ταβέρνα.
Παρότι τον σέβεσαι και δεν παραγγέλνεις ψαράκι, ενώ κανονικά θα έπρεπε να τον «τιμωρήσεις» με τσιπούρα, σαργό ή μυλοκόπι, ο ίδιος δεν εκτιμά τη θυσία. Θεωρεί ιδανικό σενάριο τις 5 μέρες που θα κάτσει στο νησί, να παίξει 5/5 με σουβλάκι και μπύρα. Κάτι που θα μπορούσε να κάνει και στο Χαϊδάρι. Είναι εκείνος ο τύπος που θα ξοδέψει μία περιουσία σε ποτά το προηγούμενο βράδυ, θα παίξει το μισθό του σε προκριματικά του Champions League αλλά θα τον χαλάσει να δώσει 10-15 ευρώ παραπάνω στην ψαροταβέρνα. Οι γαστρονομικές του εμπειρίες κυμαίνονται σε club sandwich σε καφετέρια και πίτα γύρο με σως αλλά χωρίς κρεμμύδι. Ο ουρανίσκος του έχει μείνει σε ηλικία που δίνει Πανελλήνιες και οι διαθέσιμες επιλογές του λιγότερες και από εκείνες του Hasbullah.
Ποια είναι η λύση, λοιπόν; Αφενός κρατάς την ψυχραιμία σου. Δεν χρειάζεται ούτε να τσακωθείς, ούτε να μανουριάσεις. Οι διακοπές είναι εκείνο το απαραίτητο διάλειμμα ώστε να φέρεις σε ισορροπία την τσαλακωμένη ψυχική σου υγεία. Αφετέρου ρίξε στο τραπέζι το τελευταίο σου επιχείρημα. Κάντον να πιστέψει πως τα stories στο Instagram από θαλασσινά, τσίπουρο και ταβερνούλα θα εκτιμηθούν δεόντως. Αν δεν καταφέρεις και πάλι τίποτα, τότε παράτησέ τον στο πρώτο σουβλατζίδικο που θα βρεις και προχώρησέ τη ζωή σου. Η άδεια είναι μικρή για να είναι θλιβερή, μωρό μου.