Οπωσδήποτε μπάνια μετά τις εκλογές. «Τα μπάνια του λαού» τα περίφημα, τα οποία μπορεί κάποτε να κράταγαν έναν, δυο ή δυόμιση μήνες και τώρα να κρατάνε δέκα ή δεκαπέντε μέρες, αλλά δεν παύουν να είναι «τα μπάνια του λαού» και είναι αδιαπραγμάτευτα, ο κόσμος να χαλάσει. Λίγο παραπάνω να αργούσαν οι εκλογές, πέρα από τις 7 Ιουλίου και στις κάλπες δεν θα πήγαιναν ούτε οι υποψήφιοι βουλευτές…
Και μετά τις κάλπες και «τα μπάνια του λαού», τι; Ο καθένας ψήφισε αυτό που ψήφισε, είναι στους κερδισμένους ή στους κερδισμένους της εκλογικής βραδιάς (αφού ως γνωστόν όλοι κερδισμένοι είναι και χαμένοι δεν υπάρχουν), έκανε τις προβλέψεις του, τις εκτιμήσεις του, ψήφισε κατά συνείδηση ή με βάση το συμφέρον του, το «βύσμα» του, το διορισμό του, το αν θα έχει δουλειά αύριο το πρωί ή όχι, το αν ο βουλευτής «ο δικός του» θα φροντίσει εκείνο το θεματάκι του και περιμένει να κάνει ταμείο. Να δει αν αυτά που του υποσχέθηκαν θα πραγματοποιηθούν και πότε. Ή αν για μια ακόμα φορά, έπεσε θύμα της ευπιστίας του, της αφέλειάς του ή των μεγάλων «θα» που ακούει τόσα χρόνια, άλλοτε με πράσινη απόχρωση, άλλοτε με μπλε κι άλλοτε με κόκκινη.
Δεν ξέρω πόσοι ψηφίζουν με γνώμονα το «κοινό καλό» και πόσοι με γνώμονα το δικό τους καλό, το προσωπικό τους όφελος. Αυτό το ξέρει ο καθένας και οι δικοί του άνθρωποι, η οικογένειά του και οι συνάδελφοί του ή οι υπάλληλοί του, αυτοί που μοιράζονται τις αγωνίες του, τα προβλήματα, την απόγνωση. Αυτοί που πήγαν και ψήφισαν, χοντρικά ο ένας στους δυο συμπολίτες μας που είχαν δικαίωμα ψήφου, ξέρουν μέσα τους γιατί ψήφισαν αυτό που ψήφισαν, γιατί δεν ψήφισαν κάτι άλλο και τι ελπίζουν ότι θα γίνει. Ξέρουν καλά τι άκουσαν και τι διάβασαν από τα κόμματα, τι μπορεί να γίνει ρεαλιστικά και τι είναι αέρας κοπανιστός. Ξέρουν ότι «βγήκαμε από τα μνημόνια» αλλά στην πραγματικότητα δεν βγήκαμε και δεν θα βγούμε για πολλά - πολλά χρόνια, ακόμα κι αν αναλάβει Πρωθυπουργός ο Ύψιστος και Υπουργός Οικονομικών το Άγιο Πνεύμα. Ξέρει ο κόσμος. Καταλαβαίνει. Δεν είναι τόσο χαζός όσο κάποιοι τον περιγράφουν.
Μόνο που ο κόσμος αυτός, ο απελπισμένος, που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ στις προηγούμενες εκλογές μπας και δει προκοπή και ΝΔ αυτή τη φορά μπας και δει προκοπή, δεν έχει ένα βασικό πράγμα που είχε παλιότερα: υπομονή. Διότι κάποτε είχε όλη την καλή διάθεση να περιμένει ένα εύλογο χρονικό διάστημα να αναλάβουν τα καθήκοντά τους οι «νέοι», να βάλουν τα πράγματα κάτω, να ενημερωθούν, να στελεχώσουν τα γραφεία τους και να ξεκινήσουν να κάνουν αυτό που μπορούσαν να κάνουν. Αυτά, κάποτε. Πλέον, κανείς δεν έχει την υπομονή να περιμένει για καιρό, αυτό το «εύλογο χρονικό διάστημα» έχει μικρύνει πολύ, ο κόσμος θέλει να δει αποτελέσματα εδώ και τώρα. Να δει έργα. Άμεσα. Να πραγματοποιηθούν αυτά που του υποσχέθηκαν. Χθες.
Στην «ποδοσφαιροποίησ» της πολιτικής, όπως τη ζούμε τα τελευταία χρόνια, ο πολίτης θέλει τον πολιτικό του να «προσαρμοστεί άμεσα στο ελληνικό πρωτάθλημα», όπως το απαιτεί από τον καινούργιο ποδοσφαιριστή της ομάδας του. Να παίξει τη μπάλα που ξέρει και μπορεί από τον πρώτο μήνα κι όχι να περάσει ένα εξάμηνο και να λέμε ακόμα «ε, δεν προσαρμόστηκε ακόμα, ας του δώσουμε λίγο χρόνο». Δεν υπάρχει χρόνος. Ούτε ανοχή, ούτε υπομονή, ούτε περίοδος χάριτος ή προσαρμογής, ούτε «ε, καλοκαίρι είναι, από Σεπτέμβρη και βλέπουμε». Όχι. Από Σεπτέμβρη ανοίγουν τα σχολεία, αλλά αυτοί που ανέλαβαν δεν είναι μαθητές, ούτε δάσκαλοι.
Κάποτε, που είχαμε λεφτά, που είχαμε δουλειές, που είχαμε ένα κράτος που έμοιαζε κανονικό, είχαμε τη διάθεση να δώσουμε χρόνο και να δώσουμε ακόμα μια ευκαιρία και να περιμένουμε για να δούμε και να ακούμε ή να λέμε ατάκες του τύπου «η Ρώμη δεν χτίστηκε σε μια μέρα». Αυτή τη φορά, αυτή την εποχή, σε αυτή την οικονομική και κοινωνική συγκυρία, η «Ρώμη» πρέπει να χτιστεί σε μια μέρα. Χωρίς καθυστερήσεις, δικαιολογίες και τσιτάτα όπως «παραλάβαμε καμμένη γη» και «τι να κάνουμε έτσι όπως τα έκαναν οι προηγούμενοι;» Το ποιος μπορεί ή δεν μπορεί, θα το δείξει η νεκροψία…
Υ.Γ. Κάπου παραπάνω, έγραψα ότι ο καθένας ψήφισε αυτό που ψήφισε και είναι στους κερδισμένους ή στους κερδισμένους. Και θέλω να συμπληρώσω κάτι: όχι μόνο διότι στην Ελλάδα, μετά τις εκλογές δεν υπάρχουν χαμένοι, αλλά κι επειδή ξεφορτωθήκαμε από τη Βουλή τους δηλωμένους φασίστες, νεοναζί και νοταλγούς του Χίτλερ, που είχαν κατσικωθεί στο σβέρκο μας τόσα χρόνια και ασελγούσαν σε βάρος της Δημοκρατίας, της ίδιας Δημοκρατίας που χρησιμοποίησαν για να εκλεγούν. Τώρα που τους πετάξαμε έξω από τη Βουλή, ας τους πετάξουμε έξω και από τις γειτονιές μας. Κι ας τους αφήσουμε να ξεχαστούν, σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Σαν να ήταν ένας πολύ άσχημος εφιάλτης.