Όταν ήμουν περίπου 22 χρονών, ένας συμφοιτητής είχε στο σπίτι του ένα τεύχος του περιοδικού ΤΙΜΕ με ένα άρθρο-αφιέρωμα στον μεγάλο Bob Kane, τον δημιουργό του Batman. Εκτός από το ότι το αφιέρωμα ήταν «ντυμένο» με κάποια υπέροχα σκίτσα του νυχτεριδανθρώπου (σ.σ.: και μάλιστα με κάποιες εξαιρετικές ελαιογραφίες), μου τράβηξε την προσοχή μία ατάκα του Kane για τον Bruce Wayne, τον άνθρωπο πίσω από την μάσκα. «Ο Wayne υπήρξε στο μυαλό μου ως ο άνθρωπος που δεν χρειαζόταν να σου μιλήσει. Μίλαγε με τα μάτια του».
Επρεπε να περάσουν αρκετά χρόνια για να συνειδητοποιήσω ότι ο μοναδικός άνθρωπος που κατάφερε να αποτυπώσει στο μέγιστο τα λεγόμενα του Kane, ήταν ο Michael Keaton. Βλέπεις, το να υποδυθείς τον Batman είναι πιο εύκολο από το να υποδυθείς τον Bruce Wayne. Και αυτό γιατί το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου δεν δίνει έμφαση στις μικρές λεπτομέρειες που ασχολούνται οι φανατικοί. Τους αρέσουν πράγματα βασικά. Όπως το αν η στολή είναι καλύτερη από την προηγούμενη, αν το Batmobile έχει περισσότερες λειτουργίες και αν τα gadgets στη ζώνη του ήρωα είναι πιο ψαγμένα και από του James Bond. Θα μπορούσες λοιπόν να πεις ότι όσο προόδευε η τεχνολογία μας και τα ειδικά εφέ, τόσο πιο εύκολο ήταν να κερδίσεις τον κόσμο με έναν πιο ανανεωμένο Batman. Όμως το πώς να αποτυπώσεις τον Bruce Wayne είναι μία άλλη ξεχωριστή ιστορία.
Ο Wayne του Val Kilmer θύμιζε μοντέλο της Αbercrombie. Του Clooney ήταν απλά αδιάφορος. Του Christian Bale ήταν ζόρικος και ίσως πιο macho στη συμπεριφορά. Όμως του Keaton, ήταν ακριβώς αυτό που είχε στο μυαλό του ο Bob Kane. Ένας χαρακτήρας λιγομίλητος. Όχι επειδή δεν είχε κάτι να πει, αλλά επειδή διάλεγε να μιλήσει μόνο όταν υπήρχε ανάγκη. Ευγενικός και με comme il faut τρόπους, αλλά όχι σε σημείο που να το παρακάνει ή να θέλει να τραβήξει πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας. Για την ακρίβεια, ο Keaton πρέσβευε την εγκράτεια που ήταν το κατεξοχήν χαρακτηριστικό του δισεκατομμυριούχου μεγιστάνα, ο οποίος κατανοούσε ότι με το να μένει ο ίδιος στις σκιές φρόντιζε να αυξάνει και την σκιά γύρω από την προστασία της ανωνυμίας του ήρωα.
Ο Michael Keaton άλλωστε δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις για την υποκριτική του, ούτε για τους ρόλους που έχει προσφέρει στον κινηματογράφο. Όμως παρόλη την απώλεια των ειδικών εφέ, της ξεπερασμένης τεχνολογίας και των κοστουμιών, έμεινε στην ιστορία των ταινιών του Μπάτμαν για τον τρόπο που αντιμετώπισε τον ήρωα. Λιγότερο ομιλητικός, περισσότερο αποτελεσματικός. Ο Batman, έπρεπε να είναι ένας ήρωας που σίγουρα θα φοβόσουν να αντιμετωπίσεις, αλλά οπωσδήποτε θα σε τρομοκρατούσε. Δεν ήταν μόνο η στολή και το πέπλο της νύχτας που της έδινε το απαραίτητο prestige. Πολύ περισσότερο, ήταν αυτό το παγωμένο βλέμμα του Keaton με τα μάτια σαν κάνες όπλων, που δεν σε άφηνε να προβλέψεις την επόμενη κίνηση του ούτε στο απειροελάχιστο. Ναι, μπορεί όλα αυτά να είναι λεπτομέρειες, αλλά στον κόσμο της κινηματογραφικής βιομηχανίας του σήμερα, όπου οι ταινίες υπερηρωών ξεπροβάλλουν σαν τα μανιτάρια, το πρώτο απ’ όλα που επιθυμείς είναι ο ηθοποιός και η παραγωγή να σέβονται τον ήρωα. Και για το έτος 1989, ο Keaton που δεν είχε διαβάσει ούτε ένα κόμιξ του ήρωα, σεβάστηκε τον Batman στο μέγιστο.
Αυτό κρατάμε μέχρι και σήμερα που η δεύτερη ταινία, κλείνει 26 χρόνια ζωής. Δεν ξέρω αν υπήρξε ο καλύτερος Batman. Είναι κάτι το οποίο θα μπορούσαμε να συζητάμε για χρόνια και να μην καταλήξουμε πουθενά. Για όλους τους Σκοτεινούς Ιππότες που υπήρξαν και για όσους θα έρθουν και μετά τον Ben Affleck. Θα είναι όμως πάντα αυτό που θα θυμάμαι από τον Keaton.
Ότι σεβάστηκε τον πιο αγαπημένο ήρωα όλων μας.