Η ώρα που θα τον συναντήσουμε πλησιάζει. Η κίνηση στην Εθνική Οδό μου προκαλεί εκνευρισμό αλλά ταυτόχρονα μου δίνει και λίγο χρόνο να φανταστώ τη συνάντησή μας. Νιώθω σαν το μικρό παιδί πριν το εμβόλιο, αλλά δεν μπορώ να κρύψω το δέος που με έχει κυριεύσει, ειδικά για αυτόν τον τύπο που νιώθω σαν να ξέρω παρότι δεν έχω ζήσει τις χρυσές εποχές του «Amfitheatro», του «Mercedes», του «King Size», του «Bedroom» και του «Venue». Για αυτό όμως δημιουργούνται οι μύθοι σε οποιοδήποτε τομέα της ζωής.
Στην μυθολογία είναι ο Αχιλλέας και ο Ηρακλής, στο ποδόσφαιρο ο Πελέ και ο Μαραντόνα, στον ελληνικό αθλητισμό ο Χατζηπαναγής και ο Γκάλης. Στην ελληνική νύχτα ο μύθος είναι ένας και βρίσκεται στο αναγεννημένο «Privilege» δίπλα από την Ιερά Οδό: Ο Βασίλης Τσιλιχρήστος.
Για πολλούς είναι ο άνθρωπος που καθόρισε την ελληνική νύχτα όσο κανείς. Για άλλους πάλι έμεινε στην ιστορία ως τύπος πίσω από τα decks που έφερε το πρωτοποριακό, το διαφορετικό ερέθισμα στο αφτί του Έλληνα με τη House μουσική. Δεν γίνομαι συγκεκριμένος γιατί ουσιαστικά δεν έχω ζήσει τις εποχές εκείνες που έφερε την επανάσταση στη βραδινή ζωή, τότε που ο κόσμος άκουγε το όνομά του και γέμιζε όποιο club έφερε την υπογραφή του.
Η ώρα της αναμονής ωστόσο έχει πλέον τελειώσει. Πλέον μαζί με την Διονυσία Ζαπατίνα δεν σκεφτόμαστε τι θα τον ρωτήσουμε. Τον έχουμε μπροστά μας.
Με απλό και πάνω από όλα κομψό ντύσιμο, μετρημένο χαμόγελο και σοβαρότητα στο μάτι, μας υποδέχεται σαν κάθε καλός οικοδεσπότης και ακολούθως μας «περπατά» στους χώρους του «Privilege». Τα φλας του φωτογράφου μας, Λευτέρη Παρτσάλη παίρνουν «φωτιά» καθώς τον «αιχμαλωτίζει» αλλά η αίσθηση που σου δίνει, είναι πως δεν πρόκειται για έναν τύπο συνηθισμένο στη δημοσιότητα. Δεν αποτελεί νέο άλλωστε ότι οι συνεντεύξεις που έχει δώσει είναι μετρημένες, ενώ όπως μας εξηγεί «δεν θα δώσω συνέντευξη αν δεν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος λόγος».
Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν έπαψε να είναι στην επικαιρότητα, όσα χρόνια και αν περάσουν.
«Πήρα το πρώτο μου ρεπό μετά από 8 χρόνια»
Τον παρατηρώ που φωτογραφίζεται και συνειδητοποιώ ότι δεν νιώθει άνετα. Σαν ένας σταρ του σινεμά που απλώς θέλει να τον «αιχμαλωτίζει» ο φακός αποκλειστικά την ώρα της δουλειάς του και κανείς να μην έχει ιδέα για τον άνθρωπο πίσω από το φαίνεσθαι. Άλλωστε την προσωπική του ζωή την κρατά σαν επτασφράγιστο μυστικό και μακριά από τον κόσμο.
Αυτό όμως που μου προκαλεί μεγαλύτερη εντύπωση είναι η εργασιομανία του:
«Από μικρός έμαθα να βάζω το χέρι μου μέχρι εκεί που φτάνει και κάθε φορά κάνοντας ένα βηματάκι, ετοιμαζόμουν για το επόμενο. Είμαι αυτός που δεν ντρεπόμουν να είμαι ο σερβιτόρος. Απενοχοποίησα πολύ νωρίς το μότο μιας παλιότερης γενιάς που έλεγε "δεν θα γίνουμε σερβιτόροι της Ευρώπης". Εμένα μου άρεσε να είμαι σερβιτόρος, με ικανοποιούσε η παροχή υπηρεσιών. Να κάνω τον κόσμο να περνά καλά. Να είμαι ένας καλός οικοδεσπότης.
Δεν ξέρω αν είμαι ο πρώτος, αλλά σίγουρα ήμουν από τους πρώτους που δούλευαν 20 ώρες την ημέρα, έπαιζα μουσική κάθε μέρα, για κάθε βράδυ επί 8 συναπτά έτη. Μέχρι να πάρω το πρώτο μου ρεπό».
-Δεν σε κούρασε ποτέ όμως η νύχτα;
«Η νύχτα δεν με κούρασε ποτέ γιατί είναι κάτι που μου άρεσε πάντα. Με εκφράζει και θεωρώ τον εαυτό μου ευλογημένο που το ακολούθησα. Δεν με κουράζει η δουλειά, οι άνθρωποι με κουράζουν. Αυτοί που άλλα σκέφτονται, άλλα λένε, άλλα κάνουν και θεωρούν ότι όλοι είναι φτιαγμένοι για κάτι καλύτερο από αυτό που είναι χωρίς να προσπαθούν».
Είναι εμφανής ο εκνευρισμός του όταν μιλάει για ορισμένους συμπατριώτες μας καθώς όπως ισχυρίζεται «μάλλον δεν είναι στο DNA μας να βλέπουμε διπλανούς μας να προχωράνε».
Και συνεχίζει λέγοντας: «Κοτζάμ πρίγκιπας της Αγγλίας θα πάει στην Αυστραλία να βοσκήσει και να κουρέψει πρόβατα, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να πάει και μέχρι το Αφγανιστάν και να λάβει μέρος σε κάποια άσκηση. Στην Ελλάδα τα παιδιά μας δεν τα στέλνουμε καν φαντάρους».
Έχοντας «δημιουργήσει» ουσιαστικά τις χρυσές εποχές των club των 90’s, μπορούμε να πούμε πως ο Βασίλης Τσιλιχρήστος έχει εκπαιδεύσει γενιές, αφήνοντας ταυτόχρονα μια τεράστια κληρονομιά στον κόσμο της νυχτερινής ζωής.
Η διαδρομή του ξεκινά από τη «Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων» στη Ρόδο, συνεχίζει με την πρακτική στον «Αστέρα Ρόδου» αλλά ουσιαστικά μπαίνει στο «κόλπο» από το «Μπολερό» στη Γλυφάδα και κυρίως το «Mercedes Club» παρέα με τον φίλο του Παναγιώτη Τσεκούρα και τον Στέλιο Βελούδιο. Τα πρώτα θεμέλια για τον μύθο του είχαν ήδη χτιστεί.
Υπάρχει λοιπόν πιο κατάλληλος άνθρωπος για να μιλήσει για τις διαφορές της παλιάς γενιάς σε σχέση με τη σημερινή όσον αφορά την βραδινή έξοδο; Δεν νομίζω…
«Η σημερινή γενιά έχει περισσότερες απαιτήσεις σχέση με την παλιά. Πλέον είναι καλύτερα πληροφορημένη, έχει συνεχώς άμεση πρόσβαση στα νέα δεδομένα και βλέπει τα πράγματα πριν περάσουν τον Ατλαντικό με το καράβι στο ταξίδι 30 ημερών όπως συνέβαινε τότε, που έφτανε στην Ευρώπη και μετά οδικώς με το μουλάρι ερχόταν και στην Ελλάδα.
Αν έχεις ρητό "τα πάντα ρει" και όχι "μη μου τους κύκλους τάραττε" και δεν επαναπαύεσαι στις δάφνες του παρελθόντος μπορείς να συμπορευτείς μαζί τους. Το μυστικό είναι να εξελίσσεσαι συνεχώς. Αν όμως πρέπει να διαλέξω ανάμεσα στο "τότε" με το "τώρα" θα προτιμούσα το δεύτερο. Τα παιδιά πλέον είναι πιο συνειδητοποιημένα. Έχουν πρόσβαση στην πληροφορία από μικρή ηλικία και κυρίως έχουν παραπάνω παιδεία».
-Μιλάς για το παρελθόν, παρόλα αυτά μήπως έχει ξεκινήσει μια στροφή στο παλιό; Εξάλλου είμαστε ξανά στο «Privilege»…
«Το Privilege είναι ένα brand το οποίο έκλεισε έναν κύκλο το 2004, το αφήσαμε και ξεκουράστηκε και τώρα που έχει φυσήξει ούριος άνεμος αισιοδοξίας το επαναφέραμε. Και στον συγκεκριμένο χώρο που είμαστε με αυτή τη θέα που έχουμε αυτή τη στιγμή –σ.σ. βλέπεις υπέροχα από το ρετιρέ, Παρθενώνα και Λυκαβηττό παρέα-, δεν θα μπορούσε να προωθηθεί καλύτερα το κέντρο της Αθήνας».
«Αν δεν είμαι ο εαυτός μου με κάποιον, δεν είναι πλέον φίλος μου»
Η αναφορά στο Privilege, του δίνει ενέργεια και μιλά με τα καλύτερα λόγια για τον «πρωτοπόρο για την εποχή του» Ηλία Μαροσούλη τον οποίο πρωτογνώρισε το 1999. Τον άνθρωπο που είδε μια περιοχή που δεν μπορούσες να περπατήσεις μετά τις 11 μ.μ. αλλά οραματίστηκε ένα καλύτερο μέρος και τελικώς τόσα χρόνια μετά έδωσε στο Γκάζι την μορφή που έχει σήμερα.
Η νύχτα είναι η ζωή του. Ωστόσο τι είναι αυτό που τον έκανε αυτό που είναι σήμερα;
«Τη δουλειά αυτή πρέπει να την παντρευτείς εφόσον επιθυμείς να κάνεις πρωταθλητισμό. Εγώ από την πλευρά μου καλώς ή κακώς την παντρεύτηκα. Τι έχασα; Κέρδισα και έχασα φίλους.
Γιατί κάποια στιγμή προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν αυτό που είμαι χωρίς να σεβαστούν τον χώρο της δουλειάς μου. Την οποία ούτε εγώ δεν είχα εκμεταλλευτεί. Προσπαθούσα και προσπαθώ να είμαι ένας άνθρωπος ο οποίος περνά απαρατήρητος.
Υπήρξαν άνθρωποι εντός και εκτός της δουλειάς που προσπάθησαν να γίνουν βασιλικότεροι του βασιλέως, κάτι το οποίο δεν έκανα ποτέ μου.
Φίλο μου αποκαλώ τον άνθρωπο που θα του μιλήσω χωρίς να κάνω δεύτερη σκέψη, που θα του μιλάω και θα είμαι ο εαυτός μου. Αν δεν είμαι ο εαυτός μου, μάλλον δεν είναι φίλος μου».
Ο Βασίλης πίσω από τα decks
Το σταριλίκι για κάποιον στη θέση του θα ήταν αναπόφευκτος τρόπος ζωής, ωστόσο ο Βασίλης Τσιλιχρήστος είναι διαφορετικός από αυτό που φανταζόμουν. Ζούσε καθημερινά στα club του, όχι για τη δόξα αλλά γιατί του άρεσε η δουλειά, επιχείρησε, δημιούργησε και άφησε έργο στο διάβα του, αναγνωρίζοντας προφανώς πως έκανε λάθη. Άλλωστε «αν τολμήσεις κάνεις και λάθη. Χωρίς να τολμήσεις, δεν θα πετύχεις τίποτα ποτέ», όπως δηλώνει.
Μέσα από τη δουλειά του παίρνει ενέργεια. Ένα από τα μεγάλα του μυστικά ωστόσο είναι η διατροφή και η λεγόμενη σταφυλοθεραπεία.
«Από μικρός, πριν καν ανοίξω τα μαγαζιά κατάλαβα ότι αν ξεκινήσεις με ένα ποτό στις 10, μέχρι τις 5-6 το πρωί θα πιείς συνολικά ένα μπουκάλι. Και εκείνες τις εποχές που δουλεύαμε κάθε μέρα αν το έκανες αυτό, κατέληγες να πιείς 7 μπουκάλια συνολικά την εβδομάδα. Μετά 30 το μήνα και πάει λέγοντας. Ή θα έκανα μεταμόσχευση συκωτιού ή θα έβρισκα έναν άλλο τρόπο να περνάω τη νύχτα μου.
Μετά όμως έτυχε να συνεργαστώ με τον Αργύρη Παπαργυρόπουλο ο οποίος με μύησε στη σταφυλοθεραπεία. Και από τότε κάθε Σεπτέμβρη επί δύο βδομάδες τρώω μόνο σταφύλι και πίνω νερό. Είναι η πιο θρεπτική τροφή μετά το μητρικό γάλα και κάνεις total detox.
Όταν σταματήσεις όμως να το κάνεις, δεν το ρίχνεις στην μπριζόλα. Θέλει ρέγουλα»
Από κορμί είναι λαμπάδα αλλά το μυστικό του δεν είναι η γυμναστική: «Δεν αφιερώνω πάνω από 2 φορές την εβδομάδα στη γυμναστική. Το μυστικό είναι η σωστή διατροφή. Έχω κόψει το κρέας εδώ και 25 χρόνια ωστόσο δηλώνω pescatarian καθώς μου αρέσει το ψάρι. Τρώω πολύ αλλά μόνο τα φαγητά που μεταβολίζει η ομάδα αίματός μου. Για αυτό ευθύνεται η Ισμήνη Κάραλη, η τότε διακοσμήτριά μου στο παλιό Privilege που με μύησε σε αυτό. Η τροφή μου δίνει ενέργεια, δεν με κοιμίζει».
-Τελικά ποιος είναι ο Βασίλης Τσιλιχρήστος;
«Ένας απλός άνθρωπος που του αρέσει η δουλειά του. Ένας καλός οικοδεσπότης».