Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου: Τέσσερις συγγραφείς μιλούν για τη μαγεία της ανάγνωσης και της δημιουργίας

Άραγε, τι σημαίνει η Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου για έναν συγγραφέα;

25 SHARES

Γράφει η Δέσποινα Λάνου

«Δεν υπάρχει πιο πιστός φίλος από ένα βιβλίο», έχει πει ο Ernest Hemingway θέλοντας να υπογραμμίσει την αξιοπιστία που μπορεί να προσφέρει ένα βιβλίο στη ζωή ενός ανθρώπου, είναι όπως ένας πιστός φίλος που είναι πάντα παρών, ανεξάρτητα από τις περιστάσεις. Έτσι και ένα βιβλίο είναι πάντα διαθέσιμο όποτε το χρειαστείς. Δεν σε εγκαταλείπει, δεν σε κρίνει και είναι έτοιμο να σου προσφέρει τις γνώσεις, τις ιστορίες και τις ιδέες του. Τι συμβαίνει, όμως με τους ανθρώπους που βρίσκονται πίσω από τα βιβλία, εκείνους που κάθονται πάνω από μία λευκή σελίδα και της δίνουν ζωή;

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου, μιλήσαμε με τέσσερις συγγραφείς για το βιβλίο, τις προκλήσεις της συγγραφικής διαδικασίας, ακόμη και για το virality. Μέσα από τις διαφορετικές τους οπτικές, ξεδιπλώνεται η μαγεία της συγγραφής, αλλά και της ανάγνωσης και κάπως έτσι μπορέσαμε να μπούμε έστω και για λίγο στη δική τους πραγματικότητα.



Η Μελίσσα Στοΐλη είναι συγγραφέας, δημοσιογράφος και ηθοποιός. Έχει γράψει τα βιβλία «Και διηγώντας τα... να τρως» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κίχλη, και «Απ' το μπαλκόνι να φύγεις! επίσης κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κίχλη και πρόκειται για μια συλλογή διηγημάτων που διαδραματίζονται στη Θεσσαλονίκη.

Για τη Μελίσσα Στοΐλη η συγγραφή δεν πρόκειται για συναίσθημα αλλά για μια ανάγκη που προκύπτει όταν διάφορες ιστορίες, μικρότερες ή μεγαλύτερες σχηματίζονται στο μυαλό της. Ιστορίες λίγο αχνές στην αρχή, που σιγά σιγά γίνονται πιο συγκεκριμένες, όπως αναφέρει η ίδια.

«Όταν πλέον «βλέπω» την ιστορία μπροστά μου, προκύπτει η ανάγκη να τη γράψω, να δώσω προσοχή στις λεπτομέρειες, να φτιάξω όλη τη σκηνογραφία, να γίνουν οι ήρωες σάρκινοι, να αποκτήσουν υπόσταση. Εντέλει, την ώρα της γραφής, δημιουργείται ένα ευφορικό συναίσθημα. Νομίζω ότι γράφω για να νιώσω αυτό το συναίσθημα που δύσκολα περιγράφεται, μοιάζει κάπως με τη χαρά του μεθυσιού. Έπειτα, όταν ξεκινάει η επιμέλεια του κειμένου τα συναισθήματα αλλάζουν, φαντάζομαι αυτό συμβαίνει στους περισσότερους από όσους γράφουν. Τότε μιλάμε για ένα roller coaster συγκινήσεων. Η επιμέλεια είναι ένα απαιτητικό κομμάτι, εδώ δεν χρειάζεται μεθύσι αλλά πλήρης νηφαλιότητα».

Στη συνέχεια, ρώτησα τη συγγραφέα του «Απ' το μπαλκόνι να φύγεις!» ποιο βιβλίο θεωρεί ότι πρέπει να διαβάσει ένας άνθρωπος κάποια στιγμή στη ζωή του και απάντησε: «Το Έγκλημα και Τιμωρία του Ντοστογιέφσκι. Τα υπαρξιακά διλήμματα, το ψυχολογικό βάθος, τα ζητήματα της ηθικής, της ενοχής, της λύτρωσης, η νομιμοποίηση της βίας με το πρόσχημα ενός μεγάλου σκοπού, είναι όλα εδώ». Και συνεχίσαμε τη συζήτηση μας ως εξής:

- Πώς πιστεύετε ότι έχει αλλάξει η σχέση του κόσμου με το βιβλίο στην ψηφιακή εποχή; Το e-book και το audiobook απειλούν ή ενισχύουν τη λογοτεχνία;

«Για μένα η ανάγνωση έχει να κάνει με μια συνολικότερη εμπειρία που αφορά τη μυρωδιά του χαρτιού και της μελάνης, την αφή του χαρτιού, τη δυνατότητα να γυρνάς μερικές σελίδες πίσω σε κάτι που θυμήθηκες, να γράφεις κάποιες σημειώσεις στα περιθώρια. Αλλά είναι καλό να υπάρχουν και άλλοι τρόποι προσέγγισης ενός βιβλίου. Κάποιοι ακούν ολόκληρα βιβλία οδηγώντας από και προς τη δουλειά τους ή τρέχοντας στο πάρκο ή όσο κάθονται στην πολυθρόνα με κλειστά μάτια και ακούγοντας τον αφηγητή. Αν το καλοσκεφτείς, είναι ένας ψηφιακός κόσμος κι όμως δεν απέχει και πολύ από την εποχή εκείνη που φίλοι, γείτονες και οικογένειες έκαναν κύκλο γύρω από εκείνον που διάβαζε φωναχτά τις σελίδες ενός μυθιστορήματος, από εκείνα που δημοσιεύονταν αποσπασματικά στις εφημερίδες».

- Eίναι σημαντικό σήμερα για ένα βιβλίο να γίνει viral για να «επιβιώσει»; Ή είναι κάτι τελικά που δεν έχει καμία σχέση με το βιβλίο;

«Υπάρχουν βιβλία που καταπιάνονται με θέματα του καιρού τους με έναν άμεσο τρόπο, αγγίζουν ένα πλατύ κοινό, και αυτό μπορεί να τα κάνει viral. Δεν μπορεί όμως να σε ορίζει αυτό όταν γράφεις, να προσπαθείς δηλαδή να αρέσεις πάση θυσία. Από την άλλη, για να υπάρξει ένα βιβλίο πρέπει να διαβαστεί, διαφορετικά γιατί να εκδοθεί; Θα μπορούσε να αναπαύεται στο συρτάρι ή στη μνήμη του κομπιούτερ. Είναι δύσκολη η ισορροπία».

- Τι σημαίνει για εσάς η Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου;

«Είναι ευκαιρία για όλους μας να θυμηθούμε την αξία του βιβλίου, το πώς μπορεί να αλλάξει τη ζωή μας και να διευρύνει τους ορίζοντές μας, αλλά μη ξεχνάμε ότι μιλάμε για την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου και Πνευματικών Δικαιωμάτων. Ιδιαίτερα σε αυτή την εποχή που η μετάβαση από την εποχή του χαρτιού και της αναλογικής βιβλιοθήκης στο e-book και στην ψηφιακή βιβλιοθήκη είναι μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα στην οποία η προστασία των πνευματικών έργων και των δημιουργών τους είναι επιβεβλημένη».


Photo credit: Σπύρος Μπακάλης. 


Ο Αντώνης Τζαβάρας είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας της συλλογή διηγημάτων «Καλοκαίρι», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Συρτάρι και όπως λέει για εκείνον το γράψιμο είναι ένα καταφύγιο, ένας ιδιωτικός χώρος στον οποίο αισθάνεται ασφάλεια, τον βοηθάει να μεταβολίσει ερεθίσματα και εμπειρίες, να μορφοποιήσει σκέψεις και συναισθήματα και να ερμηνεύσει τον κόσμο.

Όπως αναφέρει: «Το πρώτο μου βιβλίο, το «Καλοκαίρι» άρχισα να το γράφω σε μια περίοδο που βίωνα, όπως και οι ήρωες των διηγημάτων μου, μια ταυτοτική/ υπαρξιακή κρίση. Νομίζω ότι στο επίκεντρό της ήταν ο επαναπροσδιορισμός της σχέσης μου με τη δουλειά μου. Είμαι δημοσιογράφος, γράφω επαγγελματικά εδώ και σχεδόν τριάντα χρόνια, κι εκείνο το διάστημα αισθανόμουν πολύ έντονα την ανάγκη να επανασυνδεθώ με το γράψιμο στην πιο πρωτογενή του μορφή. Οπότε, ξεκίνησα απλώς να γράφω για μένα, για να βρω τον εαυτό μου. Μετά από τα δύο πρώτα κείμενα, συνειδητοποίησα ότι αυτό που είχα στο μυαλό μου μπορούσε να αποτελέσει υλικό για βιβλίο. Όλες οι ιστορίες ακολουθούσαν έναν κοινό εσωτερικό ρυθμό κι αναπτύσσονταν μέσα σε μια συγκεκριμένη ατμόσφαιρα».

Στη συνέχεια ρώτησα τον Αντώνη Τζαβάρα πώς είναι τυπική μέρα συγγραφής για εκείνον, αλλά και τη μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετώπισε στη διαδικασία της συγγραφής, όπως μου είπε: «Δεδομένου ότι το «Καλοκαίρι» είναι το πρώτο μου βιβλίο, θα ήταν υπερβολικό, ίσως και γραφικό, να πω ότι έχω κάποια συγγραφική ρουτίνα. Αυτό που είχα αποφασίσει από την αρχή ήταν να γράψω αυτές τις ιστορίες χωρίς τις αγκυλώσεις της αρθρογραφίας και γενικά του επαγγελματικού γραψίματος. Χωρίς deadline, χωρίς περιορισμό σε λέξεις, χωρίς αυτολογοκρισία, χωρίς στόχευση σε κάποιο κοινό ή προσαρμογή σε κάποιο μέσο.

Αυτή η -ας την πούμε- ειλικρίνεια, αποδείχθηκε και η μεγαλύτερη πρόκληση που χρειάστηκε να αντιμετωπίσω. Το γράψιμο του βιβλίου απαίτησε τελικά έναν βαθμό προσωπικής έκθεσης που με σόκαρε. Οδηγήθηκα πολλές φορές σε περιοχές που είχα ξεχάσει ή δεν ήξερα ότι υπήρχαν. Και παρότι είναι μυθοπλασία, παραδέχομαι ότι εμπεριέχει πολλά προσωπικά βιώματα κι ένα πυρηνικό κομμάτι του εαυτού μου». Στη συνέχεια, είπαμε τα εξής:

- Eίναι σημαντικό σήμερα για ένα βιβλίο να γίνει viral για να «επιβιώσει»; Ή είναι κάτι που δεν έχει καμία σχέση με το βιβλίο;

«Το virality είναι σίγουρο ότι ευνοεί τις πωλήσεις, αλλά ειλικρινά δεν ξέρω πώς ορίζεται η «επιβίωση» ενός βιβλίου. Αν θεωρήσουμε ότι τελικό κριτήριο είναι η αντοχή στον χρόνο -η διαχρονικότητα- οι πωλήσεις μπορεί να μη σημαίνουν και τίποτα. Υπάρχουν βιβλία που σήμερα θεωρούνται αριστουργήματα και στην εποχή τους δεν πούλησαν τίποτα. Προσωπικά, αυτό που θα ήθελα για το βιβλίο μου είναι να φτάσει στα χέρια ανθρώπων που θα το διαβάσουν».

- Ποιο βιβλίο, όχι το δικό σας, θεωρείτε ότι πρέπει να διαβάσει ένας άνθρωπος κάποια στιγμή στη ζωή του;

«Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι το διάβασμα είναι η πιο ουσιαστική, η πιο διασκεδαστική και η πιο σέξι δραστηριότητα που μπορεί να αναπτύξει ένας άνθρωπος στην καθημερινότητά του, οπότε δεν μπορώ να προτείνω ένα μόνο βιβλίο. Προτείνω να διαβάζουμε ανά πάσα στιγμή, όσα περισσότερα βιβλία μπορούμε. Προσωπικά, οι συγγραφείς στους οποίους επανέρχομαι είναι οι Ρώσοι κλασικοί (ο Τολστόι, ο Ντοστογιέφσκι και ο Γκόγκολ) και από τους σύγχρονους, οι δύο αγαπημένοι μου Αμερικανοί, ο Πολ Όστερ και ο Ρέιμοντ Κάρβερ».

- Τι σημαίνει για εσάς η Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου;

«Όπως και όλες οι άλλες παγκόσμιες ημέρες, επέτειοι, μέρες μνήμης κλπ, λειτουργεί σαν μια καλή υπενθύμιση. Στις 23 Απριλίου θα δούμε και θα διαβάσουμε αφιερώματα στο βιβλίο κι αυτό ίσως μας παρακινήσει, λίγο πριν πέσουμε για ύπνο, αντί να βάλουμε Netflix να ξαναπιάσουμε το βιβλίο που έχουμε αφήσει στη μέση εδώ και μήνες. Κι αυτό είναι αρκετό. Τομόνο που χρειάζεται ένα καλό βιβλίο είναι μια ευκαιρία. Να το πάρουμε στα χέρια μας. Τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνει εκείνο».



Ο Παναγιώτη Κεχαγιάς είναι συγγραφέας και μεταφραστής. Έχει γράψει το βιβλίο «Τελευταία Προειδοποίηση» από τις εκδόσεις Αντίποδες και παράλληλα έχει μια μεγάλη πορεία στον κόσμο της μετάφρασης, έχοντας κάνει μεταφράσεις ανάμεσα στα άλλα για το «Τέκνο του Θεού» του Κόρμακ Μακάρθυ και για το «Οι κράχτες» Κάρα Χόφμαν από τις εκδόσεις Gutenberg.

-Τι ήταν αυτό που σας παρακίνησε να θέλετε να γράψετε βιβλίο;

«Δεν νομίζω ότι έχω ικανοποιητική απάντηση σε αυτήν την ερώτηση. Δεν θυμάμαι πότε αποφάσισα να γράψω ένα βιβλίο γιατί μάλλον δεν το αποφάσισα ποτέ. Η επιθυμία αναδύθηκε μόνη της, μέσα από το διάβασμα. Διαβάζω από πολύ μικρή ηλικία. Ο πατέρας μου με έμαθε να διαβάζω όταν ήμουν τρεισήμισι χρονών και μου έδωσε το πρώτο κανονικό βιβλίο (Ο δεκαπενταετής πλοίαρχος του Ιουλίου Βερν) πριν κλείσω τα πέντε (περιττό να πω ότι δεν κατάλαβα τίποτα). Έκτοτε δεν σταμάτησα ποτέ. Και νιώθω πως τα βιβλία λειτουργούν κάπως σαν τη ραδιενέργεια. Το σώμα αντέχει συγκεκριμένο αριθμό. Μετά ξεκινάς να γράφεις και είτε πετυχαίνεις είτε, πιο συχνά, αποτυχαίνεις. Πάντως, για μένα το γράψιμο δεν ικανοποιεί κάποια ανάγκη για επικοινωνία (ούτως ή άλλως η λογοτεχνία είναι ένας από τους ελαττωματικούς τρόπους επικοινωνίας) αλλά την ανάγκη μου για αρχιτεκτονική, για κατασκευή. Όταν λοιπόν, πολύ σπάνια, έχω μια καλή ιδέα που δεν μπορώ με τίποτα να βγάλω από το μυαλό μου, ξεκινάει η διαδικασία της συγγραφής».

- Ποιο βιβλίο, όχι το δικό σας, θεωρείτε ότι πρέπει να διαβάσει ένας άνθρωπος κάποια στιγμή στη ζωή του;

«Ο κάθε αναγνώστης δημιουργεί τη δική του αναγνωστική ιστορία σύμφωνα με το δικό του γούστο, τις δικές του επιθυμίες, τη δική του ιδιοσυγκρασία. Είναι ένα από τα πλεονεκτήματα της διαδικασίας αυτής: κάθε αναγνώστης είναι αυτοδίδακτος. Κι εγώ σέβομαι πολύ τους αυτοδίδακτους ανθρώπους γιατί συνήθως τα δικά τους αποτελέσματα είναι πρωτότυπα, ιδιοσυγκρασιακά, ιδιαίτερα συστήματα γνώσης και πράξης. Οπότε δεν θεωρώ ότι κανένας αναγνώστης πρέπει να διαβάσει κάποιο συγκεκριμένο βιβλίο. Υπάρχουν πάρα πολλά βιβλία τα οποία υποτίθεται πως κάποιος πρέπει να έχει διαβάσει κι εγώ δεν τα έχω διαβάσει – ούτε και πρόκειται. Η ζωή ενός αναγνώστη είναι πολύ μικρή, τα βιβλία που προλαβαίνει να διαβάσει είναι πολύ λίγα (έχω μετρήσει πόσα μου απομένουν, σε ιδανικές συνθήκες). Ο καθένας κάνει τις επιλογές του. Όμως η αλήθεια είναι πως υπάρχουν βιβλία τα οποία θα ήθελα να τα μοιράζω στους δρόμους. Ίσως το κορυφαίο, ένα βιβλίο στο οποίο όσες φορές κι αν επιστρέψω ανακαλύπτω καινούργια πράγματα, έναν νου θηριώδη, μια τιτάνια συγγραφική συνείδηση και μια πρόζα που δεν γερνάει ποτέ, είναι το Ουράνιο τόξο της βαρύτητας του Τόμας Πίντσον».

- Πόσο σημαντικό είναι για ένα βιβλίο σήμερα να γίνει «viral» για να «επιβιώσει»; Ή είναι κάτι τελικά που δεν έχει καμία σχέση για το βιβλίο;

«Παρότι η λέξη είναι καινούργια και δυσοίωνα ιατρική, τα βιβλία στην εποχή της μηχανικής αναπαραγωγής πάντα γινόντουσαν viral, κάποια από αυτά δηλαδή. Πολλοί έχουν προσπαθήσει να προβλέψουν το πώς γίνεται αυτό, και έτσι να εκδώσουν σίγουρα χαρτιά, όμως κάθε φορά το αναγνωστικό κοινό (ή το βιβλίο) βρίσκει τρόπο να διαψεύδει τις προσδοκίες. Οι άνθρωποι του βιβλίου γνωρίζουν: οι εκδόσεις είναι ένα καζίνο στο οποίο δεν μπορείς να προβλέψεις τίποτα. Η μάλλον, ακόμα χειρότερα, μια κουβέρτα στρωμένη σ’ ένα στενάκι, πάνω στην οποία δέκα τρελοί παίζουν μπαρμπούτι. Μιλάμε για τέτοια κατάσταση. Από την άλλη όμως έχουν υπάρξει βιβλία τα οποία στην εποχή τους δεν τα πήγαν καθόλου καλά και τα οποία αργότερα, θες από τύχη, θες από τις προσπάθειες επιμελητών, εκδοτών, αναγνωστών, ανακαλύφθηκαν ξανά και πλέον είναι μέρος του οικοδομήματος της μεγάλης λογοτεχνίας. Ο Ουίλλιαμ Φώκνερ είναι ένα καλό παράδειγμα, ο Χέρμαν Μέλβιλ ή ο Κόρμακ Μακάρθυ. Η διαδικασία, όπως και όλες οι διαδικασίες, δεν είναι τέλεια».

- Τι σημαίνει για εσάς η Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου;

«Και πάλι, μάλλον δεν είμαι ο σωστός άνθρωπος για να απαντήσω σε αυτήν την ερώτηση. Είμαι αναγνώστης, συγγραφέας, μεταφραστής, προσεχώς εκδότης. Η ζωή μου περιστρέφεται ολόκληρη γύρω από τα βιβλία. Για μένα δεν υπάρχει μέρα που να μην καταλαμβάνεται σε κάποιον σεβαστό βαθμό από κάποιο ή κάποια βιβλία. Οπότε η Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου είναι μια μέρα σαν όλες τις άλλες».



Ο Μάνος Χατζηγιάννης είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου «Ασκατασούνα Ξέφτια Ελευθερίας» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νίκας και όπως λέει για εκείνον η συγγραφή, και όχι απλώς η γραφή, μιας και πλέον πολλοί γράφουν, αλλά λίγοι κατορθώνουν να συγγράφουν, είναι κάτι περισσότερο από καταγραφή σκέψεων, συναισθημάτων, εμπειριών στο χαρτί.

Όπως αναφέρει ο Μάνος Χατζηγιάννης: «Για εμένα η συγγραφή είναι παρότρυνση. Και συνάμα αυτόκλητη εκπροσώπηση όλων εκείνων που θέλουν να εκφραστούν σαν κι εμένα έχοντας τις ίδιες ανησυχίες, αλλά είτε δεν μπορούν είτε διστάζουν. Ειδικά για το μυθιστόρημά μου «Ασκατασούνα - Ξέφτια ελευθερίας», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νίκας, η ανάγκη πηγάζει από τη σημασία της έννοιας της ελευθερίας. «Ασκατασούνα», λοιπόν, σημαίνει ελευθερία στην γλώσσα της Χώρας των Βάσκων. Η λέξη μάλιστα είναι το τρίτο γράμμα από τη συντομογραφία του ονόματος της ΕΤΑ, της αυτονομιστικής οργάνωσης των Βάσκων. Επομένως η έννοια της ελευθερίας ήταν εκείνη, η οποία αποτέλεσε την βασική έμπνευση για τη συγγραφή του συγκεκριμένου μυθιστορήματος. Μιας ελευθερίας, που μπορεί κάποιοι να την θεωρούμε δεδομένη πολιτικά, ή δομικά σε μια κοινωνία, ωστόσο φθίνει μέσα μας εξαιτίας και των αμέτρητων συμβιβασμών, τους οποίους μπορεί να κάνει καθένας μας σε καθημερινή βάση στη ζωή του». Έπειτα συνεχίσαμε την κουβέντα μας, ως εξής:

 - Πώς -και εάν- επηρεάζει η αντίδραση των αναγνωστών σας την εξέλιξη της γραφής σας; Υπάρχει κάποιο σχόλιο αναγνώστη που σας συγκίνησε ή σας έμεινε αξέχαστο;

«Για μένα η συγγραφή δεν είναι φάμπρικα, είναι μεράκι. Δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου να «γράφει για να γράφει» αδιαφορώντας για το πού απευθύνεται ή για το πώς γίνονται αντιληπτά τα νοήματα και τα μηνύματα του εκάστοτε βιβλίου μου. Επομένως επιδιώκω και απολαμβάνω να γίνομαι αποδέκτης σχολίων αναγνωστών του έργου μου. Ανεξαρτήτως αν η εκτίμηση ή η απόρριψή τους με βολεύει. Ειδικά από τους δικούς μου ανθρώπους έχω ζητήσει να είναι πολύ αυστηροί με όσα γράφω.

Θα ήμουν πολύ ευχαριστημένος αν οι αναγνώστες αρχίσουν να συμμερίζονται τις ανησυχίες μου όπως αυτές αποτυπώνονται από τα γραφόμενά μου. Αν δουν σε εμένα και στο έργο μου τις δικές τους αγωνίες, σκέψεις, ελπίδες, αυτό θα είναι το μεγαλύτερο βραβείο για εμένα. Όσοι έχουν την καλοσύνη να σχολιάσουν αυτά που γράφω για μένα αποτελούν αμέριστη βοήθεια. Σχόλια απλά ή πιο πολύπλοκα, διαφωνίες, συγκινήσεις, όλα τα ακουώ και τα φιλτράρω. Συνεισφέρουν πολύ στην προσπάθειά μου. Μια κουβέντα όμως μου έχει μείνει αξέχαστη, όταν ένας εκ των αναγνωστών που μου έκαναν την τιμή να διαβάσουν το βιβλίο μου με αποκάλεσε «εραστή του λόγου».

- Ποιο βιβλίο, όχι το δικό σας, θεωρείτε ότι πρέπει να διαβάσει ένας άνθρωπος κάποια στιγμή στη ζωή του;

«Κι έλεγα δεν θα φτάσουμε σε αυτά τα διλήμματα; (γελάει δυνατά). Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν είναι πανάκεια. Υπάρχουν δυστυχώς στις μέρες άνθρωποι που και τον κατάλογο του εστιατορίου να διαβάσουν καλό θα τους κάνει.

Δυστυχώς πλέον ο περισσότερος κόσμος κυριολεκτικά βαριέται να διαβάσει και μένει μόνο στους τίτλους, που κλεφτά παίρνει το μάτι του. Κι επειδή ακριβώς αδυνατεί να εντοπίσει την αλήθεια μέσα από τον κυκεώνα των πληροφοριών, των οποίων γίνεται αποδέκτης, καταλήγει ή μάλλον καταντάει, στους life coaches που κατέχουν μαγικές συνταγές και στα podcasts ή στα τσιτάτα που μιλούν για αυτοεκτίμηση. Ε, λοιπόν, καλύτερο και αποτελεσματικότερο lifecoaching από ένα καλό βιβλίο δεν υπάρχει. Κανένας «φωστήρας του διαδικτύου» δεν μπορεί να μεταφέρει τα μηνύματα όπως για παράδειγμα ο Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ στον «Μικρό Πρίγκιπα» ή ο Όργουελ στη «Φάρμα των ζώων».

Προσωπικά -και αυτό είναι εμφανές στη γραφή μου- δεν το κρύβω πως με συνεπαίρνει το ύφος του Καραγάτση και η λογοτεχνική αποτύπωση του Τάσου Αθανασιάδη. Κατά τα λοιπά είμαι λάτρης των λογοτεχνών της Λατινικής Αμερικής. Σπουδαίο είναι για μένα το βιβλίο του Μάριο Βάργκας Λιόσα, ο οποίος μας άφησε πρόσφατα, «Η πόλη και τα σκυλιά». Από τους πιο σύγχρονους αλησμόνητο μου έμεινε το έργο του Λεονάρδο Παδούρα «Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά».

- Τι σημαίνει για εσάς η Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου;

«Η Παγκόσμια Ημέρα του Βιβλίου είναι για μένα και πιστεύω για όλους όσοι αγαπούν το διάβασμα, το πανηγύρι των τρελών. Εκείνων που γεμίζουν με μια όμορφη ιστορία ή που ηθελημένα πλανώνται από οικείους ή ανοίκειους ήρωες, όλων όσοι γουρλώνουν τα μάτια στη θέα ενός καινούριου βιβλίου κι ας μην χωράει στην ασφυκτικά γεμάτη βιβλιοθήκη τους.Είτε ως συγγραφέας είτε ως αναγνώστης, μιας και δεν νοείται να συγγράφει κανείς χωρίς να διαβάζει, η Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου είναι το συναισθηματικό άλλοθι για όλα τα διαβασμένα και κυρίως τα αδιάβαστα έργα που μας κλείνουν το μάτι στις βιβλιοθήκες μας. Η Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου είναι το ουράνιο τόξο μετά την καταιγίδα της καθημερινότητας».


25 SHARES
©2016-2025 Ratpack.gr - All rights reserved