Εδώ και μερικές μέρες ο βαθμολογικός πίνακας στην Μπουντεσλίγκα βιώνει μια κάπως αμήχανη κατάσταση: στην πρώτη θέση φιγουράρει μόνη, ωραία και αήττητη η νεοφώστιστη Λειψία. Η αλήθεια είναι ότι από την αρχή της σεζόν βρίσκεται μόνιμα στις πρώτες θέσεις της βαθμολογίας, οπότε η τωρινή πρωτιά της δεν αποτελεί και πρώτου μεγέθους έκπληξη. Παρόλα αυτά, ενώ ανάλογες περιπτώσεις ομάδων δημιουργούν κατά κανόνα ένα αίσθημα γενικής συμπάθειας, η Λειψία μοιάζει περισσότερο με εκείνη την ενοχλητική μύγα που γυροφέρνει πάνω από τη φέτα της χωριάτικης.
Μιλώντας καθαρά ποδοσφαιρικά, τα πράγματα θα έπρεπε να είναι διαφορετικά. Η Λειψία πάιζει ωραίο ποδόσφαιρο, ο μέσος όρος ηλικίας της είναι τα 24 έτη (ο μπαρουτοκαπνισμένος του ρόστερ είναι ο 31χρονος αμυντικός Μάρβιν Κόμπερ), ενώ δεν δίστασε να επενδύσει 12 εκατ. Ευρώ για να φέρει από τη Νότινγχαμ Φόρεστ τον 19χρονο Όλιβερ Μπερκ και να τον ρίξει κατευθείαν στα βαθιά. Και σκέψου πώς αυτή δεν ήταν καν η πιο ακριβή τους μεταγραφή. Η μετακίνηση του Ναμπί Κεϊτά από την Red Bull Salzburg κόστισε 15 εκατ. Ευρώ.
Είναι μια ομάδα ενθουσιώδης (στην έδρα της σκοράρει συνήθως στο πρώτο δεκαπεντάλεπτο) και ιδιαίτερα μαχητική αν συνυπολογίσεις όχι μόνο τα 9 γκολ που έχει δεχτεί σε 11 αγωνιστικες (εξαιρετικό ποσοστό για Μπουντεσλίγκα), αλλά και την αποδεδειγμένη της έφεση να σκοράρει περισσότερο στο τελευταίο τέταρτο των αγώνων, το 1/3 των τερμάτων της έχει σημειωθεί στο διάστημα από το 75ο μέχρι το 90ο λεπτό.
Ωραία όλα αυτά, αλλά γιατί δεν τη γουστάρει κανείς;
Ενοχλητικοί νεόπλουτοι
Η αντιπάθεια και η ενόχληση είναι απολύτως δικαιολογημένες. Η Λειψία ή RassenBallsport Leipzig (RB Leipzig) δεν υπήρχε καν στο ποδοσφαιρικό χάρτη μέχρι το 2009. Η ιστορία της δεν κρύβει το παραμικρό μυστήριο ή την ρομαντική παρακμή άλλων συλλόγων, οι οποίοι μέχρι να κερδίσουν τα δικά τους λεπτά δημοσιότητας στην κεντρική σκηνή, μπορεί να έχουν περάσει δεκαετίες και δεκαετίες στην ποδοσφαιρική αφάνεια, συμμετέχοντας στις χαμηλές και πολύ χαμηλές επαγγελματικές και ημιεπαγγελματικές κατηγορίες, σε γήπεδα που έμοιαζαν με χωραφάκια, χαμένα σε βιομηχανικές ζώνες ή αχανή βοσκοτόπια.
Η Λειψία δεν είναι κάτι περισσότερο από την υλοποίηση ενός επιχειρηματικού project. Πράγματι, η Red Bull έψαχνε ήδη από το 2006 τον τρόπο να έχει παρουσία στο γερμανικό ποδόσφαιρο. Μην ξεχνάμε ότι ο αυστριακός κολοσσός έχει ήδη υπό την ιδιοκτησία του ποδοσφαιρικές ομάδες στην Αυστρία, στις ΗΠΑ και στη Βραζιλία. Η αναζήτηση ομάδας και κυρίως έδρας έμοιαζε λίγο πολύ με τον τρόπο που ο Stern μετακινεί τις ομάδες του NBA από πόλη σε πόλη: άνοιξαν μόνο εξελόφυλλα.
Οι οικονομοτεχνικές μελέτες έδειξαν ότι η πόλη της Λειψίας είναι η ιδανική έδρα για τη νέα ομάδα καθώς διαθέτει πληθυσμό (500.000) που θα μπορέσει να την στηρίξει, πλούσια ποδοσφαιρική παράδοση (ειδικά στα χρόνια των δύο Γερμανιών) και η πολύχρονη απουσία ομάδων της πόλης από την Μπουντεσλίγκα αποτελεί ένα πρώτης τάξεως λίπασμα για καλλιεργηθεί αυτό το συναίσθημα που σιγοκαίει σε όλες τις κερκίδες όλου του κόσμου: η προσδοκία της επιτυχίας.
Οπαδοί της Καρλσρούης νιώθουν κάπως άβολα με την παρουσιά της Λειψίας στην έδρα τους | Source: Outside of the boot | Getty
Αυτό που έλειπε ήταν η ομάδα. Προκειμένου να κόψουν δρόμο, οι χαρτογιακάδες της Red Bull, προεξάρχοντος του συνιδρυτή της, Ντίντριχ Μάτεσιτς, βρήκαν μια εντελώς άσημη ομάδα, την SSV Markranstädt, και εξαγόρασαν τη θέση της στα τοπικά πρωταθλήματα της Σαξονίας. Για τη νόμιμη συμμετοχή της (ακόμα και σε ημιεπαγγελματική κατηγορία) έπρεπε να παρουσιάσουν και τμήματα υποδομών. Κανένα πρόβλημα, βρήκαν την εξίσου πανάγνωστη FC Sachsen και πλήρωσαν για να αποκτήσουν τις ακαδημίες της.
Η Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της Γερμανίας, ωστόσο, ήταν σαφής: ομάδα που θα φέρει στο όνομα την εμπορική ονομασία του χορηγού της δεν μπορεί να γίνει δεκτή στις επαγγελματικές κατηγορίες. Και κάπως έτσι, η Red Bull αποδέχτηκε να μην υπάρχει ρητή αναφορά στο brand της στην ονομασία του συλλόγου, και περιορίστηκε σε αυτό το RB, το οποίο όμως προέρχεται εκ του RassenBallsport.
Μισητή στους οπαδούς
Κάθε φορά όμως που ανοίγουν μόνο εξελόφυλλα, χάνεται από την εικόνα η αληθινή αγάπη για το ποδόσφαιρο. Πλάι στα στερεότυπα που κυκλοφορούν (άλλοτε δίκαια και άλλοτε όχι) για τους Γερμανούς και τη λατρεία τους στους αριθμούς και τα μακροχρόνια και υπολογισμένα μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια σχέδια, θα πρέπει να προσθέσουμε ακόμα ένα: είναι οι πιο αγνοί και παθιασμένοι οπαδοί στην Ευρώπη. Είναι οι Ευρωπαίοι οπαδοί που θα αδιαφορήσουν πλήρως για τα εξελόφυλλα.
Το γιατί μπορείς εύκολα να το καταλάβεις τα απογεύματα του Σαββάτου, χαζεύοντας τα πάντα γεμάτα και από κόσμο και παλμό γήπεδά τους. Και αν το βλέμμα σου δεν ξεμακρύνει προς τις κερκίδες και μείνει εντός των τεσσάρων γραμμών, πάλι μπορείς να αντιληφθείς αρκετά για τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται το ποδόσφαιρο: αφελείς άμυνες (αυτές που αγάπησε με πάθος ο Φάνης Γκέκας), πολλά γκολ, μεγάλα σκορ, συνεχείς ανατροπές και ό,τι άλλο συνιστά απόδειξη ότι το παιχνίδι στα μέρη τους παίζεται χωρίς σκοπιμότητα. Δες εδώ τον Μίλερ πώς πανηγύριζε μαζί με τους οπαδούς της Μπάγερν για την κατάκτηση του περσινού πρωταθλήματος.
Ναι, ωραία όλα αυτά, αλλά καλό είναι το βλέμμα μας να ξεμακρύνει και προς τις κερκίδες, διότι οι Γερμανοί οπαδοί είναι από του τελευταίους που έχουν ουσιαστικό ρόλο και λόγο στη διοίκηση των ομάδων τους. Ο περίφημος κανόνας του 50+1, σύμφωνα με τον οποίο το μεγαλύτερο μέρος των μετοχών μιας ομάδας πρέπει υποχρεωτικά να ανήκει στο σύλλογο και όχι σε κάποιον ιδιοκτήτη, μοιάζει με παράδεισο για το περιβάλλον που επικρατεί στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.
Την ίδια ώρα που οι Άγγλοι διαμαρτύρονται με όποιο μέσο μπορούν για τις τιμές των εκτός έδρας εισιτηρίων, δίνοντας επί της ουσίας μια μάχη οπισθοφυλακής, οι Γερμανοί οπαδοί έχουν το δικαίωμα να θέσουν βέτο και να παγώσουν τέτοιες αυξήσεις.
Υποδοχή της Λειψίας από τους οπαδούς της Δυναμό Δρέσδης με κομμένες ταυροκεφαλές
Κόντρα σε αυτή την κουλτούρα (και πολλές φορές κόντρα στους ίδιους τους οπαδούς της), έρχεται η φετινή πρώτη παρουσία της Λεψίας στην Μπουντσελίγκα Οι οπαδοί της Ντορτμουντ, ίσως οι πιο αφοσιωμένοι οπαδοί στην Ευρώπη και με μια έδρα την οποία φροντίζουν να γεμίζουν πάντα, αρνηθηκαν να ταξιδέψουν για το εκτός έδρας ματς, διαμαρτυρόμενοι επειδή το διοικητικό συμβούλιο της Λειψίας συστηματικά υπονομεύει το 50+1 καθώς η ετήσια συνδοιρμή για ένα μέλος της ομάδας αγγίζει τα 1.000 ευρώ (καθιστώντας ουσιαστικά απαγορετυτική τη συμμετοχή των οπαδών της στη διοίκηση). Σύμφωνοι, πίσω αυτά κρύβεται και μπόλικη υποκρισία, αφού πολλες άλλες γερμανικές ομάδες (π.χ. η Βολφσμπουργκ) λειτουργούν με παρόμοιο τρόπο όπως αυτός της Λειψίας και δεν ακούγεται κιχ, η ουσία όμως παραμένει άλλη.
Δεν θα κατακτήσει ποτέ τις καρδιές μας
Το περσινό θαύμα της Λέστερ ήταν μια υπέροχη ιστορία που, πέρα από το success story του Ρανιέρι και τον working class hero Βάρντι, αφορούσε όλες αυτές τις υπέροχες φάτσες που πλημμύρισαν το timeline μας το βράδυ που η Τότεναμ έφερε ισοπαλία με την Τσέλσι και η Λέστερ αναδεικνυόταν και μαθηματικά πρωταθλήτρια. Όλες αυτές τις φάτσες που είχαν φάει βροχές και είχαν αντέξει πολύωρες εκδρομές με τρένα και πουλμαν, είχαν βιώσει υποβιβασμούς και είχαν συνηθίσει στην ιδέα πως η ομάδα τους το πιο πιθανό είναι να χάσει (και όχι να κερδίσει) έναν αγώνα.
Αντίθετα, η Λειψία και ο ιδιοκτήτης της ανήκουν σε αυτή τη συνομοταξία των ιδιόρρυθμων και αλαζόνων ιδιοκτητών που αγοράζουν ομάδες λες και πάνε στο jumbo να πάρουν χριστουγεννιάτικα, αλλάζουν χρώματα, σήματα, αγνοούν την ιστορία των συλλόγων και τους οπαδούς τους. Ανήκουν σε αυτή τη συνομοταξία που είναι κομμάτι του σύγχρονου ποδοσφαίρου, αλλά ταυτόχρονα τόσο έξω από αυτό -και για αυτό δεν θα έχουν ποτέ τον παραμικρό σεβασμό της κερκίδας.