Προσπάθησε να φανταστείς τη σκηνή: τυπικό αμερικανικό σπίτι στα προάστια, από αυτά που έκρυβαν τα βουβά ναυάγια που έγραφε ο Κάρβερ. Η φλοράλ ταπετσαρία, τα παστέλ χρώματα, η κερασόπιτα στην κουζίνα, η προσευχή πριν το φαγητό. Αυτή η μόνιμη καρτ ποστάλ οικογενειακής ευτυχίας και μεταπολεμικής αισιοδοξίας και κάπου κρυμμένο, κάτω από το στρώμα ενός εφηβικού κρεβατιού, το πρώτο τεύχος του Playboy με την Μέριλιν.
Είναι Δεκέμβριος του 1953. Ένας 27χρονος συντάκτης με προϋπηρεσία στο Esquire αποφασίζει να εκδώσει ένα περιοδικό που στον πυρήνα του έχει έναν εκρηκτικό συνδυασμό. Γυμνές φωτογραφίσεις γυναικών και τα πιο αιρετικά κείμενα που είχαν δημοσιευτεί ποτέ στον αμερικανικό Τύπο.
Δεν μιλάμε απλά για σκάνδαλο. Μιλάμε για γροθιά στο μαλακό υπογάστριο της λευκής Αμερικής.
Με 50 σεντς, όσο ήταν το αντίτιμο των πρώτων τευχών του Playboy, ο Χιου Χέφνερ έφερε στα αμερικανικά σπίτια όλα όσα η λευκή Αμερική αρνιόταν πεισματικά να δει: Πρώτα και κύρια το σεξ, την απενοχοποιημένη σεξουαλικότητα και τις ανοιχτές και απελευθερωμένες σχέσεις ανάμεσα στα δύο φύλα. Δεν ήταν όμως μόνο αυτό. Ο Χέφνερ έδωσε φωνή σε όσους βρίσκονταν στο περιθώριο, σε μειονότητες και αποκλεισμένους. Μίλησε θαρραλέα για ατομικές ελευθερίες και πολιτικά δικαιώματα (στο απόγειο της ερεβώδους εποχής του Μακαρθισμού).
Δεν θεώρησε ότι η επανάσταση του ροκ εν ρολ και το λίκνισμα των γοφών του Έλβις ήταν ικανά να διαφθείρουν τη νεολαία και δεν φοβήθηκε να συστήσει σε ένα ευρύ ακροατήριο την Τζαζ και να φιλοξενήσει ως πρώτο συνεντευξιαζόμενο τον Μάιλς Ντέιβις, τον άνθρωπο που εκείνη την εποχή άλλαζε την ιστορία της μουσικής. Φιλοξένησε τις απόψεις του Φιντέλ Κάστρο το 1967, λίγα μόλις χρόνια από την επέμβαση στον Κόλπο των Χοίρων και την Κρίση των Πυραύλων.
Ο άνδρας αυτός πέθανε σήμερα τα ξημερώματα στο θρυλικό Μάνσιον σε ηλικία 91 ετών.
Η ανακοίνωση για το γεγονός έγινε από τον γιο του, Κούπερ, και μέσα σε τρεις αράδες συμπυκνώνει την προσωπικότητα του εκδότη Χέφνερ:
«Ο πατέρας μου έζησε μία ξεχωριστή ζωή γεμάτη δυναμισμό καθώς υπήρξε πρωτοπόρος στο χώρο των μίντια και του πολιτισμού και η φωνή του βρέθηκε στην πρωτοπορία των σπουδαιότερων κοινωνικών και πολιτισμικών κινημάτων της εποχής μας, υπερασπιζόμενος την ελευθερία του λόγου, τα πολιτικά δικαιώματα και τη σεξουαλική ελευθερία. Καθόρισε ένα τρόπο ζωής και την ηθικές αξίες που βρίσκονται στον πυρήνα του brand τoυ Playboy, το οποίο είναι ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα και διαχρονικά brands στον κόσμο»
Το Ratpack μίλησε με τους δύο τελευταίους (χρονικά) διευθυντές της ελληνικής έκδοσης του Playboy, τον κύριο Δημήτρη Παγαδάκη (1996-2007) και τον κύριο Κώστα Τσίτσα (2007-σήμερα), οι οποίο αμφότεροι είχαν γνωρίσει προσωπικά τον εμβληματικό εκδότη, προκειμένου να κάνουμε μια πρώτη αποτίμηση της κληρονομιάς του. Και κυρίως να καταλάβουμε πως η καρικατούρα του παππού με την κόκκινη ρόμπα και τα «τρία-τέσσερα κουνελάκια» από δίπλα, μάλλον αδικεί και υποβαθμίζει την προσωπικότητά του.
Το χαστούκι που ζάλισε τα αμερικανικά μίντια
«Το Playboy και η συμβολή του στον Τύπο και τον πολιτισμό ήταν σημαντική για όλη την ανθρωπότητα –όχι μόνο για τους άνδρες», ξεκαθαρίζει ο κύριος Παγαδάκης. «Στις πρώτες δεκαετίες του περιοδικού, ο Χέφνερ πολέμησε για την απελευθέρωση από τα κλισέ, τα στερεότυπα και στάθηκε απέναντι στην αμερικανική χοντροκοπιά. Υπήρξε υπέρμαχος των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων και έδωσε φωνή σε μειονότητες και περιθωριοποιημένους», συμπληρώνει.
Στις σελίδες του περιοδικού δεν φιλοξενήθηκαν μόνο οι απόψεις των αποδεκτών, πχ. Φρανκ Σινάτρα, και ανθρώπων που ήταν απολύτως συμβατοί με τις αρχές του εντύπου, αλλά και διάφορων αποσυνάγωγων από όλους τους τομείς (τέχνες, πολιτική κτλ) που εισέπρατταν μόνο χλεύη και περιφρόνηση από τον συστημικό Τύπο της εποχής. Στο Playboy μίλησαν ο Μάλκομ Χ και ο Μοχάμεντ Άλι, σε εποχές τεταμένες και για θέματα που ήταν ταμπού.
Από την πλευρά του ο Κώστας Τσίτσας επισημαίνει ότι «το Playboy εξέφρασε μια γενιά που ασφυκτιούσε σε μια συντηρητική κοινωνία, που δεν είχε να διοχετεύσει πουθενά την σεξουαλικότητά της» και συνεχίζει: «Τα πρότυπα τότε ήταν πολύ συντηρητικά και μέσα σε αυτό το περιβάλλον εκδίδεται ένα περιοδικό που έχει ως σφραγίδα του, τις γυμνές φωτογραφίσεις και δίνει στέγη σε όλους τους ''καταραμένους’’ καλλιτέχνες. Αυτό ήταν ένα πολύ δυνατό χαστούκι για τα αμερικανικά μίντια».
Μια διαγώνια ματιά στη λίστα με τους συγγραφείς που έχουν συνεργαστεί με το ιστορικό έντυπο, δικαιώνει το προβοκατόρικο σλόγκαν μιας παλαιότερης καμπάνιας του εντύπου: «Διαβάζω Playboy για τα κείμενα». Από τον Ίαν Φλέμινγκ και τον Κέρουακ μέχρι τον Μάρκες, τον Βόνεγκατ και τον Μέιλερ.
«Η μεγάλη διαφορά του Playboy από τους υπόλοιπους ανταγωνιστές του ήταν το γεγονός ότι έκανε τη δική του πρόταση ψυχαγωγίας και δεν περιορίστηκε στο γυμνό. Τα κλαμπ, τα πάρτι, τα αξεσουάρ, όλα αυτά εντάσσονταν στο πλαίσιο αυτής της πρότασης», εξηγεί ο κύριος Τσίτσας.
Η συγκροτημένη προσωπικότητά πίσω από την κόκκινη ρόμπα
Και οι δύο διευθυντές της ελληνικής έκδοσης του Playboy γνώρισαν τον εκδότη στη δεκαετία του 2000. Ο τίτλος είχε εδραιώσει το θρύλο του, με τα πρώτα σημάδια παρακμής, ωστόσο, να είναι ορατά, ενώ ο ίδιος ο Χέφνερ πλησίαζε τα 80.
«Στη διάρκεια της θητείας μου, τον είχα γνωρίσει δύο φορές. Μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση ο δυναμισμός του, οι ιδέες του. Υπήρχε βέβαια και το κομμάτι με τα πάρτι, το μάνσιον, τη ρόμπα κτλ. Τα πίστευε αυτά, αλλά έως ένα βαθμό τα έκανε και για την εικόνα του, υποδυόταν ένα ρόλο. Το έχουν αυτό στην Αμερική, να θεωρούν ότι τα πάντα είναι κομμάτι του θεάματος. Ίσως να ένιωθε ότι με τον τρόπο αυτό έδινε και μια ελπίδα στην 3η ηλικία», σχολιάζει ο κύριος Παγαδάκης.
Παρόμοια εικόνα δίνει και ο Κώστας Τσίτσας: «Τον είχα γνωρίσει στη Βαρκελώνη, στο περιθώριο ενός διεθνούς συνεδρίου του Playboy. Όταν μπήκε στο χώρο –κλασικά με τη ρόμπα του, το κασκέτο του, και δύο τρία «κουνελάκια» να τον συντροφεύουν- δεν μπορούσε καλά καλά να περπατήσει. Όταν σηκώθηκε να μιλήσει, ήταν λες και έβλεπες άλλον άνθρωπο. Ήταν σαν να μιλούσε ένας παθιασμένος 40άρης. Ήταν συγκροτημένος και καίριος. Όταν κατέβηκε επέστρεψε στην στερεοτυπική εικόνα Χέφνερ, αυτή με την οποία τον είχαμε συνδέσει τα τελευταία πολλά χρόνια».
Θα μπορούσε, άραγε, να το είχε αποφύγει όλο αυτό; Να είχε φροντίσει λίγο περισσότερο για την υστεροφημία του και να μην επέτρεπε αυτή η καρικατούρα να επισκίαζε όσα σημαντικά είχε προσφέρει;
«Τα γούσταρε αυτά, αλλά από ένα σημείο και μετά ήταν εμφανές ότι το έβλεπε σαν αγγαρεία», παρατηρεί ο κύριος Τσίτσας. Ωστόσο πιστεύει ότι η φθορά θα ήταν αναπόφευκτη. «Αυτό συμβαίνει με όλους όσοι υπήρξαν μεγάλοι στο παρελθόν και πεθαίνουν σε μεγάλη ηλικία τώρα. Φθείρονται, απομυθοποιούνται. Μόνος ένας τρόπος υπήρχε για το αποφύγει ο Χέφνερ: να πέθαινε πάνω στην ακμή του και να έμενε στην ιστορία ως αιρετικός του Lifestyle.
Η παρακμή του Playboy
Μαζί με τον εκδότη όμως παρήκμασε και ο τίτλος. «Από τη δεκαετία του 1980 και μετά το περιοδικό είχε να ανταγωνιστεί έντυπα πιο δυναμικά που βρίσκονταν πιο κοντά στη νεολαία», επισημαίνει ο κύριος Παγαδάκης, και συνεχίζει: «Παράλληλα, απώλεσε τη σφραγίδα του, το γυμνό, το όποιο πλέον το έβρισκες παντού».
Με τα παραπάνω συμφωνεί και ο Κώστας Τσίτσας: «Απέτυχαν να διαμορφώσουν μια διαφορετική πρόταση όταν άλλαζε η εποχή και προχώρησαν σε κινήσεις σπασμωδικές και όχι ριζοσπαστικές».
Μία τέτοια, ίσως η πιο πρόσφατη, ήταν η παλινωδία με τα γυμνά εξώφυλλα. Πριν δύο περίπου χρόνια ο τίτλος ανακοίνωσε ότι σταματά τα γυμνά εξώφυλλα. Δεν πέρασε παρά μόλις ένας χρόνος για να αναθεωρήσει και να επιστρέψει στις ρίζες του, όπως είχε σημειώσει σε ένα κείμενο του ο Κώστας Χρήστου.
«Αυτό δεν πρέπει να ήταν μόνο δική του απόφαση», λέει ο κύριος Τσίτσας, «διότι παρά περί του αντιθέτου θρυλούμενα, ο Χέφνερ γύρω στο 2007-8 έπαψε να έχει στενή ενασχόληση με το περιεχόμενο του Playboy. Παρόλα αυτά, είχε εμμονές οι οποίες εμπόδισαν το Playboy να πάει ένα βήμα παραπέρα».
«Πίστευε σε μία συνταγή και δεν ήθελε να την αλλάξει. Κάποια στιγμή, η συνταγή αυτή δεν είχε φρεσκάδα με αποτέλεσμα ο τίτλος να γίνει παρωχημένος. Δεν τον ένοιαζε. Ακόμα και στην περίοδο της παντοδυναμίας του, με τις 40 διεθνείς εκδόσεις, δεν θέλησε να ανοίξει άλλους τίτλους», σημειώνει ο κύριος Παγαδάκης.
64 χρόνια μετά την κυκλοφορία του πρώτου τεύχους και την πρώτη ουσιαστικά ριζική αλλαγή που αναμένεται να βιώσει ο τίτλος, μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι ακόμα και ο Χέφνερ κατάφερε να πετύχει κάτι που πολλοί επιθυμούν μα λίγοι κατάφεραν: να ταυτιστούν απόλυτα με το δημιούργημα τους.
Ακόμα και αν στο μνήμα δεν σκαλιστεί το όνομά του, αλλά μόνο το «Ο ένας και μοναδικός δημιουργός του Playboy», θα αναζητήσεις αυτόματα με το βλέμμα σου να βρεις κάπου εκεί γύρω μια κόκκινη ρόμπα και ένα ναυτικό πηλήκιο.
Όπως γράφτηκε και στο ελληνικό Twitter, ας είναι ελαφρύ του βιάγκρα που τον σκεπάζει.