Το έχεις παρατηρήσει ότι στις διακοπές δεν περιμένουμε να μας κάτσουν στραβές; Δηλαδή, η πιο hardcore φοβία του μέσου εργαζόμενου που περιμένει την άδειά του πως και πως, είναι είτε μην του κόψουν την άδεια, είτε μην χάσει το πλοίο. Που και στις δύο περιπτώσεις πρέπει να έχει πολύ κακή συνεννόηση και να έχει πέσει πολύς ύπνος αντίστοιχα. Το μυαλό σου δεν πάει στο πιο φυσιολογικό. Και άμα κρεβατωθώ μετά τι;
Τον υπέροχο 15αύγουστο του 2013 δεν υπήρχε ο καύσωνας που γνωρίσαμε φέτος. Ήταν μία ήσυχη εβδομάδα με μελτέμια, με την Αθήνα άδεια και τους λιγοστούς πρωτευουσιάνους που είχαν απομείνει να ετοιμάζουν τις βαλίτσες τους για την εξοχή. Ένας από αυτούς ήμουν και εγώ. Μόνο που στις 15 του μήνα ξύπνησα πολύ διαφορετικά απ’ ότι περίμενα. Δεν ήταν καν λουμπάγκο. Ήταν ένας πόνο στο αριστερό μέρος της πλάτης που προμήνυε ότι θα τσακίσει τα όνειρα μου για βουτιές στα νερά της Ικαρίας και ξάπλες κάτω από τον ήλιο.
Αν έχεις πάθει οτιδήποτε σχετικό, ξέρεις πως κάτι τέτοια πονούν του θανατά. Ο συγκεκριμένος πόνος ήταν χειρότερος και από αυτούς που σου βάζει η εφορία στα ραβασάκια. Δεν μπορούσα να κρατήσω ίσιο το κορμί μου. Κάτι με «τράβαγε». Δεν μπορούσε να ξαπλώσω ανάσκελα, δεν μπορούσα να ξαπλώσω μπρούμυτα και η μόνη -σχετικά- βολική στάση ήταν στα πλάγια της μεριάς που δεν πονούσε. Ήμουν μόνος στο σπίτι, οι γονείς βρισκόντουσαν σε άλλες καλοκαιρινές πατρίδες και το χειρότερο ήταν πως ο φυσιοθεραπευτής ήταν απών. Τι κάνεις όταν πρέπει να περπατήσεις, να φτιάξεις βαλίτσες αλλά δεν μπορείς να κουνηθείς. Εγώ θα σου πω. Γκρινιάζεις.
Με τα πολλά, ένας κολλητός που είχε ξεμείνει πίσω έφερε σπίτι τον φυσιοθεραπευτή που ετοίμαζε και εκείνος βαλίτσες για να φύγει – ειλικρινά. Το πόρισμα ήταν απλό και γρήγορο. Οσφυαλγία από κακή στάση στο γραφείο. Θα έκανε τον κύκλο του. Τα χάπια θα σταματούσαν τον πόνο αλλά δεν σύστηνε με τίποτα να φύγω για διακοπές. Από εκεί και πέρα ξεκινάει ένας πανικός. Πρέπει να εξηγήσεις στην παρέα τι συνέβη. Πώς δεν μπορείς να πας. Αν είσαι αρκετά τίμιος και δεν θες να τους βάλεις να πληρώσουν το μερτικό σου για το δωμάτιο, θα στείλεις το ποσό που σου αναλογεί. Περισσότερο όμως, είναι να επιβιώσεις από τις σκέψεις ότι θα μείνεις μπαστακωμένος στο σπίτι.
Το πρώτο τηλεφώνημα έπεσε στη δουλειά ώστε να ακυρωθεί η άδεια. Το έκαναν αλλά περίμεναν χαρτί εξέτασης από νοσοκομείο. Μπήκα στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου του κολλητού, πιο σακί και από τις σακούλες του σούπερ-μάρκετ. Φανταζόμουν ότι με έβλεπαν στα διπλανά αυτοκίνητα από το παράθυρο, ανήμπορος ξαπλωμένος στα πλάγια, και θα συζητούσαν με ατάκες του τύπου «Αυτός ή χέζεται ή πεθαίνει». Θα έπεφταν μέσα διότι πράγματι, εκείνη την ώρα ένα σφάχτη τον είχα. Πήρα το χαρτί επέστρεψα σπίτι και ανακάλυψα μία άλλη μεγάλη αλήθεια: ότι δεν ήμουν σε θέση να κάνω τίποτα.
Δεν ήμουν σε θέση να μαγειρέψω, να σκουπίσω, να κάτσω απλά να δω μία ταινία ή να διαβάσω ένα βιβλίο. Ο πόνος σε καθιστά τόσο άχρηστο που σκέφτεσαι «κάποια μαλακία έκανα και την πληρώνω». Σειρά έχει η σκέψη «έλα μωρέ υπάρχουν και χειρότερα». Αλλά εκείνη την ώρα αυτό το σκεπτικό δεν βοηθά. Πρέπει να αντιμετωπίσεις την κατάσταση με ρεαλισμό. Να ψάξεις φαρμακεία από το κινητό, να δεις ποια ψητοπωλεία έχουν παραμείνει ανοιχτά για να παραγγείλεις, να έχεις στο νου ποιο νοσοκομείο εφημερεύει αν συμβεί κάτι χειρότερο. Η αρρώστια τον 15άγουστο δεν είναι απλά ζόρι. Είναι πρόκληση για ΟΥΚάδες. Τα χάπια έκαναν τη δουλειά τους αλλά ο φυσιοθεραπευτής είναι ξεκάθαρος: «Σε μουδιάζουν, δεν σε κάνουν καλά. Οπότε αν δεν ξεκουραστείς και βγεις έξω να παρκάρεις θα γίνεις χειρότερα». Παίζεις με αυτά; Ε δεν παίζεις. Ειδικά όταν τα βράδια ξυπνάς από πόνο, πάς σαν τον Κουασιμόδο να γεμίσεις ένα ποτήρι νερό και βλέπεις ειδήσεις για την ζέστη στην Αθήνα ενώ οι άλλοι ζορίζονται.
Από όλα αυτά θα κρατήσω εκείνη την μοναδική στιγμή, που η πλάτη έστρωσε την ίδια μέρα που γυρνούσε η παρέα για διακοπές. Την πέμπτη μέρα. Που κοιτώντας τις πολυκατοικίες από το μπαλκόνι γεμάτες κατίφλα, κατάθλιψη και ζέστη, με την πλάτη να έχει κάπως ισιώσει, μονολογούσα συνέχεια.
«Γαμώ την ατυχία μου γαμώ».