Το σπίτι του Έλληνα είναι το κάστρο του. Τέλος. Είναι μικρό; Είναι μεγάλο; Είναι στον πρώτο, στον δεύτερο ή ακόμη και στον έκτο όροφο; Βλέπει βουνό, θάλασσα ή απλά την απέναντι πολυκατοικία. Κανένα θέμα. Το σπίτι μας είναι το κάστρο μας και επειδή πλέον το πληρώνουμε πολύ ακριβά, από τα ΕΝΦΙΑ μέχρι τα ρεύματα, το αγαπάμε και λίγο παραπάνω.
Σίγουρα οι καιροί αλλάζουν και σίγουρα οι τρόποι με τους οποίους επιλέγουμε να διασκεδάζουμε ποικίλουν. Γιατί; Γιατί όλα έχουν να κάνουν με την τσέπη μας και πόσα έχουμε σε αυτή. Στις καλές περιπτώσεις, όπου μας μένει κανένα φράγκο στην τσέπη, έχουμε κανένα ταβερνάκι στο πρόγραμμα ή κανένα μπαρ. Όλες τις άλλες φάσεις έχουμε μάθει στο σπίτι και κάποιοι το έχουμε διαμορφώσει κατά τέτοιο τρόπο ώστε να περνάμε και καλά μέσα σε αυτό. Για όλες τις άλλες στιγμές, υπάρχει το μπαλκόνι. Όταν το τραγουδούσε ο Δάκης, κάτι ήξερε - και όσοι νεότεροι δεν ξέρουν ποιος είναι ο Δάκης, ας τον ψάξουν.
Αν το σπίτι είναι το κάστρο, το μπαλκόνι είναι η διέξοδος για το μυαλό μας. Οι περισσότεροι έχουν επενδύσει λεφτά στο μπαλκόνι τους και το να δημιουργήσουν κατά τέτοιο τρόπο το χώρο ώστε να μπορούν να δεχτούν φίλους και να κάνουν μπάρμπεκιου και πολύ καλά κάνουν. Αλλά για τον καθένα από εμάς, το μπαλκόνι ήταν πάντα κάτι το ξεχωριστό. Από το τσιγάρο που βγαίνεις έξω να κάνεις ώστε να μην μυρίσει στο παιδί -ή και να μην μυρίζει το σπίτι- μέχρι τον πρώτο καφέ της ημέρας. Αυτό που δεν έχει ανοίξει ακόμη καλά το μάτι και κατεβάζεις την τέντα, φτιάχνεις ένα φραπέ ή φρέντο και κάθεσαι στην πλαστική καρέκλα, με τα πόδια πάνω στο τραπέζι. Μπορεί να ακούγονται κόρνες, μικρά να φωνάζουν, σκυλιά να γαβγίζουν, αλλά αυτό είναι η πόλη ρε φίλε. Και είσαι κομμάτι της και το χαίρεσαι. Οπωσδήποτε μία θέα θάλασσα δεν συγκρίνεται, αλλά το σπίτι σου, το μπαλκόνι σου, είναι το καταφύγιό σου. Και το ξέρεις αυτό και το χαίρεσαι και το εκτιμάς. Ακόμη και αν δεν αδειάζεις πολλές φορές το τασάκι.
Και δεν είναι μόνο ο καφές και το τσιγάρο. Είναι γενικότερα το άραγμα. Σίγουρα, δεν ενδείκνυται για τον χειμώνα, αλλά καλοκαίρι στην πόλη -μέχρι τις διακοπές- σημαίνει να την βγάζεις και στο μπαλκόνι. Να φέρεις τον κολλητό ένα Σάββατο και να πεθάνετε στο τάβλι και στο σκάκι. Να κάτσει μέχρι το βράδυ και να αρχίσετε να κατεβάζετε τις μπίρες και να απορείτε πότε πήγε 1 τη νύχτα. Να αναρωτιέστε ποιος τσακώνεται βραδιάτικο, να βλέπετε τους γείτονες από το μπαλκόνι να βρίζονται και να καταριέστε τα μηχανάκια με την φτιαγμένη εξάτμιση που κάνουν θόρυβο και σας χαλάνε την ησυχία. Όλα αυτά για να πας για ύπνο και την επομένη το πρωί να βγεις να ποτίσεις τις γλάστρες και μετά να ρίξεις και με το λάστιχο στο πλακάκι για να δροσίσει.
Αυτό είναι το ελληνικό καλοκαίρι στο μπαλκόνι με ό,τι συνεπάγεται. Και μπορεί σίγουρα να φανταστείς δέκα διαφορετικά μέρη που θα ήθελες να περάσεις το καλοκαίρι σου, αλλά το μπαλκόνι σου είναι το βασίλειό σου. Είναι ένα προσωπικό ησυχαστήριο, ακόμη και όταν σε όλα τριγύρω δεσπόζει ο θόρυβος.
Πόσοι από εσάς απολαμβάνετε ακόμη ένα καφέ στο μπαλκόνι σας;