Μπορεί να μοιάζει παράξενο αλλά η έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι και τόσο παλιά όσο νομίζουμε. Η έννοια της προστασίας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας άργησε πάρα πολλά χρόνια να αποκτήσει νομική υπόσταση και μέχρι το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν ένα κυρίως φιλοσοφικό ζήτημα. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξαν προσπάθειες να οριστούν κατα καιρούς μερικά θεμελιώδη δικαιώματα. Ωστόσο το επιμύθιο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έκανε πιο επιτακτική από ποτέ την κατάρτιση ενός τέτοιου κειμένου.
Έχει τη δική του σημασία να εστιάσουμε για λίγο στη χρονική συγκυρία. Αυτό που σήμερα ονομάζουμε Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, εκείνη την εποχή δεν ήταν τίποτα άλλο από το σύνολο των χωρών που στάθηκαν στη σωστή πλευρά της ιστορίας στα εφιαλτικά χρόνια του πολέμου. Τα Ηνωμένα Έθνη αριθμούσαν μόλις 48 κράτη-μέλη το 1948. Ολόκληρη σχεδόν η Αφρική και το μεγαλύτερο μέρος της Ασίας απουσίαζε. Μια διεργασία που αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα με την πλειοψηφία της ανθρωπότητας να μην έχει δικαίωμα λόγου. Μπορεί να μοιάζει παράξενο κι εξοργιστικό, αλλά ας μην ξεχνάμε με τέτοια δειλά βήματα ξεκινούν αυτά τα ταξίδια, κάποτε το δικαίωμα ψήφου ήταν κεκτημένο δικαίωμα μόνο των μεγαλογαιοκτημόνων.
Το ζητούμενο για το 1948 δεν ήταν να οριστεί έτσι απλά μια λίστα με πανανθρώπινες αξίες τις όποιες όποιος παραβίαζε θα γινόταν αυτόματα ένας διεθνής παρίας. Ο στόχος ήταν η παρεμπόδιση με κάθε τρόπο η επανάληψη ενός ακόμα καταστροφικού πολέμου παγκόσμιας έκτασης. Τα λάθη της Κοινωνίας των Εθνών που ακολούθησαν μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν μπορούσαν και δεν έπρεπε να επαναληφθούν, ας μην ξεχνάμε ότι μόλις είχαμε διαβεί τον Ρουβίκωνα της χρήσης των όπλων μαζικής καταστροφής.
Η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όταν επικυρώθηκε ήταν κάτι σαν μία check-list απέναντι στο συλλογικό κακό. Κάθε ένα από τα δικαιώματα που ανέφερε είχαν καταπατηθεί από το ναζιστικό καθεστώς πολύ πριν το ξέσπασμα του πολέμου. Εδώ φάνηκε και η αναγκαιότητα ενός στοιχειώδους νομικού κειμένου ώστε να μην είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα μόνο ένα φιλοσοφικό ζήτημα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το Ολοκαύτωμα στηρίχθηκε πάνω σε νόμιμες βάσεις πολύ πριν τον πόλεμο. Ο αντισημιτισμός, από κάτι που αφορούσε τον ανοργάνωτο όχλο, έγινε επίσημο κρατικό δόγμα μέσα από τη θέσπιση των νόμων της Νυρεμβέργης. Αυτός ήταν κι ένας από τους λόγους που επιλέχθηκε η Νυρεμβέργη ως τόπος διεξαγωγής των περίφημων δικών που καταδίκασε τους επικεφαλής του ναζιστικού τέρατος. Οι νόμοι είναι εργαλεία, αλλά δεν είναι αυτοσκοπός.
Σε γενικές γραμμές η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατάφερε να πραγματοποιήσει τον μεγάλο της στόχο που ήταν η αποφυγή ενός νέου μεγάλου πολέμου και αυτό δεν είναι καθόλου μικρή υπόθεση. Ταυτόχρονα, και χωρίς να αποτελεί δεσμευτικό νομικό κείμενο για καμία χώρα, τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα έγιναν σταδιακά απαραβίαστος κανόνας σχεδόν σε κάθε ανεπτυγμένη χώρα. Μέχρι που φτάσαμε στην πτώση του τείχους του Βερολίνου και τότε για μια στιγμή όλοι νομίζαμε ότι αυτό θα ήταν και το τελευταίο κεφάλαιο στην ιστορία με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η διάψευση άργησε μόλις μερικά χρόνια.
Η δεκαετία του ‘90 μαζί τους πρώτους πολέμους σε ζωντανή μετάδοση, έσπασε και τη φούσκα μέσα στην οποία ζούσαμε. Μια φούσκα που προστάτευε τα μάτια μας και τη συνείδησή μας από τη φρίκη του υπόλοιπου κόσμου, έναν κόσμο που γνωρίζαμε μόνο από εξωτικές καρτ ποστάλ και υποσημειώσεις της γεωγραφίας και των μονόστηλων διεθνών ειδήσεων στις τελευταίες σελίδες των εφημερίδων.
Η παγκοσμιοποίηση σε συνδυασμό με τη διάδοση του ίντερνετ δεν έφερε πιο κοντά μόνο τις οικονομίες του πλανήτη, αλλά και τα παραπετάσματα που έκρυβαν την ντροπή. Για πάρα πολλές δεκαετίες κάναμε ότι δεν βλέπουμε τις κατάφορες παραβιάσεις βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ακόμα και στις περιπτώσεις που κάναμε ότι δεν βλέπουμε, επειδή κάποια χώρα που τα παραβιάζει συστηματικά μας εξυπηρετεί για οποιονδήποτε γεωπολιτικό λόγο, δεν μπορούμε πια να χώνουμε το κεφάλι μας στην άμμο.
Είτε από ειλικρινές ενδιαφέρον, είτε για να διασκεδάσουμε τις μεταποικιακές τύψεις της Δύσης, ξεκίνησε μια πίεση σε μια σειρά από διάφορα καταπιεστικά καθεστώτα σε όλη την υφήλιο. Τα αποτελέσματα μπορεί να μην είναι θεαματικά, αλλά τα πρώτα ψήγματα έχουν αρχίσει να φαίνονται. Από το πιο απλό παράδειγμα, την άδεια οδήγησης στις γυναίκες που μπορεί να ήταν επιστημονική φαντασία πριν από μερικές δεκαετίες σε πολλές χώρες, μέχρι στον περιορισμό των εκτελέσεων αντιφρονούντων, είναι μικρά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Μικρά βήματα που δημιούργησαν έναν κύμα εμβάθυνσης των ήδη υπαρχόντων δικαιωμάτων στον αναπτυγμένο κόσμο. Αυτό που σήμερα κάποιοι χαρακτηρίζουν σκωπτικά ως «δικαιωματισμό» δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένας ακόμα κρίκος στην αλυσίδα που ξεκίνησε με την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων πριν από 73 χρόνια. Κοινωνικές ομάδες που ζούσαν στο περιθώριο ή ζούσαν μισές ζωές λόγω στέρησης κάποιων δικαιωμάτων που η πλειοψηφία τα θεωρεί δεδομένα και αυτονόητα, άρχισαν να μπαίνουν στο προσκήνιο της δημόσιας ζωής σπάζοντας με τη σειρά τους τα ατομικά social bubble μας.
Πέρα από τη σπουδαιότητα που έχει από μόνη της η διεύρυνση των δικαιωμάτων για αυτούς τους ανθρώπους, υπάρχει και κάτι άλλο που φέρνει μαζί της, όχι λιγότερο σπουδαίο.
Ο αγώνας για περισσότερα δικαιώματα στη διπλανή μας πόρτα είναι ένα κεντρί που μας τσιμπάει και μας ξυπνάει. Μας κάνει να συνειδητοποιούμε ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο επειδή έτσι το βρήκαμε από την προηγούμενη γενιά. Επειδή τα δικαιώματα κατακτώνται και δεν χαρίζονται, ο αγώνας δεν σταματάει ποτέ. Ο νομικός μας πολιτισμός είναι η ασπίδα που τα προστατεύει, ακόμα κι αν το κάνει αθόρυβα και αόρατα, όπως συνεχίζει να το κάνει και η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.