Η αποχαιρετιστήρια ανάρτηση του Al Pacino στον μεγάλο Έλληνα μουσικοσυνθέτη, Μίκη Θεοδωράκη ήταν ένα από τα πολλά τρανταχτά και διάσημα «αντίο» σε ένα ένα τριήμερο του οποίου η μοναδική ενέργεια είχε να συμβεί χρόνια στην Ελλάδα, να συγκινήσει και γενικώς να αγγίξει ολόκληρο τον ελληνικό λαό.
Ομολογώ να πω πως την ταινία «Serpico» έχω αρκετά χρόνια να τη δω και δεν θυμόμουν τη σύνδεση του αείμνηστου Μίκη με το μοναδικό «Δρόμοι παλιοί» που παρακολουθήσαμε στην ταινία του Sydney Lumet, σε ένα φιλμ που για πολλούς ο Al Pacino έδωσε ερμηνεία ζωής, περισσότερο ίσως και από το «The Godfather», το «The Scent of a Woman» ή το «Scarface».
Το ενδιαφέρον είναι πάντως ότι σε κουβέντα με τον συνάδελφο, Χρήστο Θ. Παναγόπουλο, έμαθα και το μίνι story πίσω από την επιλογή του συγκεκριμένου soundtrack από τον παραγωγό, Dino De Laurentis. Για μένα που δεν θυμόμουν και για άλλους που το έμαθαν τώρα, η μουσική του Μίκη της Ελλάδος ήταν ίσως η καλύτερη ερμηνεία από την μελοποίηση ενός ποιήματος του Μανώλη Αναγνωστάκη, την ίδια στιγμή που τα λόγια του σπουδαίου Al Pacino αποδεικνύουν την επίδραση της μελωδίας στην ταινία:
«Θυμάμαι την πρώτη φορά που άκουσα τη μουσική του για την ταινία Serpico. Ήταν στο γραφείο του παραγωγού στο Μανχάταν, στον 16ο όροφο, με θέα τον νυχτερινό ουρανό φωτισμένο και εκείνος έπαιζε το μουσικό θέμα της ταινίας.
Φυσικά, αμέσως μου ήρθε στο μυαλό εκείνη η σκηνή, όταν άκουσα για τον θάνατό του. Και ήξερα όταν άκουσα τη μουσική του εκείνο το βράδυ... Στην πραγματικότητα είπα: "Το 'χει, έχει την ταινία... Το 'πιασε... Ουάου". Αυτή είναι η ανάμνησή μου».
Η κασέτα που εξύψωσε τον Serpico
Ο Frank Serpico, ο πλέον νομοταγής αστυνομικός στην ιστορία, ο τύπος που είπε όχι στη διαφθορά και το πλήρωσε με μια σφαίρα στο κεφάλι, ήταν από μόνος του ένα story μοναδικό και από τη στιγμή που ο Al Pacino ήταν εκεί για να τον υποδυθεί, ήταν δεδομένο ότι το φιλμ είχε τα φόντα για να γίνει επιτυχία. Ενώ όμως τα γυρίσματα είχαν τελειώσει, ο Dino De Laurentis μαζί με το σκηνοθέτη, Sidney Lumet έβλεπαν ότι κάτι έλειπε. Ένα soundtrack. Ένας ήχος ικανός να μετατρέψει ένα απλό φιλμ σε σπουδαία ταινία.
Ο κόσμος δεν το καταλαβαίνει, αλλά η μουσική υπόκρουση, αυτή που ταιριάζει τέλεια στο ύφος και τα πεπραγμένα ενός φιλμ, που καθοδηγεί τις σκέψεις μαζί με τις κινήσεις των ηθοποιών, αυτή που βυθίζει στο συναίσθημα το θεατή, είναι από τα βασικά στοιχεία μιας ταινίας. Τι θα ήταν ο «Godfather» χωρίς το OST του; Ο Dark Knight χωρίς τον Hans Zimmer ή τα Spaghetti Western δίχως τον Ennio Morricone; Με λίγα λόγια, τι θα ήταν ο Serpico του Pacino χωρίς τη μελωδία του Μίκη Θεοδωράκη;
Στα της ταινίας πάλι
Ο De Laurentis τα είχε ακούσει όλα, αλλά τίποτα δεν τον ικανοποιούσε. Μάλιστα σκεφτόταν να βγάλει την ταινία χωρίς κάποιο soundtrack, ωστόσο όπως γίνεται συνήθως, μέσα στο απόλυτο σκοτάδι πολλές φορές ανακαλύπτουμε ακτίνες φωτός, ικανές να μας κατευθύνουν σε άλλα μονοπάτια. Σε μονοπάτια που συνήθως κρύβουν την καλύτερη απάντηση που ψάχνουμε.
Ένα βράδυ λοιπόν, κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης των τριών κεφαλών του φιλμ (De Laurentis, Lumet, Pacino), ο σκηνοθέτης έφερε στον παραγωγό μια κασέτα με τη μουσική του Θεοδωράκη από το «Δρόμοι Παλιοί» και το έβαλαν στο κασετόφωνο. Τα λόγια ήταν «και προχωρούσα μέσα στη νύχτα χωρίς να γνωρίζω κανένα κι ούτε κανένας κι ούτε κανένας με γνώριζε με γνώριζε».
Παγωμάρα και συνεχής σκέψη αποτυπωνόταν πάνω από το ξεχωριστό αυτό το κομμάτι. Είναι η στιγμή που τα τρία άτομα καταφέρνουν να συντονιστούν για πρώτη φορά, απλά και μόνον από το άκουσμα του ήχου μιας παλιάς κασέτας. Τα λόγια δεν ήταν τυχαία, περιέγραφαν ακριβώς αυτό που ήταν ο Frank Serpico στο Αστυνομικό Τμήμα. Ένας τύπος ξεχωριστός και μόνος, σαν να «προχωρούσε μέσα στη νύχτα» και τότε όλοι συμφώνησαν ότι η ταινία είχε βρει επιτέλους OST.
Μετά από αυτό, η ταινία μεγάλωσε κατά 14 λεπτά και το κομμάτι δίνει διαφορετική μορφή και κυρίως χαρακτήρα σε ένα φιλμ μέτριο, που όμως πέρασε στην ιστορία χάρη στην ευφυΐα του Lumet, τη μοναδικότητα του Pacino και του εξαιρετικού χαρακτήρα που της έδωσε ο Οικουμενικός Έλληνας της Ρωμιωσύνης.