Ό,τι συνέβαινε στην ΕΣΣΔ καλυπτόταν συχνά από ένα πέπλο μυστικοπάθειας. Η ηχηρή κατάρρευση μιας κάποτε πανίσχυρης αυτοκρατορίας άρχισε να αποκαλύπτει ένα-ένα διάφορα στρώματα της σοβιετικής κοινωνίας που ζούσε στο περιθώριο και την αφάνεια. Οι εγκληματίες ήταν ένα από αυτό. Η πλήρης αντίθεση με τις ΗΠΑ δεν υπήρχε μόνο στο πολιτικό σύστημα, αλλά και στη δημόσια εικόνα των μελών του οργανωμένου εγκλήματος. Στην Αμερική «φώναζαν» από μακριά την ιδιότητά τους. Φανταχτερά ρούχα, εκτυφλωτικά κοσμήματα και φλύαρη συμπεριφορά ήταν κοινός τόπος και όχι μια στερεοτυπική εικόνα της ιταλοαμερικάνικης μαφίας στη Νέα Υόρκη. Από την άλλη οι Ρώσοι εγκληματίες ζούσαν σε ένα παράλληλο και υπόγειο σύστημα. Για το σοβιετικό σύστημα η ύπαρξη οργανωμένου εγκλήματος ήταν σύμφυτο χαρακτηριστικό που μόνο μία διεφθαρμένη καπιταλιστική χώρα μπορούσε να έχει. Η αλήθεια ήταν ότι το οργανωμένο έγκλημα άνθιζε ακόμα κι αν δεν ήταν ορατό υποκαθιστώντας πολλές φορές το προβληματικό σύστημα διάθεσης κάθε είδους αγαθών μέσω του λαθρεμπορίου.
Οι Vor V Zakone, όπως έγιναν γνωστοί, δηλαδή κλέφτες κατά τον νόμο, έφτιαξαν μια δική τους κοινωνία ξεχωριστή από την υπόλοιπη σοβιετική. Μεταξύ φυλακών, αποθηκών κι εργοστασίων έπρεπε να φτιάξουν έναν κώδικα επικοινωνίας και εμπιστοσύνης που θα ήταν ακαταλαβίστικος και άσπαστος παρά τον ασφυκτικό έλεγχο της σοβιετικής πολιτοφυλακής. Ο κώδικας αυτός δεν ήταν άλλος από τα τατουάζ που είχε ο καθένας. Δεν υπάρχει τίποτα το διακοσμητικό σε αυτά τα τατουάζ. Με το που αντικρίζει ένας Βορ έναν άλλον ξέρει τα πάντα γι’αυτόν χωρίς να ανταλλάξουν ούτε κουβέντα. Πόσες φορές έχει μπει φυλακή, για ποια αδικήματα έχει καταδικαστεί, για το τι έχει κάνει μέσα στη φυλακή, σε ποια βαθμίδα της εγκληματικής ιεραρχίας βρίσκεται και κυρίως για τις σχέσεις του με τις διωκτικές αρχές. Κάθε τατουάζ που χτυπιέται έχει την έγκριση των ανώτερων κλιμακίων και συνήθως γινόταν εντός της φυλακής για να αποφευχθούν ψευδή στοιχεία στο «βιογραφικό». Αν καταλάβαιναν ότι κάποιος έχει τατουάζ που δεν αντιστοιχούσε σε πραγματικό στοιχείο του αφαιρούνταν δια της βίας με ξυράφια και γυαλιά.
Τον άγνωστο κώδικα έσπασε ο φωτογράφος Arkady Bronnikov ο οποίος για από τα μέσα της δεκαετίας του ‘60 μέχρι και το τέλος της ΕΣΣΔ επισκέφτηκε δεκάδες καταστήματα κράτησης, φωτογράφισε και μίλησε με εκατοντάδες κρατούμενους. Η καταγραφή του βοήθησε τις αρχές να λύσουν πολλές υποθέσεις αφού τα τατουάζ ήταν μικρές ομολογίες αν ήξερε κάποιος να τα ερμηνεύσει. Σήμερα τα τατουάζ είναι ακόμα σημαντικό κομμάτι της κουλτούρας του ρωσικού οργανωμένου εγκλήματος, αλλά δεν έχει την ίδια σημασία. Πλούσιοι κρατούμενοι που έβγαλαν αμύθητα ποσά μετά την κατάρρευση μπορούσαν απλά να εξαγοράσουν ακόμα και τα πιο «σκληρά» τατουάζ. Πολλοί νέοι και νέες στη Ρωσία χτυπάνε ένα σημάδι των Βορ γιατί τους αρέσει απλά το σχέδιο.
Στην παρακάτω gallery παρατίθενται μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά τατουάζ και η ερμηνεία τους.