Εκείνος που τον ήθελαν όλες, στο τέλος δεν ήθελε κανέναν.

Όταν μιλάμε για καθαρόαιμα αρσενικά του κινηματογράφου, στην ίδια πρόταση στριμώχνονται συνήθως τα ονόματα των Marlon Brando, Clark Gable, Sean Connery, James Dean, Steve McQueen άντε και του George Clooney. Δεν μιλάμε απλά για ηθοποιούς με εμφάνιση, αλλά για άντρες με στόμφο και γοητεία, ταλέντο και αντρίλα. Εκείνους που όλα τα αρσενικά θα ήθελαν να μοιάσουν. Αυτούς που όλα τα θηλυκά θα «έλιωναν» για μια ματιά τους.  

Αν θεωρείς πως από τους παραπάνω κυρίους λείπει η «γαλλική φινέτσα», θα σου δώσουμε κάθε δίκιο. Ίσως γιατί ο γαλλικός κινηματογράφος δεν είναι για όλους, ιδιαίτερα για εκείνους που δεν καταλαβαίνουν τη γλώσσα. Αυτός ο απόντας λοιπόν, o Alain Delon δεν κερδίζει απλώς την κορυφή ανάμεσα στους συμπατριώτες του Jean Gabin, Jean-Paul Belmondο και Gerard Depardieu, αλλά και σε σύγκριση με τους κυρίους McQueen, Dean, Clooney, Gable, Connery και Brando ξεχωρίζει. Άμα αναφέρεις το όνομά του σε γυναίκα που τον παρακολουθούσε στα 70’s και 80’s είναι δεδομένο πως θα φωτιστεί το πρόσωπό της.

 

 

Ο Delon δεν ήταν απλώς μια περίπτωση καλού ηθοποιού, με την πλέον ιδιαίτερη και πιο σπάνια ομορφιά που έχει γνωρίσει ποτέ η Έβδομη Τέχνη. Ήταν ένας άντρας που πέρα από τις εμβληματικές ερμηνείες του κατάφερνε να σηκώνει συνεχώς συζήτηση για τον άνθρωπο πίσω από τον ηθοποιό. Αυτό που τον έκανε διάσημο στο πέρατα του κόσμου και έκανε κάθε θηλυκό να τρέχει από πίσω του.

Το μελαγχολικό γαλάζιο των ματιών του διαπερνούσε την ψυχή κάθε γυναίκας, ένα βλέμμα που μαρτυρούσε ένα τεράστιο μυστήριο πίσω από αγγελική μορφή του. Ένας άντρας γλυκός και παράλληλα σκληρός. Ευαίσθητος και ταυτόχρονα αδίστακτος και περιπετειώδης. Μια κατηγορία μόνος του.

 

 

Πίσω από τη λάμψη και τη βαρύγδουπη ηχώ των λέξεων «Alain» και «Delon» κρύβεται ένα τεράστιο ερωτηματικό. Μια προσωπικότητα που δύσκολα κατάλαβε ποτέ κανείς, ακόμα και οι γυναίκες που τόσο λάτρευε.  «Η ιστορία της ζωής μου είναι τόσο απίθανη, ώστε κανένας δημοσιογράφος δεν θα ήταν ικανός να την γράψει»» είχε πει κάποτε. O απέραντος πόνος στο βάθος των ματιών του πηγάζει από τη μητέρα του που τόσο λάτρευε και τον εγκατέλειψε. Μια κατάσταση που δεν ξεπέρασε ποτέ και εν πολλοίς ευθύνεται για τον ανήσυχο χαρακτήρα του.

Μόνο για ένα πράγμα είναι ευγνώμων στην καλλονή μητέρα του:

«Είμαι το αρσενικό πορτρέτο της. Της χρωστάω μάλλον την ομορφιά μου. Είχα τα πάντα χάρη στο πρόσωπό μου», έχει παραδεχτεί με πόνο. Για οποιονδήποτε νάρκισσο του κόσμου, μια τέτοια δήλωση θα σήκωνε άπειρα κοροϊδευτικά σχόλια. Ίσως και να είναι ο μόνος που ακόμα και οι δύσκολοι –ή κομπλεξικοί- άντρες θα του έδιναν απόλυτο δίκιο.

 

Όλες έπεφταν στα πόδια του

Ο ζωηρός χαρακτήρας και τα μπλεξίματα που τον χαρακτήριζαν από μικρή ηλικία θα έλεγε κανείς ότι αποτελούσαν εμπόδιο σε κάθε πιθανότητα εξέλιξης ωστόσο η σπάνια ομορφιά του λειτουργούσε σαν πόλος από έλξης και του άνοιγε συνεχώς πόρτες και γυναικείες κρεβατοκάμαρες. Το παιδί που αποβλήθηκε σχεδόν από όλα τα σχολεία των μαθητικών του χρόνων, ο ατίθασος νεαρός που περνούσε περισσότερο χρόνο στα κρατητήρια παρά στις επάλξεις για τη θητεία στο Πολεμικό Ναυτικό, χάρη στη γοητεία και την ομορφιά του, «μάγευε» γυναίκες παντού. Μια από αυτές τον έφερε προ των πυλών του κινηματογράφου.

Κάπως έτσι γνώρισε τον σκηνοθέτη Yves Allégret ο οποίος του έδωσε την μόνη συμβουλή που θα ακολουθούσε σε όλες του τις ταινίες:

«Μίλα όπως μου μιλάς, Κοίταξε όπως με κοιτάς, Άκουσε όπως με ακούς. Μην παίζεις. Ζήσε».

Η ιστορία έγραψε συνολικά 91 ταινίες, με τις περισσότερες να αφήνουν εποχή. «Rocco and His Brothers», «Plein Soleil», «L'Eclisse», «The Leopard», «The Yellow Rolls-Royce», «Lost Command» και «Le Samouraï» είναι ανάμεσα στις πιο εμβληματικές του.

 

 

Κάθε του συμμετοχή προκαλούσε αίσθηση. Ήταν το στυλ του, το καθαρόαιμο αρσενικό και ο μελαγχολικοί χαρακτήρες που έφερνε στη ζωή καλύτερα από κάθε άλλον.

Ένα τέτοιο πλάσμα, γαλουχημένο με τα μεγαλύτερα χαρίσματα και προτερήματα που θα μπορούσε να έχει κάποιος, ήταν πάντα ένα ανήσυχο πνεύμα. Ήθελε τον κόσμο δικό του, είχε ανάγκη να βλέπει τον θαυμασμό στα μάτια όποιας τον κοιτούσε. «Οι γυναίκες υπήρξαν το καλύτερό μου κίνητρο. Για κείνες, ήθελα να είμαι πάντα ο πιο όμορφος, ο πιο μεγάλος, ο πιο δυνατός και να το διαβάζω στα μάτια τους».

Στη ζωή του θα μοιραστεί με άπειρες διάσημες και άσημες το κρεβάτι του. Η σεξουαλική του όρεξη είναι ακόρεστη, ακόμα και ο γάμος του με την Nathalie Barthelemy, ή η επί 15 χρόνια σχέση με την «γυναίκα της ζωής του» Mireille Darc δεν είναι ικανά να εξαφανίσουν την ασταμάτητη αυτή ανάγκη για επιβεβαίωση.

«Σέβομαι τις γυναίκες, δεν μπορώ όμως να τους ανήκω» έλεγε με κάθε τρόπο.

 

Στο φινάλε του το σκηνικό ειχε πλέον αλλάξει

Έχοντας αποσυρθεί από τον κινηματογράφο, ο μεγαλύτερος γόης της Έβδομης Τέχνης, εκείνος που δεν ήταν ποτέ χωρίς (γυναικεία) συντροφιά, πλέον έιχε επιλέξει έναν μοναχικό δρόμο. Σαν τον Al Pacino στην τελευταία σκηνή του «Godfather Part III», αποξενομένος και απομονωμένος στην επαυλή του κάνει μια τελευταία απόπειρα να απολαύσει το χρόνο που του απομένει.

 

 

«Η ζωή δεν έχει πια να μου φέρει πολλά. Ξέρω τα πάντα, τα έχω δει όλα, μα πάνω απ’όλα μισώ αυτή την εποχή... Ξέρω ότι θα αφήσω αυτόν τον κόσμο χωρίς λύπη», ήταν τα λόγια του στην πιο πρόσφατη συνέντευξη που έδωσε στο ειδικό τεύχος του «Paris Match», αφιερωμένο στα 60 χρόνια της καριέρας του.

Στα 88 του χρόνια ήξερε πως δεν είχε περιθώρια να αλλάξει πολλά. Αν βέβαια γυρνούσε το χρόνο πίσω, εκκινώντας και πάλι από την 8η Νοεμβρίου του 1935 θα έκανε ακριβώς τα ίδια βήματα. Εκείνα που μέχρι σήμερα μεν τον είχαν αποξενώσει αλλά που στο μυαλό όλων τον έχουν αναγάγει σε έναν θρύλο. Το απόλυτο τοτέμ του γαλλικού κινηματογράφου, κυρίως όμως για τον μελαγχολικό αλήτη που έκρυβε μέσα στο απέραντο γαλάζιο των ματιών του.

 

 
 
©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved