Πολλά χρόνια πριν η τηλεόραση κατακτήσει το χώρο του θεάματος, ακινητοποιώντας τον κόσμο στον καναπέ μπροστά από τη μικρή οθόνη και μακριά από τις κινηματογραφικές αίθουσες, υπήρξε μια σειρά που αποτέλεσε την απαρχή πολλών γνωστών προσώπων της υποκριτικής. Το «Deadwood» δεν ήταν απλώς ένα σίριαλ για την –πάντα ενδιαφέρουσα- Άγρια Δύση, ούτε μια πιστή εξιστόρηση των γεγονότων της πόλης από τη Νότια Ντακότα των ΗΠΑ.
Την έχουμε κατατάξει μέσα στις Top 5 σειρές του HBO.
Ήταν ένας σταθμός για το HBO αλλά και την έβδομη τέχνη, αναδεικνύοντας πρόσωπα που μετέπειτα πρωταγωνίστησαν φέρνοντας στη ζωή χαρακτήρες που δύσκολα τους ξεχνάς. Πρωταγωνιστής στα χαρτιά μπορεί να ήταν ο σερίφης του Deadwood, o Seth Bullock του Timothy Ollyphant αλλά ο λόγος που κάθε επεισόδιο σου ασκούσε μια έλξη και ένα ενδιαφέρον για να το παρακολουθήσεις ήταν ξεκάθαρα ο «κακός», ο νταβατζής. Ο Al Swearengen του Ian McShane.
Μια φιγούρα σιχαμένη από κάθε άποψη, ένας τύπος τόσο κακός εναρμονισμένος απόλυτα με τη χροιά του επαγγέλματος αλλά και την φύση της εποχής, ιδιοκτήτης του πανδοχείου των οργίων «Gem Theater» που με την πάροδο των επεισοδίων ωστόσο σου κεντρίζει το ενδιαφέρον σε κάθε του σκηνή που εμφανίζεται. Πλέον δεν είναι persona non grata, διότι είναι σαν να κρέμεσαι από τα λόγια και τις πράξεις του, ακόμα και αν αυτές είναι αδαείς και απάνθρωπες. Από την μπηχτή που θα πετάξει στους υφιστάμενούς του, το μισό μάτι που θα κοιτάξει τις γυναίκες που «εργάζονται» στο πανδοχείο του, την επιθυμία να κάνει κουμάντο στην περιοχή έχοντάς τα καλά με τα σωστά πρόσωπα στις σωστές θέσεις.
Μέσα στη σκληράδα και την έλλειψη παιδείας του ωστόσο, διακρίνεις σταδιακά έναν τύπο με αδυναμίες, σαν έναν δικτάτορα με αρχές που πίσω από τις βρωμοδουλειές δεν αντέχει τον εαυτό του και θα έκανε τα πάντα για να καταφέρει να συγχωρεθεί για αυτά που έκανε.
Στο «Deadwood» βιώνουμε την απόλυτη διαφορά φιλοσοφίας μεταξύ εκείνου και του Seth Bullock, ενός σερίφη που δεν χαμπαριάζει από άγριους βεζίρηδες και δουλειές κάτω από το τραπέζι, με αποτέλεσμα κάθε μέρα να εξελίσσεται σε διαρκής αντιπαράθεση μεταξύ τους.
Όταν όμως εξωγενείς παράγοντες –ληστές και μονάρχες που μυρίστηκαν χρυσό στην περιοχή- απειλούν το Deadwood, οι δύο εχθροί «ενώνονται» και η συμμαχία τους εξελίσσεται σε φιλία με ιδιαιτερότητες μεν, αλλά με κατανόηση και ξεκάθαρο λόγο. Την υπεράσπιση της του τόπου τους.
Μια υπεράσπιση που ξεκίνησε στις τρεις σεζόν της σειράς 2004-06 και ολοκληρώθηκε πρόσφατα με την ταινία Deadwood το 2019.
Μέσα στη γενικότερη φαρέτρα των ηθοποιών του «Deadwood», ο Ian McShane ήταν ο λιγότερο άγνωστος ηθοποιός. Μην ξεχνάμε άλλωστε πως μετρούσε 42 χρόνια καριέρας μέχρι να φέρει στον κόσμο Swearengen αν και για να είμαστε ειλικρινείς, η καταξίωση ήρθε μετά το 2006.
Μέχρι τότε τον ήξερες για τον Ιούδα στον «Ιησού από τη Ναζαρέτ», αλλά και μερικές εμφανίσεις του στη διάσημη σειρά «Miami Vice». Μετά βέβαια ντύθηκε Μαυρογένης στο «Pirates of the Caribbean: On Stranger Tides», το μεγάλο αφεντικό ονόματι Winston στα «John Wick», Andrew Finney στο «Ray Donovan», αλλά Mr. Wednesday στο «American Gods» και Brother Ray στο «Game of Thrones».
Σε όσους ρόλους και αν περάσει, ο Ian McShane θα μείνει αξέχαστος για τον ρόλο του ως Al Swearengen. Πόσο πιστή όμως ήταν η ερμηνεία του σε σχέση με τον αυθεντικό «Big Al» που κυριαρχούσε στη Δύση στα τέλη του 19ου αιώνα;
Ο αυθεντικός λοιπόν Al Swearengen
Γεννήθηκε 1845 στην Αϊόβα, όντας μαζί με τον δίδυμο αδερφό του, Lemuel τα μεγαλύτερα από τα 8 παιδιά της οικογένειας. Μαζί παρέμειναν στο σπίτι μέχρι την ενηλικίωσή τους αλλά το 1876 μετακόμισαν στο νεοσύστατο Deadwood. Ο Al μαζί του έφερε και τη σύζυγό του, Nettie την οποία δεν γνωρίσαμε ποτέ στη σειρά. Ούτε και τις άλλες δύο που ακολούθησαν.
Μην αναρωτιέσαι γιατί υπήρξαν τρεις σύζυγοι στη ζωή του νταβατζή από το Deadwood. Κάθε έγγαμος βίος περιείχε αρκετούς καβγάδες και κακοποίηση, με αποτέλεσμα να όλοι τους να καταλήξουν σε διαζύγια. Ίσως για αυτό να μην γνωρίσαμε ούτε τη Nettie, ούτε την Odelia Turgeon όπως και την τρίτη που δεν είναι καν γνωστό το όνομά της, στη σειρά του HBO.
Τα δύο αδέρφια άνοιξαν το σαλούν Cricket, ένα μέρος όπου οι καουμπόηδες μπορούσαν να διαμείνουν το βράδυ, να περάσουν καλά παίζοντας τζόγο, πίνοντας και κυρίως απολαμβάνοντας γυναικεία συντροφιά. Έχοντας «μυρίσει» το χρήμα, φτιάχνοντας ένα μεγάλο όνομα για το μέρος αλλά και τον ίδιο –ως νταβατζής»- μετακόμισε την επιχείρηση σε άλλο μεγαλύτερο κτίριο, όπου ασχολήθηκε κυρίως με αυτό που έδινε στους άντρες της Δύσης ευχαρίστηση και στον ίδιο πολλά κέρδη. Τη γυναικεία πορνεία.
Κάθε βράδυ «τσέπωνε» μεταξύ 5-10 χιλιάδες δολάρια (γύρω στα 240 χιλιάδες δολάρια με τα σημερινά δεδομένα) και ήταν από τους λίγους που θα μπορούσε να επανέλθει καλύτερος και με καλύτερη επιχείρηση, ακόμα και όταν το «Gem» κάηκε μαζί με τη μεγάλη πυρκαγιά το Σεπτέμβρη του 1879, που έκανε «στάχτη» ολόκληρο το Deadwood.
H επιβίωσή του είχε ξεκάθαρα να κάνει με την επιρροή του στα κοινά αλλά και τις καλές του σχέσεις και πληρωμές κάτω από τραπέζι. Ακόμα και με τον σκληροτράχηλο Bullock κατάφερε να βρει μια μορφή επικοινωνίας, καταφέρνοντας να βάλουν στην άκρη τις διαφορές τους, διοικώντας ουσιαστικά την περιοχή. Μαζί με τις μεγάλες συμμαχίες ο Al είχε και άπειρους εχθρούς.
Μπορεί να ξανάχτισε το «Gem Theater» μεγαλύτερο και πιο κερδοφόρο, ωστόσο νέες κόντρες και αντιπαλότητες θα κάνουν και πάλι κάρβουνο το διάσημο σαλούν, με αποτέλεσμα ο Al να φύγει από το Deadwood το 1899 μαζί με τη δεύτερη σύζυγό του, Odelia Turgeon.
Σύμφωνα με όσα έχει καταγράψει η ιστορία, δύο είναι οι εκδοχές για τον θάνατό του. Η μία είναι ότι πέθανε από πείνα, όντας άφραγκος μετά το νέο του διαζύγιο και τη δυσκολία του να εγκατασταθεί σε νέα περιοχή, ωστόσο αυτή που συγκεντρώνει μεγαλύτερες πιθανότητες είναι ότι δολοφονήθηκε. Σύμφωνα με τη νεκρολογία εφημερίδων της εποχής, ο Al βρέθηκε νεκρός σε δρόμο του Denver στις 15 Νοεμβρίου του 1904, έχοντας πολλαπλά τραύματα στο κεφάλι. Τη συγκεκριμένη άποψη ενισχύει το γεγονός ότι ο άμεσος συνεργάτης του, δηλαδή ο αδερφός του Lemuel έπεσε νεκρός από πυρά αγνώστων δύο βδομάδων πριν, δίχως μάλιστα να υπάρχει υποψία ληστείας.
Το φινάλε του αυθεντικού Al δεν είχε κανένα κοινό με αυτό του τηλεοπτικού, όπως άλλωστε και η συμπάθεια που είχαμε σε εκείνον του McShane. Ίσως επειδή μόνο ο Άγγλος ηθοποιός έχει τον τρόπο να προκαλέσει συμπάθειες παίζοντας, έναν χαρακτήρα κάτι πολύ παραπάνω από αντιπαθητικό.