Το καρναβαλίστικο έθιμο δεν μου άρεσε ποτέ ιδιαίτερα. Ακόμη και σαν πιτσιρικάς σπανίως ζητούσα να αγοράσω στολή. Μου άρεσαν οι μάσκες, να τις βλέπω, αλλά ποτέ μου δεν ζήλεψα σαν παιδί να ντυθώ Σούπερμαν, Ζορό και Σπάιντερμαν όπως τα υπόλοιπα αγοράκια. Η ιδέα λοιπόν του να παραστούμε σαν οικογένεια σε ένα ακόμη έθιμο που περιελάμβανε ντύσιμο και στολές, μου ακουγόταν το ίδιο βαρετό. Ήταν η πρώτη φορά που μαζί με την μητέρα μου και τον παππού μου, θα συμμετείχα σε μία πολιτιστική κληρονομιά που κρατούσε από το 1800 και ένωνε τους ντόπιους Σκωτσέζους του Λέργουϊκ με τις Βίκινγκ ρίζες τους: το φεστιβάλ Up Helly Aa.
Ο παππούς μου αποκαλούσε τα Σέτλαντ «παγωμένα νησιά». Από τα λίγα που θυμάμαι, είναι πως πρέπει να απαρτίζονται από 100 περίπου νησιά όπου μόλις τα 17 ή τα 19 είναι κατοικήσιμα. Είναι πράγματι ένα τελευταίο σύνορο. Μία Υπερβορέα. Τόσο απομονωμένα που ακόμη και οι ίδιοι οι Σκωτσέζοι ξεχνούν την ύπαρξη τους. Η πτήση από Εδιμβούργο είναι περίπου μίαμιση ώρα, ενώ για τους πιο ταξιδιάρηδες που θέλουν να νιώσουν το πετσί τους το κρύο των 5 βαθμών, υπάρχει και φέριμποτ από την Άμπερντιν και το Κέρκγουολ.
Το Λέργουϊκ δεν πρόκειται να σε εντυπωσιάσει αν έχεις ζήσει στην Ελλάδα. Ειδικά αν είσαι 19 χρονών. Δεν είναι καν χωριό. Θυμίζει περισσότερο κινηματογραφικό πλατό του «Vikings». Όμως εκείνες τις ημέρες, στις 30 Ιανουαρίου, όλη η περιοχή βρίσκεται στο πόδι. Το Up Helly Aa διοργανώνεται πάντα την τελευταία μέρα του Γενάρη. Όλους τους προηγούμενους μήνες, οι ντόπιοι έχουν ετοιμάσει τις Βίκινγκ πανοπλίες και τα κράνη τους, έχουν φτιάξει αληθινά όπλα (σ.σ.: από τσεκούρια μέχρι σπαθιά και βαλίστρες) και στις τελευταίες προετοιμασίες επιβλέπουν το «snekkja», την Βίκινγκ γαλέρα που θα παραδοθεί στη φωτιά. Δύο ημέρες πριν, έχουν τοιχοκολληθεί σε μέρη της περιοχής, την διαδρομή που θα ακολουθήσουν οι περίπου 1000 Σκωτσέζοι ντυμένοι Βίκινγκ με τους πυρσούς τους. Με βηματισμό, παλιά Νορβηγικά τραγούδια και τους πυρσούς στα χέρια, θα περάσουν μέσα από την πόλη για να φτάσουν μέχρι το λιμάνι. Υπάρχουν διαφορετικές ομάδες στρατιωτών όπου η καθεμία έχει τα δικά της σύμβολα και τα δικά της όπλα. Ο αρχηγός της πομπής, ο jarl όπως τον έχουν ονομάσει, έτυχε να είναι εκείνη την χρονιά ο ταμίας του Λέργουϊκ. Γενικά είναι τόσο οργανωμένοι που είχαν ήδη εκλέξει τους jarl για την επόμενη πενταετία.
Στους δρόμους επικρατεί προετοιμασία για πόλεμο, όχι πανηγύρι. Δεν θα βρεις stands με φαγητό. Κάνει πολύ κρύο άλλωστε και η θερμοκρασία το βράδυ είναι οριακά στο μηδέν. Κάποια από τα inns και τις pubs που έχει η περιοχή, προσφέρουν σούπες με μοσχάρι, τηγανητούς μπακαλιάρους και σάντουιτς με παστό χοιρινό. Τα τελευταία είναι νοστιμότατα και είναι αρκετός ο κόσμος που τα παίρνει μαζί τους ως κολατσιό. Η πορεία άλλωστε, δεν είναι μικρή. Γύρω στις 18.00 η πομπή έχει ήδη ξεκινήσει. Με τραγούδια τα οποία όσο καλά αγγλικά και να ξέρεις, πιάνεις μόνο λέξεις. Ούτε η μάνα μου δεν καταλαβαίνει τα Old Norse. Κάποιοι κοπανούν τα τσεκούρια πάνω στις ασπίδες. Οι φωνές τους αντηχούν στην θάλασσα και ευελπιστούν πως ο Όντιν ή ο Θορ, θα τους ακούσουν και θα ξυπνήσουν από τον λήθαργο που κοίμισε τους παλιούς θεούς.