Η γνώμη για τον προπονητή Γιώργο Δώνη, μπορεί να ποικίλει: άλλος μπορεί να τον θεωρεί καλό προπονητή, άλλος μέτριο, άλλος εξαιρετικό ή κακό. Διότι δεν πέτυχε στην ΑΕΚ και τον ΠΑΟΚ, διότι έκανε έργο σε ομάδες που δεν είχαν ποτέ το «πρέπει» του πρωταθλητισμού όπως η Λάρισα και ο Ατρόμητος, διότι επέλεξε να πάει σε λιγότερο ανταγωνιστικά πρωταθλήματα του εξωτερικού και δεν δοκιμάστηκε σε κάτι καλύτερο από την Κύπρο και τη Σαουδική Αραβία. Κάθε συζήτηση δεκτή σε ό,τι έχει να κάνει με την επαγγελματική του κατάρτιση, με το ποδόσφαιρο που παίζει η – εκάστοτε – ομάδα του, με τους παίκτες που έχει «βγάλει» ή δεν έχει «βγάλει». Αλλά το σημαντικό την παρούσα στιγμή, δεν είναι το επαγγελματικό κομμάτι, το οποίο άλλωστε θα το γράψει μια μέρα η ιστορία, όταν βγει στη σύνταξη: εκεί θα κάνουμε μια σούμα και θα δούμε τι κατόρθωσε στην καριέρα του. Εκεί θα κριθεί συνολικά ως προπονητής. Αλλά ως Άνθρωπος, έχει κριθεί ήδη.
Ο Θαυμάσιος Άνθρωπος κύριος Δώνης
Δεν ξέρω γιατί πέρασε «στα ψιλά» τόσο αυτό που έκανε ο Γιώργος Δώνης στο Αγρίνιο, όσο και αυτό που έκανε λίγες μέρες πριν στο ΟΑΚΑ, μετά το ματς με την ΑΕΛ – ίσως διότι οι ελεεινές συμπεριφορές, οι γκρίνιες, οι προσβολές κατά αντιπάλων ομάδων και προπονητών, το «υφάκι Χιλίων Καρδιναλίων» και η αγένεια, «πουλάνε» περισσότερο. Ο Γιώργος Δώνης λοιπόν, βλέποντας τον τερματοφύλακα της ομάδας του να πέφτει κάτω και να ζητάει τη βοήθεια του γιατρού της ομάδας, του ζήτησε να σηκωθεί και να δοθεί συνέχεια στο παιχνίδι, χωρίς φυσικά να γνωρίζει ότι ο Διούδης είχε όντως πρόβλημα. Θυμίζω ότι ο Παναθηναϊκός έπαιζε με 10 παίκτες, προηγούνταν 0-1, ερχόταν από συνεχόμενα ανεπιτυχή αποτελέσματα και έναν οδυνηρό αποκλεισμό στο κύπελλο και θα μπορούσε κάλλιστα όχι απλά να αισθάνεται ανακούφιση βλέποντας τους παίκτες του να κάνουν καθυστέρηση, αλλά να τη ζητήσει κιόλας.
Η παροιμία όμως «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» προφανώς δεν είναι στο ρεπερτόριο του Γιώργου Δώνη – με ό,τι ρίσκο μπορεί να είχε η «διαταγή του», ζήτησε από τους παίκτες του να παίξουν ποδόσφαιρο, να σεβαστούν τον αντίπαλο, να πάρουν έντιμα στο γήπεδο τη νίκη αν μπορούσαν. Όσο για το ματς με την ΑΕΛ, αμέσως μετά το τέλος του αγώνα, ζήτησε συγνώμη από την αντίπαλη ομάδα που δεν τηρήθηκε το fair-play από πλευράς του Παναθηναϊκού, σε ένα παιχνίδι που ήταν στην κόψη του ξυραφιού και με μια διαιτησία που καθόρισε το αποτέλεσμα, καθώς δεν έδωσε δυο πέναλτι στον Παναθηναϊκό.
Είναι θέμα αρχής
Θα μπορούσε να έχει χαλάσει τον κόσμο ο Δώνης για τη διαιτησία του Παπαδόπουλου μετά το ματς με την ΑΕΛ. Δεν το έκανε, όπως δεν το έκανε σε κανένα από τα υπόλοιπα παιχνίδια όπου ο Παναθηναϊκός αδικήθηκε από τη διαιτησία (με Ξάνθη έξω και μέσα και με Άρη εκτός). Σε αντίθεση με συναδέλφους του που χαλάνε τον κόσμο ακόμα και σε ματς που ο διαιτητής μόνο που δεν σφυρίζει τον ύμνο της ομάδας τους, με άλλους που γκρινιάζουν προκαταβολικά μπας και πάρουν κανένα «κουκούτσι» και άλλους που βιώνουν στο πετσί την αδικία εις βάρος της ομάδας αν και είναι μερικούς μήνες στην Ελλάδα, ο Γιώργος Δώνης μετά το τέλος των αγώνων, μιλάει αποκλειστικά για ποδόσφαιρο. Απλά και κατανοητά, σαν να είναι μάνατζερ σε αγγλικό κλαμπ κι όχι στη χαβούζα που λέγεται «ελληνικό ποδόσφαιρο». Κατανοεί πλήρως αυτό που μερικοί από εμάς φωνάζουμε εδώ και χρόνια: ο προπονητής είναι για να προπονεί και οι παίκτες για να παίζουν – τα υπόλοιπα πράγματα, αφορούν στη διοίκηση της ομάδας, εκείνη επιλέγει αν πρέπει να φωνάζει, να διαμαρτυρηθεί, να βγάλει ανακοίνωση ή να περάσει από την ΚΕΔ για καφέ.
Θα αντέξει;
Θα δούμε. Ήξερε από την πρώτη μέρα που ανέλαβε και τις δυσκολίες της κατάστασης και το βάρος της φανέλας και τις απαιτήσεις του κόσμου και την ανήφορο που είχε μπροστά του. Χωρίς δυνατότητα μεταγραφών (πλην μιας άνω των 23 και απεριόριστες κάτω των 23 μόνο για Έλληνες παίκτες), κατάφερε να κρατήσει το «πλήρωμα» ενωμένο, αφού μόνο ο Λουντ πήδηξε από το καράβι. Έβαλε τα πόδια του εκεί που έφτανε το πράσινο πάπλωμα, πήρε «ακατέργαστους» αλλά εξελίξιμους παίκτες, δούλεψε σκληρά με παίκτες που έχουν ταλέντο αλλά όχι εμπειρία και έφτιαξε ένα σύνολο ελκυστικό, φρέσκο και πολλά υποσχόμενο.
Την ώρα που σχεδόν όλοι το αντιμετωπίζαμε σαν «ενδιαφέρον πρότζεκτ» και «κάτι σαν Παναθηναϊκό», εκείνος από την πρώτη στιγμή το τοποθέτησε στο μυαλό του σαν «κανονική ομάδα» που πρέπει να κρίνεται με αυστηρότητα και όχι με επιείκεια και χωρίς «κρίμα μωρέ τα καημένα τα παιδάκια». Είναι απαιτητικός αλλά δίκαιος, επαγγελματίας αλλά και «πατέρας», προπονητής αλλά και «παιδονόμος». Κυρίως, είναι Άντρας, που δεν φοράει παντελόνια για να μην κρυώνουν τα μπούτια του, αλλά επειδή τα τιμάει: δεν έβγαλε στον τάκο ούτε μια φορά παίκτη του, ο οποίος μπορεί να έκανε ένα λάθος που στοίχισε βαθμούς, δεν μοίρασε ευθύνες αφήνοντας τον εαυτό του στο απυρόβλητο, αλλά έκανε πράξη το «όλοι κερδίζουμε και όλοι χάνουμε».
Έχουμε ανάγκη από «Δώνηδες»
Είναι εξαιρετικά απίθανο να «αλλάξει» το ελληνικό ποδόσφαιρο ο Δώνης – ας ελπίσουμε τουλάχιστον πως το άρρωστο ποδόσφαιρό μας, δεν θα μπορέσει ποτέ να τον αλλάξει, να τον «χαλάσει». Αν υπήρχαν άλλοι πέντε «Δώνηδες», θα είχαμε ένα καλύτερο προϊόν, αν με άλλα λόγια υπήρχαν και άλλοι προπονητές που μιλάνε ποδοσφαιρικά, που έχουν ήθος, που δεν φωνάζουν για τη διαιτησία, που μιλούν πάντα με σεβασμό για την αντίπαλη ομάδα και τον αντίπαλο προπονητή, που δεν ψάχνουν για δικαιολογίες στις μεταγραφές που δεν έγιναν ή στα χρήματα που δεν περισσεύουν, που δουλεύουν με τους νέους παίκτες και θα αφήσουν πίσω τους σαν προίκα περιουσιακά στοιχεία στο ελληνικό ποδόσφαιρο και την Εθνική ομάδα, η επόμενη μέρα θα ήταν σίγουρα καλύτερη.
Πέρα και πάνω από τα αποτελέσματα, από την θέση που θα τερματίσει η ομάδα, από το αν θα ξεχρεώσει την ευρωπαϊκή τιμωρία κι από το τι θα γίνει του χρόνου ή του παραχρόνου, ο Γιώργος Δώνης, στα δικά μου μάτια τουλάχιστον, έχει καταφέρει να είναι ένα «Οικουμενικό» πρόσωπο του ποδοσφαίρου, ένας άνθρωπος που δεν έχει κανείς να του προσάψει τίποτα άσχημο, προκλητικό ή «αρρωστημένο», ένας επαγγελματίας που κάνει τη δουλειά του όσο καλύτερα μπορεί. Πράγματα σχεδόν «ξένα» και «ανοίκεια» στο θαυμαστό ποδόσφαιρο της υπέροχης Ελλάδας, που θυμίζουν (χωρίς φυσικά να χρειάζεται να μπούμε σε καμία σύγκριση) έναν άλλον σπουδαίο άνθρωπο και προπονητή, που δεν είναι δυστυχώς πια κοντά μας: τον αείμνηστο Γιάννη Κυράστα.