«Έβρεξε» προφανώς το βράδυ της Πέμπτης στη Μαδρίτη και με αφορμή την ήττα του Παναθηναϊκού από τη Ρεάλ, βγήκαν όλα τα σαλιγκάρια να κάνουν τη βόλτα τους στα ραδιόφωνα, τα σάιτ και τα social media: δεν κάνει ο Πασκουάλ, μπερδεύει την ομάδα ο Τζέιμς, μαζεύτηκαν πολλοί παίκτες, σακάτης ο Λοτζέσκι, κοντός ο Λεκαβίτσιους, μυρίζουν οι μασχάλες του Γκιστ, αδιάφορος ο Σίνγκλετον. Λες και η Ρεάλ είναι καμιά ομαδούλα της σειράς και ο Παναθηναϊκός όφειλε να της ρίξει 20άρα από τη στιγμή που δεν έπαιζε ο Ντόντσιτς. Ή λες και ήρθε το τέλος του κόσμου και η ομάδα του Πασκουάλ εκτροχιάστηκε μετά από τις δυο ήττες, από Ολυμπιακό και Ρεάλ.
Σε κανέναν δεν αρέσει να χάνει. Λογικό και σεβαστό. Ούτε εντός, ούτε εκτός έδρας, ούτε από τον αιώνιο αντίπαλο, ούτε από τη Ρεάλ, ούτε από τη Μπάμπεργκ ή τη Βαλένθια. Αλλά ο αθλητισμός έχει και τη νίκη και την ήττα στα βασικά του συστατικά. Έχει και την αποθέωση και έχει και την απογοήτευση. Έχει αυτή την περίφημη εναλλαγή συναισθημάτων, την κούρσα «κόλαση – παράδεισος», το απρόβλεπτο, την ανατροπή, την καθίζηση. Έχει και το φορμάρισμα και έχει και το ντεφορμάρισμα. Έχει τις προσθαφαιρέσεις κατά τη διάρκεια της σεζόν. Το θέμα όμως είναι τι γίνεται στο τέλος που κάνεις ταμείο, όχι το Νοέμβριο, τον Ιανουάριο ή τον Μάρτιο.
Όποιος απαξιώσει ή ξεγράψει τον Παναθηναϊκό, με πλεονέκτημα ή μειονέκτημα έδρας στα play-offs της Ευρωλίγκας, θα κάνει ένα «θανάσιμο λάθος». Και η πλάκα είναι, ότι ενώ τον Παναθηναϊκό τον σέβονται όλοι οι μεγάλοι του ευρωπαϊκοί αντίπαλοι, όλοι του οι παραδοσιακοί «εχθροί», συμπεριλαμβανομένου και του Ολυμπιακού, συχνά τον αμφισβητούν οι ίδιοι του οι φίλοι. Λες και ο Παναθηναϊκός είναι καμία ΤΣΣΚΑ, που ανοίγει το πορτοφόλι και σκορπάει σαν νεόπλουτος στα μπουζούκια κάθε χρόνο, αλλά στο τέλος της βραδιάς βλέπει κάποιο άλλο παλικάρι να φορτώνει το κορίτσι και να φεύγει…
Με γεμάτο οπλοστάσιο
Ο Παναθηναϊκός έχει πάρει 6 ευρωπαϊκά με τη μαγκιά του και τη φανέλα του. Παίζοντας ως φαβορί αλλά και ως το τελευταίο αουτσάιντερ της τετράδας. Σε τελικούς στην Ελλάδα και τελικούς σε «έδρες» αφιλόξενες ή – ουσιαστικά - έδρες αντιπάλων. Έχει κάνει επικές ανατροπές και συγκλονιστικά παιχνίδια. Κι ακόμα κι αν τα τελευταία χρόνια ψάχνει το δρόμο του για ένα final-four και ένα έβδομο αστέρι και δεν τον έχει βρει, είναι δεδομένο ότι αυτό δεν θα αργήσει να συμβεί. Διότι υπάρχει και η διοίκηση που κάνει ό,τι είναι απαραίτητο να γίνει για να μπορεί η ομάδα να πρωταγωνιστεί, υπάρχει ο προπονητής που είναι «ψημένος» στις απαιτήσεις ενός τόσο μεγάλου οργανισμού λόγω προϋπηρεσίας στη Μπαρτσελόνα, υπάρχει η φανέλα, υπάρχει το «μέταλλο», το know – how, υπάρχει ο λαός και υπάρχει και η έδρα που λέγεται ΟΑΚΑ.
Και φυσικά, υπάρχει και το υλικό. Για κάποιους «παραϋπάρχει» το υλικό. Μαζεύτηκαν πολλοί παίκτες, ο χρόνος συμμετοχής σπάει πλέον σε περισσότερα και μικρότερα κομμάτια για τους περισσότερους, μπερδεύονται οι ρόλοι, χάνεται η ισορροπία, χαλάει η «χημεία». Σεβαστές όλες οι απόψεις, οι ενστάσεις και οι διαφωνίες, αλλά κανείς δεν έχει συνυπολογίσει μερικά βασικά πράγματα: πρώτον, ότι όλες οι ομάδες κάνουν «κοιλιά», έχουν ντεφορμαρίσματα, κάμψεις στην απόδοση και μέτρια παιχνίδια. Μόνο που είναι καλύτερα να τα κάνεις το Μάρτιο, παρά τον Απρίλιο ή τον Μάιο. Και δεύτερον, ότι σχεδόν καμία ομάδα που έκανε σημαντικές προσθήκες μεσούσης της σεζόν, δεν προσαρμόστηκε και δεν τσούλησε αυτόματα, από τα πρώτα της παιχνίδια. Με εξαίρεση τα «λαχεία» Έι Σι Λο και Ντόρσεϊ που πήρε κάποτε ο Ολυμπιακός και μπήκαν και έπαιξαν από το πρώτο ματς σαν να ήταν χρόνια στον Ολυμπιακό, βοηθώντας τα μέγιστα για την κατάκτηση της Ευρωλίγκας, δεν θυμάμαι άλλα τόσο τρανταχτά παραδείγματα.
Αντιθέτως θυμάμαι πολλά παραδείγματα και πολλές περιπτώσεις ομάδων, που έδειξαν υπομονή, έβαλαν σταδιακά και ομαλά τους καινούργιους παίκτες στο ρυθμό των υπολοίπων και καρπώθηκαν τα οφέλη τη στιγμή που έπρεπε. Ο Παναθηναϊκός πλέον, με Τζέιμς και Πέιν στο ρόστερ – και μάλιστα χωρίς να έχει αποχωρήσει κανείς από τους «παλιούς» - έχει έναν θαυμαστό πλουραλισμό, είναι «γεμάτος» σε όλες τις θέσεις στο παρκέ και τον πάγκο, δίνει στον Πακουάλ την ευχέρεια να παίζει με διαφορετικά σχήματα ανάλογα με την περίσταση. Και κυρίως, όταν θα ρολάρει η ομάδα (διότι είναι θέμα χρόνου να ρολάρει), έχει τόσους παίκτες με προσωπικότητα, που αποκλείεται να μην βρεθούν δυο ή τρεις «στη μέρα τους», στη «ζώνη του λυκόφωτος» που λέμε, ώστε να κάνουν το βήμα μπροστά και να πάρουν την ομάδα από το χέρι. Θα είναι ο Καλάθης; Ο Τζέιμς; Ο Παππάς; Ο Ρίβερς; Ο Γκιστ; Ο Σίνγκλετον; Θα είναι δυο μεγάλα σουτ από τον Λοτζέσκι ή τον Γκάμπριελ; Θα πάρει τα μέτρα του αντίπαλου ψηλού ο Πέιν ή ο Βουγιούκας; Θα «αφρίσει» ο Ντένμον και θα δει το καλάθι σαν βαρέλι ή θα «παλαβώσει» ο Λεκαβίτσιους και δεν θα τον πιάνεις ούτε με λάσο; Θα αρχίσει τις πτήσεις ο Θανάσης και θα καρφώνει με λύσσα στην πλάτη της άμυνας; Είναι τόσοι πολλοί και τόσο καλοί, με τόσο διαφορετικά χαρακτηριστικά, που κάποιοι θα την κάνουν τη δουλειά.
Στο τέλος τα καλά
Και ναι, ίσως χάθηκε στη Μαδρίτη το πλεονέκτημα έδρας. Λέω «ίσως», διότι και πέρυσι έμοιαζε να χάνεται και τελικά ήρθε ουρανοκατέβατο. Ας κρατήσουμε μια πισινή, διότι ένας ή δυο τραυματισμοί, μπορούν να εκτροχιάσουν μια ομάδα στο πιτς – φιτίλι κι εκεί που μοιάζει σίγουρη, να αρχίσει να τρεκλίζει – άλλο ένα πλεονέκτημα του Παναθηναϊκού, που διαθέτει καμιά 15αριά παίκτες «πρώτης γραμμής», είναι ότι μπορεί να αντέξει, μπορεί να «ζήσει» ακόμα και με μια ή δυο απώλειες. Αλλά ερωτώ: και πέρυσι που ήρθε τελικά την τελευταία στιγμή το πλεονέκτημα έδρας, τι συνέβη τελικά; Μια τρύπα στο νερό, αφού ο Παναθηναϊκός αντιμετώπισε μια Φενέρ που πήγε με σπασμένα φρένα μέχρι το τέλος.
Φυσικά οι αποδόσεις του παρελθόντος δεν εγγυώνται τις μελλοντικές και το τι έκανε πέρυσι η Φενέρ, δεν είναι δεδομένο ότι θα το επαναλάβει η ίδια η Φενέρ ή οποιαδήποτε άλλη ομάδα. Είναι όμως «μπούσουλας», είναι «σκαλέτα», είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα ότι πρέπει οι ομάδες και οι οπαδοί να έχουν υπομονή και πίστη στις δυνατότητές τους, ειδικά όταν υπάρχει καλή μαγιά, καλό υλικό και μπόλικη τεχνογνωσία. Ας περιμένουμε να δούμε λοιπόν πού θα κάτσει η μπίλια, ποια θα είναι η τελική κατάταξη των ομάδων και ποιον θα σταυρώσει με ποιον, ώστε να μπορούμε να μιλήσουμε με δεδομένα και όχι με εικασίες, βλέποντας παράλληλα μέχρι τότε την αγωνιστική κατάσταση των ομάδων και τη δυναμική που δείχνουν τη συγκεκριμένη περίοδο. Διότι μπορεί να έχουμε ως τότε πολλές και γκράντε εκπλήξεις και ανατροπές.