Αν το καλοσκεφτείς, το πρώτο σου αμάξι είναι το πρώτο ακριβό πράγμα που καλείσαι να διαχειριστείς. Δεν υπάρχουν περιθώρια για -σοβαρά- λάθη, καθότι αν κάνεις ατσαλιά, δεν θα πληρώσεις μόνο το συνεργείο, αλλά και τις ώρες που θα χάσεις κινούμενος με τα ΜΜΜ. Σε κάθε περίπτωση, το πρώτο αυτοκίνητο που εξήγησες δεν το ξεχνάς. Είναι αυτό που τράβηξε όλη την απειρία του πρωτάρη, που αν είχε φωνή θα έσκουζε όπως του συμπεριφερθήκαμε και που σε γενικές γραμμές αν είχε προσωπικότητα θα ήθελε να μας ξεχάσει.
Εμείς επειδή έχουμε καλή μνήμη, είπαμε να είμαστε ειλικρινείς.
Ο Βασίλης Κουρουμιχάκης έμαθε να οδηγεί ανάποδα σε ένα Ritmo και αυτό ίσως εξηγεί το πως οδηγεί ακόμα
Βρισκόμαστε στη Λεμεσό της Κύπρου, στα τέλη της δεκαετίας του ‘90 όπου και περνάω 2 από τα εφηβικά μου χρόνια, στρατιωτικός πατέρας γαρ, και εκεί το αυτοκίνητο είναι κάτι παραπάνω από αναγκαίο μέσο. Πραγματικά δεν μπορούσες να βασιστείς με τίποτα στα ανύπαρκτα ΜΜΜ και η κατοχή αυτοκινήτου ήταν όσο απαραίτητη είναι κι ένα σπίτι. Ήταν σύνηθες για τους στρατιωτικούς εκείνη την εποχή να αγοράζουν αυτοκίνητο από την Κύπρο για φορολογικούς λόγους και αυτό σημαίνει πως πήγαιναν χωρίς αυτοκίνητο. Αυτό δεν ήταν τόσο εύκολη υπόθεση όσο ακούγεται καθώς τα αριστεροτίμονα αυτοκίνητα στην Κύπρο δεν ήταν ετοιμοπαράδοτα, και επίσης έπαιζες κορώνα-γράμματα τη ζωή σου στις προσπεράσεις.
Η λύση στο πρόβλημα είναι η προσωρινή κατοχή ενός όσο το δυνατόν φθηνότερου αυτοκινήτου. Θυμάστε τις εικόνες από την πρώτη απόσυρση μετα τα δεκάδες σάπια αυτοκίνητα να πηγαίνουν στην πρέσα ασθμαίνοντας; Έτσι ακριβώς ήταν και οι χώροι στάθμευσης όπου σύχναζαν Ελλαδίτες που αγόραζαν ότι πιο σάπιο υπήρχε για μερικούς μήνες. Ενός φίλου του πατέρα μου του το είχε σηκώσει ο δήμος γιατί το πέρασαν για εγκαταλειμμένο γιατί ήταν μια Corolla 30 χρονών με βελέντζες αντί για τεπετσαρίες. Ο πατέρας μου έδωσε κάτι παραπάνω κι επένδυσε σε ένα σφριγηλό 20χρονο Fiat Ritmo.
Aν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι η εξάτμιση ήταν τελείως σάπια και σε μια λακκούβα έφυγε η μισή δεν είχε άλλα προβλήματα, παρά την 20ετή παραμονή στη θαλασσινή υγρασία της Λεμεσού Ο πατέρας μου έμαθε να οδηγεί από την αρχή καθώς στις αλλαγές ταχυτήτων κοπανούσε το χέρι στην πόρτα (πρώτη φορά δεξιοτίμονο)και συμπτωματικά σε αυτό έμαθα κι εγώ να οδηγώ. Ήθελε απλά να ξέρω τα βασικά της χρήσης του συμπλέκτη ώστε να το πάρω σε μια στιγμή έκτακτης ανάγκης. Αλλά για μένα ήταν αρκετό, είχα μπει στον μαγικό κόσμο της οδήγησης. Ακόμα κι αν αυτό ήταν ένα Fiat Ritmo που δεν μπορούσε κανείς να ρυθμίσει σωστά το καρμπυρατέρ του λόγω υγρασίας και ακουγόταν σαν δίχρονο ντίζελ από καΐκι. Λογικά είναι εκεί που αφήσαμε, ο πατέρας μου δεν βρήκε κανέναν να το πουλήσει όταν επιστρέψαμε στην Ελλάδα.
Ο Χρήστος Κάβουρας έκανε «κόντρες» με όπισθεν με το 106
Ακόμα και σήμερα σκέφτομαι αυτό το κακόμοιρο Peugeot της μητέρας μου και τι είχε περάσει. Θα είμαι ειλικρινής, δεν τα κατάφερνα εύκολα στις αρχές με το «άσε συμπλέκτη, πάτα γκάζι» με το συγκεκριμένο αυτοκίνητο αλλά όποτε το έβαζα σε πορεία δεν σταματιόμουν και ας έλεγε η μητέρα μου ότι «είναι δύσκολο στο σταμάτα-ξεκίνα». Δεν είμαι αυτός που έτρεχε σαν τον τρελό στις ευθείες, ούτε και έχω master-κάγκουρα στις στροφές. Αν όμως έχω μια τρέλα με τα αμάξια αυτό είναι η οδήγηση με την όπισθεν.
Δεν ξέρω το γιατί, απλώς πάντα με εξιτάριζε να πηγαίνω ανάποδα και όχι σαν τον Βασίλη Κουρουμιχάκη από πάνω, αλλά να οδηγώ προς την κανονική κατεύθυνση απλώς ανάποδα (με το αυτοκίνητο πάντα. Με ορισμένους φίλους μάλιστα θέλαμε να καθιερώσουμε το ποιος θα ανέβαινε την ανηφόρα πιο γρήγορα με την όπισθεν και ίσως να το είχαμε καταφέρει αν ένας από την παρέα δεν το έριχνε πάνω σε μία κολώνα. Πάντως αυτό το Peugeot 106 ήταν «δύναμη» πραγματική και δεν απογοήτευσε ποτέ, ακόμα και αν δεν γνώριζα ότι πατώντας τόσο έντονα την όπισθεν «έκαιγα» τη μηχανή.
Ο Στέλιος Παπαγρηγορίου νοσταλγεί το φιλότιμο Χantia του πατέρα του
Το πρώτο αυτοκίνητο που οδήγησα στη ζωή μου ήταν αυτό το Citroen του πατέρα μου. Είχαμε συμφωνήσει να μου το δώσει στο χωριό να κάνω μία βόλτα. Στο γήπεδο που είχε πολύ χώρο και δεν περνούσε κανένα αυτοκίνητο. Αυτό το όχημα πιστεύω πως είναι ότι πιο καλό σε αναρτήσεις. Πραγματικά όταν το οδηγούσες ήταν λες και πετούσες. Οι αναρτήσεις του δεν έχουν ξανασυμβεί από τότε σε κανένα αυτοκίνητο που έχω οδηγήσει. Φυσικά στην αρχή ο πατέρας μου λίγο φοβόταν να μου το δώσει αλλά όταν κατάλαβε πως το είχα αμέσως με τον συμπλέκτη τότε κάπως μαλάκωσε και δεν ήταν τόσο νευρικός. Το Citroen Xantia έχει μείνει για πάντα χαραγμένο στη μνήμη μου και δεν ξέρω τελικά που κατέληξε αυτό το θαυμάσιο αυτοκίνητο. Ο πατέρας μου σαν ηλεκτρολόγος που ήταν το είχε κάνει κανονικό φορτηγάκι μιας κι έβαζε μέσα όλα τα εργαλεία της δουλειές του, τα καλώδια κι ότι άλλο έπρεπε να κουβαλήσει. Μέχρι σήμερα το θυμάμαι και το νοσταλγώ έντονα μιας και ήταν ένα από τα πιο σκυλιά και καλά αυτοκίνητα που έχω οδηγήσει. Το σαλόνι ήταν άνετο και τα πάντα μέσα του δήλωναν μία πολυτέλεια. Νομίζω πως θα το θυμάμαι για πάντα ακόμη κι αν τώρα έχει γίνει ανταλλακτικά.
Η Γωγώ Φούντα έχει φτάσει ένα εκατομμύριο χιλιόμετρα με το C1 της
Mπορεί να έχω μπει στα «άντα» εδώ και κάποια χρόνια, αλλά οφείλω να παραδεχτώ ότι κάποια πράγματα στη ζωή μου άργησα να τα κάνω. Όπως για παράδειγμα ότι πήρα το δίπλωμα στα 25 αλλά ξεκίνησα να οδηγώ σχεδόν δύο χρόνια μετά - μάλλον από βαρεμάρα. Οπότε όπως καταλαβαίνετε το πρώτο μου αμάξι είναι και τελευταίο μου -τουλάχιστον μέχρι στιγμής- και οφείλω να ομολογήσω ότι όταν έρθει η στιγμή να το αλλάξω πολύ θα ταραχτώ. Δεν είναι μόνο ότι «μου μοιάζει» όντας κόκκινο C1 και μπασμένο σαν κουβαδάκι, αλλά κυρίως ότι με την εν λόγω κούρσα… έχω περάσει μεγάλες στιγμές. Είναι το αμάξι που έχει αντέξει άπειρες στούκες-ειδικά τον πρώτο καιρό απλά έπεφτα με αυταπάρνηση στα οπίσθια ανυποψίαστων μπροστινών μου-, σύγκρουση με λεωφορείο (beat that) και φυσικά ατελείωτες ώρες χωρίς λόγο στους δρόμους της Αθήνας, είτε μόνη είτε με συντροφιά με κάποια εξίσου άσχετη φίλη.
Το αμαξάκι μου είναι γερό σκαρί γιατί έχω ξεχάσει 2-3 φορές να του κάνω σέρβις αλλά συνεχίζει να κινείται ενώ έχει κάνει το Λυκόβρυση -Περιστέρι ουκ ολίγες φορές με αναμμένο λαμπάκι. Μάλλον γιατί ξέρει ότι αν έμενα στη μέση του δρόμου απλά θα έκλαιγα χωρίς να είμαι σε θέση να κάνω την παραμικρή ψύχραιμη κίνηση. Εν ολίγοις, όπου είναι η Φούντα είναι και ο κόκκινος κουβάς της και καλά θα κάνετε να φεύγετε από το διάβα μας γιατί ακόμα και σήμερα… δεν μπορώ να πω ότι είμαι άσος στο τιμόνι.
Ο Κώστας Χρήστου έκανε φιλική δήλωση ανάμεσα στο Getz του και ένα κάδο σκουπιδιών
Ήμουν από τους τυχερούς. Έμαθα οδήγηση πάνω σε ένα Atos που είχε ο δάσκαλος και ήξερα πως όταν θα τελειώσω και θα έπαιρνα το δίπλωμα, θα με περίμενε ένα Getz που είχα συμφωνήσει να το παίρνω κάποιες μέρες από την θεία μου. Αλλά ήμουν νέος και υπερφίαλος. Παίρνεις το δίπλωμα και νομίζεις ότι τα ξέρεις όλα. Ο πατέρας μου, μου έλεγε να προσέχω στο παρκάρισμα αλλά είχα στο μυαλό μου πως από την στιγμή που ήξερα να παρκάρω με μικρό αυτοκίνητο, δεν θα συναντούσα ιδιαίτερα προβλήματα.
Το πρώτο τρακάρισμα, έγινε την πρώτη ημέρα που πήρα το αμάξι, στο πρώτο δεκάλεπτο. Δεν έγινε καν με άλλο όχημα, γιατί ήμουν ο βαρετός βορειοευρωπαίος οδηγός, που το αμάξι το είχε στο μυαλό του μόνο για μετακινήσεις και όχι για να κάνει κόντρες στα Λιμανάκια. Αποφάσισα να δοκιμάσω τις ικανότητές μου στο παρκάρισμα και για την ακρίβεια στο παρακάτω στενό. Πήρα θέση, μία βαθιά ανάσα και χωρίς δράματα, χτύπησα τον κάδο σπάζοντας το πίσω δεξί φανάρι. Μετά από ένα στόλο βρισιές, κατέβηκα και αντίκρισα την αλήθεια. Ήμουν ο μαλάκας που τράκαρε με κάδο. Αυτός ο τύπος. Που λες «ας τρακάρω, ανθρώπινο είναι, απλά μην γίνει κάτι τόσο ελεεινό». Προσπάθησα να το αφήσω πίσω μου, αλλά μέχρι και σήμερα δεν μπορώ να ξεχάσω αυτό. Έναν παππού που περνούσε πάνω σε μοτοποδήλατο με κράνος και σημαιάκι να μου φωνάζει:
«Πάρε ποδήλατο μαλακααα».