Δεν μπορεί να είμαι ο μόνος άντρας σε αυτή τη χώρα που φοβάται την συγκεκριμένη μέρα. Δεν γίνεται να είμαι ο μόνος βλάκας Έλληνας που πιστεύει σε τέτοιες αηδίες. Που κοντεύει 30 χρονών και τρέμει την Τρίτη και 13.
Κι όμως σήμερα ξύπνησα και αντί για καλημέρα, εντελώς αυθόρμητα, ξεστόμισα ένα «πω ρε πούστη».
Οι φόβοι; Ανεξήγητοι, αλλά και ανεξήγητα πολλοί. Οι προλήψεις; Ακόμη περισσότερες. Παραδείγματα; Να φαν' κι οι κότες!
Ξεκινάω με τη μαύρη γάτα. Αν τη δω φτύνω στον κόρφο μου. Το έκανα από τότε που πήγαινα δημοτικό και το κάνω ακόμα. Αν δω και δεύτερη, φτύνω δυο φορές. Όσες μαύρες γάτες δω, τόσο πιο πολύ μοιάζω με μπεκ. Σελαντλία οδοντιάτρου χρειάζομαι.
Άλλο; Νύχια. Ποτέ Τρίτη, ποτέ των ποτών Τρίτη και 13! Ειδικά αν εκείνες τις μέρες υπάρχει κάτι σημαντικό, ένας αγώνας, ένα ραντεβού επαγγελματικό ή προσωπικό, τότε είναι που δεν κόβω ούτε παρανυχίδα!
Για γρουσούζηδες φίλους δεν το συζητώ. Έχω κάποιους συγκεκριμένους που τους έχω στο μάτι. Έχει τύχει με πάρει τηλέφωνο φιλαράκι για να μου ευχηθεί για κάτι άσχετο και δεν του το σήκωσα επειδή την ίδια μέρα έπαιζε η ομάδα μου. Και χάσαμε! Τότε ήταν που κατάλαβα πως ακόμα και η αναπάντητη ήταν αρκετή για την ήττα.
Οι προλήψεις είναι η καλύτερη δικαιολογία. Δεν φταίμε ποτέ εμείς, μόνο η κακή μας η τύχη ή οι γκαντέμηδες οι φίλοι μας. Έτσι, λοιπόν, κάθε Τρίτη (ή και Τρίτη ) και 13 έχει διττή σημασία για εμένα. Είναι μία μέρα που με φοβίζει, αλλά και μία μέρα χωρίς ευθύνες. Πήγα στρατό, πήρα πτυχίο, έμαθα να μαγειρεύω, κοντεύω τα «άντα» κι ακόμη πιστεύω ότι η συγκεκριμένη μέρα ευθύνεται για κάθε στραβό που θα μου τύχει εντός 24ώρου. Καμιά φορά και εκτός. Μπορεί να έχει βραδιάσει δηλαδή και να σκέφτομαι «τη γλίτωσα ο μπαγάσας», να σκάει μετά μια αναποδιά και να λέω «α ΟΚ, απλά με είχε αφήσει τελευταίο».
Κρατάει χρόνια αυτή η κολώνια
Μια τέτοια μέρα ήταν που είχα πάει στη σχολή για να δω ένα μάθημα που είχε βγει. Κοιτάζω στον πίνακα ανακοινώσεων, βρίσκω το όνομά μου, 4. Κόπηκα. Όχι που δεν θα κοβόμουν τέτοια μέρα, λέω. Λες και ο καθηγητής είχε διορθώσει το γραπτό εκείνη τη μέρα. Λες και με είχε περάσει, αλλά κάποια αόρατη δύναμη άλλαξε τον βαθμό.
Παλιά η κατάστασή μου ήταν ακόμη πιο τραγική καθώς κρατούσα σημειώσεις στο μυαλό μου για το πώς εξελίσσεται η μέρα. Α έγινε αυτό, έγινε κι εκείνο, σύνολο τέσσερις αναποδιές. Ήταν η ίδια ηλικία που είχα τσακωθεί με μία πρώην τέτοια μέρα. Στο τέλος του καβγά λέω, «α ρε συ είναι Τρίτη και 13 γι’ αυτό τσακωθήκαμε». Άκου τώρα λογική ανθρώπου. Δηλαδή να έρθει π.χ. να σου πει η κοπέλα σου «χωρίζουμε», να σου πει το αφεντικό σου «απολύεσαι», να σου πει η τράπεζα «ωραίο σπίτι, σας το παίρνουμε» κι εσύ να πας την επόμενη σε όλους αυτούς και να τους πεις «παιδιά εντάξει τώρα; Είναι Σάββατο και 14. Να το ξαναδούμε λίγο το θέμα μας;»
Κι εντάξει παλιά. Αλλά εδώ πάμε για 30. Άλλοι φίλοι μου κουβαλάνε τα πιτσιρίκια τους στην πλατεία κι εγώ κουβαλάω σκόρδα και κομποσκοίνια. 30 χρονών γαϊδούρι. Το κακό είναι πως έχω επίγνωση της βλακείας μου, αλλά δεν μπορώ με τίποτα να αποσπαστώ από αυτή τη ρετσινιά. Ίσως να φταίει η μάνα μου που όταν ήμουν μικρός και μού έραβε ένα κουμπί στο παντελόνι μού έλεγε «τώρα αγόρι μου πρέπει να βάλεις το δάχτυλο στο στόμα για να μην πάει γρουσουζιά». Ή φώναζε «Χρηστάκη, όχι μέσα τα νύχια, βγες έξω!». Και κάπως έτσι κατάντησα να προετοιμάζομαι για τα χειρότερα κάθε Πέμπτη βράδυ 12 του μήνα!
Άντε καλό υπόλοιπο ημέρας, αν και δεν το βλέπω... Φτου-φτου...