Το τέταρτο μεγαλύτερο νησί της χώρας και το τρίτο πολυπληθέστερο έχασε το ένα τρίτο της επιφάνειάς του. Όχι δεν το έχασε από κάποια τουρκική εισβολή όπως πριν 49 χρόνια η Κύπρος, απλά χάθηκε από μια φωτιά που δεν μπορέσαμε ούτε να προβλέψουμε, ούτε να αντιμετωπίσουμε. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά δεν είμαστε σίγουροι ότι τα άλλα δύο τρίτα είναι ασφαλή.
Οι εικόνες από την τεράστια κινητοποίηση εκκένωσης ενός πλήθους 20.000 έκαναν τον γύρο του κόσμου αφήνοντας ανάμεικτα συναισθήματα. Το ότι δεν χάθηκε ούτε μία ανθρώπινη ζωή μας άφησε έναν αναστεναγμό ανακούφισης, αλλά όλο το υπόλοιπο θέαμα δεν μπορεί παρά να μας δημιουργεί πολλά νέα ερωτήματα χωρίς απάντηση, όχι γιατί είναι ρητορικά, αλλά γιατί δεν μπορούμε να τα απαντήσουμε.
Έχουμε πάψει πια να μιλάμε για εμπρηστές, καλώδια, απερίσκεπτους που καίνε ξερά, πυρομανείς, πράκτορες και οικοπεδοφάγος. Είναι πια ένα φυσικό φαινόμενο, το έχουμε αποδεχτεί σαν τέτοιο. Αυτό μας έχει κάνει να μην έχουμε απαιτήσεις από την πολιτεία, αλλά και από τον ίδιο μας τον εαυτό. Μικρή σημασία έχει αν καθαρίζονται ή όχι τα δάση, έτσι κι αλλιώς με τις συνθήκες αέρα, ξηρασία και θερμοκρασίας που επικρατούν πλέον, όλα εύφλεκτα είναι.
Αυτή η αίσθηση παραίτησης και ανημπόριας δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την κατάσταση και υπονομεύει τον όποιο σχεδιασμό υπάρχει ακόμα και είναι σε ήδη σε ισχύ. Οι παρατεταμένοι καύσωνες με ξηρασία που έχουν οδηγήσει στο φαινόμενο να έχουμε κάθε Ιούλιο μεγάλες πυρκαγιές σε όλη τη χώρα που δεν μπορούμε να τις εμποδίσουμε, μας κάνουν αργά με σταθερά βήματα να νομίζουμε ότι ένα φαινόμενο σαν μία καταιγίδα ή έναν σεισμό. Φαινόμενα που δεν μπορούμε να προβλέψουμε ή να εμποδίσουμε, αλλά μόνο να διαχειριστούμε.
Από το Μάτι και τα Τέμπη, όλη η πρόνοια της πολιτείας, στην οποία συνηθίζουμε, είναι μια διαχείριση καταστροφής και πόνου. Ίσως είναι κάτι που μας κληροδότησε η κρίση. Μια αίσθηση ότι ζούμε σε ένα διαρκώς κρισιακό περιβάλλον, το περίφημο permacrisis που δεν αφορά πια μόνο την οικονομία, αλλά και το περιβάλλον και κάθε άλλη πτυχή της ζωής μας.
Τώρα όμως που βλέπουμε εκτός από το δάσος να χάνουμε να πλήττεται και ο τουρισμός βλέπουμε ότι όλα συνδέονται με κάποιο τρόπο, σαν μια αλληλουχία φαύλων κύκλων που αυτοτροφοδοτούνται. Το ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά στον τουρισμό με τον τρόπο που έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια, τα κενά στις θέσεις εργασίας και τις κακές ειδήσεις που βγαίνουν συνέχεια στην επιφάνεια με τα κακώς κείμενα της βαριάς βιομηχανίας, ήταν σαν να περίμεναν τον συνδετικό κρίκο των πυρκαγιών για να φανεί ότι το matrix κρίσης στο οποίο ζούμε δεν έχει αφήσει τίποτα εκτός αυτού.
Ακόμα και το ότι έγιναν πολλές καταγγελίες για χρέωση εισιτηρίων και διοδίων σε όσους εγκατέλειψαν πληγείσες περιοχές δεν είναι δείγμα κάποιας αγυρτίας. Είναι δείγμα μιας νέας κανονικότητας, η εκκένωση είναι μια ακόμα μετακίνηση στη ζωή μας πλέον και έτσι μπαίνει στους ίδιους κανόνες με αυτούς που μπαίνει κάθε άλλη μετακίνηση. Όσο για τα δάση που χάνονται; Μαζί τους χάνονται και κομμάτια από μια Ελλάδα που δυστυχώς δεν φαίνεται να επανέρχεται σύντομα.