Όλοι έχουμε μια ιστορία από τα χιόνια

H «Μήδεια» ξυπνάει αναμνήσεις και οι συντάκτες του Ratpack μοιράζονται μια σύντομη ιστορία που έχουν περάσει στο χιόνι.

Η «Μήδεια» τελικά το έκανε το θαύμα της και μας έκλεισε στα σπίτια μας για τα καλά. Το χιόνι απλώθηκε παντού και ο κόσμος βλέπει από τη ζεστασιά του σπιτιού του ένα απέραντο και λευκό τοπίο, ίσως το πιο βαρύ των τελευταίων ετών στη χώρα. 

Παρακολουθώντας τις νιφάδες να έχουν κατακλύσει τους δρόμους, στο Ratpack αναπολύσαμε ημέρες που ήμασταν μικροί και παίζαμε με τους φίλους μας χιονοπόλεμο, κατασκευάζαμε χιονανθρώπους και παίρναμε σβάρνα τα έλκυθρα, ωστόσο συνειδητοποιήσαμε ότι υπάρχουν και ορισμένοι που ακούνε χιόνι και τους γυρίζει το μάτι, καθώς δεν τους ξυπνάει και ιδιαίτερα θετικές σκέψεις από το παρελθόν.

 

 

Στην ουσία όμως όλοι μας είχαμε μια ιστορία να πούμε σχετικά με χιόνι και αυτές είναι που συγκεντρώσαμε παρακάτω. Είτε θετικές, είτε και όχι. 

 

 

O Στέλιος Παπαγρηγορίου παραλίγο να καταλήξει στο νοσοκομείο

Την πρώτη φορά που με πήγαν οι γονείς σε χιόνι νομίζω πρέπει να ήμουν γύρω στα 7. Στη Κρήτη δεν βλέπεις συχνά χιόνι και μόνο στα βουνά, οπότε ο πατέρας μου πήρε το αυτοκίνητο και πήγαμε όλοι μαζί στο Λασίθι. Το πρώτο πράγμα που αισθάνθηκα όταν αντίκρυσα τόσο πολύ λευκό νομίζω ήταν ένα δέος ανεπανάληπτο, μία σιωπή που μπήκε μέσα μου χωρίς να το καταλάβω εκείνη τη στιγμή. Ήταν λες κι όλα είχανε χάσει τον ήχο τους κι εγώ έπλεα μέσα σε μία λευκή θάλασσα που τίποτα κακό δεν μπορούσε να συμβεί σε κανέναν. Από τότε κάθε φορά που χιόνιζε ο πατέρας μου με πήγαινε με το αυτοκίνητο στο βουνό να φτιάξουμε τον πατροπαράδοτο χιονάνθρωπο μας, ο οποίος καθόταν στο καπό του αυτοκινήτου κι έλιωνε απολαυστικά όσο γυρνούσαμε στο σπίτι. Η πρώτη όμως εκείνη φορά θα μου μείνει αξέχαστη.

 

 

Όταν βλέπεις και βιώνεις κάτι τόσο πρωτοφανές είναι σαν να γεννιέσαι ξανά. Μία δεύτερη αξέχαστη εμπειρία με χιόνι ήταν πρόσφατα σχετικά όταν χιόνισε το 2017 στην Αθήνα. Εγώ βρισκόμουν στο Βύρωνα μιας κι εκεί έμενα εκείνο τον καιρό και είχε τύχει εκείνο το βράδυ να κάνουμε ένα μικρό πάρτι στο σπίτι με φίλους. Όταν βγήκα έξω, εννοείται εντελώς μεθυσμένος, για να δω και καλά το χιόνι, τελικά ήμουν τυχερός που γύρισα σώος στο σπίτι. Έπεσα σε μία γωνία του δρόμου και με περιμάζεψε ένα υπάλληλος του δήμου που εκείνη την ώρα άδειαζε με το απορριμματοφόρο τα σκουπίδια. Στην τρίχα την είχα γλιτώσει να με πατήσει κάποιο αυτοκίνητο. Από τότε το χιόνι συνδυάζει για μένα την απόλυτη σιωπή του κόσμου αλλά την ίδια στιγμή και κάτι το θανατηφόρο που αν δεν προσέξεις μπορεί να σε σκοτώσει πολύ άνετα.

 

 

Ο Κώστας Χρήστου χάθηκε κάπου στα Χάιλαντς φτιάχνοντας χιονάνθρωπο με τον πατέρα του

Τρεις φορές το έχει στρώσει στην περιοχή μου. Ίσως και τέσσερις αλλά ήμουν πολύ πιτσιρικάς για να το θυμάμαι. Στη Σκωτία όμως όπου πηγαίναμε στους συγγενείς μας, είχε χιόνι και μάλιστα πολύ. Ο χιονάνθρωπος για τους Σκωτσέζους και τους Βρετανούς δεν είναι συνήθεια. Δεν το αντιμετωπίζουν με την χαρά που το βλέπεις εδώ ή στις χολιγουντιανές ταινίες. Όχι επειδή δεν το θέλουν ή είναι μονόχνωτοι, αλλά επειδή δεν το καταλαβαίνουν. Γιατί να ενδιαφερθείς για χιόνι στα Χάιλαντς, όταν από το Νοέμβρη μέχρι τον Ιανουάριο το βλέπεις να στρώνει την γη αδιάκοπα; 

Έτσι με τον πατέρα μου, ήμασταν οι περίεργοι Έλληνες. Που έπαιρναν χιόνι με τα γάντια, που έχτιζαν χιονάνθρωπο και ταυτόχρονα την ευτυχία τους. Που οι χούφτες χιονιού που σχημάτιζαν το κεφάλι και το σώμα, ήταν μία πανέμορφη στιγμή ανάμεσα σε πατέρα με γιο, που μόνο κάτι τόσο αγνό όσο το χιόνι θα μπορούσε να καλύψει. Δεν υπήρχε συγκεκριμένη ημέρα ή ώρα. Υπήρχε μόνο διάθεση. Και αυτή δεν τελείωνε ποτέ. Οι δικές μου αναμνήσεις στο χιόνι, ήταν ακόμη μία κορυφαία στιγμή με τον πατέρα μου.

 

 

Κάθε φορά που βλέπω χιονισμένες βουνοκορφές, κάθε φορά που βλέπω φωτογραφίες στο Instagram και που ταξιδεύω σε μέρη με χιόνι, θυμάμαι τους χιονανθρώπους που έφτιαχνα με τον πατέρα μου. Κάπου εκεί, χαμένοι στο χρόνο και στις βουνοκορφές της Σκωτίας, τους φτιάχνομαι ακόμα. Κάποια μέρα, θα τους ξαναφτιάξουμε μαζί.

 

 

Ο Βασίλης Κουρουμιχάκης κατάγεται από τον Έβρο και σιχαίνεται το χιόνι

Αν οι διαφημίσεις των τρίπατων  και ζουμερών burger είναι η μεγαλύτερη απάτη του marketing, το χιόνι είναι η δεύτερη μεγαλύτερη. Δηλαδή πραγματικά, εκτός χιονοδρομικών κέντρων, τι το ωραίο έχει το χιόνι; Δεν μιλάω για αυτό το ψευτόπραμα που λέμε χιόνι όταν ρίχνει 7 νιφάδες στην Αθήνα, λέω για το χιόνι το κανονικό, το ορθόδοξο. Στο χωριό μου στον Έβρο όταν λένε «έριξε χιόνι» εννοούν ότι φτάνει σε ύψος τουλάχιστον μέχρι τη μέση και δυσκολεύεσαι να περπατήσεις. 

Κάτω από αυτή την επίπλαστη λευκή απαλότητα κρύβεται ένας σκληρός και γρίζος πυρήνας ο οποίος στην καλύτερη περίπτωση είναι απλά ολισθηρός, στην χειρότερη κρύβει μια λακούβα παγωμένης λάσπης. Το δυσάρεστο συναίσθημα της πτώσης μέσα σε μία τέτοια συγκρίνεται μόνο με το ξαναδώσεις πανελλήνιες. 

 

 

Αυτό που έγινε γνωστό τώρα ως social distancing, εκεί είναι οργανωμένο lifestyle. Παίρνεις αγκαλιά τη σόμπα, το τζάκι, το καλοριφέρ ή έναν πυρηνικό αντιδραστήρα από το Κοζλοντούι και περιμένεις. Όσο περιμένεις θυμάσαι ότι το χιόνι σιγά-σιγά μετατρέπεται σε πάγο που μπορεί να καταστρέψει τις σωληνώσεις της ύδρευσης. Μετά θυμάσαι ότι το χιόνι που κάθεται στα κουφώματα μπορεί να τα σαπίσει. Το χιόνι που σχηματίζει έναν φράχτη με το που ανοίξεις την εξώπορτα θα μπει με τη μορφή παγωμένου νερού μέσα στο σπίτι όταν αρχίσει να λιώνει. Πρέπει να βγεις έξω με θερμοκρασίες υπό το μηδέν και να φτυαρίσεις. Να φτυαρίσεις πολύ χιόνι και να προλάβεις τον σχηματισμό πάγου. 

Καταλαβαίνω ότι για πολλούς είναι πολύ γοητευτική η εικόνα του στρωμένου χιονιού αλλά είναι μια εξιδανίκευση επειδή οι περισσότεροι την προσεγγίζουν ως εξωτική εικόνα, με τον ίδιο τρόπο που ένας Δανός χαίρεται με την ελληνική ηλιοφάνεια μέχρι να πάθει εγκαύματα. Μπορεί για κάποιους να είναι ευκαιρία να μην πάνε στη δουλειά ή ακόμα περισσότερο για κάποια παιδιά να μην πάνε σχολείο και να βγουν έξω και να παίξουν χιονοπόλεμο και να φτιάξουν χιονάνθρωπο. Για μένα όμως το χιόνι δεν έχει καμία γοητεία, θα μου θυμίζει για πάντα τη γιαγιά μου να προσπαθεί να ανοίξει δρόμο από το σπίτι στην αποθήκη για να πάρει ξύλα για τη σόμπα. 

 

 

Η Γωγώ Φούντα έχει καθε λόγο να «φουντώνει» όταν βλέπει χιόνι

Σιχαίνομαι το χιόνι. Βασικά θα το αγαπούσα αν το χάζευα από ένα ζεστό δωμάτιο ξενοδοχείου σε χειμερινό θέρετρο. Επειδή όμως το χαζεύω από το σπίτι μου ενώ παράλληλα δουλεύω και η παραμικρή μετακίνησή μου μπορεί να δυσκολέψει διότι στην Ελλάδα αν πέσει μία νιφάδα παραλύουν τα πάντα, δεν ντρέπομαι να πω ότι θα προτιμούσα να μην υπήρχε ως φυσικό φαινόμενο και πέστε να με φάτε. Την πεποίθησή μου αυτή ενισχύει και περιπέτειά μου, προ 15ετίας, όταν για ακόμη μία φορά είχε χιονίσει για λίγες ώρες και η χώρα ήταν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Έχοντας μεγαλώσει κοντά σε βουνό-ως άλλη Χάιντι πιθανότατα- ο πάγος στους δρόμους καθιστούσε τη μετακίνησή μας, ακόμα και μέχρι το περίπτερο, τουλάχιστον επικίνδυνη.

Εγώ ωστόσο ως νέο και ατρόμητο παιδί που ήμουν, αψήφισα τις προειδοποιήσεις και αποφάσισα να επισκεφθώ την κολλητή μου λίγα στενά πιο πάνω. Να σημειωθεί ότι οι δρόμοι στα μέρη μου είναι αποκλειστικά ανηφορικοί ή κατηφορικοί-όπως το πάρει κανείς-. Το αποτέλεσμα ήταν να γλιστρήσω στον πάγο, να πιαστώ τελευταία στιγμή από μία καγκελόπορτα και απλά να βαστιέμαι φωνάζοντας για αρκετή ώρα μπας και με ακούσει κανείς.

 

 

 

Δε θυμάμαι αν τελικά ήρθε βοήθεια ή έφυγα μόνη μου τσουλώντας, αλλά θυμάμαι ότι αυτή την ιστορία δεν τη μοιράστηκα με κανέναν από ντροπή. Μέχρι σήμερα που δεν ντρέπομαι πια γιατί είδα πάλι χιόνι και φούντωσα!

 

 

Ο Χρήστος Κάβουρας βρήκε έλκυθρο και το μετέτρεψε σε... wakeboard! 

Η αλήθεια είναι ότι κάποτε αυτά τα ελκυθράκια είχαν μια χρησιμότητα. Τότε που με τους φίλους είχαμε ύψος γύρω στο 1μιση μέτρο, τα καβαλούσαμε από την κορυφή του βουνού και φεύγαμε σφαίρα στην κατηφόρα. Με τα χρόνια όμως, λόγω μεγέθους αυτά τα θρυλικά έλκυθρα άρχισαν να γνωρίζουν την τριβή και σταδιακά δεν τσουλούσαν με τίποτα ακόμα και αν βρισκόσουν σε κατηφόρα με κλίση ορθής γωνίας. Παρόλα αυτά δεν είχαν πει ακόμα την τελευταία τους λέξη. 

 

elkythro

 

Ήταν το 2012 θυμάμαι όταν η Αττική καλύφθηκε μια μέρα ξαφνικά από το χιόνι και όπως είπε και η Γωγώ Φούντα από πάνω «όλη η Ελλάδα παρέλυσε». Όχι όμως η παρέα. Έχοντας τον Νίκο να μας κάνει μόστρα που είχε τότε το Wrangler και μπορούσε να πάει παντού αποφασίσαμε παρέα με τον Μιχάλη και τον Αλέξανδρο να βιώσουμε καλοκαιρινές περιπέτειες σε χειμερινό τοπίο. Φορτώσαμε τα έλκυθρα στην πλάτη, πήραμε και ένα σχοινί για θαλάσσιο σκι και πήγαμε στην κορυφή του σκεπασμένου με χιόνι Υμηττού. 

Η μετατροπή του Wrangler σε χιονοδρομικό Chris-Craft και του ελκύθρου σε άτυπο wakeboard (κουλούρα ή Ski-Bob, όπως θέλετε πείτε το) έδινε χρώμα στον κάτασπρο Υμηττό. Και επειδή είχαμε το ψώνιο μέσα μας προφανώς και το βιντεοσκοπήσαμε. Ας είναι καλά ο Μιχάλης -ο «γέρος» που φωνάζω στο βίντεο- που είχε την όρεξη να κυνηγάει μέσα στο χιόνι εμένα και το Wrangler για μια καλή λήψη. 

 

 

 

O Δημήτρης Δρίζος θυμήθηκε παλιούς έρωτες

Εγώ γενικά φαν του χιονιού δεν είμαι, δεν βλέπω το λόγο γιατί να τρώω το κρύο της αρκούδας και να μουδιάζουν τα χέρια μου και μάλιστα να το θεωρώ και διασκεδαστικό. Αφού ξεκαθάρισα τη θέση μου, προχωράω στα στόρι από τα χιόνια. 

Έχω δυο ιστορίες: Η μια ήταν το μακρινό 2004, όταν είχε ρίξει πολύ χιόνι. Πάρα πολύ χιόνι. Άπειρο χιόνι. Ήταν μόλις τα είχα φτιάξει με μια κοπέλα (η σχέση μας τελείωσε 10 χρόνια μετά) και ήθελα να της πάρω κάτι για του Αγίου Βαλεντίνου. Όλα κλειστά και το μοναδικό μαγαζί ανοιχτό στο Escape στο Ίλιον. Και κόβω ΟΛΗ τη Λεωφόρο Δημοκρατίας από το Μενίδι στο Ίλιον και πίσω. Μιλάμε για 5 χιλιόμετρα απόσταση πήγαινε και άλλο τόσο στο γύρνα, ποδαράτος. Για την ιστορία, το δώρο εντυπωσίασε, αυτή τώρα είναι παντρεμένη με ένα κοριτσάκι και εγώ κάθομαι και σας λέω ιστορίες αναπολώντας τα κρυοπαγήματα εκείνης της ημέρας.

 

 

Η δεύτερη ιστορία, έχει να κάνει με τον ίδιο χιονιά και το λυκόσκυλο που είχαμε, τον Χανς, ο οποίος πέρασε τέλεια, σέρνοντάς όλη τη γειτονιά με ένα έλκυθρο που είχαμε φτιάξει με κάτι σανίδες και από καθαρή τύχη δεν σπάσαμε πόδια και χέρια μιας και για να το κάνουμε ακόμη πιο σίγουρο πως θα επισκεφτούμε το ΚΑΤ, είχαμε πάει σε μια κατηφόρα. Εκείνο το βράδυ μετρήσαμε πολλά μέτρα με τα μούτρα, την πλάτη, τα οπίσθια, την ίδια ώρα που ο σκύλος είχε παλαβώσει.

 



©2016-2024 Ratpack.gr - All rights reserved