Ο Λεμπρόν Τζέιμς δεν είναι απλά ένας τεράστιος αθλητής, ένας υπεραθλητής για την ακρίβεια, που έχει κατακτήσει πρωταθλήματα, ατομικούς τίτλους και – κυρίως – το σεβασμό εκατομμυρίων ανθρώπων. Είναι παράλληλα κι ένας ευαισθητοποιημένος άνθρωπος και οικογενειάρχης, με εκατομμύρια followers στα social media, που δεν διστάζει να πάρει ξεκάθαρη θέση για κοινωνικά ζητήματα, όταν κρίνει ότι έχει κάτι να πει. Το «Black Lives Matter» για παράδειγμα, ήταν (και είναι) ένα θέμα που τον «άγγιξε» κι εκείνος με τη σειρά το «άγγιξε», χωρίς να φοβάται μην τον κάψει ή τον κάνει να χάσει ακόλουθους. Και υποψιάζομαι ότι ασχολήθηκε ενεργά με το συγκεκριμένο θέμα όχι απλά επειδή είναι μαύρος και είναι ένα θέμα που αφορά στον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι μαύροι στις ΗΠΑ, αλλά επειδή νιώθει την «ευθύνη» που έχει, ως ένας προβεβλημένος αθλητής και άνθρωπος απέναντι στην κοινωνία.
Ο Ζλάταν Ιμπραϊμοβιτς είναι κι αυτός ένας «τεράστιος» αθλητής και μια πολύ χαρισματική προσωπικότητα. Λίγο πριν τα 40, συνεχίζει να κάνει πράγματα σχεδόν αδιανόητα, ακόμα και για 30ρηδες ποδοσφαιριστές και παράλληλα δεν σταμάτησε ποτέ στη ζωή και την καριέρα του να μιλάει για ό,τι του έκανε κέφι. Βέβαια, τις περισσότερες φορές που βγήκε να πει κάτι, συνήθως τα λόγια του αφορούσαν στον εαυτό του και το μεγαλείο του – είτε «τρόλαρε το σύμπαν», είτε τα εννοούσε, είτε παθαίνει «κρίσεις μεγαλείου», το θέμα είναι πως ο Ζλάταν μιλάει για τον Ζλάταν πιο συχνά απ’ ό,τι μιλάνε οι υπόλοιποι άνθρωποι για το Ζλάταν.
Η βεντέτα μεταξύ τους
Πριν από περίπου 7 μήνες μάλιστα, ο Ζλάταν σχολίασε την τάση μεγάλων αθλητών να σχολιάζουν κοινωνικά θέματα, όπως κάνει ο Λεμπρόν: «είναι φαινόμενο, αλλά δεν μου αρέσει όταν αθλητές μιλούν για πολιτικά. Μείνε σε αυτό που είσαι καλός. Παίζω ποδόσφαιρο επειδή είμαι καλύτερος σε αυτό, δεν είμαι πολιτικός». Μια μέρα αργότερα, ο Λεμπρόν σήκωσε το γάντι και απάντησε στο Ζλάταν: «στο τέλος της ημέρας δεν θα βγάλω το σκασμό για πράγματα που είναι λάθος. Μιλάω για τους ανθρώπους μου, μιλάω για ισότητα, για κοινωνική δικαιοσύνη, για το ρατσισμό, για να ψηφίζει κάποιος, για όσα γίνονται στην κοινότητά μας». Για να απαντήσει ξανά ο Ζλάταν σε πρόσφατη συνέντευξη στο «France Football» και να πει περίπου τα ίδια με αυτά που είχε πει τον Φεβρουάριο: «οι πολιτικοί χωρίζουν τους ανθρώπους. Το ποδόσφαιρο στον κόσμο μου, τους ενώνει. Πρέπει να κάνουμε μόνο αυτό, στο οποίο είμαστε καλοί».
Πριν τοποθετηθεί ξανά ο Λεμπρόν επί του θέματος, μπορούμε να πάρουμε θέση εμείς. Υπέρ της άποψης του ενός ή του άλλου. Να αποφασίσουμε αν θέλουμε τους αθλητές – και ειδικά τους σπουδαιότερους – να ασχολούνται μόνο με το άθλημά τους, τους χορηγούς τους, τους φανς τους, τα αυτοκίνητα και τα σπίτια τους. Ή θέλουμε να τους βλέπουμε και να τους ακούμε να τοποθετούνται σε μεγάλα κοινωνικά ή πολιτικά θέματα, που ταλανίζουν μια χώρα ή απλώνονται σε όλο τον κόσμο.
Προσωπικά, επιθυμώ το δεύτερο
Όχι φυσικά έναν αθλητή που να πετάγεται συνέχεια και να μιλά για το οτιδήποτε, απλά και μόνο για να πει κάτι, ούτε ανθρώπους που γράφουν για πράγματα για τα οποία δεν γνωρίζουν σχεδόν τίποτα, για να πάρουν likes ή followers στο instagram. Αλλά για σημαντικά γεγονότα, για φαινόμενα ρατσισμού ή σεξισμού, για πολέμους και σφαγές αμάχων, για την οπλοκατοχή ή την πείνα στη χώρα τους ή σε μια γωνιά του πλανήτη που δοκιμάζεται, θα ήθελα πολύ να τους «ακούσω». Και να δω κατά πόσον μια δική τους τοποθέτηση, μπορεί να βοηθήσει να πάρει μπρος ένας δημόσιος διάλογος.
Είναι ένα από τα προσωπικά μου παράπονα, που τόσα χρόνια στην Ελλάδα, οι πιο προβεβλημένοι Έλληνες αθλητές, σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ κυρίως, σπάνια ή ποτέ δεν πήραν θέση για σημαντικά κοινωνικά ή πολιτικά ζητήματα. Προς τη μια ή την άλλη πλευρά, καθένας όπως κρίνει και επιθυμεί – στο χειροκρότημα ή στη γιούχα κρίνονται όλοι. Κάθισαν αναπαυτικά (οι περισσότεροι) στα συμβόλαια και τους χορηγούς τους, στην ασφάλεια της διασημότητάς τους, αποφεύγοντας να τοποθετηθούν μην τυχόν και πέσουν σε καμιά λακκούβα, μην τυχόν και «τρακάρουν» με κάποιον χορηγό, μην φέρουν σε δύσκολη θέση τις ομάδες τους. Και κάπως έτσι, έχασαν την ευκαιρία να ξεκινήσουν έναν δημόσιο διάλογο, να επηρεάσουν ενδεχομένως κόσμο που τους θαυμάζει ή να κάνουν αυτό τον κόσμο να μάθει κάτι, να ενημερωθεί, γύρω από πράγματα που μπορεί να αγνοούσε παντελώς.