Η 11η Σεπτεμβρίου του 2001 είναι από εκείνες τις ημέρες που θυμάσαι ακριβώς τι έκανες, όσα χρόνια κι αν περάσουν. Εκείνη η στιγμή που είδαμε για πρώτη φορά τον πρώτο από τους δίδυμους πύργους του World Trade Center στις φλόγες και πριν καλά καλά προλάβει το μυαλό μας να επεξεργαστεί αυτό που βλέπει, ένα δεύτερο αεροπλάνο πέφτει πάνω στον δεύτερο για να ολοκληρωθεί η τραγωδία. Το σοκ κράτησε τόσο πολύ που πέρασαν μέρες για να τεθεί το μεγάλο ερώτημα, «Και τώρα, τι;»
Η αρχή του 21ου αιώνα διάλεξε μια τραγωδία χιλιάδων νεκρών για να απαντήσει στην αυθάδεια του Francis Fukuyama που προέβλεπε το τέλος της ιστορίας με την πτώση του τείχους του Βερολίνου. Μόλις 20 χρόνια κράτησε η ιδιότυπη Pax Americana ως δόγμα μικρής έκτασης στρατιωτικών επεμβάσεων. Μονόπρακτοι μονόλογοι στρατιωτικής ισχύος της μοναδικής υπερδύναμης που είχε απομείνει στον πλανήτη που κατέβηκαν σε μια στιγμή και ο κόσμος που άφησε αυτή η στιγμή, σήμερα μετά από άλλα 22 χρόνια είναι καιρός να αποτιμηθεί.
Η ιστορία δεν έχει βαρεθεί να παίζει περίεργα παιχνίδια γύρω από αυτό το γεγονός και φέτος η θλιβερή επέτειος της 11/9 βρίσκει για πρώτη φορά το Αφγανιστάν στο ίδιο σημείο με εκείνο της επίθεσης, χωρίς καμία αμερικανική στρατιωτική παρουσία στην χώρα και με τους Ταλιμπάν στην εξουσία.
Η παταγώδης στρατιωτική επέμβαση των Αμερικανών στην κεντρασιατική αυτή χώρα, επιβεβαίωσε τον τίτλο της ως το νεκροταφείο των αυτοκρατοριών. Πριν από τις ΗΠΑ είχαν προσπαθήσει να το δαμάσουν η Μεγάλη Βρετανία και η Σοβιετική Ένωση. Ειδικά για την ΕΣΣΔ ήταν τόσο οδυνηρή η εμπειρία που δεν έγινε μόνο μια εκδοχή ενός «Σοβιετικού Βιετνάμ» αλλά επιτάχυνε ως καταλύτης τη φθορά που έφερε τελικά και τη διάλυσή της.
Δεν χρειάστηκε να περάσει πολύς καιρός από τη στιγμή που ο τότε πρόεδρος Bush έδειξε με το δάχτυλο τη χώρα που έπρεπε να πληρώσει το τίμημα για να αρχίσουν οι Αμερικανοί να αναρωτιούνται: «Τι ακριβώς κάνουμε στο Αφγανιστάν;»
Μια ακόμα πιο παράλογη στρατιωτική επέμβαση, αυτή στο Ιράκ λίγο αργότερα θα εκτροχίαζε την οποιαδήποτε αναζήτηση λογικής στον τρόπο που η Αμερική είχε διαλέξει να φέρεται ως μοναδική υπερδύναμη. Αναζητώντας ψήγματα λογικής και δεδομένων θα επιχειρήσουμε να πιάσουμε το νήμα από την αρχή των γεγονότων που άλλαξαν για πάντα τον κόσμο.
Η κυβέρνηση Bush δεν είχε κρύψει την πρόθεσή της από την πρώτη στιγμή που σχηματίστηκε, να επέμβει στρατιωτικά στο Ιράκ και να απαλλαγεί από την ενοχλητική παρουσία του Saddam Hussein. Σε μεγάλο βαθμό η κυβέρνηση αυτή έμοιαζε με reunion της κυβέρνησης του πατέρα του,, ήταν απολύτως λογικό να θέλει να επιστρέψει και να ολοκληρώσει τη δουλειά που άφησε στη μέση με τον Πόλεμο του Κόλπου στην αυγή του νέου κόσμου που ξημέρωνε μετά την πτώση του τείχους.
Το Ιράκ όμως δεν ήταν μια περίπτωση σαν τον εμφύλιο της Γιουγκοσλαβίας ή το Κόσοβο. Μια μικρής έκτασης επέμβαση, χωρίς “boots on the ground” απλά θα προσέθετε ένα ακόμα επεισόδιο στο πολεμικό saga της Μέσης Ανατολής. Οι μεγάλες στρατιωτικές επεμβάσεις όμως χρειάζονται και μεγάλες αφορμές που ο Saddam ήταν αρκετά έξυπνος για να μην τις ξαναδώσει μετά επέμβαση στο Κουβέιτ που παραλίγο να τον καταστρέψει.
Στον ρόλο του χρήσιμου ηλίθιου που θα έδινε την αφορμή βρέθηκε ένας πρώην φίλος των ΗΠΑ, ο Osama Bin Laden. Ο κάποτε ευκατάστατος Σαουδάραβας άντρας που ζούσε πλέον σε σπηλιές και καταφύγια, είχε βρει το νόημα της ζωής του στην πιο ακραία έκφραση του ουαχαμπιτικού Ισλάμ και είχε παίξει καθοριστικό ρόλο στον πόλεμο φθοράς που υπέστη η ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν.
Οι ακριβείς λόγοι που οδήγησαν στην απόφαση του χτυπήματος της 11/9 από την Αλ Κάιντα δεν έχουν εξακριβωθεί ακόμα και αυτό είναι πηγή που τροφοδοτεί ακόμα διάφορα σενάρια συνωμοσίας, από λογικά μέχρι εξωφρενικά. Το πιο πιθανό είναι ότι η Αλ Κάιντα σταδιακά έχασε τον προσανατολισμό της και έψαχνε νέους στόχους ως οργάνωση. Το καταφύγιο που είχε στο Αφγανιστάν δεν ήταν αρκετό και το μεγάλωμα της επιρροής και της ισχύος της περνούσε μέσα από την πρόκληση του μεγάλου παίκτη. Το χτύπημα στο WTC δεν ήταν το πρώτο τρομοκρατικό χτύπημα της Αλ Κάιντα με στόχο Αμερικανούς πολίτες. Η επίθεση αυτοκτονίας ένα χρόνο νωρίτερα στον κόλπο του Aden με στόχο το πολεμικό πλοίο USS Cole και τους 15 νεκρούς ναύτες ήταν η μεγαλύτερη απόδειξη του πόσο εκτεθειμένη ήταν η Αμερική απέναντι σε έναν αόρατο εχθρό ασύμμετρης απειλής.
Η διαφορά της επίθεσης στο Aden σε σχέση με την επίθεση της 11/9 ήταν η απότομη κλιμάκωσή της. Δεν ήταν μερικοί στρατιωτικοί στην άλλη άκρη της Γης, ήταν χιλιάδες πολίτες στο έδαφός της και αυτό ήταν ένα χτύπημα που έχρηζε απάντησης. Μια απάντηση που θα έπρεπε να δοθεί σε κάποια κρατική οντότητα κι ένα έθνος, μόνο που η Αλ Κάιντα δεν ήταν τίποτα από τα δύο.
Το Αφγανιστάν δεν ήταν τίποτα άλλο από ένας σάκκος του μποξ, ένα πεδίο δοκιμών για το νέο δόγμα των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή που έψαχνε αφορμή να μπει σε στάδιο υλοποίησης. Οι χώρες που γέννησαν την Αλ Κάιντα ήταν συμμαχικές, δεν θα μπορούσαν να βομβαρδιστούν. Η χώρα την οποία ήθελαν πραγματικά να βομβαρδίσει η κυβέρνηση Bush δεν είχε καμία σχέση με την επίθεση. Για να χτυπηθεί το Ιράκ έπρεπε να βρεθεί ένας άλλος στόχος πρώτα, πιο προφανής, ίσως και πιο εύκολος στα χαρτιά, ο οποίος θα έστρωνε το χαλί για το Ιράκ.
Μια χώρα που δεν έχει ηλεκτρικό ρεύμα και νερό θα ήταν εύκολη λεία για τον μεγαλύτερο στρατό του πλανήτη, ή μήπως όχι; Όμως ο κύβος για το Ιράκ είχε ήδη ριφθεί, ανεξάρτητα από την έκβαση του πολέμου στο Αφγανιστάν. Απλά άλλαξε για λίγο το σενάριο, έτσι κι αλλιώς οι αποδείξεις της σχέσης του Saddam με την Αλ Κάιντα ήταν κατασκευασμένες, και τα σενάρια επιστημονικής φαντασίας δεν επηρεάζονται από την πραγματικότητα.
Έτσι οι ΗΠΑ βρέθηκαν να διεξάγουν δύο διαφορετικούς πολέμους, ή έναν πόλεμο σε δύο διαφορετικά μέτωπα, κάτι που είχε να συμβεί από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον διπλό πόλεμο σε Ευρώπη και Ειρηνικό. Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα δεν πήγαν και τόσο καλά.
Το ξαναμοίρασμα της ενεργειακής τράπουλας της Μέσης Ανατολής δια της στρατιωτικής ισχύος στέφθηκε από απόλυτη αποτυχία. Το σημείο που οι Αμερικανοί έπαψαν να πιστεύουν πως μπορούν να κερδίσουν έχει χαθεί κάπου μέσα σε αυτή την 20ετία. Περισσότερο θυμόμαστε τις προσπάθειες 4 διαφορετικών Προέδρων να απεμπλακούν με τρόπο που να χρυσώνει κάπως το χάπι της ήττας και να μην αφήσει πίσω σκηνές απόλυτου χάους.
Στην περίπτωση του Ιράκ, η καταστροφή είναι ανυπολόγιστη, τόσο σε ανθρώπινες ζωές, όσο και σε υποδομές. Το Ιράκ δεν μετατράπηκε απλά σε ένα failed state που θυμίζει αντίστοιχες περιπτώσεις της μεταποικιακής Αφρικής, αλλά έγινε και role model και για άλλες χώρες, όπως η Λιβύη και η Συρία. Το τσάκισμα του ριζοσπαστικού Ισλάμ που τροφοδοτεί τρομοκρατικές δυνάμεις ενισχύθηκε, και μπορεί πια να μην υπάρχει η Αλ Κάιντα για να δρέψει τους καρπούς της, αλλά μια νέα, ακόμα πιο ριζοσπαστική οργάνωση, αυτή του Ισλαμικού Κράτους ήρθε στη θέση του διασπορέα της φρίκης.
22 χρόνια μετά η Μέση Ανατολή δεν είναι μόνο ένα χειρότερο μέρος, αλλά κι ένα μέρος χωρίς προοπτική για το μέλλον. Όσο οι Αμερικανοί αρνούνταν να κοιτάξουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη και να παραδεχτούν το λάθος τους, τόσο χειρότερα γινόντουσαν τα πράγματα.
Σε ό,τι αφορά το Αφγανιστάν, η επάνοδος των Ταλιμπάν στην εξουσία, δεν αποκαθιστά την ισορροπία της δεκαετίας του ‘90 σε καμία περίπτωση. Μετά από 20 χρόνια πολέμου, αυτό που κατάφεραν οι Αμερικάνοι είναι να ξαναβάλουν από την πίσω πόρτα τους Ρώσους στο παιχνίδι και να ανοίξουν την κερκόπορτα στον πραγματικό τους εφιάλτη, την Κίνα.
Ενώ οι ΗΠΑ παραμένουν αναμφίβολα η πιο ισχυρή χώρα στον κόσμο, η πολεμική τους εμπλοκή αποκάλυψε τα πρώτα σημάδια της παρακμής της.
Το τέλος του πολέμου στο Αφγανιστάν δεν είναι κανένα τέλος. Είναι η αρχή ενός αγώνα δρόμου που θα δώσει η Αμερική για να διαφυλάξει τα πρωτεία της, αυτή τη φορά με εντελώς διαφορετική στρατηγική. Αν έκανε τόσο ολέθρια λάθη χωρίς την πίεση του χρόνου και του αντιπάλου την τελευταία 20ετία, τώρα η αποστολή της μοιάζει ακόμα πιο δύσκολη. Σίγουρα η εποχή των μεγάλων πολέμων πέρασε και δεν θα είναι ορατή στον ορίζοντα για το επόμενο διάστημα.
Η στάση του Biden μοιάζει αμήχανη, και είναι, αλλά δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική. Η αποχώρηση των του αμερικανικού στρατού από το Αφγανιστάν ως διαδικασία ξεκίνησε από όταν ο ίδιος Αντιπρόεδρος, τη συνέχισε αργά, αλλά σταθερά ο Trump και τώρα έλαχε σε αυτόν η καυτή πατάτα της οριστικής αποχώρησης.
Την αμηχανία θα διαδεχθεί πολύ σύντομα το εμπορικό pressing που ετοιμάζεται απέναντι στην Κίνα, επίσης από όταν ήταν ο ίδιος Αντιπρόεδρος και παρά τις όποιες διαφοροποιήσεις, υπηρέτησε και ο Trump. Ο αντίπαλος αυτή τη φορά δεν είναι αόρατος και είναι πανίσχυρος.
Είναι ζήτημα δύο προεδρικών θητειών το πολύ για να έχουμε το οριστικό τέλος του κόσμου που γεννήθηκε μετά την πτώση του τείχους και την 11/9. Στο τέλος τους θα δούμε αν θα υπάρξει μια νέα, πιο ουσιαστική αυτή τη φορά, Pax Americana ή την ανάδυση ενός νέου γεωπολιτικού διπόλου το οποίο και θα κυριαρχήσει στον πλανήτη. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ζούμε σε ενδιαφέροντες καιρούς και θα δούμε την ιστορία να γράφεται για ακόμα μία φορά μπροστά στα μάτια μας.