Ποιος μπορεί να ξεχάσει το απόλυτο blockbuster στην εποχή της πρώτης καραντίνας, εκείνη την όαση μέσα στη μιζέρια που σκέπασε τις καθημερινές μας συνήθειες και έδωσε μια παραπάνω αξία στον εγκλεισμό μας. Αυτό το ντοκιμαντέρ που έδωσε διαφορετικό χρώμα με τον 80’s και 90’s χαρακτήρα του, το mini series που περιμέναμε λες και πρόκειται για Οσκαρική Ταινία, ρίχνοντας φως στη ζωή και τα κατορθώματα του GOAT, Michael Jordan. Όχι ότι το «The Last Dance» είχε την απήχηση που είχε στην Ελλάδα επειδή διαδεχόταν τον «Brad Pitt των ημερών», Σωτήρη Τσιόδρα στην καθημερινή ενημέρωση για τα συμπτώματα του κορονοϊού.
Του έλειπε τίποτα;
Και το απόλυτο topic είχε, και σημαντικά πρόσωπα, πλάνα και καταστάσεις να εξιστορήσει, και κυρίως εξαιρετική παραγωγή και σκηνοθεσία. Τα απαραίτητα συστατικά δηλαδή που απαιτεί ένα mini series τέτοιου στυλ προκειμένου να κάνει το «μπραφ» σε ανθρώπους που ασχολούνται με το μπάσκετ, κυρίως όμως σε εκείνους που αρνούνται πεισματικά να παρακολουθήσουν ένα ντοκιμαντέρ. Δέκα επεισόδια που φανέρωσαν άπειρες πτυχές της προσωπικότητας ενός ανθρώπου που για τους νεότερους είναι ένας μύθος, ενώ ταυτόχρονα αποκάλυψε «σκοτεινές» πτυχές και καταστάσεις που ούτε και άνθρωποι που τον έζησαν δεν γνώριζαν.
Τον Michael Jordan αν δεν ήσουν μανιακός φαν που να προσπαθούσες να πληροφορείσαι για τα κατορθώματά του, να ξενυχτάς για να δεις ένα παιχνίδι του τα ξημερώματα ή να ελπίζεις κάποιο αθλητικό δελτίο ειδήσεων να προβάλει διάφορα highlights του ΝΒΑ σε μια περίοδο που δεν υπήρχε ίντερνετ, ήταν δύσκολο να τον γνωρίζεις καλά. Ακόμα και όσοι παρακολουθούσαν μπάσκετ στη χώρα μας, περισσότερο άκουσαν παρά τον είδαν, ή όπως είπε και ο αγαπητός συνάδελφος, Βασίλης Κουρουμιχάκης «περισσότερο τον πρόλαβα με τη φανέλα των Washington Wizards, παρά με αυτή των Chicago Bulls».
Για αυτό ήταν ξεχωριστός ο Jordan.
Το θέμα είναι ότι το «Last Dance» δεν είπε σε όλους εμάς που τον ζήσαμε κάποια ιστορία που ήδη γνωρίζαμε, αλλά σε κάθε ένα από τα 10 επεισόδια σου αποκάλυπτε και κάτι καινούργιο παράλληλα με αυτά που ήδη ήξερες. Διότι εμείς τον μάθαμε ως μύθο, αλλά μέσα από τα αμέτρητα βίντεο, τις συνεντεύξεις και τις δηλώσεις συμπαικτών, φίλων και αντιπάλων το ντοκιμαντέρ κατάφερε να παίξει με το μυαλό μας, να μας κάνει να αναρωτηθούμε και να επεξεργαστούμε τις στιγμές που μέσα από το απόλυτο μεγαλείο φανέρωναν έναν τύπο σκληρό και πολλές φορές αντιπαθητικό τύπο και στο τέλος της ημέρας μας κάθιζε στο εδώλιο προκειμένου να αποφασίσουμε αν πρέπει να τον σεβόμαστε ή όχι.
Για κάθε μεγάλο σουτ, κάρφωμα ή στιγμή λάμψης που προσέφερε στο μπάσκετ, το «Last Dance» ήταν εκεί για να αποκαλύψει κάποιο μυστικό πάθος, μια καταστροφική επιλογή ή σκληρή κουβέντα κρυμμένη στα παρασκήνια εμπλουτίζοντας με τον καλύτερο τρόπο το αλατοπίπερο της όλης ιστορίας. Είναι σαν τους νόμους της φυσικής.
Για κάθε δράση, υπάρχει αντίδραση
Έτσι ήταν και ο Jordan. Ο τύπος που αγγιζε την τελειότητα, που κάθε του κίνηση ήταν χρυσός, είχε σαν αντίβαρο μεγάλα κενά που τον οδήγησαν σε τραγικές επιλογές, ικανές για να καταστρέψουν την εικόνα πολλών προς το πρόσωπό του.
Μέσα από το άσπρο και το μαύρο όμως της υπόθεσης, το «Last Dance» όσο και να προσπαθούσε να αλλάξει (ή όχι) την άποψη του κόσμου, στο τέλος της ημέρας υπερίσχυε ένα και μόνο πράγμα. Το ότι δεν είναι ένας «θεός» όπως τον είχαμε μάθει αλλά πραγματικά ένας ξεχωριστός άνθρωπος. Ένας τύπος με σάρκα και οστά, σαν όλους εμάς που όμως είχε το απόλυτο mentality, την υπομονή και την επιμονή να αγγίξει τον ουρανό με τ’ άστρα. Ότι ένας τύπος που ανακάλυψε το ταλέντο του και μπόρεσε να το εκτινάξει σε τέτοιο βαθμό μέχρι που οι ιστορίες έγραψαν ότι «μπορεί να πετάξει» ακόμα και αν αυτό ίσχυε για μονάχα μερικά δευτερόλεπτα.
Στην ουσία το «Last Dance» δεν ήρθε για να αμφισβητήσει αυτό το μεγαλείο που ακούει στο όνομα Michael Jordan, ούτε για να θεοποιήσει και άλλο την τρομερή αυτή προσωπικότητα που εστάλη από μια ανώτερη δύναμη και έγραψε ιστορία στον αθλητισμό και γενικότερα στην κουλτούρα του κόσμου. Ήρθε για να διηγηθεί την ιστορία του GOAT –και ας μιλάνε οι σύγχρονοι για τον LeBron- και κυρίως για το πώς να διδαχτούν από τα πεπραγμένα, το άτομο και τις αδυναμίες του οι νεότεροι που τον ήξεραν σαν μύθο, αλλά για να τον κατανοήσουν και οι παλαιότεροι. Για να τον συμπαθήσουν, να τον αντιπαθήσουν, αλλά πάνω από όλα να τον σεβαστούν, όπως είπε και ο άλλοτε ΝΒΑερ, Tracy McGrady:
Διότι ακόμα και σήμερα που έχει να πατήσει παρκέ από το 2003 και το τελευταίο του παιχνίδι, παραμένει πιο επίκαιρος από κάθε άλλο σημερινό superstar του ΝΒΑ. Και αυτό και μόνο δηλώνει πολλά. Ακόμα και αν πλέον δεν μιλιέται με τον Scottie Pippen.