Είναι απαραίτητη η εισαγωγική διευκρίνηση του γράφοντα για το ότι μεγάλωσε σε νησί, το μεγαλύτερο της Ελλάδας όπως προϊδεάζει και η κατάληξη του επωνύμου του, έτσι ώστε να μην υπάρχουν υπόνοιες για υποκειμενική κρίση στη μονομανία που χαρακτηρίζει τον επιλεγόμενο τόπο διακοπών. Την αγαπώ την Κρήτη, είναι ευλογημένος τόπος και θεωρώ πολύ τυχερό τον εαυτό μου μεγάλωσα σε ένα νησί που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από την ηπειρωτική Ελλάδα, βασικά δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από κανένα μέρος του κόσμου. Ωστόσο του λείπει κάτι που το βρήκα σε ένα άλλο νησί, πολύ μικρότερο, πάρα πολύ μικρότερο.
Τα τελευταία 4-5 χρόνια περνάω τις δύο κρίσιμες εβδομάδες του Αυγούστου, στις οποίες εκτείνεται η σχεδόν υποχρεωτική άδεια, στο νησί της Δονούσας που θα μπορούσε πολύ εύκολα να πει κάποιος ότι είναι το ακριβώς αντίθετο από την Κρήτη. Από τη μία ένα νησί με πάνω από 600.οοο κατοίκους, μία πόλη που θυμίζει Αθήνα (με όλα τα καλά και τα κακά της), άλλες 2-3 πόλεις που δεν τους λείπει τίποτα, μερικές από τις καλύτερες παραλίες του κόσμου (δεν είναι μόνο η Φαλάσαρνα), το καλύτερο φαγητό του κόσμου και η λίστα με όσα προσφέρει η Κρήτη είναι αντίστοιχη με την έκτασή της.
Από την άλλη ένα νησί που με το ζόρι πιάνει τριψήφιο αριθμό κατοίκων στο τέλος του Σεπτέμβρη. Οι παραλίες είναι μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού, οι επιλογές σε φαγητό ακόμα λιγότερες, ενώ το bar crawling θυμίζει την κίνηση εκκρεμούς από άποψη ποικιλίας. Στο CV της η Δονούσα δεν πουλάει και πολύ καλά τον εαυτό της, αλλά εκεί που λάμπει είναι στη συνέντευξη.
Το μυστικό είναι στη λέξη «διακοπές». Μια λέξη που έχει χάσει κάπως το νόημά της στην εποχή που είμαστε 24/7 online και εκείνα τα mail που μέχρι να μας βρουν ήμασταν καλά, αλλά με το που εμφανιστεί η ειδοποίησή τους, αρχίζουμε να κλαίμε σε εμβρυακή στάση. Διακοπές σημαίνει να διακόπτουμε τους ρυθμούς της ζωής μας για 5-10-15 όσες μέρες μπορεί ο καθένας. Πατάμε ένα pause, παγώνουμε τον χρόνο και επιτέλους έχουμε τη δυνατότητα να χαρούμε μερικά ουσιώδη πράγματα τα οποία μας στερεί η καθημερινότητα. Από το διάβασμα ενός βιβλίου, μέχρι τις μεγάλες κουβέντες που δεν διακόπτωνται από τίποτα, ούτε από την πίεση του χρόνου, ούτε καν από κάποιο ενοχλητικό ήχο ειδοποίησης του κινητού.
Η Δονούσα είναι το ιδανικό σκηνικό για αυτή τη διακοπή. Δεν κάνουμε μία ώρα να αποφασίσουμε για το ποια παραλία θα φιλοξενήσει τα κουρασμένα μας κορμιά, δεν τρώμε ακόμα μία ώρα για να πάμε σε αυτή και γενικά δεν χάνουμε ώρες για το πού θα φάμε, πού θα βγούμε κλπ. Η απουσία επιλογών επιτρέπει την εστίαση σε όσα πραγματικά αξίζουν. Αν μπορείς να πας με τα πόδια σε τρεις ωραίες παραλίες και σε άλλες δύο σε ένα τέταρτο με το μοναδικό λεωφορείο του νησιού, τότε τι να τις κάνεις τις άπειρες επιλογές όταν δεν έχεις άπειρες μέρες άδειας;
Το φαγητό της Δονούσας είναι κάτι το φανταστικό; Η κυνική αλήθεια είναι ότι όχι, αλλά σε αντίθεση με κάτι άλλα νησιά που υποτίθεται ότι έχουν να παρουσιάσουν μια τρομερή γαστρονομική παράδοση, στα ελάχιστα μαγαζιά που διαθέτει, μπορείς να βρεις πραγματικά φρέσκο ψάρι, ίσως τα καλύτερα μπιφτέκια του Αιγαίου, ένα πάρα πολύ τίμιο και καθαρό σουβλάκι που θυμίζει τον Κώστα της Μητροπόλεως και ντόπιο κατσικάκι που δεν απαιτεί όλο το επίδομα αδείας για τρεις μερίδες και μία σαλάτα. Η Δονούσα είναι, για την ώρα, ξεχασμένη σε μια εποχή που έχτισε τον μύθο των Κυκλάδων σαν τουριστικό προορισμό και αυτό μόνο καλό κάνει στο νησί και σε όσους δεν αναζητούν περιττές πολυτέλειες, σαμπάνιες, ξαπλώστρες με κράτηση και οχλαγωγία από κακομιξαρισμένα σκυλοχάουζ. Αν βάλουμε στα amenities της Δονούσας το ότι τα δεδομένα του κινητού αγκομαχούν μόλις βγεις έξω από τον Σταυρό, τότε μιλάμε για την απόλυτη ηρεμία που προσφέρουν οι λιγοστές της παραλίες.
Χωρίς να θέλω να τη συγκρίνω με την Κρήτη, η συζήτηση καταλήγει πάντα εκεί όταν με ρωτάνε όχι τόσο γιατί επιμένω να επιστρέφω στη μάγισσα των Μικρών Κυκλάδων, αλλά πώς γίνεται να την προτιμώ από το μέρος που μεγάλωσα. Η αλήθεια είναι πικρή, αλλά απλή, δεν αντέχω την Κρήτη τον Αύγουστο. Δεν την άντεχα ούτε όταν έμενα εκεί, πόσο μάλλον τώρα που έχω ανάγκη από ένα διάλειμμα από το χάος της λεωφόρου Κηφισίας και δεν θέλω να το φάω στη μάπα στη μορφή του μποτιλιαρίσματος στη Σκαλίδη, στη Σελίνου και άλλων οδών των Χανίων.
Σε ό,τι αφορά το γιατί δεν δοκιμάζω άλλα νησιά, η απάντηση είναι ακόμα πιο απλή, δεν με ενδιαφέρει. Ωραία τα τριήμερα σε άγνωστους τόπους, από το εξωτερικό μέχρι την ελληνική επαρχία, αλλά δεν ξεκουράζεσαι με την εξερεύνηση και την ανακάλυψη νέων τόπων. Από τη στιγμή που η Δονούσα μου προσφέρει όλα όσα επιθυμώ, δεν υπάρχει λόγος να προδώσω αυτή τη μονογαμική μας σχέση ακόμα και αν πηγαίνω κάθε μέρα στην ίδια παραλία και τρώω κάθε μέρα τα ίδια μπιφτέκια στην Καλοταρίτισσα. Αν και τώρα που τα σκέφτομαι όλα αυτά τα έχω νοσταλγήσει τόσο πολύ που θα μου φανούν πρωτόγνωρα με το που θα πάω και πάλι φέτος. Ίσως τελικά ο μύθος της Δονούσας μάγισσας να μην είναι και τόσο μύθος τελικά.