Καλώς ή κακώς, το κείμενο αυτό αναφέρεται σε συγκεκριμένη γένια. Ήταν εκείνη η εποχή που κονσόλα ή υπολογιστή για παιχνίδια είχαν μόλις οι δύο στους πέντε, τα LAN στα internet cafe ήταν ακόμα μία άγνωστη λέξη και -το κυριότερο- δεν είχες και τα τρελά χρήματα για να αγοράζεις το ένα παιχνίδι πίσω από το άλλο. Όμως αυτά δεν ίσχυαν στα «ουφάδικα», τα υπόγεια εκείνα (ή και όχι) καταστήματα που ήταν γεμάτα ηλεκτρονικά και μπιλιάρδα. Εκεί έμαθαν τα μεγάλα μας αδέρφια τον PacMan και τον Super Mario στα 80s, όταν έριχναν κέρματα για να παίξουν. Και το ίδιο κάναμε και εμείς.
Αν η προηγούμενη γενιά ανέβαινε στα μηχανάκια Δευτέρα πρωί για να κάνει κοπάνα, εμείς βάζαμε κάτω τα κέρματα που είχαμε στην τσέπη. Τρεις ή τέσσερις ήμασταν και έπεφτε σήμα από την προηγούμενη κιόλας μέρα. «Αύριο στο πρώτο δίωρο, έχουμε φύγει κάτω για ηλεκτρονικά». Αν ήμασταν αρκετοί μπορεί να μαζεύαμε και 1.500 δραχμές. Άλλωστε δεν είχαμε σκοπό να φάμε ή να πιούμε κάτι. Ήμασταν διαθέσιμοι να τα σκάσουμε όλα τα χρήματα μας εκεί και ας γουργούριζε το στομάχι που ήμασταν νηστικοί από το πρωί. Δεν ήταν όμως το ίδιο το παιχνίδι, αλλά ολόκληρη η ιεροτελεστία. Να φύγεις από το μάθημα για να πας στο ουφάδικο της πόλης σου.
Θυμάστε ακόμη πώς ήταν δομημένοι αυτοί οι χώροι; Φωτάκια παντού από τις οθόνες των ηλεκτρονικών που προσπαθούσαν να μιμηθούν τα αντίστοιχα μαγαζιά του Τόκιο. Και ταυτόχρονα μπιλιάρδα, γιατί παρέμεναν της μόδας ακόμη και στα τέλη της δεκαετίας του ‘90 και στις αρχές των 00s. Ξεκινούσαμε με ένα κατοστάρικο (κάποια έπαιρναν και 50 δραχμές) και πηγαίναμε την όλη διαδικασία rotation. Από όσο θυμάμαι είχαμε παίξει σχεδόν τα πάντα. Είχε από racing παιχνίδια, μέχρι shoot ‘em up με το κορυφαίο House of the Dead, μέχρι το Crazy Taxi και Tekken. Οι παλιότεροι από μας σαφώς είχαν προλάβει και Mortal Kombat ή Street Fighter στις arcade εκδόσεις τους. Τα παιδιά που δούλευαν εκεί μας ήξεραν και μας είχαν πει κάτι απλό. Με το που δείτε αστυνομία εξαφανίζεστε – μιας και απαγορευόντουσαν όσοι ήταν κάτω των 17. Το χειρότερο ωστόσο ήταν διάφοροι γονείς που ήξεραν ακριβώς που να βρουν τα παιδιά τους και τα έβγαζαν έξω με σφαλιάρες κρατώντας τα από τα μαλλιά. Μην ξεχνιόμαστε άλλωστε. Ήταν η εποχή που οι γονείς πίστευαν ότι τα ηλεκτρονικά είναι του διαόλου και θα κάνουν το μυαλό σου σούπα.
Η είδηση ότι η SEGA αποσύρεται είναι ουσιαστικά μία υποστολή σημαίας για το gaming. Όπως διαβάσαμε στο Unboxholics για την SEGA «είχε αφήσει να εννοηθεί πως θα προβεί σε αυτή την κίνηση από το 2020, όταν η πανδημία βύθισε τα έσοδα της από τα arcades. Ήδη τότε η SEGA είχε παραχωρήσει το 85% της arcade επιχείρησής της στην Genda, η οποία έλαβε τώρα και το υπόλοιπο 15%». Τα arcades ουσιαστικά έχουν αρχίσει και πεθαίνουν και ειδικά μετά την άφιξη της πανδημίας, που το socializing στους κλειστούς χώρους άρχισε να γίνεται επικίνδυνο. Η εταιρεία NAMCO έκλεισε το δικό της arcade στο Λονδίνο την περασμένη χρονιά, ενώ και στην Αμερική έκλεισαν οι πόρτες του GameWorks που αποτέλεσε έμπνευση για το Last of Us.
Με τις κονσόλες να έχουν μπει στα σπίτια μας, τα arcades δείχνουν πλέον να αποτελούν ένα παλιό κομμάτι του gaming αλλά και της δικής μας προσωπικής ιστορίας. Ένα κομμάτι από εκείνη την παιδική αθωότητα και όλα όσα έφερε μαζί της. Ήμασταν η γενιά που έζησε τα ουφάδικα, που έγραφε περήφανα το όνομα της στο high score στο τέλος της πίστας και που κουδούνιζαν οι τσέπες από τα κατοστάρικα που ρίχναμε στα μηχανήματα.
Και δεν θα αλλάζαμε τίποτα σε όλα αυτά.