Έτσι, πολλά καλοκαίρια και της φοιτητικής ζωής και της μετέπειτα, ακόμα και τώρα που έχουν περάσει πάνω από δέκα χρόνια από το πτυχίο, βρίσκομαι στην Κρήτη. Την έχω γυρίσει ολόκληρη κι έχω καταλήξει πως το ωραιότερο μέρος της – και ολόκληρου του κόσμου, για να είμαι ειλικρινής – είναι ο Μπάλος. Αυτή η μοναδικής φυσικής ομορφιάς γωνιά στη δυτική Κρήτη, στο δυτικό άκρο των Χανίων, είναι η πιο όμορφη παραλία της Κρήτης κι εκεί κρατάω εδώ και χρόνια με τους κολλητούς μου ένα μυστικό που γνωρίζουν λίγοι.
Ο Μπάλος, λοιπόν, είναι ένας θεόρατος βράχος μέσα στη θάλασσα. Με τη στεριά, την Κρήτη δηλαδή, τον χωρίζει μια ρηχή λιμνοθάλασσα, με ολόλευκη άμμο, εκατομμύρια κοχύλια και νερά που παίρνουν όλες τις αποχρώσεις του μπλε. Η λιμνοθάλασσα στη μεγαλύτερη έκτασή της έχει βάθος που σου φτάνει μέχρι τον αστράγαλο και έχεις καμιά φορά την αίσθηση πως απλά… περπατάς πάνω στο νερό! Στα πιο βαθιά σημεία, απολαμβάνεις το κολύμπι και το νιώθεις βαθιά μέσα σου πως εδώ που βρίσκεσαι, είσαι σ’ ένα μέρος ξεχωριστό.
Ο Μπάλος όπως τον γνώρισα
Την πρώτη φορά που βρέθηκα στον Μπάλο ήταν με τους κολλητούς από τη σχολή. Ένας από αυτούς είχε τρέλα με την πεζοπορία και ορκιζόταν ότι «δεν αξίζει» να πάμε στον Μπάλο με το καραβάκι από την Κίσσαμο, αλλά έπρεπε να οδηγήσουμε στη Γραμβούσα και να πάμε «από το μονοπάτι». Όταν φτάσαμε στο πάρκινγκ, είχα τόσα… νεύρα που μας έφερε στην άκρη του πουθενά για να πάμε «για ένα μπάνιο», που σχεδόν δεν μιλούσα. Παρκάραμε και προχωρήσαμε στην άκρη, όπου η θέα μας ανάγκασε να μείνουμε μερικά δευτερόλεπτα με το στόμα ανοιχτό: Το θέαμα του Μπάλου από ψηλά, την πρώτη φορά που τον αντικρύζεις, πολύ απλά, δεν περιγράφεται και όλα τα υπόλοιπα, απλώς, ξεχνιούνται!
Πριν ξεκινήσουμε την κατάβαση, ο φίλος που γνώριζε… «πρόσωπα και καταστάσεις» μας ανάγκασε να στρέψουμε το βλέμμα από τη θέα: Λίγο πιο δεξιά είδαμε μια μικρή καντίνα, που έμοιαζε λίγο με beach bar χωρίς… παραλία, στην άκρη του γκρεμού. Ένα βλέμμα ήταν αρκετό για να κατευθυνθούμε προς τα εκεί. Ήταν ήδη μεσημέρι – εκείνα τα χρόνια δεν αφήναμε το κρεβάτι μας ποτέ πριν μεσημεριάσει – και χωρίς δεύτερη σκέψη, πήραμε από το μπαρ τις ΑΛΦΑ μας και ποτήρια και καθίσαμε σ’ ένα τραπεζάκι να ξεδιψάσουμε, πριν την πεζοπορία. Σύντομα το «αφεντικό» του μαγαζιού μας έφερε μεζέ και πραγματικά, δεν βρίσκαμε κανέναν απολύτως λόγο να ξεκολλήσουμε από εκεί.
Η λιμνοθάλασσα που σε μαγεύει
Ειδικά η νότια Κρήτη διαθέτει ομορφιές που καθηλώνουν τους επισκέπτες της. Η φύση έχει «ζωγραφίσει» σε πολλά σημεία, όμως πραγματικά, τα έχει δώσει όλα στον Μπάλο. Το κακοτράχαλο μονοπάτι το κατεβήκαμε αρκετά εύκολα, ακόμα και όταν, στα τελευταία μέτρα, τα πόδια μας βούλιαζαν στην άμμο. Περπατήσαμε αρκετά και για να βρούμε μέρος να καθίσουμε – αφού θέλαμε να είναι το «τέλειο». Εκείνη την εποχή, αμέσως μετά την εξεταστική του Ιουλίου, ο Μπάλος ήταν σχεδόν άδειος και ήταν κι αυτό στοιχείο της μαγείας του. Αφήσαμε τα πράγματά μας στην άμμο, κάτω από τον θεόρατο βράχο και αρχίσαμε την περιήγηση. Σε κάθε μας βήμα στο νερό και έξω από το νερό μπορούσαμε να διακρίνουμε τη ζωή της λιμνοθάλασσας, τα πλάσματα που υπήρχαν εκεί: Ψαράκια και κοχύλια, θαλασσινά φυτά, κρινάκια της θάλασσας, όλα υπήρχαν εκεί γύρω. Δεν θα ξεχάσω ποτέ πως σε μία χούφτα άμμο που κράτησα στα χέρια μου, «βρήκα» 15 κοχύλια! Κολύμπι, ηλιοθεραπεία, αμέτρητες φωτογραφίες και 3-4 ποστ για τους φίλους που ήταν μακριά κι «έπρεπε» να ζηλέψουν, μέχρι την ώρα της επιστροφής.
Η ώρα της επιστροφής είναι ώρα για ΑΛΦΑ
Μπροστά μας είχαμε ένα βουνό να ανεβούμε, κυριολεκτικά. Όμως γνωρίζαμε πως στο τέλος του δρόμου μας περιμένει μια παγωμένη μπύρα ΑΛΦΑ και αυτό ήταν το πιο σπουδαίο κίνητρο για μια ανάβαση χωρίς… γκρίνια από κανέναν μας. Πράγματι, το να ανέβεις μια απότομη πλαγιά, να περπατήσεις μέσα στην άμμο, μετά από μια ολόκληρη ημέρα κολύμπι στον ήλιο, ε, όσο να πεις σου βγάζει μια κούραση… Είμαι σίγουρος πως τα πρόσωπά μας όταν «βγήκαμε» πάνω στο πλάτωμα και κοιτάξαμε πίσω μας τον μοναδικό Μπάλο, ήταν κατάκοπα… Στα μάτια όλων μας όμως υπήρχε μια λάμψη, που γινόταν χαρά και για την εμπειρία που ζήσαμε σε ένα από τα πιο όμορφα μέρη της Γης, αλλά και γι’ αυτό που ετοιμαζόταν αμέσως μετά. Ο ήλιος έδυε στο βάθος του ορίζοντα και η καντίνα, με τα τραπεζάκια στην άκρη του γκρεμού ήταν εκεί.
Μόλις μας είδε το «αφεντικό» κατάλαβε. Γέμισε τα ποτήρια ΑΛΦΑ κι αυτή τη φορά ετοίμασε πραγματικούς κρητικούς μεζέδες: Απάκι, στάκα και όλες οι νοστιμιές της κρητικής κουζίνας έφτασαν άμεσα στο τραπέζι μας κι έχω αυτή την εικόνα, αυτή την ανάμνηση σαν μία από τις πιο ευτυχισμένες που έχω ζήσει ποτέ! Ο ήλιος έδυε, το βράδυ ερχόταν κι εμείς εκεί, ακούσαμε τις ιστορίες του «αφεντικού», έμαθε κι εκείνος τις δικές μας και πλέον μας ξέρει με τα μικρά μας ονόματα. Γιατί εκείνη η φορά που είδα τον Μπάλο, φυσικά και δεν ήταν η μοναδική ευτυχώς. Όποτε μπορώ, αν όχι κάθε καλοκαίρι, έστω κάθε δεύτερο, κατεβαίνω στην Κρήτη και πηγαίνω στον Μπάλο για μια βουτιά στη λιμνοθάλασσα και μια παγωμένη μπύρα ΑΛΦΑ στην καντίνα… Τα καλοκαίρια μας είναι οι στιγμές μας. Στις στιγμές μας, λοιπόν!