Όλοι έχουμε από μια ιστορία με χυλόπιτα να αφηγηθούμε από το ένδοξο (ή και όχι) παρελθόν μας. Άλλοι επειδή την έφαγαν και σήμερα τη διασκεδάζουν, άλλοι πάλι επειδή την έριξαν και βρίσκουν πολύ αστεία την ατάκα που χρησιμοποίησαν. Όπως έχω ξαναπεί, δεν γεννηθήκαμε Alain Delon για να μην μας αντιστέκεται θηλυκό, ούτε και όλοι ταιριάζουμε με όλες. Έτσι είναι η ζωή, τι να κάνουμε. Και θα απορρίψεις αλλά και θα απορριφθείς.
Έχω μιλήσει άλλη φορά για απορρίψεις που έφαγε και μου έκαναν καλό.
Αυτή τη φορά θα ανοίξω το πουγκί των αναμνήσεων και θα θυμηθώ την πιο «περίεργη» χυλόπιτα που έριξα ως φοιτητής -δεν το λέω με περηφάνια-, μια νύχτα που βρισκόμουν σε δύσκολη θέση αλλά με τα χρόνια συνειδητοποίησα ότι μου έδωσε ένα γερό μάθημα για τον εαυτό μου και τις καταστάσεις όπου δεν θέλω να συμβούν. Διότι δεν χρειάζεται να δημιουργείς προσωπικές στιγμές αν δεν τις θέλεις, φοβούμενος για το αν θα φανείς αντιπαθητικός.
Και εξηγώ.
Αυτή η συμφοιτήτρια
Τη λένε Ίρμα και δεν είναι αυτό που λέμε «του στυλ μου». Δεν ταιριάζαμε σε κανένα τομέα και κυρίως δεν θέλαμε τα ίδια πράγματα. Εγώ σίγουρα δεν ήθελα κάτι μόνιμο, εκείνη ήταν του τύπου «κάνω κάτι με κάποιον και μένω μαζί του». Ειδικά μάλιστα από τη στιγμή που έκανα το «λάθος» και έγινε αυτό που λέγαμε στα χρόνια του σχολείου, φάσωμα σε ένα πάρτι, μου έγινε στενός κορσές και δεν έλεγε να καταλάβει ότι δεν ήθελα. Θα μου πεις «άμα δεν ήθελες, γιατί δεν της το έλεγες να ησυχάσεις;» και δεν σου δίνω άδικο όμως άπειρος καθώς ήμουν και έχοντας χωρίσει πρόσφατα ένιωθα αυτό το ιδιαίτερο «μία μέρα μου αρέσει, δύο όχι». Σαν μία μέσα, δύο έξω στο στρατό.
Μία μέρα λοιπόν -πρέπει να ήταν Τρίτη- που «μου άρεσε» και είχαμε περάσει ωραία στο πανεπιστήμιο πήρα την απόφαση να της πω να έρθει στο τότε διαμέρισμά μου στο Παγκράτι «για ταινία» το βράδυ. Απλά, όμορφα και τίμια και αφού θα γινόταν ότι θα προέκυπτε το πρωί θα πηγαίναμε παρέα 8 π.μ. στη σχολή για μάθημα. Αυτό όμως που δεν περίμενα ήταν ότι μετά τις 12 τα μεσάνυχτα θα ξυπνούσε μέσα μου η κατάσταση «δεν μου αρέσει». Μόλις άνοιξα την πόρτα λοιπόν και την αντίκρισα όλα έμοιαζαν μάταια. Νοητοί καθρέπτες έσπαγαν γύρω μου, ένα σεισμός εντός του μυαλού δονούσε τις σκέψεις μου και έψαχνε τις δικαιολογίες του Δόγκανου για να αποφύγω μια κατάσταση.
Πώς να την απορρίψεις χρησιμοποιώντας την τηλεόραση
Με είχε πιάσει απελπισία, το ομολογώ. Δεν είναι ότι δεν βλεπόταν το κορίτσι, κάθε άλλο μάλιστα απλά εμένα δεν μου έβγαινε. Ήθελα να φύγει, δεν το έβλεπα καν σαν ένα «ψυχικό που έπρεπε να γίνει» όπως μου έχουν πει πολλοί φίλοι ανά τα χρόνια. Επομένως τι επιλογές είχα από τη στιγμή που δεν ήθελα να φανώ αντιπαθητικός; Έπρεπε να το αποφύγω με πλάγιο τρόπο αλλά πώς; Πάνω στην απελπισία μου ωστόσο και τη σκέψη ότι θα κάνω κάτι για το οποίω θα μετανιώνω και κυρίως δεν θα μου αρέσει, τη λύση έδωσε η ίδια η Ίρμα.
«Τι ταινία θα δούμε;» με ρώτησε και από την επιφάνεια των σκέψεών μου ξεπρόβαλλε η λύτρωση.
«Θα δούμε την αγαπημένη μου » απάντησα εγώ και το κορίτσι φαινόταν πολύ χαρούμενο που θα μοιραζόμουν μαζί της το πλέον αγαπημένο μου φιλμ. Δεν θυμάμαι αν ήταν όντως η αγαπημένη μου, αλλά από εκείνη τη νύχτα και μετά έγινε σίγουρα.
«Θα δούμε το “Όσα Παίρνει ο Άνεμος”» ήταν η απάντησή μου και στηθήκαμε μπροστα στον καναπέ.
Ρομαντική ταινία μεν, δεν το συζητάω αλλά με έναν μεγάλο αστερίσκο. Το φιλμ διαρκεί 4 ολόκληρες ώρες. Με λίγα λόγια όταν θα τελείωνε η ώρα θα έδειχνε 5 παρά τα χαράματα και τουλάχιστον θα έπαιρνε το μήνυμα ότι «δεν θα γίνει κάτι». Καθίσαμε λοιπόν και το ρολόι άρχισε να τρέχει. Την έβλεπα να μου ρίχνει ματιές με ένα ύφος «δεν αφήνεις την ταινία;» αλλά εγώ τίποτα. Εκεί, βράχος. Είχα δημιουργήσει νοητή ευθεία με την οθόνη, λες και συνεννοούμουν με υπέρυθρες και περίμενα. Το κακό ήταν ότι δεν την έβλεπα να κλείνει μάτι.
Ευχαριστώ τον κύριο Ray Allen
Η ώρα περνούσε, κοντεύαμε τις 5 τα χαράματα αλλά αυτό που έβλεπα με απελπισία ήταν ότι η τύπισσα ήταν αποφασισμένη να γίνει η πράξη. Με ρωτούσε πράγματα και έδειχνε ιδιαίτερα ορεξάτη, λες και είχε βάλει μπρος τη γεννήτρια για να πάρει αυτό που θέλει. Και το χειρότερο από όλα; Θα είχαμε τουλάχιστον 2 ώρες για να αποχωρίσουμε για το πανεπιστήμιο.
Τέλειωσε λοιπόν η ταινία, είδα άλλο ένα «My dear, I don’t give a damn» αλλά αντί να εμπνευστώ και πω στην δική μου Scarlett O’ Hara το ίδιο, καθόμουν στα αυγά μου και έψαχνα δικαιολογίες. Τι άλλο μπορούσα να σκαρφιστώ μετά από τον 4ωρο εφιάλτη που την είχα υποχρεώσει να υποστεί. Το καλό όμως στην περίπτωση της βραδιάς ήταν ότι μόνη της μου έδινε τις καλές ιδέες.
«Θα έρθω να σας δούμε με τα κορίτσια όταν ξαναπαίξετε μπάσκετ» μου είπε και εκείνη τη στιγμή άναψε ξανά το λαμπάκι. Η λέξη κλειδί ήταν το «μπάσκετ» και σαν κάθε φαν του μπάσκετ που αγαπάει το ΝΒΑ, τέτοιες, πρωινές ώρες την εποχή του Ιουνίου δεν κοιμάται, αλλά βλέπει Playoff.
«Ωχ έχει 5o τελικό των Playoff» φώναξα και άμεσαστο κανάλι του Miami Heat – San Antonio Spurs και χωρίς να με νοιάζει καν, απλώς είδα τον αγώνα μέχρι τέλους.
Μπορεί να ξενέρωσα που ο Ray Allen έσωσε την παρτίδα και οι Heat ισοφάρισαν σε 3-3 τη σειρά, το θέμα είναι ότι γλίτωσα. Με το τελευταίο σφύριγμα, εκτός από το φινάλε του αγώνα και την ξενέρα της ήττας έπρεπε ευτυχώς να πάμε για μάθημα. Τα είχα καταφέρει.
Σήμερα θυμάμαι το σκηνικό και γελάω, ταυτόχρονα όμως αισθάνομαι μεγάλη ντροπή για τον εαυτό μου. Έπρεπε να περάσω ένα ολόκληρο βράδυ άυπνος απλά για να αποφύγω κάτι το οποίο κάλλιστα θα μπορούσα να αποφύγω λέγοντας την αλήθεια. Ότι απλά δεν θέλω.