Ποτέ δεν μου άρεσε το μούσι. Να πω ψέματα; Προσπάθησα μερικές φορές να το αφήσω αλλά μετά από δυο-τρεις μέρες το έκοβα. Δεν ήταν πως με έπιανε φαγούρα ή επειδή με έκανε να δείχνω γερασμένος, ήταν επειδή από πάντα έπασχα μουσοφοβία. Ή έτσι τουλάχιστον μου έλεγαν όλοι οι ξυρισμένοι (φανταστικοί και μη) φίλοι-γιατροί μου, κι εγώ, δυστυχώς ή ευτυχώς, επηρεάζομαι πολύ από τους φίλους-γιατρούς μου, είμαι αυτό που λένε ευεπηρέαστος από έναν καλό φίλο-ιατρό. Το μούσι, είναι η αλήθεια, με τρομοκρατεί και πάνω στους άλλους, με πληγώνει βαθιά, πρέπει να έχω κάποιο σκοτεινό παρελθόν με το μούσι για να το τρέμω τόσο πολύ, να μην το αντέχω, ούτε στους άλλους αλλά ούτε πάνω μου. Κάτι συμβαίνει με το μούσι παιδιά, το μούσι με καταβάλλει, με ρίχνει, μου κάνει κακό. Το μούσι είναι μεγαλωμένο στην ουρά του Σατανά. Αυτό είναι σίγουρο.
Όταν βλέπω κάποιον να έχει μούσι τον φοβάμαι, νιώθω ευάλωτος, πιάνω τα κασελίκια, ο τρόμος της γενειάδας είναι έκδηλος μέσα μου. Φανταστείτε πως έχω δέκα ξυριστικές μηχανές, νιώθω ασφάλεια κοντά τους, νιώθω πως όταν είμαι δίπλα τους το μούσι δεν μπορεί να με πιάσει. Ακούω τη νύχτα τις τρίχες από το μούσι μου να μεγαλώνουν, να ανοίγουν τους γεμάτους σμήγμα πόρους μου και να αναζητούν τον αέρα μέσα στο σκοτάδι, τις ακούω να στριφογυρνάνε και να δημιουργούν εστίες αγνώστων υλικών πάνω στο πρόσωπο μου. Ζω έναν εφιάλτη και αιτία του είναι ένα ενδεχόμενο μούσι.
Πώς θα κάνεις τα γένια σου να μακραίνουν πιο γρήγορα
Βλέπω ταινίες και ακούω μουσική από καλλιτέχνες που είναι ξυρισμένοι, όσοι έχουν μούσι δεν μου αρέσουν ακόμη κι αν μου αρέσουν ουσιαστικά, δεν τους θέλω να μου αρέσουν, αισθάνομαι πως μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να μου επιτεθούν με ύπουλο τρόπο, να εξαπολύσουν την αγάπη τους για το μούσι τους πάνω μου, να με τυλίξουν και να με κάνουν μπουρίτο που θα φαγωθεί από μουσάτους τύπους κάπου στο Μεξικό, μια βραδιά χωρίς φεγγάρι, σε ένα φλεγόμενο λιβάδι ή σε κάποιο στενό μιας άγνωστης συνοικίας, όπου οι τρίχες θα την έχουν περικυκλώσει. Είμαι τόσο τρομοκρατημένος από το μούσι που αισθάνομαι πως οι τρίχες στο σώμα μου έχουν πέσει και μόνο οι τρίχες από το μούσι μου έχουν μείνει, βδελυρές και σγουρές σαν μικροσκοπικοί κυκλώνες, μέσα στο δέρμα μου.
Γιατί ο David Cronenberg πιστεύει πως το σύγχρονο σινεμά δεν αξίζει;
Ποτέ στη ζωή μου δεν κατάφερα να αφήσω μούσι, όχι επειδή δεν ήθελα ή επειδή είχα κάτι με τους μουσάτους, αλλά επειδή το μούσι με τρομάζει σε τέτοιο βαθμό που μπορεί να τρελαθώ, αισθάνομαι αδύναμος μπροστά σε ένα καλό μούσι, αισθάνομαι λίγος, μικρός, φθονερός, κακός, ισχνός. Δεν μπορώ να κοιτάξω ένα decent μούσι στα μάτια, και δεν αντέχω τα μούσια που είναι λειψά, με τρύπες, με κενά, αυτά τα μούσια μου προκαλούν εξίσου τεράστια φοβία, νομίζω πως τα κενά ανάμεσα στις τρίχες (ο λεγόμενος και Τριχοφάς) μπορεί να με αφομοιώσουν ανά πάσα στιγμή, σαν κάποιο πλάσμα από μια τυχαία ταινία του Κρόνενμπεργκ, να με διαλύσουν, να σπάσουν ακόμη και τα κόκαλα μου και να με κάνουν ανθρώπινη πάστα για μία εν δυνάμει ψαγμένη περιποίηση γενειάδας.
Το μούσι είναι το πιο τρομακτικό πράγμα που υπάρχει πάνω στον άνθρωπο, κι ένας λόγος που δεν βλέπω ποτέ ιστορικές ταινίες με ιππότες και σπαθιά είναι αυτός, εκεί δεν ξέρουν τι σημαίνει ξυραφάκι, δεν θέλουν να ξυρίζονται, γιατί οι ιππότες αγαπάνε τα μούσια. Οπότε εγώ σιχαίνομαι και τους ιππότες επιπλέον - τους σκέφτομαι να μαγκώνουν το μούσι ανάμεσα από την γυαλιστερή τους πανοπλία κι ανατριχιάζω - έτσι το μούσι μου στερεί πολλές ωραίες ταινίες και σειρές και άλλα πολλά που θα ήθελα να βλέπω.
Η ιερή πόλη και οι 24ωροι γωνιακοί Σταυροφόροι
Τώρα είμαι εδώ, καθισμένος στο γραφείο μου, κουλουριασμένος σαν κατσαρή τριχούλα, καθώς φαντασιώνομαι και τρέμω, μία στρατιά από σγουρές, ολόμαυρες τρίχες να με πνίγουν στο λαιμό, να με τυλίγουν σαν κουβέρτα από καρφιά και να με κατασπαράζουν ζωντανό, με το ουρλιαχτό μου να αντηχεί πέρα από τα γραφεία, τους υπολογιστές, το κυλικείο, τις τουαλέτες και το έπιπλο του επιστάτη. Όταν σχολάσω, υπόσχομαι στον εαυτό μου πως θα πάω τρέχοντας με το ποδήλατο στο σούπερ μάρκετ και θα αγοράσω όσο πιο πολλά ξυραφάκια, after shave και αφρούς ξυρίσματος βαστάει η τσέπη μου, θα έχω όλα αυτά τα πράγματα πάντα μέσα στον χαρτοφύλακα μου και θα νιώθω επιτέλους ξανά ο εαυτός μου. Σηκώνομαι και πηγαίνω στο μπάνιο για μία τελευταία φορά μέσα στη βάρδια μου, όταν όμως κοιτάω το πρόσωπο μου στον καθρέπτη το μόνο που βλέπω είναι ένα παχύ στρώμα από μαύρες λαδωμένες τρίχες. Δεν φαίνονται ούτε μάτια, ούτε μύτη ούτε τίποτα, μόνο τρίχες. Αρχίζω να ουρλιάζω.
Μετά από λίγο ξυπνάω μούσκεμα στον ιδρώτα. Κοιτάω το ρολόι και συνειδητοποιώ πως έχω αργήσει για τη δουλειά μου στο κουρείο όπου εργάζομαι χρόνια τώρα.