Παρεάκι μαζεμένο, χαβαλές, τραγούδια, πίτσες, μπίρες, σουβλάκια. Τα μάτια στραμμένα στην τηλεόραση για να δουν τις εκτελέσεις και στη συνέχεια το πού μοιράζονται τα δωδεκάρια.
Η Eurovision έχει τους θαυμαστές, έχει και τους haters της, μα πάνω από όλα έχει τη φάση της. Τέσσερις είναι και οι φάσεις-προσωπικές ιστορίες που μοιράζονται οι συντάκτες του Ratpack μαζί σας.
Στο λόμπι της Παπαρίζου, ο Κώστας Βαϊμάκης
Δεν είμαι απ’ αυτούς που απαξιώνουν το «θεσμό της Eurovision» και κράζουν ολημερίς κι οληνυχτίς για το «πανηγυράκι» και το «καρκατσουλιό» και όλα τα συναφή – ό,τι σου δίνει την ευκαιρία να μαζευτείς με ανθρώπους που γουστάρεις, να παραγγείλεις σουβλάκια, να κάνεις χαβαλέ και να περάσεις καλά, είτε είναι ποδόσφαιρο, είτε μπάσκετ, είτε Eurovision, στη δική μου λογική είναι καλοδεχούμενο.
Κάπως έτσι, στο μακρινό 2004, το 2004 της Έλενας Παπαρίζου, του «You are the one – you’re my number one», ήταν η τέλεια αφορμή να κουμπώσει ο τελικός της Eurovision με τη γιορτή Κωνσταντίνου και Ελένης (μια που έπεφτε 21 Μαϊου). Δυο ζευγάρια, ένας Κωνσταντίνος από εδώ, μια Κωνσταντίνα από εκεί, ένα κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας, μεγάλη τηλεόραση, φαγητό στο δωμάτιο, γλυκά για τη γιορτή μας και Eurovision μέχρι την περήφανη νίκη. Και στη συνέχεια γραφικότητες ολκής με πανηγυρισμούς και χάζι από το παράθυρο σε κάτι λατρεμένους που οδηγούσαν, κόρναραν και είχαν το κομμάτι στη διαπασών.
Το επόμενο πρωί τα δυο δωμάτιο κάναμε τσεκ-άουτ, αφού πρώτα χτυπήσαμε μεγαλειώδες πρωινό και κάναμε και μια βουτιά στην πισίνα στην ταράτσα του ξενοδοχείου. Οπότε αν πω κακή κουβέντα για τη Eurovision, καταλαβαίνετε ότι κινδυνεύω να πέσει το ξενοδοχείο να με πλακώσει…
Όταν έκλαψε ο Μπαρούνης (για το S.A.G.A.P.O)
Πριν βιαστείτε να κρίνετε, σκεφτείτε ότι μιλάμε για 14 χρονών αμούστακο παιδί, εντάξει; Μόνο εσύ μπορείς να με καταλάβεις. Ναι, εσύ ακριβέ μου διθέσιε, καναπέ. Εσύ που με ρούφηξες στην αγκαλιά σου εκείνο το βράδυ, με την μαλακή σου μαξιλάρα, στην οποία έμπηξα την κεφάλα μου και έπνιξα τα δάκρυα και τον πόνο μου τρία λεπτά μετά την μπασταρδέξ ηλέκτρο-ροκ εισαγωγή και τα ρομποτικά χορευτικά που φώναζαν: «καλώς ήρθες στον κόσμο της ηλεκτρονικής μουσικής, τράβα άκου λίγο Depeche mode και ξαναέλα».
Αν το S.A.G.A.P.O έπαιζε φέτος στη Eurovision, θα γινόμασταν μετανάστες της μιας νύχτας για να στείλουμε 12άρι στον τύπο που μεγάλωσε νοσταλγούς των 90’s. Ο Μάικ έκανε γιγαντιαίες προσπάθειες να συστήσει το τραγούδι του στους μουσικοσυντηρητικούς, συστηματικές χειρονομίες για να εξηγήσει τι σημαίνει το S.A.G.A.P.O, κλείσιμο ματιού βγαλμένο σαν ΄να χε τικ για να κάνει πιο προσφιλή την άγνωστη για πολλούς σκηνική του παρουσία. Η Κύπρος έμεινε πιστή στον αιώνιο όρκο της για 12άρι, η Δάφνη Μπόκοτα προσπαθούσε να φτιάξει το κλίμα και τον κακό ήχο του χώρου και η 17η θέση δημιούργησε αιωρούμενα σκουπιδάκια στην ατμόσφαιρα του σπιτιού μου, που στη συνέχεια επιτέθηκαν στα δυο μου μάτια. Δεν πειράζει Μιχάλη. Εγώ θα S.A.G.A.P.O και μη σε νοιάζει.
Με το στυλό στο χέρι, η Σοφία Μαυραντζά
Έχω έναν φίλο. Φίλο-κολλητό. Σε αυτόν τον φίλο μου, τον Γιώργο, αρέσει πολύ η Eurovision. Τόσο πολύ που ασχολείται ένα μήνα νωρίτερα (και λίγο λέω) με τις υποψηφιότητες, τα φαβορί και όλα τα σχετικά.
Επική η χρονιά που μας είχε καλέσει στο άδειο(!) διαμέρισμα που διατηρούσε η οικογένειά του για να δούμε τον Ευρωπαϊκό Διαγωνισμό Τραγουδιού. Είχε μεταφέρει μία τηλεόραση και έναν καναπέ και έτσι «γίναμε». Παραγγείλαμε πίτσες, ήπιαμε και κάτι μπίρες, μέχρι να ξεκινήσει ο διαγωνισμός. Βιαζόταν το αγόρι, να τα κάνουμε όλα γρήγορα. Είχε τους λόγους του.
Μόλις ξεκίνησε η φασούλα, μας μάζεψε τα πιάτα από τα χέρια (με το ζόρι), μας μοίρασε χαρτιά και στυλό (με το ζόρι δις) ώστε να βαθμολογούμε κάθε υποψηφιότητα. Το θέμα είναι ότι κάποιοι το διασκέδαζαν, σχολίαζαν, έκαναν το κους-κουσάκι τους και κάποιοι άλλοι το είχαμε πάρει πολύ σοβαρά όλο αυτό (δηλαδή μόνο ο Γιώργος και εγώ) και δεν σηκώναμε κεφάλι από τη βαθμολόγηση.
Εμείς, τέλος πάντων, είχαμε κατεβάσει την Ελευθερία Ελευθερίου με το Aphrodisiac (λολ) αλλά εγώ στήριζα τον Σέρβο Ζέλικο Γιοκσίμοβιτς με το Nije Ljubav Stvar, που πήρε την 3η θέση και ΟΚ, κάπως ικανοποιήθηκα. Γιατί ο Ζέλικο και με Ρέμο έχει τραγουδήσει και στην τελική, έπεσα κοντά στις προβλέψεις μου. Και βασικά φάνηκε ότι πρόσεχα σε όλη αυτή τη διαδικασία και μπόρεσα να αντιληφθώ το εκτόπισμα του τραγουδιού. Τώρα για τους άλλους δεν θα μιλήσω, κάποιοι είμαστε φίλοι ακόμα πάντως.
Η νίλα του Χρήστου Κάβουρα στο γιουροβιζιονικό πάρτι
Πες με περίεργο, πες με οτιδήποτε, αλλά από μικρό παιδί είχα σκαλώσει με ένα τραγούδι. Το «Gimme» των One. Βλέπεις σε μια κατασκήνωση που πήγαινα ήταν κάτι τύποι που στα πάρτι έκαναν το ιδιαίτερο χορευτικό του τραγουδιού και όλες γύρω τους κοιτάγανε με τα σάλια να στάζουν. Ναι, τον ίδιο χορό που έστειλε την Κύπρο στην 6η θέση το 2002.
Πολλά χρόνια αργότερα, το 2013 εγώ και η παρέα μου ήμασταν καλεσμένοι σε ένα πάρτι ανήμερα της Eurovision. Μόνο που δεν ήταν ένα απλό πάρτι. Έπρεπε να ντυθούμε κάτι σχετικό με το διαγωνισμό. Η παρέα ήταν σε σύγχυση. Ο ένας ήθελε να ντυθεί... Καλομοίρα, ο άλλος κάτι σαν Lordi, ο παράλλος ήταν να μην έρθει καν. Και κάπου εκεί ήταν που 'ρθε η ιδέα. Να ντυθούμε όλοι σαν τους One – όχι με δερμάτινο από κάτω – και να σκάσουμε μύτη κάνοντας το χορευτικό. Για κάποιο ανεξήγητο λόγο η παρέα ψήθηκε άμεσα, αλλά κάναμε το τεράστιο λάθος να κάνουμε μονάχα μία πρόβα.
Και κάπως έτσι φτάσαμε στη μέρα του πάρτι. Μπήκαμε σε συνεννόηση με τον διοργανωτή στο χώρο με ύφος και την κατάλληλη μουσική υπόκρουση. Μόνο που το σόου που παρουσιάσαμε ήταν ξεκάθαρα μια ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ. Ο ένας πήγαινε αριστερά, ο άλλος δεξιά, ο τρίτος ξέχασε τι έπρεπε να κάνει και κάπως έτσι γίναμε ρεζίλι των σκυλιών(ε). Γενικά, όλα καλά, αλλά σκέφτομαι φέτος που θα ξαναπάω σε αντίστοιχο πάρτι να ντυθώ Αγάθωνας για να αποφύγω τις νίλες των χορευτικών.