Η ταινία «Ο Δημιουργός» είναι ένα επικό θρίλερ επιστημονικής φαντασίας με φόντο έναν φουτουριστικό πόλεμο ανάμεσα στο ανθρώπινο είδος και την Τεχνητή Νοημοσύνη. Τη σκηνοθεσία αναλαμβάνει ο Gareth Edwards (Rogue One) που συνυπογράφει το σενάριο με τον Chris Weitz. Στην ταινία πρωταγωνιστούν οι John David Washington, Gemma Chan, Ken Watanabe, Sturgill Simpson, Madeleine Yuna Voyles και Allison Janney.
Ο Joshua (Washington), ένας σκληροτράχηλος πρώην πράκτορας των ειδικών δυνάμεων που θρηνεί την εξαφάνιση της συζύγου του (Chan), επιστρατεύεται για να βρει και να σκοτώσει τον Δημιουργό, τον μόνιμα ασύλληπτο αρχιτέκτονα ενός προγράμματος Τεχνητής Νοημοσύνης που έχει κατασκευάσει ένα μυστηριώδες όπλο με τη δύναμη όχι μόνο να τερματίσει τον πόλεμο αλλά και να καταστρέψει την ανθρωπότητα. Ο Joshua μαζί με μία ομάδα από ελίτ μυστικούς πρακτόρες θα διανύσουν εχθρικά εδάφη και θα βρεθούν στη σκοτεινή καρδιά μιας περιοχής που κατοικείται από «πλάσματα» Τεχνητής Νοημοσύνης. Εκεί θα ανακαλύψουν πως το θανάσιμο όπλο που μπορεί να καταστρέψει τον κόσμο δεν είναι παρά ένα δημιούργημα Τεχνητής Νοημοσύνης με τη μορφή μικρού παιδιού (Voyles).
Σημείωμα του σκηνοθέτη/συν-σεναριογράφου Gareth Edwards
Όταν ήμουν μικρός, σχεδόν κάθε ταινία στο σινεμά ήταν εμπορική επιτυχία. Δεν περνούσε μήνας που να μην κυκλοφορήσει μία ακόμα κλασική ταινία επιστημονικής φαντασίας. Ταινίες με εικόνες και χαρακτήρες που θα έμεναν χαραγμένες στο μυαλό των θεατών για δεκαετίες.
Δεν θυμάμαι πόσο χρονών ήμουν όταν είδα την ταινία Star Wars. Ήταν σχεδόν σαν θρησκευτική εμπειρία για εμένα. Ο τρόπος που πάντρευε την αρχαία μυθολογία με το μακρινό τεχνολογικό μέλλον μού έδειξε τι ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Θα γινόμουν μέλος της Επαναστατικής Συμμαχίας και θα απελευθέρωνα τον Γαλαξία.
Αργότερα, κατάλαβα ότι αυτά που έβλεπα δεν ήταν αληθινά. Οπότε, μετά από την πρώτη απογοήτευση, αποφάσισα να κάνω το δεύτερο καλύτερο πράγμα. Να γίνω κι εγώ ένας ψεύτης και να κάνω ταινίες. Αλλά, πώς γίνεται κάποιος σκηνοθέτης;
Μεγάλωσα στην Αγγλία, οπότε το Χόλιγουντ έμοιαζε να είναι πολύ μακριά. Όταν ήμουν περίπου 12 χρονών, ο πατέρας μου μάς ανακοίνωσε ότι θα πάμε ταξίδι στην Ασία, και ακόμα καλύτερα, ότι θα αγόραζε μία βιντεοκάμερα για να καταγράψουμε όλο το ταξίδι.
Αυτό ήταν… Άρπαξα την κάμερα με το που μπήκε στο σπίτι και κατέγραψα κάθε λεπτό καθώς ταξιδεύαμε στο Χονγκ Κονγκ, την Μπανγκόκ, τις τροπικές παραλίες και τις ζούγκλες της Ταϊλάνδης. Ήταν κάτι που είχε τεράστια επίδραση πάνω μου και κάτι που δεν είχα βιώσει ποτέ μου. Δεν καταλάβαινα τίποτα από την κουλτούρα τους, τη σηματοδότηση, τις διαφημίσεις και ένιωθα έξω από τα νερά μου. Το λάτρεψα.
Μέχρι να γίνω 18, είχα κάνει συλλογή από ταινίες μικρού μήκους σε VHS που χάραξαν το μονοπάτι για να μπω σε σχολή κινηματογράφου. Έτυχε να μοιράζομαι το σπίτι μου με έναν φοιτητή της σχολής που σπούδαζε κάτι πολύ νέο για την εποχή, το computer animation. Ήταν το 1993 και βλέποντας τι μπορεί να κάνει στον υπολογιστή του, το μυαλό μου πήρε φωτιά. Ήταν ξεκάθαρο ότι αυτό το εργαλείο θα εκδημοκράτιζε την κινηματογραφική δημιουργία, ή τουλάχιστον έτσι μου φαινόταν. Αν κάποιος δεν τα κατάφερνε στο Χόλιγουντ, δεν θα υπήρχε κανένα θέμα, γιατί θα μπορούσε να κάνει μία επική ταινία επιστημονικής φαντασίας στο δωμάτιό του.
Το Χόλιγουντ δεν με αναζήτησε ποτέ. Δεν μπορούσα να βρω δουλειά σκηνοθέτη, οπότε χρεώθηκα και αγόρασα έναν υπολογιστή. Πέρασα πολύ καιρό για να μάθω τα οπτικά εφέ και μου προτάθηκαν πολλές δουλειές με computer graphics παρά σκηνοθετικές. Κατέληξα να έχω τη φήμη στο BBC ως «ο τύπος που κάνει οπτικά εφέ στην κρεβατοκάμαρά του». Αλλά πάντα δωροδοκούσα τους παραγωγούς και τους έταζα να με αφήσουν να σκηνοθετήσω τηλεοπτικές σειρές, με αντάλλαγμα να κάνω τα οπτικά εφέ δωρεάν.
Καθώς περνούσαν τα χρόνια, συνέχιζα να βρίσκω δικαιολογίες για να μην παραιτηθώ από τη δουλειά μου. Τελικά έφτασα σε ένα σημείο όπου ο φόβος της αποτυχίας ήταν μικρότερος από τον φόβο του να μην προσπαθήσω ποτέ. Χτύπησα την πόρτα εταιρειών που έκαναν ταινίες χαμηλού προϋπολογισμού, τους έδειξα τα οπτικά εφέ και τις ταινίες μικρού μήκους και κάπως τους έπεισα ότι μπορούμε να κάνουμε μία επική ταινία χωρίς πολλά λεφτά. Για κάποιο λόγο με πίστεψαν… Τρεις μήνες μετά ήμουν στην κεντρική Αμερική και έκανα γύρισμα για την πρώτη ταινία μεγάλου μήκους, Monsters.
Είχαμε λίγα χρήματα, αλλά δεν πείραζε. Ήταν μία ταινία επιστημονικής φαντασίας και όσο λιγότερο έλεγχο είχαμε, τόσο πιο πειστική ήταν. Ταξιδέψαμε στην κεντρική Αμερική και κάθε φορά που βρίσκαμε μία ενδιαφέρουσα τοποθεσία, κάναμε γύρισμα μία σκηνή. Ήταν απίστευτα οργανική και αποτελεσματική διαδικασία. Κάναμε γύρισμα με πραγματικούς ανθρώπους και μόνο με δύο ηθοποιούς και όλα όσα θα μας κράταγαν πίσω, έγιναν η δύναμή μας. Τελικά, έχει πολλά προνόμια το να κάνεις μία ταινία χωρίς χρήματα.
Το μόνο πρόβλημα ήταν ότι όλα τα οπτικά εφέ έπρεπε να γίνουν από εμένα στο δωμάτιό μου. Χρησιμοποιώντας το νέο software που υποσχόταν να εκδημοκρατίσει την κινηματογραφική διαδικασία, ένιωσα ότι τρέχω σε αγώνα δρόμου με εκατοντάδες άλλους δημιουργούς για να καταλήξω ο πρώτος που τα κατάφερε. Μετά από διάφορες απορρίψεις, η ταινία τελικά προβλήθηκε στο SXSW, όπου τυχαία την είδε ένας ατζέντης του Χόλιγουντ που προσφέρθηκε να με εκπροσωπήσει. Εγώ τσιμπιόμουν, αλλά την ίδια στιγμή ένιωθα ότι έρχεται μία ψηφιακή επανάσταση, ότι όλοι θα έκαναν ταινίες και ότι δεν θα χρειαζόμασταν πια το Χόλιγουντ. Μέχρι που ο νέος μου πράκτορας με πήρε τηλέφωνο και με ρώτησε αν μου αρέσει ο Γκοτζίλα.
Η ευκαιρία να κάνω μία από τις μεγαλύτερες ταινίες του καλοκαιριού ήταν τρομαχτική και συναρπαστική. Αλλά έγινε γρήγορα σαφές πως ό,τι ήταν εύκολο σε μία ταινία μικρού προϋπολογισμού ήταν ξαφνικά δύσκολο, αν όχι αδύνατο, σε μία ταινία χωρίς προϋπολογισμό. Και ό,τι ήταν δύσκολο, όπως τα οπτικά εφέ που έπρεπε να κάνω μόνος μου παλιότερα, τώρα πια ήταν πανεύκολο. Δεν ήμουν σίγουρος πώς να νιώσω με αυτή την ανταλλαγή. Μου δόθηκε η εντύπωση ότι υπάρχει η τέλεια ισορροπία αυτών των δύο κόσμων. Είχα αποφασίσει να αποχωρήσω από τις μεγάλες παραγωγές και να προσπαθήσω να πάρω ό,τι είχα μάθει και εφαρμόσει σε φιλόδοξες μικρότερες ταινίες χωρίς πίεση ή ορδές οπαδών που σχολιάζουν τα πάντα. Τότε με ξανακάλεσε ο ατζέντης μου και ρώτησε αν μου αρέσουν οι ταινίες Star Wars.
Ήταν ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Η ευκαιρία να παίξω στο σύμπαν που με ενέπνευσε να γίνω σκηνοθέτης. Με έναν παράξενο τρόπο, ένιωσα ότι η Δύναμη είχε σχεδιάσει αυτή την εξέλιξη. Βέβαια, όσο κάναμε την ταινία Rogue One, προσπαθούσαμε να επιστρέψουμε στις ρίζες μας, να κάνουμε τα πράγματα διαφορετικά. Ο διευθυντής φωτογραφίας Greig Fraser ήθελε να σπρώξει τα όρια. Κάναμε γύρισμα σε πραγματικές τοποθεσίες, τις οποίες μεγεθύναμε μετά στον υπολογιστή. Ένιωσα πως ό,τι είχα κάνει στο παρελθόν με οδήγησε σε αυτή την ταινία. Τι κάνεις μετά από αυτό;
Όταν τελικά ολοκληρωθεί μία ταινία, ο εγκέφαλός σου αδειάζει και ανοίγεσαι σε νέες ιδέες και αφηγήσεις. Είναι μία από τις αγαπημένες μου φάσεις, γιατί νιώθω σαν σφουγγάρι και όλα είναι πιθανά.
Όταν τελείωσε η ταινία Rogue One, χρειαζόμουν ένα διάλειμμα. Έκανα ένα μεγάλο ταξίδι με τη σύντροφό μου για να επισκεφθούμε τους γονείς της στην Αϊόβα. Καθώς ταξιδεύαμε μεσοδυτικά, έβλεπα τα τεράστια αγροκτήματα και άκουγα κινηματογραφικά soundtrack. Ξαφνικά, εκεί ανάμεσα στο ψηλό χορτάρι, είδα ένα αλλόκοτο εργοστάσιο. Θυμάμαι ότι είχε ένα ιαπωνικό λογότυπο. Άρχισα να αναρωτιέμαι τι κατασκεύαζαν εκεί. Ήταν ιαπωνικό και το μυαλό μου πήγε στα ρομπότ. Φαντάσου να είσαι ένα ρομπότ που κατασκευάστηκε σε αυτό το εργοστάσιο και κάτι πήγε στραβά και ξαφνικά βρίσκεσαι έξω σε αυτό το λιβάδι για πρώτη φορά να βλέπεις τον κόσμο, τον ουρανό. Τι θα σκεφτόσουν;
Ένιωσα ότι ήταν η αρχή μιας ταινίας. Το βρήκα συναρπαστικό και μέχρι να φτάσουμε στο σπίτι των γονιών της κοπέλας μου, είχα όλη την ταινία στο μυαλό μου. Είναι πολύ σπάνιο να συμβεί αυτό. Το πήρα για καλό σημάδι και σκέφτηκα ότι ίσως είναι η επόμενη ταινία μου.
Αλλά μισώ να γράφω σενάρια. Είναι σαν να έχω τη χειρότερη σχολική εργασία στον κόσμο. Ο μόνος τρόπος να το καταφέρω είναι να κλειδωθώ σε ένα ωραίο ξενοδοχείο και να υποσχεθώ να μη φύγω μέχρι να ολοκληρώσω το σενάριο. Έκανα ακριβώς αυτό, σε ένα ξενοδοχείο στην Ταϊλάνδη, όταν ένας φίλος σκηνοθέτης (ο Jordan Vogt-Roberts, που έκανε την ταινία Κονγκ: Η νήσος του κρανίου- Kong: Skull Island) βρέθηκε στο Βιετνάμ και με κάλεσε εκεί.
Περάσαμε μία εβδομάδα να ταξιδεύουμε στη χώρα και να σκεφτόμαστε δημιουργικά, η φαντασία μου είχε αφεθεί τελείως ελεύθερη. Άρχισα να οραματίζομαι τις τεράστιες φουτουριστικές κατασκευές που ορθώνονται ή τα συναρπαστικά πνευματικά ερωτήματα που θα εγείρονταν αν ένας βουδιστής μοναχός γινόταν πλάσμα Τεχνητής Νοημοσύνης. Το βρήκα εκπληκτικό και άρχισα να ενθουσιάζομαι με την ιδέα να κάνω μια ταινία τύπου Blade Runner με φόνο το Βιετνάμ. Αν δεν έκανα την ταινία σύντομα, τότε κάποιος άλλος θα το έκανε!
Πιστεύω πραγματικά ότι ο τρόπος να κάνεις μία ταινία είναι εξίσου σημαντικός με την ιδέα της ταινίας. Είχε σημασία για εμένα να προσεγγίσω αυτή την ταινία εντελώς διαφορετικά. Αλλά είναι δύσκολο να πείσεις ένα μεγάλο στούντιο να κάνει μία πρωτότυπη ταινία επιστημονικής φαντασίας στις μέρες μας. Ήταν ξεκάθαρο ότι η μόνη μας ελπίδα θα ήταν να την κάνουμε με λιγότερα χρήματα. Είχε έρθει η στιγμή να βρω το άγιο δισκοπότηρο της κινηματογραφικής δημιουργίας, όπου τα καλά του μεγάλου και μικρού προϋπολογισμού συναντιούνται. Ήρθα σε επαφή με τον παραγωγό της ταινίας Monsters και προσπάθησα να εξηγήσω ότι δεν θα κάναμε μία εμπορική επιτυχία χαμηλού προϋπολογισμού, αλλά την πιο φιλόδοξη ανεξάρτητη ταινία όλων των εποχών!
Είναι εύκολο να ξεστομίσεις κάτι τέτοιο, αλλά τι σημαίνει στα αλήθεια; Εξηγήσαμε στο στούντιο ότι θα κάναμε τα πάντα ανάποδα. Συνήθως στα στούντιο κάθεσαι με τους καλλιτέχνες και σχεδιάζεις ολόκληρο τον κόσμο, μετά συνειδητοποιείς ότι δεν μπορείς να βρεις αυτές τις τοποθεσίες και χτίζεις τελικά τεράστια σκηνικά σε ένα πλατό και γυρίζεις τα πάντα σε green screen. Δεν ήθελα να το κάνω αυτό, οπότε το πήραμε αλλιώς. Θέλαμε να κάνουμε γύρισμα σε πραγματικές χώρες, σε πραγματικές τοποθεσίες και με πραγματικούς ανθρώπους. Όταν η ταινία πέρασε από το μοντάζ, τότε κάθισα με τους σχεδιαστές και ζωγραφίσαμε τα πλάνα για να δημιουργήσουμε τον φανταστικό κόσμο. Ήταν πραγματικά το αντίθετο της φυσιολογικής διαδικασίας. Τα στούντιο ήταν επιφυλακτικά. Θα λειτουργούσε κάτι τέτοιο; Όλα ακούγονταν σαν ένα ριψοκίνδυνο στοίχημα. Οπότε, βαλθήκαμε να το αποδείξουμε.
Πήρα κρυφές κάμερες και γυρίσαμε μία ταινία μικρού μήκους με εμένα και τον παραγωγό μου Jim Spencer. Πήγαμε στις καλύτερες τοποθεσίες σε όλο τον κόσμο για κάθε σεκάνς της ταινίας. Ο James Clyne, ένας από τους σκηνογράφους μας, ζωγράφισε πάνω από τις λήψεις και ευτυχώς η Ιndustrial Light & Magic δέχτηκε να προσθέσει όλα τα φανταστικά στοιχεία. Όλα έγιναν πολύ γρήγορα και για λιγότερα χρήματα από αυτό που έδειχνε το τελικό αποτέλεσμα. Το στούντιο ενθουσιάστηκε και μας έδωσε το πράσινο φως να κάνουμε την ταινία!
Gareth Edwards
Ένα θρίλερ επιστημονικής φαντασίας στο εγγύς μέλλον
Η Τεχνητή Νοημοσύνη, οι δυνατότητες αλλά και οι κίνδυνοι που επιφυλάσσει για την ανθρωπότητα είναι ένα από τα πιο καίρια ζητήματα της εποχής μας και βρίσκεται στην καρδιά της ταινίας.
Ο σκηνοθέτης/συν-σεναριογράφος Gareth Edwards (Rogue One: A Star Wars Story, Godzilla) λέει, «Το timing της ταινίας είναι απίστευτο. Παρόλο που δουλεύουμε πάνω στην ταινία για χρόνια, κυκλοφορεί σε μία εποχή που ο κόσμος παλεύει με πολλά θέματα και ερωτήματα που θέλαμε να θέσουμε στην ταινία, τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος, μπορεί η ΤΝ να έχει ανθρώπινη υπόσταση, μπορεί να έχει συνείδηση; Η επιστημονική φαντασία ασχολείται με αυτά τα ερωτήματα με τον καλύτερο τρόπο».
Η ταινία «Ο Δημιουργός» ξεκινάει μετά την ισοπέδωση του Λος Άντζελες μετά από επίθεση της ΤΝ. Οι κυβερνήσεις της Δύσης έχουν κηρύξει τον πόλεμο ενάντια στην ΤΝ, ενώ τα κράτη της Ανατολής δημιουργούν τεχνολογία στο βαθμό που τα ρομπότ να είναι σαν άνθρωποι και να αντιμετωπίζονται ως ίσοι. Αυτό πυροδοτεί έναν πόλεμο ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή, την Αμερική και την Ασία.
Στην αρχή της ταινίας, ο Joshua (John David Washington), ένας Αμερικανός στρατιώτης και μυστικός πράκτορας στην Ασία, χάνει τη γυναίκα του, τη Maya (Gemma Chan) κατά τη διάρκεια μιας επίθεσης. Υποθέτοντας ότι η Maya είναι νεκρή, ο Joshua επιστρέφει στις ΗΠΑ και καταρρέει. Πέντε χρόνια μετά, ο στρατός τού ζητάει να επιστρέψει στον πόλεμο γιατί υπάρχει η ανησυχία ότι ένας εγκέφαλος της ΤΝ έχει δημιουργήσει ένα όπλο που θα κερδίσει τον πόλεμο για λογαριασμό της Ανατολής. Ζητάνε από τον Joshua να βρει αυτό το όπλο και να το καταστρέψει.
Ο Joshua δέχεται, αν και απρόθυμα, να συμμετάσχει στην αποστολή, όταν η συνταγματάρχης Jean Howell (Allison Janney) αποκαλύπτει ότι η Maya μπορεί να είναι ακόμα ζωντανή. Μόλις φτάνει στην Ασία, ανακαλύπτει ότι αυτό το όπλο είναι ένα 6χρονο κορίτσι που ακούει στο όνομα Alphie (Madeleine Yuna Voyles). Από εκείνη τη στιγμή, ο Joshua αρχίζει να αμφιβάλει για ό,τι πίστευε για την ΤΝ και τι είναι αλήθεια και τι όχι.
Ο Edwards εξηγεί, «Ζούμε σε έναν κόσμο όπου φοβόμαστε τον άλλον, όποιον είναι διαφορετικός. Έχουμε πολωθεί. Μερικές φορές πιστεύουμε ότι όσοι δεν μοιράζονται τις ίδιες απόψεις με εμάς είναι κακοί και ότι εμείς είμαστε οι καλοί. Έτσι λειτουργούν οι άνθρωποι. Ήθελα να εξερευνήσω αυτό το είδος της κατάστασης όπου κάποτε είχες μία προκατάληψη σε βάρος μίας ομάδας και ξαφνικά βρίσκεσαι μέσα στην ομάδα αυτή και πρέπει να ζήσεις μαζί τους. Πώς σε αλλάζει αυτό; Πώς αντιλαμβάνεσαι την προκατάληψη σε βάρος τους; Μου αρέσει αυτό το ταξίδι ενός χαρακτήρα που βρίσκεται σε μία κατάσταση και αρχίζει να βλέπει την άλλη οπτική».
Ο σκηνοθέτης συνεχίζει, «Εδώ έχουμε έναν πρωταγωνιστή που βρίσκεται σε πολεμική ζώνη και αρχίζει να αναρωτιέται τι είναι αληθινό. Η ταινία θέτει πολλά ερωτήματα για την ΤΝ. Η ταινία «Ο Δημιουργός» είναι και παραμύθι. Μία απρόθυμη πατρική φιγούρα πρέπει να βοηθήσει ένα παιδί μέσα από αλληγορικά δράση, γιατί αναζητά τη γυναίκα του. Ψάχνει την αγάπη. Αλλά τελικά αυτό που χρειάζεται είναι να αγαπήσει αυτό το παιδί».
Ο Edwards αναφέρει τις ταινίες «Η καρδιά του Σκότους» (Heart of Darkness) του Joseph Conrad και το «Αποκάλυψη Τώρα» (Apocalypse Now) του Francis Ford Coppola του ως πηγές έμπνευσής για το χτίσιμο του κόσμου της ταινίας με τις ταινίες Baraka, Blade Runner και Akira. Η κεντρική σχέση ανάμεσα στον Joshua και την Alphie είναι εμπνευσμένη από πιο απρόσμενες πηγές όπως οι ταινίες «Ο Άνθρωπος της Βροχής» (Rain Man), «Συμβόλαιο με το θάνατο» (The Hit), «E.T. ο εξωγήινος» (E.T.: The Extra-Terrestrial) και Paper Moon.
Το καστ
Τον πρωταγωνιστικό ρόλο ανέλαβε ο John David Washington (Η Παρείσφρηση - BlacKkKlansman, Tenet). «Ο Joshua έχει μία ενδιαφέρουσα και σύνθετη σχέση με τη συνείδησή του και με αυτά που πιστεύει. Η ταινία εξερευνά πώς η αγάπη καθορίζει την ηθική σου, τους λόγους για τους οποίους θέλεις να είσαι ζωντανός και τον σκοπό σου στη ζωή» εξηγεί ο ηθοποιός για τον χαρακτήρα.
«Η ενσυναίσθηση» επισημάνει ο Washington, «θα μπορούσε να είναι η διαφορά ανάμεσα στο αν θα επιβιώσουμε ή θα προκαλέσουμε πυρηνικό ολοκαύτωμα. Η ενσυναίσθηση μάς κάνει ανθρώπους. Όλοι οι χαρακτήρες στην ταινία παίρνουν μία απόφαση, είτε από ενσυναίσθηση είτε από το ένστικτο της επιβίωσης. Αυτές οι επιπτώσεις επηρεάζουν την ιστορία».
Συζητώντας την προσέγγιση του Washington στον ρόλο, ο Edwards λέει, «Ήθελε να εκφράσει μία μεταμορφωτική εμπειρία για τον Joshua. Πέρασε πολλές δυσκολίες, όπως και ο χαρακτήρας, πήγε σε μονές και μίλησε με μοναχούς. Τα ρούφηξε όλα γιατί τον βοήθησαν να βρει τον χαρακτήρα».
Η Gemma Chan (Captain Marvel, Eternals, Τρελά Πλούσιοι-Crazy Rich Asians) υποδύεται τη Maya, τη σύζυγο του Joshua. «Θέλαμε κάποια που να μπορεί να είναι αινιγματική. Με τη Maya νιώθεις πάντα ότι κρύβει κάτι. Η Gemma είναι μία απίθανη ηθοποιός που μπορεί να εκφράσει αυτή τη μυστηριώδη και αινιγματική φύση» εξηγεί ο Edwards.
Η Chan γοητεύτηκε από τα φιλοσοφικά θέματα της ταινίας, όπως η προκατάληψη, το πένθος, η οικογένεια, τα μεγάλα ερωτήματα της ανθρώπινης φύσης. «Νιώθω ότι μπορεί να πάρουμε αυτή την τροπή με την ΤΝ. Ποιος ξέρει τι θα συμβαίνει το 2070; Δεν είναι τραβηγμένο, είναι προσγειωμένο».
Ο Ken Watanabe (Ο τελευταίος Σαμουράι-The Last Samurai, Godzilla, Inception) είναι ο Harun, ένας προσομοιωτής ΤΝ που μιλάει αγγλικά και ιαπωνικά και έχει αναλάβει να αιχμαλωτίσει την Alphie και να εξουδετερώσει τον Joshua. Ο σκηνοθέτης λέει για την ερμηνεία του, «Έχει την αξιοπρόσεχτη ικανότητα να εκφράσει πολλά με το πρόσωπό του. Έχει σημειώσει μεγάλη επιτυχία διεθνώς γιατί δεν εκφράζεται λεκτικά. Κάθε φορά που η κάμερα στρεφόταν στον Ken, ήταν συναρπαστικό να βλέπεις κάποιον με τέτοιο εκτόπισμα να μπαίνει στο κάδρο».
Ο ηθοποιός και τραγουδιστής Sturgill Simpson (Queen & Slim, Οι Δολοφόνοι του Ανθισμένου Φεγγαριού-Killers of the Flower Moon) υποδύεται τον πρώην σύντροφο στη μάχη του Joshua, στον οποίο στρέφεται ο Joshua όταν δεν έχει πού αλλού να πάει για να σώσει τον εαυτό του και Alphie.
Ο Simpson θυμάται, «Όταν διάβασα το σενάριο, ήταν λες και όλες οι αγαπημένες μου ταινίες από παιδί να βρέθηκαν μαζί. Έχει τόσα πολλά πράγματα. Είναι σαν ένα όνειρο που εκπληρώνεται η συμμετοχή μου σε τέτοια ταινία».
Ο ηθοποιός σχολιάζει για τα θέματα της ταινίας, «Μου έκανε μεγάλη εντύπωση η ιδέα ότι σε 40 χρόνια από τώρα, οι άνθρωποι θα έχουν χάσει την επαφή μεταξύ τους εξαιτίας της τεχνολογίας και η μόνη λύση είναι να φτιάξουμε ρομπότ που νιώθουν συμπόνοια. Ήταν μία έξυπνη ιδέα του Gareth».
Τον ρόλο του 6χρονου κοριτσιού ΤΝ, της Alphie, που είναι το απόλυτο όπλο, ανέλαβε η πρωτοεμφανιζόμενη Madeleine Yuna Voyles. «Έχουμε κασέτες από εκατοντάδες οντισιόν από όλο τον κόσμο» εξηγεί ο Edwards. «Το πρώτο άτομο που έκανε οντισιόν για τον ρόλο ήταν η Maddie και ήταν φανταστική. Με συγκίνησε. Έφυγε και κοίταξα τη βοηθό μου και συμφωνήσαμε ότι ήταν ιδανική για τον ρόλο».
Ο Simpson προσθέτει, «Η Madeleine είναι από τους πιο επαγγελματίες, εργατικούς και ταλαντούχους ηθοποιούς εκεί έξω και είναι μόνο 8 χρονών. Αυτό το γύρισμα δεν ήταν εύκολο. Ταξιδεύαμε εντατικά και εργαζόμασταν σε δύσκολα περιβάλλοντα και η Madeleine ήταν παρούσα σε κάθε βήμα. Γυρίσαμε τις τελευταίες σκηνές μέσα στον καύσωνα και η Madeleine μάς χάρισε μία απίθανη ερμηνεία».
«Ο J.D. (Washington) δημιούργησε τις συνθήκες για να υπάρχει εμπιστοσύνη μεταξύ τους» λέει ο Edwards. «Ήταν αχώριστοι».
Η Allison Janney (Εγώ η Τόνια-I, Tonya, Η δυτική πτέρυγα-The West Wing) είναι η συνταγματάρχης Jean Howell, που στρατολογεί τον Joshua για να αιχμαλωτίσει την Alphie και είναι αποφασισμένη να το πάει μέχρι τέλους με κάθε τίμημα.
«Η αποστολή της είναι να καταστρέψει όλες τις μηχανές, όλη την ΤΝ γιατί θεωρεί ότι είναι μοχθηρά ρομπότ και πιστεύει ότι αν δεν τα εξολοθρεύσει, τότε εκείνα θα μας σκοτώσουν» λέει η Janney. «Οπότε, θέλει να τους απορρίψει αντί να προσπαθήσει να μάθει να συνυπάρχει μαζί τους».
Η Janney περιγράφει την ταινία σαν «μία ιστορία αγάπης και αποδοχής με ένα όμορφο και θετικό μήνυμα στο τέλος, που όμως σε έχει περάσει δια πυρός και σιδήρου μέχρι τότε».
Η Janney απόλαυσε τη συνεργασία της με τον Edwards. «Ο Gareth έχει όραμα και είναι ένας εκπληκτικός αφηγητής και σκηνοθέτης. Είναι σαν ένας Βούδας, είναι πολύ έξυπνος, μετρημένος και δεν χάνει την ηρεμία του. Δεν έχω συνεργαστεί με έναν τόσο σίγουρο σκηνοθέτη. Ξέρει τι θέλει και ξέρει ότι η σκηνοθεσία είναι να βρίσκεις λύσεις».
Η Janney λέει για τον συμπρωταγωνιστή της Washington ότι είναι «απίστευτα ταλαντούχος και πολύ γενναιόδωρος». Καταλήγοντας για την εμπειρία της στο σετ, «Νιώθω προνομιούχα που συμμετείχα στην ταινία «Ο Δημιουργός». Ποτέ δεν έχω κάνει τέτοια ταινία. Ήταν τέλεια».
Παραλειπόμενα
Για να αποτυπωθεί το όραμα του σεναριογράφου και σκηνοθέτη Gareth Edwards, η παραγωγή ταξίδεψε σε 80 διαφορετικές τοποθεσίες σε 8 διαφορετικές χώρες, όπως η Ταϊλάνδη, το Βιετνάμ, η Καμπότζη, το Νεπάλ, η Ιαπωνία, η Ινδονησία, η Μεγάλη Βρετανία (Pinewood Studios) και οι ΗΠΑ (Λος Άντζελες).
Αντί να σχεδιαστεί η ταινία από την αρχή, η παραγωγή προσέγγισε τη διαδικασία αντισυμβατικά. Έτσι έγιναν πρώτα τα γυρίσματα χωρίς τα σετ, με αποτέλεσμα η σκηνογραφία να γίνει εκ των υστέρων στο post-production. Ο Edwards ακολούθησε αυτή την αντίστροφη μέθοδο στην πρώτη του ταινία, Monsters.
Ο σκηνογράφος James Clyne σχεδίασε την ταινία μετά το γύρισμα και συνεργάστηκε στενά με τον σκηνοθέτη για να εκπληρώσει το όραμά του.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Gareth Edwards
Σενάριο: Gareth Edwards, Chris Weitz
Παίζουν: John David Washington, Gemma Chan, Ken Watanabe, Sturgill Simpson, Madeleine Yuna Voyles, Allison Janney
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Greig Fraser, Oren Soffer
Σκηνογραφία: James Clyne
Κοστούμια: Jeremy Hanna
Μοντάζ: Hank Corwin, Scott Morris, Joe Walker
Μουσική: Hans Zimmer