Το ελπίζαμε, το νιώθαμε βαθιά μέσα μας πως το Black Panther: Wakanda for Ever θα περιείχε κάτι πολύ διαφορετικό σε σχέση με τις υπόλοιπες ταινίες της συγκεκριμένης φάσης του MCU. Μπορεί στα χαρτιά να μην είχε τη δυναμική του πρώτου φιλμ (χωρίς Chadwick Boseman ήταν δύσκολο project) αλλά είχε φτάσει η στιγμή για τη Marvel να υπενθυμίσει σε όλους ότι δεν βγάζει απλά ταινίες με υπερήρωες, αλλά και πραγματικά όμορφες ιστορίες. Και ευτυχώς το sequel του Black Panther είχε όλα εκείνα τα στοιχεία που μας έλειψαν στην post Avengers Endgame era.
Δράση, καλογραμμένους και δυναμικούς ρόλους, έναν εξαιρετικό κακό (Namor) και όπως ήταν αναμενόμενο, αρκετή συγκίνηση στις αναφορές στον T’Challa της καρδιάς μας.
Ο Chadwick Boseman θα είναι ένας και μοναδικός.
Το μεγάλο ερώτημα ήταν ένα
Υπήρχε άξιος διάδοχος να φορέσει τη στολή του Black Panther; Μπορεί ο T’Challa να μην υπάρχει πια, ο Μαύρος Πάνθηρας όμως ζει και παραμονεύει να κατασπαράξει όποιον τολμήσει να απειλήσει την Wakanda.
Είναι μεγάλη αλήθεια ότι η Multiverse εποχή δεν πάει ιδιαίτερα καλά για την Marvel και το κινηματογραφικό της σύμπαν. Όσο και αν περιμέναμε τον Thor να σώσει τα πράγματα, τον Daredevil να κάνει ηρωική είσοδο ή τον Doctor Strange να κάνει τα σωστά ξόρκια, ο μέχρις στιγμής απολογισμός στη μετά Avengers εποχή είναι σε πολύ μέτρια επίπεδα. Είτε πρόκειται για ταινία, είτε για σειρά (βλ. She-Hulk). Στο «Wakanda for Ever» ωστόσο δεν υπήρχαν θέματα με το Multiverse, για τον απλούστατο λόγο ότι η ιστορία δεν είχε να κάνει σε τίποτα με αυτό. Ίσως η απουσία των πολλαπλών συμπάντων να έπαιξε ρόλο που η ταινία ήταν πιο στρωτή και μπόρεσε να δώσει έμφαση σε άλλα θέματα.
Ακόμα δεν χωνεύεται αυτή η «πατάτα» το Thor: Love and Thunder.
Όσον αφορά την ταινία τώρα
Ο ξαφνικός θάνατος του T’Challa από άγνωστη αρρώστια έχει βυθίσει την Wakanda στη θλίψη και την ανυποληψία. Χωρίς ηγέτη αλλά και το βότανο που έδινε τις δυνάμεις του Πάνθηρα (το κατέστρεψε ο Killmonger) η πόλη του βιμπρανίου βρίσκεται σε μυστήριους καιρούς αμφισβήτησης, την ώρα που ο έξω κόσμος πιέζει διαρκώς την Βασίλισσα Ramonda να μοιραστεί το βιμπράνιο για πολεμικούς σκοπούς. Τα κράτη της Γης αναζητούν μία αφορμή για να κάνουν επίθεση στην Wakanda αλλά η ελλιπής τεχνολογία τους, τους αφήνει με την όρεξη και τον δισταγμό. Την ίδια ώρα ένας άλλος κόσμος ωστόσο αναδύεται από τα βάθη της θάλασσας και απειλεί κάθε χερσαίο πολιτισμό.
O αμφίβιος Namor (Tenoch Huerta Mejía) και ο λαός του στην Μαρβελική Ατλαντίδα (Talokan) ψάχνουν και εκείνοι την αφορμή για μόνιμη ανάδυση, καθώς δεν υπολείπονται σε δυνάμεις έχοντας στα χέρια τους αρκετό βιμπράνιο για να προστατευτούν. Μια συμμαχία με την Wakanda θα ήταν το τέλειο «όπλο» ωστόσο οι άνθρωποι του T’Challa δεν έχουν διάθεση να μπουν σε πόλεμο με τους χερσαίους. Και κάπως έτσι πάμε σε πόλεμο.
Το σίκουελ του Black Panther πέρα από την αγωνία για τη διαδοχή της μάσκας, δίνει έμφαση στα διαφυλετικά ζητήματα που ανέδειξε η πρώτη ταινία και με το έντονο γυναικείο στοιχείο (Shuri, Nakia, Okoye, Riri Williams) αυτό γίνεται ακόμα πιο κατανοητό στη συνέχεια της ιστορίας. H ταινία ουσιαστικά είναι η απεικόνιση της ανθρώπινης ιστορίας και των πληγών που άφησε η Δύση στην προσπάθεια εκμετάλλευσης των πόρων σε βάρος καταπιεσμένων λαών, όπως άλλωστε και η επεκτατική συμπεριφορά των Μεγάλων Δυνάμεων όταν μυριστούν ότι κάποια χώρα διαθέτει ορυκτό πλούτο.
Οι πληγές της λευκής αποικιοκρατίας έχουν αποτυπωθεί στα μάτια του γεμάτου ένταση Namor ωστόσο το ιστορικό σκέλος μπαίνει σε δεύτερη μοίρα, κάθε φορά που γίνεται αναφορά στον T’Challa, σε τέτοιο βαθμό που σε κάνει να πιστεύεις ότι και η ηθοποιός που υποδύεται τη Shuri (Letitia Wright) είναι πραγματική συγγενής του Boseman.
Για πολλούς το «Black Panther: Wakanda for Ever» θα μπορούσε να μην έχει γυριστεί καν καθώς πέρα από την παρουσίαση των Namor και Riri Williams/Ironheart δεν δείχνει να επηρεάζει κάπως την ιστορία. Ωστόσο το φιλμ του σκηνοθέτη Ryan Coogler έρχεται να βάλει σε τάξη κάποια πράγματα τα οποία έπρεπε να συμβούν (π.χ. διάδοχη κατάσταση στην Wakanda) ενώ ταυτόχρονα μετά από καιρό έβαλε -ελπίζουμε όχι προσωρινά- ένα μπλόκο στη μετριότητα της Phase 4. Μια ταινία που κάνει τις κοιλιές της αλλά σε αποζημιώνει κάθε φορά που έρχεται η ώρα της δράσης. Όσο για τη Shuri, μπορεί η συμπαθητική φυσιογνωμία της να της είχε δώσει μια αβάντα, σε αυτή την ταινία ωστόσο που δεν είναι χτισμένη κιόλας πάνω της, φανερώνει ξεκάθαρα το ότι δεν έγινε άδικα η επιλογή της.
Ήταν ίσως το απόλυτο φιλμ για να αποχαιρετήσουμε τον Boseman όπως ακριβώς του άξιζε. Μπορεί να μην ήταν εκεί για να υποδυθεί τον ρόλο της ζωής του, αλλά ένιωθες την παρουσία του σε κάθε σκηνή. Αυτή που σε ωθούσε να φωνάξεις και εσύ «Wakanda for Ever».