Και μόνο που η ταινία είναι R-Rated ξέρεις καλά πως πρέπει να έχεις γερό στομάχι για όση διάρκεια βρίσκεσαι μέσα στην κινηματογραφική αίθουσα. Τo «The Northman» άλλωστε είχε αφήσει να εννοηθεί ότι δεν θα λυπηθεί καμία απολύτως σκηνή ή κατάσταση, θυμίζοντας ημέρες «Braveheart» και «Hacksaw Ridge» όπου δεν νιώθαμε ότι βλέπουμε κινηματογραφικά πτώματα, αλλά ότι ζούσαμε τη φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Άλλωστε οι σφαγές και οι λεηλασίες είναι ένα κομμάτι της βάρβαρης εκδοχής των Βίκινγκς, σε σημείο που δεν τολμάς να τις φανταστείς πόσο σκληρές μπορεί να ήταν. Το συγκεκριμένο φιλμ ωστόσο έπιασε ακριβώς αυτή την περιοχή που όλοι μας δεν θέλαμε ποτέ να φανταστούμε και τη συνδύασε με την βαθύτατη μυθολογία των Βίκινγκς. Είχε όμως και ένα μεγάλο σκόπελο να ξεπεράσει προκειμένου να μη θεωρηθεί κλισέ.
H ιστορία των Βίκινγκς έχει πολλά να μας διδάξει. Ακόμα και στο φλερτ.
Η ιστορία του πρίγκιππα Amleth (Alexander Skarsgård) από τα βασιλικά στρώμματα στο απόλυτο χάος και τις δυσκολίες, στον όρκο εκδίκησης και μίσους που τον καθοδηγεί να επιστρέψει στο προσκήνιο μετά από χρόνια για να πάρει πίσω το βασίλειό του από τον προδότη και δολοφόνο του πατέρα του, το θείο του Fjölnir The Brotherless, θα έλεγε κανείς πως είναι ένα χιλιοειπωμένο story που το έχουμε δει άπειρες φορές μπροστά μας.
Και όμως ένα συνηθισμένο concept, όπως αυτό της εκδίκησης είναι αποδεδειγμένο ότι μπορείς να το παρουσιάσεις διαφορετικά εφόσον το αφηγηθείς με ένα δικό σου τρόπο. Ο σκηνοθέτης Robert Eggers (The Witch, The Lighthouse) που φημίζεται για την εμπάθειά του στη λεπτομέρεια δεν πήρε το story του Lion King και το τοποθέτησε στην εποχή των Βίκινγκς «βάφοντάς» το παράλληλα με αίμα, αλλά στόχευσε στη βαριά κουλτούρα των βαρβάρων του Βορρά, δημιουργώντας ένα φιλμ γεμάτο αγωνία και σημασία στην παραμικρή «ατέλεια», ακόμα και αν το κοινό αδυνατεί να τις κατανοήσει.
Όποιος είδε το The Lighthouse αποθέωσε τον Eggers.
Για αυτούς που δεν έχουν δει τις σειρές Vikings και Last Kingdom ήταν μια νέα και συνάμα ανώμαλη προσγείωση στον κόσμο των κατακτητών του μεσαίωνα, για όσους πάλι είχαν μάθει πλάι στους τηλεοπτικούς Ragnar, Björn Ironside και Lagertha, το Northman άνοιξε μια άλλη, πιο διεστραμμένη και παράλληλα ζωντανή έκδοση των κατακτητών φέρνοντάς μας πιο κοντά στη μυθολογία και τις συνήθειές τους, δείχνοντάς μας παράλληλα πως το μεράκι της εκδίκησης δεν ήταν απλή υπόθεση αλλά λόγος ύπαρξης.
Δες τι cast είχε ετοιμάσει ο Eggers για το Northman στο παρακάτω άλμπουμ:
Η εκδίκηση αλλιώς
Σε τέτοιες ταινίες μεγάλο ρόλο παίζουν τόσο οι πρωταγωνιστές, όσο η ατμόσφαιρα και το story που έχουν επιλέξει να ακολουθήσουν, με τον Amleth του Skarsgård να σου υπόσχεται από την παιδική του «έκδοση» ότι ελάχιστος κόσμος που θα βρεθεί απέναντί του, θα φύγει γρήγορα και όχι βασανιστικά.
Μετά την εισαγωγή και τα πρώτα λεπτά του story, η πρώτη λεηλασία φανερώνει ότι η αγριάδα δεν εκλείπει, αλλά η βαρβαρότητα ξεπερνάει ακόμα και εκείνες τις splatter σκηνές που μας έχουν στοιχειώσει στα θρίλερ της παιδικής μας ηλικίας.
Η συνέχεια της παραπάνω λεηλασίας στο χωριό Valhol είναι από τις κορυφαίες -αν όχι η κορυφαία- όλου του φιλμ, με το συγκεκριμένο πέπλο βίας και αιματοχυσίας να απλώνεται σε όλη την ταινία, σε σημείο που σε αναγκάζει να γουρλώσεις αρκετές φορές τα μάτια με το θέαμα.
Η υπόθεση Βίκινγκς στα μάτια των περισσότερων μπορεί να μοιάζει απλή, η μεταφορά όμως της πολυπλοκότητας του ψυχισμού τους, των πιστεύω, της μυθολογίας, του τρόπου που έβλεπαν τον κόσμο, το καλοσώρισμα που έδιναν στον θάνατο προκειμένου να πάνε στην Valhalla και πολλά ακόμα, είναι ένα κεφάλαιο που μόνο ένα ντοκιμαντέρ μπορεί να αναδείξει με κάθε λεπτομέρεια.
Η συγκεκριμένη ταινία είχε μάλιστα τους πιο εύστοχους συμβολισμούς των Βίκινγκς.
Το φιλμ ωστόσο του Eggers καταφέρνει μέσω των άπειρων συμβολισμών τους οποίους ενδεχομένως να γνωρίζει μόνο εκείνος και οι απόγονοι των Βίκινγκς να μας κάνει να αισθανθούμε ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο από όσα βλέπουμε. Μαζί με το άπειρο αίμα, τη βαρβαρότητα της ψυχής και το απέραντο μίσος στο βλέμμα του Amleth οδηγούμαστε σε ένα μονοπάτι σκληρό που σε πολλά σημεία μπορεί να μας μπερδεύει ωστόσο είναι τόσο επιβλητικό που μόνο στο φινάλε της ταινίας νιώθεις πως έχεις ξεφύγει από τη δύνη της.
Η Valhalla είναι ανοιχτή για κάθε πολεμιστή που έπεσε στη μάχη και ο Eggers το αποτυπώνει περίτρανα ρίχνοντας τόνους αίματος και σφαγές, μυθοπλασία και έντονες υποκριτικές σκηνές με ρόλους-εκπλήξεις από εκεί που δεν το περιμένεις, ενώ αφήνει την εκδίκηση να εξελίσσεται παρά να μειώνεται όπως συνηθίζεται σε τέτοιου είδους ταινίες.
Η εκδίκηση πάντα πουλάει, φτάνει να ξέρεις πώς να την «πουλήσεις».