Προσπαθώντας για λίγο να μπούμε στο πετσί ενός ηθοποιού, αναρωτιόμαστε ποιος μπορεί να είναι ο πιο δύσκολος ρόλος που θα μπορούσε να αναλάβει. Η πρώτη σκέψη είναι μια προσωπικότητα που σιχαίνεται πραγματικά ή υπηρετεί τα εντελώς αντίθετα πιστεύω του. Πώς μπορείς να μπεις στο μυαλό ενός serial killer; Πώς μπορείς να μιμηθείς τη γλώσσα του σώματος ενός σατανικού δικτάτορα; Δυσκολίες που μοιάζουν ανυπερβλητες για εμάς τους κοινούς θνητούς, όμως μέρος της δουλειάς και της μελέτης που πρέπει να κάνει ένας ηθοποιός όταν αναλαμβάνει έναν τέτοιο ρόλο με ακραία στοιχεία προσωπικότητα. Ωστόσο υπάρχει μια πραγματικά δύσκολη διανομή και αυτή δεν έχει να κάνει καθόλου με το πόσο συμπαθής ή αντιπαθής είναι ρόλος.
Όταν ένας ηθοποιός καλείται να υποδυθεί έναν άλλο ηθοποιό που έχει υπάρξει πραγματικό πρόσωπο, βαδίζει πάνω σε ένα πολύ λεπτό στρώμα πάγου. Όταν έχουν όλοι εικόνα και άποψη για έναν ηθοποιό μέσα από το έργο του και τους ρόλους του και το να καταφέρεις να ξύσεις κάτω από την επιφάνεια της δημόσιας εικόνας είναι εξαιρετικά δύσκολο. Όταν ένας ηθοποιός αναλαμβάνει να υποδυθεί κάποιον συνάδελφό του πρέπει να ξεφλουδίσει σαν κρεμμύδι τις επιφανειακές προσωπικότητες που έχει αποκτήσει από την υποκριτική του καριέρα και να φτάσει στην tabula rasa που είναι στην πραγματικότητα.
Αυτό απαιτεί πολύ μεγαλύτερη μελέτη από τον ηθοποιό που θα αναλάβει αυτόν τον ρόλο και ένα πάρα πολύ δυνατό σενάριο που θα λειτουργεί σαν νυστέρι που θα αφαιρεί σιγά-σιγά τα layers. Μια τόσο δύσκολη αποστολή δεν θα μπορούσε να έχει καλύτερο υποψήφιο από τον J.K. Simmons. Ξεκινώντας από καρατερίστας έχει αποδείξει ότι μπορεί να υποδυθεί τους πάντες αρκεί να έχει τη σωστή σκηνοθετική καθοδήγηση.
Ίσως γι’αυτό ήταν διστακτικός στην αρχή ο Simmons στη συμμετοχή του στο "Being the Ricardos". Μόνο αφού διάβασε το σενάριο του Aaron Sorkin πείστηκε, το οποίο χαρακτήρισε ένα θείο δώρο για οποιονδήποτε ηθοποιό. Αυτό ήταν ένα ανταλλάξιμο δώρο από τη στιγμή που ο J.K. Simmons έχει ένα εύπλαστο υποκριτικό ταλέντο που έχουν ανάγκη όλοι οι δημιουργοί.
Μπορεί να έχει κερδίσει μόλις ένα Oscar Β΄Ανδρικού Ρόλου για το "Whiplash", όμως σίγουρα αξίζει πολλά περισσότερα. Έχει το χάρισμα να κάνει τα δύσκολα να φαίνονται εύκολα και δεδομένα. Όμως το Being the Ricardos ήθελε μια διαφορετική προσέγγιση.
Ο Simmons γνωρίζεται με τον Sorkin από το 1990 και τα γυρίσματα του “A Few Good Men” και όταν ο δεύτερος ανέλαβε τους Ricardos σκέφτηκε αμέσως τον Simmons. Αυτή θα ήταν μόλις η τρίτη ταινία του σαν σκηνοθέτης και η δέκατη σαν σεναριογράφος.
Όταν άκουσε για πρώτη φορά για το "Being the Ricardos", ο Simmons ήταν μάλλον αδιάφορος, παρά την εμπλοκή του Sorkin. Ανέκαθεν είχε μια άρνηση στο να υποδύεται πραγματικά πρόσωπα, και ειδικά ηθοποιούς του 20 αιώνα με μεγάλη δημόσια προβολή. Όμως ο Sorkin κατάφερε να τον πείσει και να του εξηγήσει πως δεν έψαχνε κάποιον μίμο για τον William Frawley, αλλά κάποιον που θα τον παρουσιάσει στο κοινό του 21ου αιώνα και να αφηγηθεί το ποιος πραγματικά ήταν.
Αυτή ήταν η εγγύηση που ξεκλείδωσε τη φοβία του J.K. Simmons. Τότε το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να ξεκινήσει την έρευνα για να μπορέσει να σταθεί δίπλα στους Javier Bardem, Nicole Kidman και Nina Arianda.
Στόχος του μέσα από την ερμηνεία του ήταν να τιμήσει τον William Frawley και να πει ποιος ήταν και κυρίως να ξεδιαλύνει το ποιος δεν ήταν. Όταν θες να αποδόσεις πιστά το ποιο ήταν ένα δημόσιο πρόσωπο, η καταστροφή των αστικών μύθων που το ακολουθούν είναι ένα πολύ δύσκολο, σημαντικό και απαραίτητο κεφάλαιο.
Το αρχικό στάδιο της έρευνας είχε 6 βιβλία για τη ζωή και την καριέρα του Frawley. Είδε άπειρες ώρες υλικού με τον Frawley σε ό,τι ρόλο είχε παίξει και έψαξε να βρει ακόμα και φίλους και γνωστούς στη Νέα Υόρκη για να του δώσουν στοιχεία από την κίνηση και τον χαρακτήρα του που θα μπορούσε να βάλει στον δικό του Frawley στην ταινία.
Από το περιβάλλον του Frawley έμαθε ότι τα χέρια του έτρεμαν και έτσι κατάλαβε γιατί στις περισσότερες σκηνές κρατούσε σφιχτά τα χέρια του ή τα έβαζε στις τσέπες, μια αδυναμία που πάντα έκρυβε στις ερμηνείες του, άλλα ο Simmons έπρεπε να την ξέρει για να υποδυθεί τον Frawley και όχι κάποιον από τους ρόλους του.
Από τον Frawley δανείστηκε και μια παραξενιά που είχε όταν διάβαζε το σενάριο μιας ταινίας που θα έπαιζε. Έσκιζε τις σελίδες που δεν είχαν τη συμμετοχή του για να μπορέσει να αφοσιωθεί στον ρόλο του. Το ίδιο ακριβώς έκανε και ο Simmons με το Being the Ricardos. Το σκίσιμο αυτό ήταν ο συνεκτικός ιστός μεταξύ των σκηνών του.
Το αποτέλεσμα της ερμηνείας του ήταν μια πανάξια υποψηφιότητα για το Oscar Β’ Ανδρικού Ρόλου και μπορεί ο Simmons να δίνει πλέον την εντύπωση ότι μπορεί να υποδυθεί τον οποιονδήποτε, όμως δεν ήταν πάντα έτσι. Έχοντας μια σεβαστή καριέρα στο Broadway, το πέρασμά του στον κινηματογράφο είχε πάρα πολλές απορρίψεις και έπρεπε πρώτα να περάσει από την τηλεόραση. Εκεί απέδειξε ότι μπορεί να είναι από αστυνομικός μέχρι serial killer, από ψυχίατρος μέχρι επικίνδυνος κατάδικος. Και τότε ήρθε το Whiplash και η αναγνώριση. Σκόπιμα παραλείψαμε τη μεγάλη του καριέρα ως J. Jonah Jameson στα Spider-Man. O J.K. Simmons είναι πολλά περισσότερα από το meme που γελάει και το μόνο γέλιο που θέλουμε να δούμε τώρα είναι αυτό όταν θα κρατήσει στα χέρια του το χρυσό αγαλματίδιο.