Είναι νομοτελειακό πως η φιλοδοξία μπορεί να σε οδηγήσει σε σπουδαία μονοπάτια στη ζωή, φέρνοντας την επιτυχία ένα βήμα πιο κοντά από τη στιγμή που επιχειρήσεις να πετύχεις. Όταν όμως η φιλοδοξία μετατρέπεται σε μεγαλομανία τότε η πορεία σου βαδίζει σε σκοτεινά ή σύμφωνα με τον τίτλο, «εφιαλτικά» μονοπάτια που όταν αγγίξεις τα όριά σου, τις περισσότερες φορές αυτά αντιδρούν και σε στέλνουν κατευθείαν εκεί που ξεκίνησες. Ή μάλλον εκεί που ποτέ δεν ήθελες να φτάσεις καθώς γνώριζες τη δόξα και την αναγνώριση.
Με λίγα λόγια καλό είναι να πιάνεις κορυφή, η πραγματική μαγκιά ωστόσο είναι να μη χάνεις τον εαυτό σου όσο γνωρίζεις την επιτυχία, καταφέρνοντας να διατηρηθείς σε αυτή τη θέση. Ίσως είναι αυτό που ήθελε να μας πει με την ιστορία του ο Guillermo Del Toro, στο «Nightmare Alley» με τον Bradley Cooper.
H υπόθεση
Το story πρόκειται για μεταφορά του ομώνυμου βιβλίου του Lindsay William Gresham το οποίο απεικονίζει τη θαυματουργή ανέλιξη ενός φιλόδοξου άντρα, του Stanton Carlisle από τα παρασκήνια ενός περιοδεύοντα θιάσου στην υψηλή κοινωνία με όπλο τα «μαγικά» και το ταλέντο να διαβάζει τέλεια τους ανθρώπους χρησιμοποιώντας ένα κόλπο που μπορεί να ξεγελάσει μέχρι και τον πιο νοήμονα άνθρωπο. Μια τεχνική που σε αυτούς που ψάχνουν την ελπίδα μπορεί να τους ξυπνήσει την έννοια των πνευμάτων και του υπερφυσικού.
Έναν δρόμο που μοιάζει ρομαντικός και ευκολόπιστος που όμως έτσι και τον ακολουθήσεις κινδυνεύεις να χάσεις τον εαυτό σου.
Μια ιστορία χωρισμένη σε δύο μέρη με διαφορετικά κριτήρια. Το πρώτο όπου φέρνει τον μυστηριώδη Stanton να κερδίζει την εύνοια και την εμπιστοσύνη των ανθρώπων του θιάσου, εντυπωσιάζοντάς τους με την εφευρετικότητα και τις λαμπερές του ιδέες πάνω στα μαγικά, το άστρο του και τον έρωτά του με την γλυκιά Molly (Rooney Mara), ωστόσο στο δεύτερο μαζί με την απόλυτη καταξίωση ξεδιπλώνεται η αφθονία της ψυχής του, η ακόρεστη δίψα του για να πετύχει χωρίς να λογαριάζει το πώς θα το πετύχει και αν το θα πληγώσει τους ανθρώπους που τον νοιάζονται.
Ένας Λύκος της Wallstreet με λίγα λόγια που γνωρίζει την επιτυχία, ανεβαίνει γρήγορα τα σκαλιά της υψηλής κοινωνίας ωστόσο στην προσπάθειά του να εδραιωθεί σε αυτή θα χαθεί μέσα στα ίδια του τα κόλπα, θα καταχραστεί τη δύναμη που απέκτησε και σταδιακά θα βρεθεί έρμαιο ενός ατελείωτου κατήφορου, που έρχεται σαν τιμωρία για τα εγκλήματα της μεγαλομανίας του.
Ή θα τον δεις να χάνεται ή θα χαθείς εσύ ο ίδιος
Ο Guillermo Del Toro, σε ένα story που δεν μας έχει συνηθίσει, δημιουργεί ένα τοπίο σκοτεινό στα όρια του θρίλερ, δεν φοβάται να παίξει με την ψυχολογία των θεατών, μπερδεύοντάς τους από την αρχή όσον αφορά το τι άνθρωπος είναι ο πρωταγωνιστής. Το μυστήριο πέπλο του Stanton Carlisle εξελίσσεται σαν ένεση εμπιστοσύνης και συμπάθειας, το χάος στο βλέμμα του Bradley Cooper σε υπνωτίζει καθώς κρύβει καλά πίσω από το γαλάζιο των ματιών του την αλήθεια που όσο περνάει η ώρα αποκαλύπτεται αλλά όλο προκαλεί την κρίση μας, με την ελπίδα ότι η αποκάλυψη κρύβει μια πονεμένη ιστορία και όχι κάτι διεστραμμένο.
Κάθε νέα γνωριμία ξεκλειδώνει ολοένα και περισσότερο αυτόν τον τύπο που από τη δόξα και τη διάθεση για επιτυχία οδηγείται μετά βεβαιότητας προς την πιο εφιαλτική οδό που η μοίρα έχει αποφασίσει να τον στείλει. Έχοντας πλέον παγιδευτεί μέσα στο ίδιο του το κόλπο ο Stanton θα επιχειρήσει να εκμεταλλευτεί τις διασυνδέσεις και τις πληροφορίες μιας διάσημης ψυχιάτρου Lilith Ritter (Cate Blanchett) προκειμένου να κατακτήσει ένα παραπάνω σκαλί στην υψηλή κοινωνία μην μπορώντας όμως να διαχωρίσει το ποιος εκμεταλλεύεται ποιον.
Όταν το μυαλό βρίσκεται «πάνω» από το κεφάλι ο αυτοθαυμασμός τυφλώνει και η σιγουριά γυρνάει μπούμερανγκ απέναντι στα δεδομένα της καθημερινότητας. Ο Stanton δεν έχει μονάχα να αντιμετωπίσει την αλαζονεία της Lilith Ritter αλλά πρέπει να υπερνικήσει τις αδυναμίες και τις εμμονές που ξεπροβάλουν στην ψυχή του.
Πάνω από όλα όμως μάχεται να διατηρήσει την εμπιστοσύνη του κοινού το οποίο όσο περνάει η ώρα χάνει διαρκώς την υπομονή και τη στήριξη σε έναν σκοτεινό Great Danton όπως του Prestige του Christopher Nolan. Μια ταινία που έχει τα στοιχεία και τη σκοτεινιά που μόνο ο Del Toro μπορεί να μας προσφέρει, ωστόσο όσο προχωράει χάνεται το ίδιο το story μέσα στο film noire και τον εφιάλτη που έχει δημιουργήσει ο ίδιος ο Stanton.
Το τέλος ουσιαστικά σε αφήνει με την αίσθηση ότι δεν ξέρεις αν πρέπει να χαρείς ή να απογοητευτείς. Διότι στην τελευταία σκηνή γνωρίζεις καλά τι θα συναντήσεις, ωστόσο μέχρι να πέσουν τα φώτα δεν ξέρεις αν αυτή αποτελεί το μέτριο κλείσιμο μιας καλής ταινίας, ή ένα σωστό αλατοπίπερο ενός χαώδους δράματος 140 λεπτών.