Αυτό που πρέπει να γίνει από το ξεκίνημα κατανοητό, είναι πως ο Hunter Stockton Thompson, είχε δύο προσωπικότητες, κάτι που δεν σημαίνει απαραίτητα πως έπασχε από διπολική διαταραχή. Στην αρχή, αυτό έγινε για λόγους βιοποριστικούς. Παρά το αδιαμφισβήτητο συγγραφικό του ταλέντο, η δημιουργία μιας αλλοπρόσαλλης περσόνας, ήταν αναγκαία. Η διατήρησή της ανά τα χρόνια, ήταν επιτακτική. Κατάφερε να χτίσει γύρω από αυτόν έναν τόσο καλά διαμορφωμένο μύθο, που στο τέλος, έγινε μεγαλύτερος από εκείνον. Το να σε τρώει το τέρας που ταΐζεις, δεν είναι ποτέ μια καλή ιδέα ούτε μια καλή κατάληξη.
Εκτός από την προώθηση της ξέφρενης ζωής και της απερίσκεπτης χρήσης κάθε ελευθερίας που μας δίνεται, ο ψυχεδελικός συγγραφέας και δημοσιογράφος, μας δίδαξε τη σημασία αλλά και την απόσταση που χωρίζει τη φαντασία από την πραγματικότητα. Η σημασία είναι μηδαμινή και η απόσταση ελάχιστη. Μας πρότεινε να αγοράσουμε το εισιτήριο και να κάνουμε τη διαδρομή μέσα από τα εξαιρετικά του βιβλία και να δούμε το δικό του χέρι, να βάζει φωτιά σαν παιδί που σκανδαλίζει, στον χάρτινο πύργο του αμερικανικού ονείρου. Το κάνει με ξεκαρδιστικό και άλλες φορές με φιλοσοφικό τρόπο, αποφεύγοντας τη χρήση δύσκολων λέξεων για να εντυπωσιάσει. Αν κάτι έμαθε ο Thompson σε όλους τους δημοσιογράφους, είναι πως όλοι μπορούν να μεταφέρουν μια είδηση, το θέμα είναι ποιος θα την κάνει να φαίνεται πιο διασκεδαστική. Ο άνθρωπος που άλλαξε τη δημοσιογραφία, γεννήθηκε σαν σήμερα, στις 18 Ιουλίου του 1937. Το έργο του, συνεχίζει να μεγαλώνει μέσα από τις γραμμές εκατοντάδων δημοσιογράφων που τιμούν και διαδίδουν τη γραφή του.
Κρατάει το όπλο στα χέρια του
«Είμαστε όλοι μόνοι, γεννηθήκαμε μόνοι, πεθαίνουμε μόνοι και, άσχετα με τα όσα γράφουν τα περιοδικά, κάποτε θα κοιτάξουμε όλοι πίσω στη ζωή μας και θα δούμε πως, παρά την παρέα, ήμασταν μόνοι σε όλη τη διαδρομή. Αυτό κάνει τον αυτοσεβασμό τόσο σημαντικό». Αυτοσεβασμός, αν επιχειρήσουμε μια μικρή ανάλυση της τελευταίας πράξης του Thompson, θεωρείται το να ζεις μια ζωή δίχως πόνο ή μια ζωή όπως την έχεις φανταστεί ή τουλάχιστον, όπως τη ζούσες κάποτε. Δεν έμαθε να πονάει στη μέση, ούτε να μην μπορεί να περπατήσει από το προβληματικό του ισχίο. Αντίθετα, έμαθε να ζει και να λειτουργεί πάντα στη γρήγορη λωρίδα του δρόμου, αστραπιαία και ριψοκίνδυνα, όπως ένα κόκκινο κάμπριο στον δρόμο για το Las Vegas.
Η αναζήτηση του αμερικανικού ονείρου, γνωστό και ως «American dream», ήταν αυτό που τον έκανε γνωστό στο αναγνωστικό κοινό της Αμερικής. Το «Fear and Loathing in Las Vegas», αδικήθηκε από την ταινία με πρωταγωνιστή του Johnny Depp όσο καλή και να ήταν και παρά την cult κινηματογραφική υπόσταση που απέκτησε. Αδικήθηκε γιατί το βιβλίο, είναι ένα πραγματικό έπος, μια καθαρή φωνή αλήθειας σε μια βρόμικη και ανυπόφορα ψεύτικη Αμερική. Είναι ειρωνικό που ένας ναρκωμένος δημοσιογράφος μπόρεσε να πει τις μεγαλύτερες αλήθειες με τον πιο κρυστάλλινο τρόπο.
Οπλίζει
Ήταν 20 Φεβρουαρίου του 2005 όταν ο Hunter S. Thompson αποφάσισε να δώσει τέλος στη ζωή του. Βρισκόταν στη γνωστή του θέση, καθισμένος στην καρέκλα του γραφείο του. Ο ήχος του πυροβολισμού, έμοιαζε αρκετά με ένα βαρύ βιβλίο που πέφτει σε ξύλινο πάτωμα. Έτσι τουλάχιστον το περιέγραψαν οι άνθρωποι που βρίσκονταν στο σπίτι του εκείνη τη μέρα. Ο Ralph Steadman, φίλος, συνεργάτης και συνοδοιπόρος στις παράτολμες δημοσιογραφικές αποστολές του Thompson, δήλωσε πως κάποτε, ο πατέρας της gonzo δημοσιογραφίας, του εκμυστηρεύτηκε πως θα ένιωθε παγιδευμένος αν δεν είχε την επιλογή εξόδου από τη ζωή δια της αυτοκτονίας. Η τελευταία έξοδος του Hemingway, πραγματοποιήθηκε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Αν ήταν 45άρι ή καραμπίνα, δεν έχει σημασία. Ο Papa ήταν το είδωλο του Thompson, ίσως έπαιξε και αυτό το ρόλο του.
Τραβάει τη σκανδάλη
«Όχι άλλα παιχνίδια. Όχι άλλες βόμβες. Όχι άλλο περπάτημα. Όχι άλλη διασκέδαση. Όχι άλλο κολύμπι. 67. Αυτά είναι 17 χρόνια μετά τα 50. 17 χρόνια περισσότερα από αυτά που ήθελα ή χρειαζόμουν. Είναι βαρετά. Γκρινιάζω συνέχεια. Δεν έχει πλάκα. Για κανέναν. 67. Γίνεσαι άπληστος». Αυτό ήταν το τελευταίο του γράμμα στον Jann Werner, εκδότη του περιοδικού Rolling Stone την στιγμή που το «Tambourine Man» του Bob Dylan, αγαπημένο τραγούδι του Thompson, ακούγεται σαν άλλο ρέκβιεμ τη στιγμή που η σφαίρα διαπερνά το κρανίο του.