Ήταν ξημερώματα της 20ης Μαΐου, όταν με βαριά καρδιά βάλαμε να δούμε το τελευταίο επεισόδιο του Game of Thrones. Ποιος να μας έλεγε πριν μερικά χρόνια, όμως, ότι αυτό το βάρος δε θα ήταν μόνο λόγω της απρόσμενης απόφασης του David Benioff και του D. B. Weiss να λήξουν τη σειρά στους οκτώ μόλις κύκλους; Η προσπάθειά τους να τα χωρέσουν όλα μέσα στο οριοθετημένο χρονικό πλαίσιο κατέληξε να μετατρέψει το GoT σε μία ακριβή, μεν, στημένα εμπορική και mainstream, δε, παραγωγή, που καμία σχέση δεν είχε με τις επικές σεζόν που παρακολουθούσαμε μέχρι πρότινος.
Η αποχώρηση του GoT, βέβαια, άφησε ένα τεράστιο κενό πίσω της. Ένα κενό που μπορεί να γεφυρωθεί μόνο με μία σειρά εφάμιλλης λογικής, με ίντριγκες, μάχες και μία γερή δόση του υπερφυσικού στοιχείου, έτσι για μη βαριόμαστε κι εμείς οι λάτρεις του φανταστικού.
Δεν τρέφαμε πολλές ελπίδες ότι αυτό θα μπορούσε να συμβεί άμεσα, αφού, όπως και να το κάνουμε και άσχετα με την τελευταία σεζόν, το Game of Thrones ήταν, είναι και θα είναι μία από τις καλύτερες σειρές που έχουν περάσει ποτέ από αυτήν τη μικρή οθόνη που ονομάζεται τηλεόραση. Μέχρι που ένα νέο entry ξεπρόβαλε στον ορίζοντα και σταθήκαμε για λίγο για να το περιεργαστούμε.
Το 1993, ο Πολωνός συγγραφέας Andrzej Sapkowski κυκλοφόρησε το πρώτο βιβλίο της σειράς ιστοριών του περίφημου Witcher. Οι Witchers είναι ουσιαστικά κυνηγοί τεράτων που σε μικρή ηλικία αναπτύσσουν υπερφυσικές δυνάμεις, τις οποίες χρησιμοποιούν στις μάχες απέναντι στα θανατηφόρα τέρατα. Κεντρικός πρωταγωνιστής ο Geralt , μία εύρωστη μορφή, με γενναία σωματική διάπλαση και με μία λευκή χαίτη που ψαρώνει κόσμο συνδυαστικά με το task του επαγγέλματος.
Όλη η δράση εκτυλίσσεται χιλιάδες χρόνια στο παρελθόν, όταν οι νάνοι και τα ξωτικά πολεμούσαν για την εδαφική κυριαρχία της Ηπείρου. Οι άνθρωποι -όπως είθισται σε τέτοιου τύπου ιστορίες- ήρθαν, ξεκίνησαν πολέμους και τελικά πήραν για εκείνους τα σκήπτρα της κυριαρχίας, αφήνοντας όλα τα υπόλοιπα μη ανθρωποειδή να ζουν σε μικρά ghettos. To multiuniverse, άλλωστε, 1500 χρόνια πριν, είχε υποστεί έναν κατακλυσμό, που είχε σαν αποτέλεσμα πλάσματα, όπως οι λυκάνθρωποι και τα βαμπίρ, να παγιδευτούν σε αυτήν τη διάσταση.
Η CD Projekt Red κι η Atari δεν άργησαν να πιάσουν το potential της υπόθεσης και μετέτρεψαν τα βιβλία σε RPG, βάζοντας φωτιά στις κονσόλες των πιστών gamers με το φανταστικό storyline και τους ψαγμένους μηχανισμούς μάχης που εισήγαγαν στον χώρο.
Κάπως έτσι, φτάνουμε στο σήμερα και σ’ ένα Netflix που έχει ακονίσει πια το μυαλό του και μπορεί να διακρίνει από χιλιόμετρα τις σειρές που θα αποδείξουν ότι μπορεί εύκολα να συναγωνίζεται τις μεγαλύτερες παραγωγές του Hollywood, αφού πλέον έχει κερδίσει τη θέση του ανάμεσα σε αυτές.
«Ο witcher Geralt, ένας μεταλλαγμένος κυνηγός τεράτων, δυσκολεύεται να βρει τη θέση σου σ’ έναν κόσμο, όπου οι άνθρωποι συχνά αποδεικνύονται πιο διεστραμμένοι από τα τέρατα», είναι η περιγραφή που έδωσε η πλατφόρμα για τη σειρά, αλλά όχι κι η μοναδική πληροφορία.
Η παραγωγός και σεναριογράφος Lauren Schmidt Hissrich, στρατολόγησε τον Henry Cavill στον ρόλο του πρωταγωνιστή, Geralt, που μπορεί σαν Man of Steel να αποκόμισε πολύ αμφιλεγόμενες κριτικές, όμως, τώρα, φαίνεται να του ανατίθεται ένας χαρακτήρας που του ταιριάζει άψογα, τόσο υποκριτικά όσο και σωματικά. Ειδικά στο τελευταίο κομμάτι, φαίνεται να έχει γίνει εξαιρετική δουλειά, με τον Cavill να πληροί όλες τις προδιαγραφές για να δικαιώσει τη φαντασία των αναγνωστών των βιβλίων και το πλούσιο οπτικό υλικό των gamers.
Με το μεγαλύτερο μέρος των γυρισμάτων να έχει ολοκληρωθεί ήδη από τον Απρίλιο, το Netflix ανακοίνωσε ότι η σειρά θα κυκλοφορήσει στα τέλη του 2019, κάνοντάς μας να ανυπομονούμε να καλωσορίσουμε την παραγωγή που φιλοδοξεί να εναποθέσει το όνομά της ψηλά στη λίστα με τα μεγαθήρια του είδους. Κι η αλήθεια είναι ότι αν καταφέρει να κάνει εύστοχα κι έξυπνα τη μεταφορά ενός τέτοιου έτοιμου και μεστού storyline, η αποτυχία δε θα αποτελέσει ρεαλιστικό σενάριο.