Είναι σίγουρο πως δεν με τιμάει το γεγονός πως όταν μου μετέφεραν την είδηση του θανάτου του John Hurt εγώ κοίταζα σαν κουτάβι που δεν κατάλαβε την εντολή. Στην αρχή νόμισα ότι μου έλεγαν για τον William Hurt, άλλον σημαντικό ηθοποιό. Θα μπορούσα να δικαιολογηθώ για το κοινότυπο του ονόματος, αλλά θα ήταν δικαιολογία τύπου «κυρία, συγγνώμη που δεν διάβασα, αλλά πόναγε η κοιλιά μου». Μετά πρέπει να είπα τη φράση «Ποιος;» σαν χαζός. Δεν πήγε καν το μυαλό μου. Δε μπορούσα να συνδέσω πρόσωπο και όνομα.
Είχα ξεχάσει τον Καλιγούλα της παλιάς βρετανικής σειρά «Εγώ ο Κλαύδιος», το πρώτο θύμα στο σοκαριστικό “Alien” (1979) του Ρίντλεϊ Σκοτ, τον κατασκευαστή μαγικών ραβδιών του Χάρι Πότερ, τον «Άνθρωπο Ελέφαντα» (1980) του Ντέιβιντ Λιντς, τον δαιμονικό δικτάτορα του “V for Vendetta”(2005), τον δύστυχο πρωταγωνιστή του δυστοπικού «1984» με υπογραφή Τζωρτζ Όργουελ, τον John Scholfield από το αλλόκοτο “Dead Man” (1995) του Τζιμ Τζάρμους.
Είχα ξεχάσει έναν φλεγματικό Βρετανό ηθοποιό που μεγάλωσε σε ένα ιδιαίτερα αυστηρό περιβάλλον όντας γιος κληρικού. Του απαγόρευαν μάλιστα να βλέπει ταινίες λέει. Τρομερό! Που να ήξεραν… Ο John Hurt ακολουθώντας το όνειρό του έπαιξε σε πάνω από 130 από αυτές, προτάθηκε για άπειρα βραβεία και του απονεμήθηκε ο τίτλος του Σιρ για τη συμβολή του στην έβδομη τέχνη. Μια τεράστια πραγματικά προσφορά κατά την οποία αναλάμβανε συνήθως δύσκολες αποστολές: δεύτερους ρόλους, κόντρα ρόλους, voice acting, περίεργους χαρακτήρες, μειλίχιους γέροντες αλλά και αποσυνάγωγους, εξαρτημένους και κάθε είδους ναυάγια της ζωής.
Και έμελλε χθες στο βράδυ στον κινηματογράφο «ΕΛΛΗ» να τον δω να παίζει τον τελευταίο ρόλο της ζωής του: έναν καθολικό παπά που εξομολογούσε την Νάταλι Πόρτμαν ενώ εκείνη πάλευε με (τους δικούς της) θεούς και δαίμονες στο βιογραφικό “Jackie”. Και, δυστυχώς, θα ήταν η τελευταία φορά που θα έβλεπα το πρόσωπό του.
Η τελευταία φορά που θα αντίκριζα μια φάτσα που με έχει συντροφεύσει μια ζωή στην μεγάλη περιπέτεια του σινεμά. Κάτι σαν γνώριμη και σεβάσμια φιγούρα στο στέκι που συχνάζεις. Που δεν ξέρεις το όνομά του αλλά αυτός είναι πάντα εκεί για να διηγηθεί άλλη μία συγκλονιστικά διασκεδαστική ιστορία. Διότι εκτός από τους κλασικούς πρωταγωνιστές, τελικά, οι ηθοποιοί σαν τον John Hurt –ναι, αυτοί που καμιά φορά εμείς οι ανάγωγοι ξεχνάμε το όνομά τους- είναι εκεί για να κάνουν το σινεμά πιο όμορφο. Αυτοί είναι το πραγματικό αλατοπίπερό του.
Τελευταία φορά που τον βλέπω είπα; Μπα δε νομίζω, λάθος. Ο John Hurt θα είναι πάντα εκεί, στις καρδιές και στις οθόνες μας. Ακριβώς όπως τόσοι και τόσοι «αφανείς ήρωες» που δεν έγιναν ποτέ σούπερ-σταρ. Διότι κανένα μάρκετινγκ δεν τους έχει κάνει «μασημένη τροφή», γιατί καμία εταιρεία παραγωγής δεν προσπάθησε να μας τους επιβάλλει, γιατί στην καρδιά μας βρίσκονται με το σπαθί τους. Κάτι που κέρδισαν προσφέροντάς ένα σπάνιο αγαθό: την σιγουριά όταν αντικρίζεις το πρόσωπό τους – αφού ξέρεις, ακόμα και αν δεν θυμάσαι το όνομά τους, πως η σκηνή που θα παρακολουθήσεις θα είναι απολαυστική ακόμα και σε μια «μούφα» ταινία.