Βάλε ένα διπλό espresso από Lavazza και κάτσε να σου πω μια ιστορία από το Τορίνο
Με αφορμή τα 20 χρόνια από την ίδρυση του Ιδρύματος Lavazza, βρέθηκα στο «Παρίσι της Ιταλίας» και έχω πολλά να μοιραστώ μαζί σου.
Με αφορμή τα 20 χρόνια από την ίδρυση του Ιδρύματος Lavazza, βρέθηκα στο «Παρίσι της Ιταλίας» και έχω πολλά να μοιραστώ μαζί σου.
Γράφει ο Άγγελος Κωνσταντούλιας
«Έχω στο Τορίνο μια δουλειά». Αυτή ήταν η απάντηση σε οικογένεια και φίλους όταν με ρώτησαν αν θα βρεθούμε την Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου. «Με ποιον παίζει η Γιούβε;», ήταν η αυτοματοποιημένη ερώτηση που βγήκε από τα χείλη των κολλητών. Εξάλλου γιατί να βρεθείς σε μία πόλη, που κάπως παρωχημένα, την έχουμε συνδέσει στο μυαλό μας με την «Μεγάλη Κυρία» του ιταλικού ποδοσφαίρου και τα κατορθώματα του Alessandro Del Piero, την αυτοκινητοβιομηχανία της Fiat και τα τελευταία χρόνια με τα ραντεβού της ηλεκτρονικής μουσικής σκηνής στα FuturFestival;
Σχεδόν τρεις ημέρες στην πρώτη πρωτεύουσα του ενοποιημένου ιταλικού κράτους ήταν αρκετές να μου δώσουν όλες τις απαντήσεις, που στην πραγματικότητα δεν ήξερα ότι είχα ανάγκη. Το Τορίνο είναι παρεξηγημένο. Δεν είναι η κλασσική ιταλική πόλη που έχεις στο μυαλό σου και αν με ρωτάς, καλύτερα για το ίδιο. Δεν είναι Ρώμη, Μιλάνο, Νάπολι. Είναι κάτι που ξεφεύγει από τα κλισέ που έχουμε δημιουργήσει για τη γείτονα χώρα. Περιτριγυρισμένο από τις Άλπεις, το Τορίνο είναι η πιο elegant πόλη της Ιταλίας και μόνο τυχαίος δεν είναι ο χαρακτηρισμός ως το «Παρίσι της Ιταλίας». Αυτό, κατά κύριο λόγο, οφείλεται στον οίκο της Σαβοΐας που είχε ιστορικά την έδρα του στην πρωτεύουσα της περιφέρειας Πιεμόντε και οι γαλλικές επιρροές του είναι φανερές στην μπαρόκ αρχιτεκτονική που κυριαρχεί στην πόλη.
Αλλά για μισό λεπτό. Ξέχασα ν’ απαντήσω στην ερώτηση. Αλήθεια, για ποιο λόγο πήγα μια Κυριακή μέχρι το «Ελευθέριος Βενιζέλος», πήρα το αεροπλάνο, προσγειώθηκα στο αεροδρόμιο «Μαλπένσα» του Μιλάνου και από εκεί έκανα 1.5 ώρα διαδρομή μέχρι το Τορίνο; Αυτές τις σύντομες αποδράσεις, τις έκανα όταν ήμουν ερωτευμένος. Και επειδή ποτέ δεν πήγαινε πολύ καλά όλο αυτό, αποφάσισα να κάνω κάτι πια σωστό. Αφορμή, λοιπόν, ήταν το κάλεσμα της Lavazza για τα 20 χρόνια από την ίδρυση του Lavazza Foundation.
Ωστόσο, ας πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή και ας ξετυλίξουμε το κουβάρι του σύντομου αυτού ταξιδιού. Βάλε ένα διπλό espresso (προφανώς Lavazza) και πάμε να σου πω την ιστορία μου/τους.
Θα χρειαστεί να κάνουμε μία αναδρομή στο παρελθόν. Έχουμε 1934. *O Luigi Lavazza, ιδρυτής της εταιρείας, είναι 75 ετών και ετοιμάζεται να αποσυρθεί στο Murisengo, το χωριό στους λόφους της περιφέρειας Πιεμόντε όπου γεννήθηκε. Έφτασε στο Τορίνο σε ηλικία 26 ετών και εργάστηκε ως σερβιτόρος, ως πωλητής, και ως manager σ’ ένα εργοστάσιο σπίρτων. Το 1895, αγόρασε ένα μικρό παντοπωλείο στην οδό San Tommaso 10, όπου πουλούσε εμφιαλωμένο νερό, λάδι παραγωγής από το San Remo και, πάνω απ’ όλα, καφέ. Η επιτυχία του ήρθε από την ιδέα να δημιουργήσει διαφορετικά χαρμάνια καφέ. Ξεκινώντας από αυτό το μικρό κατάστημα, ο Luigi κατάφερε ν’ ανοίξει ένα βιομηχανικό εργοστάσιο στην Ponte Mosca. Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, η εταιρεία πέρασε στα χέρια των γιων του, Giuseppe και Pericle.
Η δεύτερη γενιά της οικογένειας μεταμόρφωσε την εταιρεία σ’ έναν βιομηχανικό παίκτη, εδραιώνοντας την παρουσία της σε ολόκληρη την Ιταλία. Τα δύο αδέρφια συνέχισαν να επενδύουν στη βελτίωση της ποιότητας του προϊόντος, αναπτύσσοντας μια ισχυρή ταυτότητα με τη δημιουργία του πρώτου λογότυπου της Lavazza το 1947. Της χορηγήθηκε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για ένα κυλινδρικό δοχείο με καπάκι πίεσης για τη διατήρηση του αρώματος και της γεύσης και κάπως έτσι γεννήθηκε το πρώτο τενεκεδένιο κουτί με κενό αέρος. Το 1957 έγινε η έναρξη του εργοστασίου παραγωγής στην Corso Novara του Τορίνο, αυξάνοντας σημαντικά την παραγωγική ικανότητα και δίνοντας ζωή στο Qualità Oro, ένα προϊόν που παραμένει εμβληματικό για την εταιρεία μέχρι και σήμερα. Την ίδια περίοδο, χάρη σ' έναν στόλο εταιρικών φορτηγών και ένα εκτεταμένο δίκτυο αποθηκών, η Lavazza κατάφερε να φτάσει ακόμη και στα πιο απομονωμένα αστικά κέντρα. Έτσι ξεκίνησε η εμπορική επέκταση, που σε συνδυασμό με την αναδυόμενη προσέγγιση στο branding, θα τη χαρακτήριζε τα επόμενα χρόνια. Τα πρώτα παραδείγματα αυτής της προσέγγισης είναι οι θρυλικές συλλεκτικές κάρτες — εμπνευσμένες από την τέχνη, την ιστορία και την αφήγηση — οι οποίες πωλούνταν μαζί με τον καφέ και σύντομα έγιναν αντικείμενο συλλογής.
Ωστόσο, ας επιστρέψουμε στον Luigi. Πριν αποσυρθεί από την “ενεργό δράση”, ταξίδεψε στη Βραζιλία. Έφυγε από το λιμάνι της Γένοβας με το «SS Conte Biancamano», την ναυαρχίδα του στόλου των ιταλικών επιβατηγών πλοίων εκείνη την εποχή. Ήταν η πρώτη φορά που ο Luigi πραγματοποιούσε ένα υπερατλαντικό ταξίδι. Ήθελε να δει με τα ίδια του τα μάτια τις φυτείες καφέ, να συναντήσει τους παραγωγούς, να καταλάβει πώς γεννιέται ο κα'πός που είχε γίνει η δουλειά του, η οικογένειά του, η ζωή του.
Το ταξιδιωτικό ημερολόγιο με τις σημειώσεις του, που καταγράφουν αυτό το ταξίδι μέρα με τη μέρα, παραμένει ακόμα. Ήταν ένα κάπως πικρό ταξίδι γι' αυτόν, γιατί εκείνη την εποχή, κατά τη διάρκεια μίας από τις παγκόσμιες διακυμάνσεις στις οποίες υπόκεινται οι πρώτες ύλες, οι τιμές του καφέ είχαν καταρρεύσει και η βραζιλιάνικη κυβέρνηση είχε αποφασίσει να καταστρέψει τόνους της σοδειάς για να αντιμετωπίσει την υπερπροσφορά. Στις 12 Μαΐου, επισκέφθηκε την αποθήκη καφέ στο Σάο Πάολο και έγραψε: «Μας πήγαν στην αποθήκη όπου καίνε τον καφέ (είναι αηδιαστικό να το βλέπεις να καταστρέφεται). Μας έδειξαν άλλα μέρη όπου έχουν καταστραφεί τόνοι σακιών (φαίνεται απίστευτο)». Κατά την επιστροφή του στην Ιταλία, αποσύρθηκε στο Murisengo, όπου είχε προγραμματίσει να ζήσει τα χρόνια της συνταξιοδότησής του, αλλά όχι πριν υποστηρίξει και χρηματοδοτήσει το άνοιγμα ενός νηπιαγωγείου: Ήταν ένας τρόπος να δώσει πίσω στην πατρίδα του, τις αξίες που είχε λάβει από εκείνην, όπως δύναμη, σκληρή δουλειά, επιμονή, σεβασμός και ευγνωμοσύνη. Αλλά στο μεταξύ, εκείνο το ταξίδι και η σκληρή ανακάλυψη του τι συνέβαινε στη Βραζιλία, τη χώρα με τη μεγαλύτερη παραγωγή καφέ στον κόσμο, είχαν αφήσει ένα σημάδι στη πρωταρχική μνήμη της εταιρείας, το οποίο με τον καιρό θα γινόταν επιλογή και αναγκαιότητα. Από τότε, η οικογένεια Lavazza αγκαλιάζει τη βιωσιμότητα, το ιερό καθήκον δημιουργίας μιας άμεσης σχέσης με τη γη και τους ανθρώπους που την καλλιεργούν.
Αυτή, λοιπόν, ήταν και η αφορμή του ταξιδιού μου στο Τορίνο. Την ιταλική πρωτεύουσα του καφέ. Η οικογένεια Lavazza πιστή στις αρχές του Luigi, αποφάσισε τη δημιουργία ενός Ιδρύματος, στόχος του οποίου είναι να διασφαλιστεί ένα ευοίωνο μέλλον για τις κοινότητες που παράγουν καφέ. Από το 2004, έτος όπου η ιδέα πήρε σάρκα και οστά, μέχρι και σήμερα, τα επιτεύγματα του Ιδρύματος είναι αντάξια του οράματος του Πατριάρχη της οικογένειας Lavazza. Στις 30 Σεπτεμβρίου βρέθηκα στο Centrale, στα κεντρικά γραφεία του Ομίλου Nuvola Lavazza, για την εκδήλωση “The Coffeeprint of Tomorrow”, που έκλεισε τον εορτασμό της 20ης επετείου του Ιδρύματος.
«Είμαστε ενήμεροι για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η βιομηχανία του καφέ. Το Ίδρυμα κοιτάζει τα επόμενα 20 χρόνια με έναν φιλόδοξο στόχο, να μετατρέψει τους καλλιεργητές καφέ, και ειδικότερα τις νέες γενιές και τις γυναίκες, σε επιχειρηματίες ικανούς να ανταγωνιστούν στην παγκόσμια αγορά καφέ και να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τις νέες προκλήσεις, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη των οικονομιών στις οποίες ζουν», εξήγησε αρχικά ο Giuseppe Lavazza, Πρόεδρος του Ομίλου Lavazza και Διευθυντής του Ιδρύματος, για να προσθέσει εν συνεχεία:
«Οι προτεραιότητες του Ιδρύματος για το μέλλον θα είναι να στηρίξει τις κοινότητες παραγωγής καφέ με εκπαιδευτικά προγράμματα που θα τις βοηθήσουν να προσαρμόσουν τις φυτείες στον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής, να ανταποκριθούν στην αυξανόμενη ζήτηση για ποιοτικά προϊόντα και να προσφέρουν μια ευρεία γκάμα ποικιλιών καφέ για να ενισχύσουν τη βιοποικιλότητα και να καταπολεμήσουν την αποψίλωση των δασών. Αυτές οι δράσεις, μαζί με όλη την εργασία που έχει γίνει μέχρι σήμερα, θα μας επιτρέψουν να συμβάλουμε σε ένα δικαιότερο και πιο βιώσιμο μέλλον για ολόκληρη τη βιομηχανία καφέ,ενώ παράλληλα θα διασφαλίσουμε τη διαθεσιμότητα ποιοτικών προϊόντων για τις επόμενες γενιές. Ένας ρόλος στρατηγικής και καινοτόμου ηγεσίας που ελπίζουμε ότι θα εμπλέκει όλο και περισσότερο όλες τις μάρκες μας και τις συνδεδεμένες εταιρείες σε όλες τις περιοχές όπου δραστηριοποιούμαστε ως Όμιλος».
Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Από το 2004, έτος ίδρυσης του Ιδρύματος Lavazza, έχουν υποστηριχθεί περισσότερα από 50 έργα και αυτή τη στιγμή υποστηρίζει και χρηματοδοτεί 30 έργα σε 17 χώρες σε τρεις ηπείρους, επωφελούμενος πάνω από 94.000 ανθρώπους. Την ίδια στιγμή, η γυναικεία ενδυνάμωση βρίσκεται σε πρώτο πλάνο. Το project «Καφές για να ξαναγεννηθεί» έχει αναπτυχθεί σε συνεργασία με την NGO Verdad y Vida, που έχει επιτρέψει σε 180 γυναίκες της εθνοτικής κοινότητας Maya Poq’omchi στη Γουατεμάλα – μετά από 36 χρόνια εμφυλίου πολέμου που κατέστρεψε σοβαρά την οικονομία και την ανάπτυξη της περιοχής – να γίνουν ανεξάρτητες, αρχικά ως παραγωγοί και στη συνέχεια ως επιχειρηματίες, χάρη σε προγράμματα εκπαίδευσης στη γεωργία και τη διαχείριση επιχειρήσεων.
Συγκινητική ήταν η παρουσία της Rigoberta Menchu, η οποία έχει τιμηθεί με το Νόμπελ Ειρήνης το 1992, ως αναγνώριση του αγώνα της για κοινωνική δικαιοσύνη και την εθνοπολιτισμική συμφιλίωση, βασισμένη στα ανθρώπινα δικαιώματα των ιθαγενών, αλλά και των Maria Magdalena Pop Sis De Amalem και Evelin Magali Laj Caj, δύο κορίτσια που μέσω του Ιδρύματος Lavazza έχουν πάρει τη ζωή στα χέρια τους και ζουν το δικό τους όνειρο.
Ωστόσο δεν είναι μόνο η Γουατεμάλα. Μια άλλη σημαντική πρόκληση που συζητήθηκε αφορά την εμπλοκή των νεότερων γενεών στη βιομηχανία καφέ, τόσο για να αποτραπεί η εγκατάλειψη των γεωργικών εκτάσεων σε χώρες παραγωγής καφέ όσο και για να προωθηθεί ο επαγγελματισμός σε ολόκληρη την αλυσίδα αξίας, μέχρι το επίπεδο των καφετεριών. Στην Ουγκάντα, για παράδειγμα, το έργο Ujana Coffee που ξεκίνησε το Ίδρυμα Lavazza σε συνεργασία με την NGO Sawa World, εμπλέκει νέους άνδρες και γυναίκες της Ουγκάντας που ζουν τόσο σε περιοχές παραγωγής καφέ όσο και σε ευάλωτες αστικές καταστάσεις, ώστε να μπορέσουν να λειτουργήσουν μικρές επιχειρήσεις που σχετίζονται με τον κόσμο του καφέ ή και τοπικές τέχνες, ως τρόπος διαφοροποίησης και αύξησης του εισοδήματός τους.
Μετά το τέλος της εκδήλωσης “The Coffeprint of Tomorrow”, είχα την ευκαιρία να περιπλανηθώ στο «Παρίσι της Ιταλίας». Αυτό που μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση είναι οι χαλαροί ρυθμοί της πόλης. Δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το Μιλάνο, το οποίο είναι μία ατελείωτη βιτρίνα, ούτε με τη Ρώμη, όπου ο υπερτουρισμός -προσωπικά με- κουράζει. Το Τορίνο σε μαγεύει με τη ρασιοναλιστική αρχιτεκτονική του και με το πόσο προσιτοί είναι οι άνθρωποι. Χαλαροί, απλοί και ταυτόχρονα elegant. Το Τορίνο είναι κομψό και αυτό βγαίνει προς τα έξω. Η αλήθεια είναι πως δεν πρόλαβα πολλά να δω. Στάθηκα τυχερός με την τοποθεσία του ξενοδοχείου (NH Collection Torino Santo Stefano), το οποίο ήταν σχεδόν απέναντι από το Βασιλικό Ανάκτορο και μία βόλτα κρίθηκε επιβεβλημένη.
Αυτό που δεν γνώριζα σχετικά με το Τορίνο, ότι εκτός από την πρωτεύουσα του καφέ, έχει κάθε λόγο να διαφημίζει έντονα την κληρονομιά του στη σοκολάτα. Η ιστορία της σοκολάτας στο Τορίνο ξεκίνησε στον 16ο αιώνα και φτάνοντας στο σήμερα, για δύο πράγματα οι ντόπιοι είναι πραγματικά περήφανοι. Το ένα είναι το gianduiotto, ένα διάσημο σοκολατάκι με τριγωνικό σχήμα και τυλιγμένο σε χρυσόχαρτο, και το δεύτερο είναι το bicerin, ένα ρόφημα που συνδυάζει καφέ, ζεστή σκούρα σοκολάτα και κρέμα. Αν και λάτρης των “μινιμαλιστικών” ροφημάτων, καθώς πίνω τον καφέ μου σκέτο, το bicerin δε θα σε απογοητεύσει.
Τι δεν πρόλαβα να δω και να ζήσω; Πολλά. Όπως για παράδειγμα το Αιγυπτιακό Μουσείο που θεωρείται πως φιλοξενεί τη δεύτερη σημαντικότερη συλλογή του κόσμου με αιγυπτιακές αρχαιότητες μετά από εκείνη στο Κάιρο, το νυχτερινό lifestyle της πόλης, το οποίο είναι αρκετά έντονο λόγω των Πανεπιστημίων ή έναν αγώνα της Juventus στο σύγχρονο Allianz Stadium. Ωστόσο, ας κρατήσουμε και κάτι για το μέλλον, διότι η επιστροφή στην πρωτεύουσα της περιφέρειας Πιεμόντε είναι το μόνο σίγουρο πως -σύντομα- θα επαναληφθεί.
Ο θεσμός της οικογένειας είναι το κλειδί της επιτυχίας της εταιρείας Lavazza. Το βράδυ της 2ης ημέρας βρεθήκαμε με τους ανθρώπους της Lavazza στο San Tommaso 10. Το μικρό μαγαζί που το 1895 αγόρασε ο Πατριάρχης της οικογένειας και το έκανε παντοπωλείο, σήμερα λειτουργεί ως fine dining εστιατόριο, τιμώντας την κληρονομιά του. Η σύνδεση του παρελθόντος με το παρόν και το μέλλον. Το μενού είναι επηρεασμένο από την περιοχή του Πιεμόντε αλλά και από την περιφέρεια των Μάρκε, τόπος καταγωγής του chef, Gabriele Eusebi. Στο San Tommaso 10 έζησα μία αυθεντική εμπειρία, σε συνδυασμό με μία δημιουργική πινελιά. Δεν περίμενα κάτι λιγότερο. Μοναδικές ετικέτες κρασιών από την περιφέρεια του Πιεμόντε ή εναλλακτικά το Τορίνο των γεύσεων και των αισθήσεων, ήρθαν να κλείσουν το βράδυ, όπου η κομψότητα συνάντησε την παράδοση.
Από την Αφρική μέχρι τη Νότια Αμερική, το Ίδρυμα Lavazza είναι το πιο φωτεινό παράδειγμα για το πως ο καφές μπορεί να γράψει χρυσές σελίδες στο βιβλίο της παγκόσμιας ιστορίας. Να εμπνεύσει, να δώσει ελπίδα, να κάνει τον κόσμο μας καλύτερο. Η παρουσία μου στην εκδήλωση “The Coffeeprint of Tomorrow” και συνολικά στο Τορίνο ήταν ένα μάθημα ζωής, το οποίο ανασήκωσε τα πέπλα και έκανε τη ματιά μου πιο ευθυτενής. Ο καφές δε λειτούργησε απλώς ως ένεση ενέργειας, αλλά ως ξυπνητήρι για το mindset μου. Ο καφές, πέρα από την πιο όμορφη συνήθειά μας, εμπεριέχει στιγμές, συναισθήματα, αναμνήσεις, οι οποίες μας συντροφεύουν και ζωγραφίζουν ένα μειδίαμα στη σκέψη τους.
Και μετά από αυτό το ταξίδι τίποτα δε θα είναι το ίδιο. Όποτε απολαμβάνω ένα espresso από Lavazza, όπως συμβαίνει αυτή τη στιγμή που πέφτει ηλεκτρονικό μελάνι στο Word γι’ αυτό το άρθρο, θα ταξιδεύω νοητά στη Γουατεμάλα, στο Εκουαδόρ, στην Ουγκάντα, στο Τορίνο, σε όλες αυτές τις περιοχές και σε όλους αυτούς τους ανθρώπους που καθημερινά δίνουν σώμα και ψυχή, για να μπορώ να παραγγείλω στον barista τον επόμενο καφέ της ημέρας. Ας πιούμε σε αυτό/αυτούς.
*Πηγή πληροφοριών: “Beans That Made History” (Photographs by Steve McCurry, Text by Mario Calabresi)