Dennis Rodman: Ένας σταρ που δεν μεγάλωσε ποτέ
Είτε χειμαρρώδης ή απλά παρεξηγημένος, ο Worm ήταν πάντα ο αντισυμβατικός πρωταγωνιστής που χρειαζόμαστε στη ζωή μας.
Είτε χειμαρρώδης ή απλά παρεξηγημένος, ο Worm ήταν πάντα ο αντισυμβατικός πρωταγωνιστής που χρειαζόμαστε στη ζωή μας.
Κείμενο: Χρήστος Κάβουρας
Μόλις δεις το πρόσωπό του ένα ανέλπιστο ρεύμα, μια απροσδόκητη έλξη -όχι για τα όμορφα μούτρα του- πηγάζει από την γενικότερη εικόνα του και σου προκαλεί το ενδιαφέρον. Φταίνε τώρα τα μαλλιά (ό,τι απόχρωση και έχουν), τα άπειρα facial piercing, η τρέλα στο μάτι, κάποια ιδιαίτερη έκφραση; Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν περνά απαρατήρητος, γιατί κάτι τέτοιο απλώς δεν είναι δυνατό να συμβεί. Είτε για κάτι που θα πει, είτε επειδή αποκαλεί «κολλητό» και «ευχάριστο» τον Κιμ Γιονγκ Ουν, ή επειδή έτυχε να τον δεις να περιφέρεται μπροστά στην κάμερα ντυμμένος νύφη.
Καλώς ή κακώς την ιστορία του, για την ακρίβεια την φήμη του σε μέσες άκρες όλοι τη γνωρίζουμε και είχαμε την ευκαιρία να τη μάθουμε με μεγαλύτερη λεπτομέρεια στο «Last Dance» του Netflix. Είναι ο Dennis Rodman, ο ανέλπιστος πρωταγωνιστής, ο αντι-ήρωας του ντοκιμαντέρ και της υπερ-ομάδας των Bulls του Michael Jordan και του Scottie Pippen.
Η εξωτερική του εμφάνιση δεν έπεισε ποτέ κανέναν ότι πρόκειται για κάποια νορμάλ προσωπικότητα, ότι αποτελεί έναν άνθρωπο που προσφέρει ηρεμία στα αποδυτήρια, που έχει ασφαλή εξωγηπεδική ζωή και μένει μακριά από καβγάδες, κάτι που φρόντιζε συχνά-πυκνά να αποδεικνύει με τα τερτίπια και την κόντρα του με τον Τύπο. Άλλωστε όπως φροντισε να μας δείξει το «Last Dance», o Rodman είναι ένα ον χωρίς όρια και πειθαρχία, που ο παραμικρός περισπασμός λειτουργούσε σαν νταλίκα που παρέσυρε το μηχανάκι από τον δρόμο, σε σημείο που ανάγκασε κοτζάμ Jordan να πετάξει μέχρι το Vegas για να του υπενθυμίσει ότι έχει προπόνηση στο Chicago.
Μέσα όμως από τον ατίθασο αυτό «σκώλυκα», τον απρόβλεπτο χαρακτήρα που υποτίθεται δημιουργούσε συνεχώς προβλήματα σε άλλους αλλά και στον ίδιο του τον εαυτό, η ιστορία έγραψε για έναν τύπο διαφορετικό από τους άλλους, που έπαιρνε συνεχώς έμπνευση από την «σπυριάρα» θεά του μπάσκετ για να έχει ένα λόγο να ζει, αλλά κυρίως από τη συμπάθεια του κόσμου που λάτρευε το 120% που έδινε για πράγματα που άλλοι δεν θα έκαναν.
Ήταν αυτός ο κάποιος που αν ήθελες πραγματικά να πάρεις το ρίσκο και να τον φέρεις κοντά σου, εκείνος σου έδινε για αντάλλαγμα αυτό που ήθελες και με το παραπάνω. Φτάνει απλώς να του προσέφερες αυτό που πραγματικά ήθελε. Όχι τα χρήματα, ούτε τη φήμη, αλλά έναν σημαντικό ρόλο. Μία αξία.
Όπως τα μικρά αγόρια, έτσι και ο ατίθασος Dennis «The Menace» έψαχνε μια διέξοδο στη ζωή του. Ένα παιχνίδι που να του τραβάει το ενδιαφέρον, που θα του κρύβει τα προβλήματα, τους εσωτερικούς του δαίμονες και θα τον διατηρεί μακριά από τη φυλακή και τις κακοτοπιές. Αυτό το παιχνίδι ήταν το μπάσκετ και από τη στιγμή που βρήκε την κατάλληλη παρέα – τους «Bad Boys» και για δάσκαλο τον Chuck Dale- τα έδινε όλα. Καβγάδες, ξύλο και μίσος από όλους τους υπόλοιπους, λατρεία, οικογένεια και τίτλους με τη φανέλα των Pistons.
Όταν όμως ο δάσκαλος αποχώρησε, ο «Worm» έχασε την όρεξή του για το παιχνίδι και σε συνδυασμό με τον χωρισμό με την τότε γυναίκα του, Annie Bakes σαν κακομαθημένο πλάσμα έκρυψε βαθιά μέσα του το πάθος για το παιχνίδι και έβαλε προσωρινό τέλος στον αγαπημένο συμπαίκτη και μισητό αντίπαλο για τους υπόλοιπους. Δεν είχε πλέον λατρεία για το άθλημα και ούτε οι San Antonio Spurs ή οι Dallas Mavericks μπόρεσαν να την φέρουν ξανά στην επιφάνεια.
Η σπίθα αναγεννήθηκε μέσα από τις στάχτες της το 1995 όταν οι Bulls έψαχναν το κομμάτι του παζλ που θα αναπλήρωνε το κενό του Horace Grant και η επιλογή του Rodman ήταν ένα τεράστιο στοίχημα. Η τύχη όμως ευνοεί τους τολμηρούς και οι «Ταύροι» μετά από αυτή την τριετία έχουν να λένε ότι ανέστησαν την καριέρα του Rodman παίρνοντας τρεις ακόμα τίτλους για να κλείσουν τον κύκλο της πιο ολοκληρωτικής ομάδας των 90’s στο ΝΒΑ.
Όταν λοιπόν ο Jordan αποσύρθηκε, ενώ ο Pippen και ο έτερος «δάσκαλος» της ζωής του, Phil Jackson αποχώρησαν, ουσιαστικά έχασε μια για πάντα την όρεξή του και άρχισε να αναζητά ένα καινούργιο παιχνίδι. Αυτό το βρήκε αρχικά στο Wrestling κάνοντας εμφανίσεις παρέα με τον Hulk Hogan στο WCW και όταν του τελείωσε και αυτό, το έριξε στην ηθοποιΐα και στις δεύτερης διαλογής ταινίες.
Ανέκαθεν κάθε επιλογή του, όσο λογική ή παράλογη και αν είναι, λειτουργεί καλύπτοντας ένα τεράστιο κενό που είχε από μικρός. Αυτό της ανάγκης να νιώσει χρήσιμος, ή πραγματικά αγαπητός από τους ανθρώπους του περιβάλλοντός του. Ένα κενό που θα γεννηθεί λόγω της εγκατάλειψης από τον πατέρα του σε μικρή ηλικία και που κλιμακώθηκε ύστερα από την ένταξή του στα γκέτο της γειτονιάς του.
Ο Dennis θα περάσει από τη φυλακή, θα καθαρίσει αεροδρόμια για να επιζήσει και στην τελική δεν θα τον νοιάξουν ποτέ οι τίτλοι, όσο ότι βοήθησε πραγματικά για να επιτευχθεί κάτι. Αυτό είναι και ο μεγαλύτερος τίτλος για τον ίδιο.
Ακόμα και αν είχε τα προσόντα για να κάνει ακόμα σπουδαιότερα πράγματα στην καριέρα του, εκείνος επέλεξε να κάνει δύο πράγματα τέλεια (ριμπάουντ και άμυνα) και αυτά ήταν τα στοιχεία που τον έκαναν πολύτιμο. Και ένας Jordan δεν θα έτρεχε ποτέ μέχρι το Vegas για να τον φέρει πίσω αν δεν πίστευε πραγματικά σε αυτόν και τη δουλειά του. Καμιά φορά οι πιο άστατοι και πολύπλοκοι χαρακτήρες γίνονται χαλί, όταν τους δείξεις ότι πραγματικά τους έχεις ανάγκη. Ότι έχουν κάποια αξία την ώρα που οι ίδιοι δεν πιστεύουν στον εαυτό τους.
Ο Rodman σίγουρα δεν είναι αυτό που αποκαλούμε υπόδειγμα και σίγουρα κάτι πολύ μακρινό από ένα πρότυπο για τους νεαρούς φαν του αθλήματος. Ένας τύπος με άπειρα τραύματα στην ψυχή που σύντομα μπαίνει στην έκτη δεκαετία της ζωής του αλλά ποτέ δεν δέχτηκε να μεγαλώσει. Για κάποιους αυτό είναι μειονέκτημα, για τον Dennis Mad-man όμως ήταν η απόλυτη διέξοδος από τις κακοτοπιές. Ένας λόγος για να ζει. Ο μόνος δρόμος για να νιώσει χρήσιμος σε μια κοινωνία που δεν δέχεται το διαφορετικό και αρνείται να δεχτεί ότι το ψυχικό τραύμα πρόκειται για πραγματικό τραύμα. Και είναι αυτό που τον κατατάσσει σε μια ξεχωριστή κατηγορία, όχι μόνο αθλητών αλλά και γενικότερα προσωπικοτήτων.
Ο «Worm» μπορεί να μην ήταν ποτέ το «πρώτο βιολί» όπου και αν πήγε, αλλά ήταν αυτό το στοιχείο που σου έδινε το κάτι παραπάνω στη δουλειά σου. Αυτό ήταν για τους Pistons και κυρίως τους Bulls στο ΝΒΑ, παρομοίως για την συνέχιση της μοναδικότητας του «Last Dance».
Στο «Dark Knight» του Christopher Nolan άλλωστε, πρώτο όνομα ήταν πάντα ο Batman. Χωρίς όμως τον Joker δεν θα ήταν ποτέ τόσο μοναδικό.