Theo Alexander: H γνώση χαρίζει δύναμη αλλά ο χαρακτήρας σεβασμό
Η επιτυχία πρέπει να έχει όνομα και ο διάσημος Έλληνας ηθοποιός μπορεί να στη διδάξει.
Η επιτυχία πρέπει να έχει όνομα και ο διάσημος Έλληνας ηθοποιός μπορεί να στη διδάξει.
Επιμέλεια: Χρήστος Κάβουρας
Φωτογραφίες: Λευτέρης Παρτσάλης
Όσες ατάκες ή αποφθέγματα και αν σκαλίσεις από τις ξεχασμένες σου εγκυκλοπαίδειες, τα quotes που αφορούν τους άντρες είναι αμέτρητα. Πάντα όλα ισχύουν και κυρίως εμπνέουν, υπάρχουν όμως και ορισμένα που ξεχωρίζουν. Ο τίτλος της αρχής δεν είναι τυχαίος, ακόμα και αν είναι «κλεμμένος» από τον Bruce Lee. Κυρίως θυμίζει την ατάκα του Ηράκλειτου «η μοίρα ενός άντρα είναι χαρακτήρας του», ένα από τα πολλά και αυθεντικά μότο ζωής του Έλληνα ηθοποιού, Theo Alexander. Ακόμα και αν φαινομενικά το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον που λέει ο φιλόσοφος λαός μας, δεν σημαίνει ότι η μοίρα δεν εμφανίζεται σε μονοπάτια που επέλεξε κανείς να αποφύγει. Ο άλλοτε Θοδωρής Ζουμπουλίδης ωστόσο φρόντισε ώστε το δικό του μονοπάτι να είναι συνυφασμένο με τις φιλοδοξίες και τα θέλω του. Από το πρώτο μεγάλο του break στο «True Blood» ως Talbot, στο «Major Crimes», την πρόσφατη επιτυχία του στο «42 °C» ως Μάρκος, το «Digger» που κατά τον ίδιο θα αλλάξει το ελληνικό σινεμά και τη νέα πρόκληση στη Ρωσία και το Mini Series στο οποίο θα πάρει μέρος.
Σε πρώτη ανάγνωση θα μπορούσες να τον χαρακτηρίσεις ως Έλληνα Daniel Day Lewis και Christian Bale, λόγω της τρομακτικής σωματικής μεταμόρφωσης για τις ανάγκες του ρόλου στο «42 °C» για τον οποίο πήρε 60 ολόκληρα κιλά χωρίς καν να τον αναγκάσει η παραγωγή να το κάνει.
«Μου το ψιθύρισε ο ρόλος, ήταν ένας τρόπος να τον προσεγγίσω από έξω προς τα μέσα. Ήμουν μια πληγωμένη αρκούδα που πίστευα στην οικογένεια αλλά δεν πίστευε εκείνη σε μένα» λέει στην προσπάθειά του να δικαιολογήσει το «βαρύ» παρουσιαστικό με το οποίο εμφανίστηκε στη σειρά. Μόνο που για τον Theo δεν υπάρχουν συγκρίσεις. Άλλωστε όπως λέει και ο ίδιος:
«Η πιο ωραία μέρα για έναν ηθοποιό είναι εκείνη που “καίει” τα είδωλά του. Η στιγμή εκείνη που ξέρει ότι τον ενέπνευσαν, που νιώθει ότι είναι μέρος μιας αόρατης οικογένειας -όπως αυτή της υποκριτικής-. Άλλωστε Daniel Day Lewis δεν θα γίνει ποτέ κανείς μας» ολοκληρώνει επιβεβαιώνοντας το γεμάτο ειλικρίνεια και με αρκετή δόση χιούμορ ταπεραμέντο του.
Οι εποχές που το απαλό πρόσωπο και ο soft χαρακτήρας του ζηλιάρη βρικόλακα Talbot από το «True Blood» έχουν περάσει πλέον, όσο και αν η μνήμη σου κρατάει την επική σκηνή με τις ελληνικές βρισιές στο σαλόνι, λες και ακούγεται η Ελληνίδα μάνα που βρίζει τις φιλενάδες της.
Ο Theo είναι πλέον ένα βαρύ αρσενικό, με σκληρή, πάνω από αυθεντική όμως ματιά και ένα στυλ που παραπέμπει σε James Gandolfini στο «The Sopranos» (σ.σ. Tony Soprano), με ένα πούρο ανά χείρας και το ουίσκι που τον κάνει πραγματικό αφεντικό της Cosa Nostra. Άλλωστε στο επόμενο μεγάλο project του θα υποδύεται κάτι αρκετά κοντινό στον εικονικό αρχηγό της μαφίας του New Jersey, ακόμα και αν πρόκειται για έναν τύπο με έδρα αρκετά μακριά από τις ΗΠΑ.
«Πρόκειται για μια υπερπαραγωγή στη Ρωσία, ένα Mini Series που θα υποδύομαι έναν Τούρκο ταγματάρχη της πολιτικοφυλακής -κάτι μεταξύ στρατού και αστυνομίας- έναν επικεφαλής μιας “βρώμικης” υπηρεσίας όπου έχω υπό τον έλεγχό μου ένα μέρος της ISIS στην περιοχή του Κουρδιστάν, σε σκηνοθεσία του ανερχόμενου σκηνοθέτη Nikolay Khomeriki που το φθινόπωρο αναμένεται να κυκλοφορήσει σε ρωσική διαδικτυακή πλατφόρμα και υπάρχει μεγάλη περίπτωση και στο Netflix.
-Πώς προέκυψε η ρωσική μίνι σειρά;
Ήταν όνειρό μου να παίξω σε τέτοια παραγωγή γιατί στη Ρωσία η ηθοποιία είναι ιερή, κυρίως λόγω της σχολής που δημιούργησαν ο Στανισλάφσκι, ο Τσέχοφ κλπ. Εκεί οι ηθοποιοί είναι περισσότερο σαν τους μοναχούς και όχι celebrities. Σηκώνονται το πρωί κάνουν 18 ολόκληρες ώρες ασκήσεις υποκριτικής και ύστερα αν αντέχουν το διασκεδάζουν.
-Όταν λες κάνουν ασκήσεις τι εννοείς;
Όπως έχει πει ο δάσκαλός μου στη σχολή ο Alan Longman που είναι ο ίδιος με του Phillip Seymour-Hoffman, η ηθοποιία είναι ένα ταξίδι προς τον εαυτό μας όπου συνεχώς ανακαλύπτουμε διάφορες πτυχές της προσωπικότητά μας. Η ηθοποιία λοιπόν δεν είναι κάτι το απλό ή το εφικτό. Πρέπει συνεχώς να την προσεγγίζεις αλλιώς, να χρησιμοποιείς διάφορες τεχνικές (οι λεγόμενες σχολές υποκριτικής) και ύστερα να διαμορφώσεις το ρόλο σου μέσω αυτής που σου ταιριάζει περισσότερο. Πρέπει να γνωρίζεις ακριβώς το πώς θα σε τροφοδοτήσει το υποσυνείδητό σου για να είσαι παραγωγικός και να δημιουργήσεις έναν χαρακτήρα με οστά, καρδιά και μυαλό.
Ο Αλ Πατσίνο για παράδειγμα δουλεύει τον Οιδίποδα 12 ολόκληρα χρόνια με τους φίλους του απλώς για να καταλάβει το ρόλο και όχι για να τον παίξει σε παράσταση.
-Να φανταστώ είσαι από τους ηθοποιούς που προτιμούν το θέατρο…
Είναι δύσκολο να σου πει κάποιος ότι δεν προτιμάει το θέατρο, ωστόσο η όλη διαδικασία είναι πολύ διαφορετική από το να κάνεις πρόβες με την ομάδα και να βγάλεις την παράσταση. Όπως είπα και πριν, ο Αλ Πατσίνο, ο κορυφαίος αυτός ηθοποιός εδώ και 12 χρόνια απλώς μελετάει τον Οιδίποδα για να τον κατανοήσει και ύστερα ακούω ότι κάποιοι κάνουν 3 μήνες πρόβες και τον παίζουν σε παράσταση. Αυτό δεν είναι ο Οιδίποδας. Αυτό δεν είναι θέατρο.
Ο Θοδωρής Ζουμπουλίδης λοιπόν, που μετονομάστηκε σε Theo Alexander λόγω της έμπνευσης που έχει αντλήσει από τον Μέγα Αλέξανδρο και για να μπορούν οι ξένοι να προφέρουν πιο εύκολα το όνομά του, είναι ένας τύπος ευθύς, χωρίς περιστροφές και μισόλογα. Δεν ντρέπεται να πει αυτό που σκέφτεται, έχει περάσει πολλά αλλά δεν στενοχωριέται κοιτώντας πίσω, κυρίως γιατί πάντα ατένιζε με αισιοδοξία το μέλλον. Μία από τις δυσκολίες άλλωστε που είχε να αντιμετωπίσει ήταν η δυσπιστία της ίδιας του της οικογένειας όταν αποφάσισε πως θέλει να ακολουθήσει το όνειρό του, την ηθοποιία.
«Αν δεν ορίσεις τι είναι επιτυχία για σένα συγκεκριμένα δεν θα γίνεις ποτέ επιτυχημένος. Εγώ από μικρός το είχα νιώσει, ήθελα να γίνω ηθοποιός. Μόνο που για να φτάσω μέχρι εδώ πέρασα πολλά για να τα καταφέρω. Υλική στήριξη είχα πάντα και πραγματικά είναι ευλογία που ήξερα πως όλη μου η οικογένεια θα είναι εκεί αν πάθω ποτέ κάτι. Υλική στήριξη είχα, ψυχολογική δεν είχα, ακόμα και όταν πέτυχα. Όλοι ήταν εναντίον της επιλογής μου να γίνω ηθοποιός εκτός από τη γιαγιά μου, τον παππού μου και το θείο μου τον Κυριάκο.
Πλέον δεν με νοιάζει τι γνώμη έχει ο κόσμος για μένα. Δεν με νοιάζει αν με θεωρεί καλό, γιατί πολύ απλά δεν θεωρώ ότι ο κόσμος είναι καλός. Δεν με αγγίζει, δεν υπάρχει καν στο σύμπαν μου.
Από μικρός είχα πολλά θέματα να λύσω. Από πρακτικά μέχρι και υπαρξιακά, ωστόσο είχα δει πως για να πετύχω έπρεπε να ξεφύγω από την ασφάλεια που μου προσέφερε η οικογενειακή μου κατάσταση. Ένιωθα πως αν συνήθιζα στην ευκολία, δεν θα μπορούσα να ανταπεξέλθω σε περίπτωση που χρειαζόταν να αντιμετωπίσω κάτι μόνος. Έτσι λοιπόν άρχισα να επιθυμώ να γίνω άριστος σε ό,τι και αν έκανα. Οι φίλοι μου τα καλοκαίρια πήγαιναν διακοπές, εγώ πήγαινα να κάνω καλοκαιρινά μαθήματα στο Yale ή το Le Rose. Οι φίλοι μου ήθελαν να σπουδάσουν Αγγλία, εγώ έβαλα σκοπό να πάω Αμερική και τελικά αποφοίτησα με άριστα από το Boston University.
Αυτό το mindset είναι που με βοήθησε να τα καταφέρω μέχρι σήμερα να βρω το δρόμο μου. Για παράδειγμα έλεγα μέσα μου “είσαι χοντρούλης και δεν σε θέλουν οι γυναίκες; Φτιάξε χαρακτήρα, χιούμορ, ευθύτητα”. Μορφώσου, απέκτησε φιλοσοφία. Where there is a will, there is a way. Όταν εμένα μου έλεγαν ότι επειδή είμαι Έλληνας δεν μπορώ να περάσω καν από την πόρτα ενός στούντιο η απάντησή μου ήταν «θα σπάσω τον τοίχο». Όταν το λέει κάποιος ο οποίος είναι όλη μέρα στα μπαρ ή τα πάρτι είναι γελοίος, όταν το λέει κάποιος που δουλεύει όλη μέρα, ακόμα και αν δεν σπάσει τον τοίχο τουλάχιστον έχει προσπαθήσει.
-Ελπίζω να μην ξύνω πληγές λέγοντάς σου για το bullying που πέρασες μικρός;
Κάθε άλλο. Δεν έχω να πω τίποτα για αυτό, απλά ότι αυτοί οι τύποι που παρενοχλούν τους geeks, τα διαφορετικά παιδιά στο σχολείο θα έπρεπε να σκέφτονται ότι μια μέρα θα δουλεύουν για εκείνους που κορόιδευαν. Δηλαδή κοίτα τον Elon Musk, τον Bill Gates ή τον Jeff Bezos. Δεν νομίζω ότι ήταν οι ομορφάντρες στο σχολείο, αυτή τη στιγμή όμως κυβερνούν τον κόσμο. Να είναι λοιπόν ευγενικοί με τους geeks.
-Μια και πιάσαμε ένα τόσο ευαίσθητο θέμα, τι έχεις να πεις για όλους εκείνους που χαλάνε το όνομα των ανδρών προχωρώντας σε βιαιοπραγίες απέναντι σε γυναίκες;
Όλοι αυτοί που βιάζουν ή χτυπάνε γυναίκες με ενοχλεί πολύ που τους λένε άντρες. Είναι αντρίκελα. Είναι άνανδροι, δεν μπορείς να λέγεσαι άντρας και να χτυπάς γυναίκα. Είναι νόμος. Δεν είσαι άντρας γιατί χρησιμοποιείς τη δύναμή σου απέναντι σε κάποιον αδύναμο, σαν να κάνεις bullying. Σαν να χτυπάς ένα παιδί. Για να είσαι άντρας δεν φτάνει να γεννιέσαι, πρέπει να γίνεις.
Υπάρχει ένα ρεύμα απέναντι στην έννοια των ανδρών, το οποίο όμως είναι άδικο, πολύ απλά διότι αυτοί για τους οποίους γίνεται δεν είναι άντρες. Είναι παιδιά που δεν μεγάλωσαν ποτέ, είναι κομπλεξικοί, τύποι που μεγάλωσαν χωρίς αγάπη, έχουν θέματα με τον εαυτό τους, τη μάνα και τον πατέρα τους και τα βγάζουν σε ανυπεράσπιστη γυναίκα. Ό,τι και να κάνει μια γυναίκα δεν έχεις δικαίωμα να τη χτυπήσεις.
Προέρχομαι από μια περιοχή στη Μάνη που η οικογένεια είναι μητριαρχική, όχι πατριαρχική. Στη βεντέτα ποιος έχει το δικαίωμα να τη σταματήσει; Η μητέρα της οικογένειας. Δεν πα να πουν όλοι να τελειώσει η ιστορία, αν δεν δώσει η μητέρα το ΟΚ δεν λήγει τίποτα. Δεν υπάρχει debate.
Βέβαια και οι γυναίκες πρέπει να μάθουν να γίνονται θηλυκά πέρα από το να γεννιούνται.
-Ας αλλάξουμε τώρα θέμα συζήτησης. Πώς έγινες δεκτός σε ένα τόσο καλό Πανεπιστήμιο όπως το Circle in the Square της Νέας Υόρκης;
Μου αρέσει πολύ αυτή η ιστορία. Ήθελα να δώσω για το Neighborhood Playhouse School of the Theatre στο οποίο έχουν φοιτήσει οι Robert Duvall και Gene Hackman μεταξύ άλλων και στο ΗΒ Studios στην Αμερική. Πήγα στο πρώτο, μιλάω περί ηθοποιίας με το διευθυντή και χωρίς καν να κάνω τα acts και μου λέει «πέρασες». Έτσι απλά. Μόλις έφυγα από εκεί αισθάνθηκα ότι όλο αυτό ήταν αρκετά περίεργο. Δεν μου άρεσε. Το βράδυ λοιπόν πήγα σε ένα πάρτι φίλων που ήταν γεμάτο ηθοποιούς στη Νέα Υόρκη και ως Κριός που είμαι ρώτησα ευθέως ποια είναι η καλύτερη σχολή για να κάνω Master. Και μου είπαν ότι είναι το Circle in the Square αλλά είναι πάρα πολύ δύσκολο να μπεις.
Την επόμενη μέρα λοιπόν εγώ πήγα από εκεί και απαίτησα να δουν τα acts μου. Δυστυχώς η προθεσμία για τις εγγραφές είχε περάσει, επέμεινα όμως και τους είπα ότι ήρθα από την Ελλάδα και δεν φεύγω μέχρι να με δουν. Φώναξαν λοιπόν το διευθυντή που μου είπε το ίδιο πράγμα, αλλά του είπα «εδώ έξω έχετε παραστάσεις του Κακογιάννη, στην τελική το θέατρο οι Έλληνες το δημιουργήσαμε, δεν θα το ξέρατε καν χωρίς εμάς» μεταξύ σοβαρού και αστείου. Του άρεσε που επέμενα και οι Αμερικάνοι το θέλουν αυτό.
Δέχτηκε λοιπόν να με δει και πήγαμε στην αίθουσα, έκανα τα acts και μου είπε ότι σε 10 μέρες θα μου έχει απαντήσει. Του λέω «ποιες δέκα μέρες, σε τέσσερις μέρες φεύγω. Δευτέρα θέλω απάντηση». Φαντάζομαι θα έλεγε μέσα «κοίτα με τι τρελό μπλέξαμε εδώ πέρα», ωστόσο πολύ ευγενικά μου είπε «Yes Mr. Zoumbrouldides -σ.σ. δεν είναι ορθογραφικό λάθος, ούτε το όνομά του δεν μπορούσε να προφέρει- come back on Monday». Ήθελα τόσο πολύ να πάω στη σχολή και μόλις άνοιξα και είδα το ACCEPTED τρελάθηκα. Ήταν κάτι που είχα πετύχει μόνος μου και το απολάμβανα πραγματικά.
Φοιτώντας πολλά χρόνια στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού (δύο εκ των οποίων στο Circle in the Square) γνώρισε πολλά βιώνοντας έναν κόσμο διαφορετικό από εκείνον που είχε συνηθίσει στην Ελλάδα. Μια πραγματικότητα όμως χωρίς αυτό που κάνει την Ελλάδα να χωλαίνει σε νοοτροπία και του προκαλεί θλίψη κάθε φορά που κάποιος προσπαθεί να κάνει κάτι καλό και να ξεχωρίσει.
«Στην Ελλάδα έχουμε μνησικακία. Ξεχωρίζεις για κάποιο σου επίτευγμα και άπαντες προσπαθούν να σε μειώσουν προσπαθώντας να σε φέρουν στο επίπεδό τους. Στην Αμερική πάλι, είδα μια άλλη όψη του νομίσματος. Όταν για παράδειγμα στην τάξη έλεγες κάτι που ξεχώριζε, οι υπόλοιποι συμφοιτητές δεν σε κουτσομπόλευαν αλλά σε ρωτούσαν προκειμένου να απορροφήσουν το ατού σου. Με λίγα λόγια, το mindset του Αμερικανού λέει: “Υπάρχει κάποιος που ξεχωρίζει; Μπορώ να μάθω από αυτόν όχι για να τον φτάσω, αλλά για να γίνω καλύτερος”. Με αυτόν τον τρόπο ανεβαίνει συνεχώς όλο το επίπεδο» λέει με ένα παράπονο.
-Δηλαδή στις ΗΠΑ λειτουργεί εντελώς αξιοκρατικά το σύστημα; Σταματάει για λίγο, με καρφώνει με το βλέμμα του σαν να μου λέει ότι είπα μια φράση που δεν υφίσταται. Και ύστερα μου απαντάει…
Δεν λέω ότι δεν υπάρχει καθόλου νεποτισμός, ποτέ ωστόσο με δημόσιες σχέσεις δεν μπορείς να συμμετάσχεις σε μια μεγάλη ταινία ή παραγωγή όπου παίζονται τόσα πολλά λεφτά. Δεν υπάρχει αυτό το «έχω σχέση με το σκηνοθέτη, παίρνω ρόλο». Άντε να είσαι στο background.
-Δηλαδή πώς λειτουργεί το casting;
Στην οντισιόν μου στο «True Blood» έπρεπε να πουν «ΝΑΙ» ομόφωνα 17 άτομα για να με πάρουν. Ο creator, οι assistant του, 5 σεναριογράφοι, οι σκηνοθέτες, τρία άτομα από το ΗΒΟ. Έχει δικλείδες ασφαλείας το πράγμα. Ωστόσο δεν είναι μόνο αυτό. Έχει και άλλο. Για να προσληφθεί κάποιος στο τελικό cast πρέπει: Να πει «ΝΑΙ» ο casting director, μετά ο assistant, οι σκηνοθέτες, σεναριογράφοι, ο creator. Ύστερα πρέπει να γίνει αποδεκτό από το εκάστοτε διαδικτυακό κανάλι (βλ. ΗΒΟ, Netflix) και από τη στιγμή που θα το δεχτεί μετά πάει στο Network που ανήκει το αντίστοιχο ΗΒΟ. Εκεί γίνεσαι vent, περνάει δηλαδή η ζωή σου από κόσκινο. Έχεις γράψει δηλαδή τίποτα για το ISIS; Έχεις κλέψει; Σε έχουν κατηγορήσει ποτέ για κάτι; Οπότε και να θέλει ο σκηνοθέτης να δώσει ρόλο σε κάποιο άτομο της εύνοιάς του, υπάρχουν τόσες πολλές δικλείδες ασφαλείας που αυτό δεν υπάρχει περίπτωση να περάσει, τουλάχιστον αν δεν αξίζει. Κάτι που στην Ελλάδα δυστυχώς έχουμε δει πολλές φορές να συμβαίνει. Προς Θεού δεν λέω ότι γίνεται συνέχεια αλλά είναι αρκετές οι φορές.
-Θεωρείς ότι έχει ταλέντο Έλληνας ηθοποιός;
Θα σου πω πως έχει και πάρα πολύ, δυστυχώς όμως δεν τον ευνοεί το σύστημα στο οποίο βρίσκεται, αν υπάρχει σύστημα δηλαδή, που τελικώς υποβαθμίζει τα ταλέντα στην Ελλάδα και τους ωθεί να χάνουν το κουράγιο τους.
Όταν ο πρωταγωνιστής σε μια παράσταση στο Εθνικό Θέατρο παίρνει 900 ευρώ μισθό πώς θα ζήσει; Θα πρέπει αφήσει στο πλάι το όραμά του, να κάνει ταυτόχρονα και καθημερινή σειρά και ύστερα κάνα σπικάζ, καμιά διαφήμιση ή σινεμά. Πόσα κομμάτια να γίνει ο ηθοποιός; Πώς θα παίξεις τον Άμλετ Παρασκευή-Σάββατο-Κυριακή και τη Δευτέρα θα πρέπει να παίξεις έναν αστυνόμο σε καθημερινή σειρά; Ο Έλληνας ηθοποιός έχει ταλέντο και πάρα πολύ μάλιστα, απλώς οι συνθήκες δεν τον βοηθούν να αναδειχθεί. Δεν μπορεί να κάνει αυτή τη θυσία και να προσηλωθεί σε αυτό που τον εκφράζει, κυρίως γιατί αν το δεν μπορεί να επιζήσει.
-Υπάρχει κάποιος που κάνει αυτή τη θυσία στην Ελλάδα του σήμερα;
Βεβαίως και υπάρχει. Ο Βαγγέλης Μουρίκης που κατά τη γνώμη μου είναι από τους κορυφαίους ηθοποιούς στον κόσμο και κάνει μόνο σινεμά. Σε κάθε ταινία που εμφανίζεται παίρνει βραβείο, τον καλούν οι κορυφαίοι στο εξωτερικό για να κάνει διαλέξεις και είναι από τους λίγους που επιλέγει να παίξει στις ταινίες που θέλει. Είναι μοναδικός στο είδος του. Ο Βαγγέλης έχει σπουδάσει στην Αυστραλία, είχε καριέρα εκεί, είχε τον ίδιο μάνατζερ με τον Μελ Γκίμπσον να φανταστείς μέχρι που μια μέρα τα άφησε όλα και είπε «θέλω να δουλέψω στη χώρα μου». Ήρθε εδώ, έκανε τους «Απόντες» με τον Γραμματικό που είναι ταινία-σταθμός για την Ελλάδα και ύστερα συνέχισε να μεγαλουργεί. Εκείνος είναι στρατευμένος στον κινηματογράφο.
-Ήσασταν μαζί στην ταινία «Digger» σωστά;
Ναι ήμασταν, γενικώς όμως το συγκεκριμένο φιλμ ήταν πραγματικά συγκλονιστικό και θεωρώ ότι όλοι οι Έλληνες πρέπει να το δουν, κυρίως γιατί αλλάζει τον τρόπο σκέψης του ελληνικού σινεμά. Για να καταλάβεις είχε διαβάσει το σενάριο του Τζώρτζη Γρηγοράκη ο οποίος σκηνοθέτησε κιόλας, ο σπουδαίος Michael Cimino που είχε πάρει Όσκαρ το ’78 για το «Deerhunter» με τον De Niro και του έδωσε συγχαρητήρια.
Πλέον τα μεγάλα projects δεν πάνε στον κινηματογράφο αλλά στην τηλεόραση. Μία ο κορονοϊός που ανάγκασε τον κόσμο να απομακρυνθεί από τις κινηματογραφικές αίθουσες, μία μετά ότι μεγάλες και καινοτόμες ιδέες εκλείπουν, έχοντας στρέψει όλη την προσοχή στη μικρή οθόνη.
-Δεν υπάρχουν ιδέες στο σινεμά; με ρωτάει παραξενευμένος. Εγώ του απαντάω με αφέλεια:
-Έτσι δεν είναι; Αφού πλέον έχουμε καταντήσει να πηγαίνουμε στο σινεμά μόνο για τα εφέ και σπάνια για μια καλή ταινία.
Ο Theo σφίγγει τα χείλη του, σε μια ένδειξη που σου λέει «δεν ξέρεις την τύφλα σου», ύστερα ακουμπάει το χέρι με χαλαρό αλλά γεμάτο δύναμη τρόπο στο μπαρ και εξηγεί τη δικιά του πλευρά της ιστορίας.
«Πάντα υπάρχουν ιδέες και θα σου πω ότι για αυτό ευθύνονται οι σεναριογράφοι. Πριν από 15 χρόνια το ΗΒΟ ξεκίνησε την επανάσταση της τηλεόρασης με την παραγωγή του Sopranos, καθώς αποδείχτηκε ότι μπορεί να υπάρξει μια σοβαρή παραγωγή σε ποιότητα και story telling στη μικρή οθόνη και ότι μπορεί να αγγίξει το επίπεδο μιας ταινίας. Από εκεί και πέρα οι σειρές άρχισαν να προσελκύουν μεγάλους σεναριογράφους και ηθοποιούς. Τότε λοιπόν βγήκε η έννοια του creator (showrunner) με τον David Chase του Sopranos να αποκτάει μεγάλη απήχηση.
Επειδή το Χόλιγουντ δεν είχε μεγάλο respect για τους σεναριογράφους μέχρι τότε, εκτός και αν ήσουν κάποιος επιπέδου George Lucas που είχε γράψει το Star Wars, όλα τα μεγάλα μυαλά (σεναριογράφοι) επαναστάτησαν και μεταφέρθηκαν κάπου που τους δινόταν αξία. Σε ταινίες ο σεναριογράφος είναι πάντα υπό τον σκηνοθέτη, στην τηλεόραση λοιπόν τους έδωσαν τα κλειδιά και την ευκαιρία να λάμψουν.
Σήμερα μια σειρά βασίζεται στον showrunner (που είναι συνήθως ο βασικός σκηνοθέτης) και από κάτω του έχει καμιά δεκαριά writers. Ο showrunner έχει στο μυαλό του όλη την πορεία (σ.σ. το arc) του πρωταγωνιστή, τα B Stories και πού θα καταλήξουν οι χαρακτήρες. Οι υπόλοιποι που βρίσκονται στην ομάδα αναλαμβάνουν τους υπόλοιπους χαρακτήρες και δημιουργούν το arc τους μέσα στο story και στο τέλος έρχονται με προτάσεις.
-Δηλαδή αυτό συνέβη και στο True Blood με σένα;
Εκεί έμαθα και κάτι που δεν ήξερα. Έχοντας γυρίσει το πρώτο επεισόδιο, οι άνθρωποι της σειράς ήθελαν Άγγλο ηθοποιό στη θέση μου και όχι Έλληνα, αλλά από τη στιγμή που έγινε η επιλογή μου, πολλά πράγματα γύρω μου προσαρμόστηκαν στα «θέλω» μου και το ελληνικό background μου. Οι set designers & props (οι υπεύθυνοι που διαμορφώνουν τους χώρους, σαν αρχιτέκτονες των σετ) έντυσαν το σπίτι με βάση τα αγαπημένα μου χρώματα και τις προτιμήσεις γιατί εγώ ως Talbot με βάση το σενάριο είχα φτιάξει το σπίτι. Δηλαδή σκέψου λεπτομέρειες που προσέχουν.
Έχοντας δουλέψει ως παραγωγός με την Escape Artists, έχω και δική μου εμπειρία από σκηνοθεσία. Τελευταία μου δουλειά σε αυτόν τον τομέα ήταν η ταινία μικρού μήκους για την επαγγελματική ομάδα «Goal» στο «League of Legends» στην οποία συμμετέχω μαζί με τον βαφτισιμιό μου. Αυτή η δουλειά είναι η απόδειξη ότι με δύο άτομα να σε βοηθάνε πίσω από τις κάμερες μπορείς να κάνεις σπουδαία πράγματα και σε σύντομο μάλιστα χρονικό διάστημα (4 μέρες γύρισμα).
Καθώς λοιπόν παίζεται το πρώτο επεισόδιο στο σετ βρίσκεται και ο υπεύθυνος για το σενάριο του δεύτερου και «σκανάρει» τα ατού μου. Δηλαδή τσεκάρει «είναι ο Theo γρήγορος στην κωμωδία;», «τι θα ήταν αστείο;». Μια φορά μου έβαλαν σαν καψόνι να πω μια τεράστια λέξη στα γερμανικά, γιατί ο άντρας του Talbot στη σειρά ήταν υποτίθεται από τη Γερμανία και μου βγήκαν τα μάτια να την ξεστομίσω. Ουσιαστικά κάθε επεισόδιο γράφεται πάνω στον εκάστοτε χαρακτήρα, για αυτό και έπειτα από τα κλασικά βρισίδια που ρίχνω στα ελληνικά με βάζαν μονίμως να ανεβαίνω σκάλες.
Εδώ στην Ελλάδα, είναι πολύ δύσκολο σε μια σειρά να γίνει τόσο οργανωμένη δουλειά, με τόσα πολλά επεισόδια. Αν θέλουμε να κάνουμε κάτι καλό στη χώρα μας αυτό είναι τα mini series, όπως οι «42 °C». Ακόμα και εκεί χρειάζεσαι όμως 4-5 άτομα κάτω από τον showrunner και αρκετά λεφτά διότι πρόκειται για content. Αν έχεις content διάβαινε…
Μου απευθύνει το λόγο…
-Εσύ τι βλέπεις περισσότερο στην τηλεόραση και πόση ώρα παρακολουθείς;
Απαντάω:
-Netflix ή HBO βλέπω περίπου για μιάμιση ώρα τη μέρα.
Μου απαντάει:
-Σε ρώτησα όλα αυτά διότι πρέπει να καταλάβεις ότι τα ελληνικά κανάλια για το δικό μας ηλικιακό κοινό που θεωρείται opinion leader, δεν έχουν να φτιάξουν μια σειρά που να ανταγωνίζεται τα άλλα κανάλια αλλά το Netflix ή το HBO. Στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή που θεωρείται γερασμένη χώρα (55-70 ετών) βλέπουν οι περισσότεροι «Άγριες Μέλισσες», «Γη της Ελιάς», «Σασμός». Το content γίνεται για τους πιο μεγάλους. Αν θέλουν να κερδίσουν όμως την προσοχή των νεότερων, τότε θα πρέπει να φτιάξουν content και να προχωρήσουν σε παραγωγές ανάλογες με εκείνες του εξωτερικού.
Πολλές φορές μέσα από συζητήσεις και την ωραία κουβέντα αποκαλύπτονται μυστικά που εξελίσσονται σε θησαυροί. Μπορεί η ηθοποιία να είναι το πάθος του και ο Μεγαλέξανδρος η κύρια πηγή έμπνευσής του, ταυτόχρονα όμως έχει κρυφή αγάπη για το μπάσκετ και το ΝΒΑ. Και ως φαν του Μαγικού Κόσμου, δεν θα μπορούσε να μην έχει αδυναμία στον δικό μας, Γιάννη Αντετοκούνμπο.
«Ο Γιάννης δεν λέει απλά πως είναι Έλληνας. Το δικαιολογεί σε κάθε του κίνηση. Θα μπορούσε κάλλιστα να λέει πως είναι Νιγηριανής καταγωγής και με αυτόν τον τρόπο θα γινόταν αμέσως αποδεκτός από το black community των ΗΠΑ. Εκείνος όμως διαφημίζει τη χώρα μας με τον καλύτερο τρόπο. Την τιμάει τη σημαία με κάθε ευκαιρία, το απέδειξε άλλωστε τη μέρα του ντραφτ όπως και τότε που δεν δέχτηκε να υπογράψει πάνω της» είναι ο πρόλογος του Theo, πριν προβεί σε μια αποκάλυψη που ενδεχομένως να κάνει τους παραγωγούς της Disney οι οποίοι έχουν αναλάβει τα γυρίσματα για την ταινία του να «κοκκινήσουν».
-Περίμενες ότι θα γίνει τόσο μεγάλος παίκτης;
Το είχα πει στη φίλη μου τη Σαμάνθα Αποστολοπούλου, ότι θα γίνει σπουδαίος από τα πρώτα δυο χρόνια του στο ΝΒΑ, ωστόσο αυτό που μου άρεσε πολύ και σε αυτόν αλλά και σε ολόκληρη την οικογένειά του ήταν (και είναι ακόμα δηλαδή) ότι εκπροσωπεί κάτι βαθιά ελληνικό το οποίο πρέπει να βγει προς τα έξω και να εμπνεύσει τους Έλληνες.
Και αυτές οι ιστορίες μόνο με έναν τρόπο μαθαίνονται καλύτερα. Μέσω ταινιών. Για καλή του τύχη όμως η Σαμάνθα Αποστολοπούλου γνώριζε το Θανάση Αντετοκούνμπο και μέσω αυτού μπόρεσε ένα βράδυ να βρει το τηλέφωνο του μικρού τότε Giannis και να επικοινωνήσουν.
«Τον πήρα τηλέφωνο και ήταν τόσο ταπεινός που μου μιλούσε στον πληθυντικό» λέει με συγκίνηση και η ιστορία αποκτά μια άλλη, πιο συναισθηματική τροπή όσο περνάει η ώρα. Μέσα σε αυτή την κουβέντα ο Theo Alexander λέει στο Γιάννη ότι η ζωή του πρέπει να γίνει ταινία:
«”Εσείς εκπροσωπείτε κάτι βαθιά ελληνικό. Μπορεί να μην έχετε χρώμα των Ελλήνων αλλά είστε βαθιά Έλληνες. Είστε άριστοι. Και αυτό πρέπει να επανέλθει στην Ελλάδα μας. Αυτό είναι πολύ σημαντικό”, του είχα πει τότε. Κάθε φορά που ακούω τη λέξη “Giannis” συγκινούμαι».
Ακόμα και αν ο χρόνος πίεζε, καθώς ο εκκολαπτόμενος τότε ηγέτης των Bucks αποχωρούσε τα ξημερώματα για τις ΗΠΑ, ο Theo έτρεξε μέχρι το αεροδρόμιο πρωινιάτικα προκειμένου να γνωρίσει από κοντά το παιδί θαύμα του ελληνικού αθλητισμού, προσφέροντάς του για δώρο την προτομή του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
«Μου ήρθε κάποια στιγμή ένα μήνυμα από τον Γιάννη όπου μου έλεγε πόσο ωραίο δώρο είναι ο Μέγας Αλέξανδρος και ότι θα τον κρατήσει στο δωμάτιό του. Ακόμα και σήμερα που ανεβάζει story ή post από το σπίτι του καμιά φορά φαίνεται η προτομή και γεμίζω με ευχαρίστηση. Μπορεί να μην μπόρεσα να κάνω εγώ την ταινία και να πείσω τις παραγωγές τότε να τη γυρίσουν, η γνωριμία μας και μόνο με κάνει περήφανο» είναι ο επίλογος μιας ξεχωριστής ιστορίας.
-Υπάρχει περίπτωση να επιστρέψεις Αμερική;
Πάντα θα είμαι ανοιχτός σε προτάσεις. Ήδη έχω αλλά δεν σκοπεύω να μείνω μόνιμα.
-Υπάρχει περίπτωση να γίνεις ο νέος Wolverine μια και είχες πάει σε οντισιόν για X-Men;
Μπα, εγώ ένας superhero θέλω να γίνω. Ο Κόναν ο Βάρβαρος που ήταν ο αγαπημένος μου. Ήταν βαθιά καταθλιπτικός, για αυτό και ήθελε να είναι μονίμως σε δράση.
-Έχεις κάποιο μήνυμα που θα ήθελες να πεις στον Έλληνα άντρα;
Όσο άσχημα και αν πηγαίνουν τα πράγματα στη χώρα μας, δεν πρέπει να χάνουμε την ελπίδα μας. Και πρέπει να ενεργούμε άσχετα με το περιβάλλον μας. Ας γίνουμε η αλλαγή που θέλουμε να γίνουμε.
Θες να αλλάξεις τον κόσμο; Καλώς. Αναρωτήσου όμως πρώτα «το δωμάτιό μου είναι καθαρό;». Πρώτα λοιπόν άλλαξε τον εαυτό σου και μετά αλλάζεις και τον κόσμο.
*Ευχαριστούμε πολύ το Zebra Bar για τη φιλοξενία και τη Σαμάνθα Αποστολοπούλου για τη βοήθεια στην επικοινωνία.