Ένας Έλληνας αρχιτέκτονας διαπρέπει στις ΗΠΑ
O Κάρολος Κεράνης επελέγη μέσα στους 20 ανερχόμενους του κλάδου του και μιλάει στο Ratpack για τη ζωή στην Αμερική, τον κορονοϊό και τη δουλειά του.
O Κάρολος Κεράνης επελέγη μέσα στους 20 ανερχόμενους του κλάδου του και μιλάει στο Ratpack για τη ζωή στην Αμερική, τον κορονοϊό και τη δουλειά του.
Επιμέλεια: Χρήστος Κάβουρας
Υπάρχει μια παροιμία που λέει πως «η Αμερική είναι μια τεράστια συνωμοσία για να σε κάνει ευτυχισμένο». Σίγουρα όλα αυτά που λέγονται περί αμερικάνικου ονείρου, ώρες-ώρες μόνο σαν όνειρο δεν μοιάζουν. Φταίνε οι εξαντλητικοί ρυθμοί; Ο ανταγωνισμός; Ο λιγοστός χρόνος για προσωπική ζωή; Ειδικά για έναν Έλληνα που έχει καλομάθει στις ομορφιές και τα πολλά καλά της χώρας μας, το να προσαρμοστεί στον εξωφρενικό ρυθμό του Κέντρου του Κόσμου – a.k.a. Νέα Υόρκη- μοιάζει πάνω-κάτω με ένα απόφθεγμα του κωμικού George Carlin.
«Ο λόγος που το λένε “το Αμερικανικό όνειρο” είναι επειδή πρέπει να κοιμάσαι για να το πιστέψεις». Μπορεί να είναι δύσκολο, αλλά με πολλή δουλειά τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο.
«Στην Αμερική αν έχεις στόχους και δυνατότητες εκείνη θα σου ανταποδώσει τις ευκαιρίες να πας μπροστά. Το πώς θα τις αξιοποιήσεις είναι καθαρά δικό σου θέμα» λέει με σιγουριά ο Έλληνας αρχιτέκτονας στο Manhattan, Κάρολος Κεράνης κάθε φορά που ερωτάται για το αν η Αμερική είναι η «Land of Opportunity».
Κανείς δεν πέρασε εύκολα μέχρι να φτάσει στην επιτυχία. Ο Κάρολος βέβαια δεν έχει ξύσει ακόμα τον ουρανό με τα άστρα, ούτε έχει αγγίξει ακόμα τα όρια του Αμερικανικού Ονείρου. Η ανάδειξή του ωστόσο μέσα στην κορυφαία 20άδα Ανερχόμενων Αρχιτεκτόνων στις ΗΠΑ από το επαγγελματικό περιοδικό «Commercial Observer», δεν το λες και απλό επίτευγμα.
Έχοντας σπουδάσει αρχιτεκτονική στο Πολυτεχνείο της Πάτρας και μεταπτυχιακό στο Bartlett School of Architecture του UCL στην Αγγλία, ο γεννημένος το 1988 Κάρολος τελείωσε με τις σπουδές του το καλοκαίρι του 2012 έχοντας μπροστά του ένα μεγάλο δίλημμα: Να επιστρέψει στη γενέτειρά του Αθήνα για να βρει δουλειά ή να ψαχτεί και άλλο στο εξωτερικό για μια ευκαιρία. Όποια και αν ήταν αυτή.
«Δυστυχώς το 2012 έπεσα στην πιο στεγνή αγορά που έχει βιώσει ποτέ το Λονδίνο καθώς είχαν δοθεί πολλά χρήματα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Επομένως το εξάμηνο που ακολούθησε δεν υπήρχε καμία προοπτική. Τότε συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να ψαχτώ και αλλού, με αποτέλεσμα να στείλω βιογραφικά και στην Αμερική. Μετά από λίγες μέρες “έσκασε” η ευκαιρία που αναζητούσα. Μου ήρθε πρόταση για πρακτική στην εταιρία SLCE Architects στο Manhattan», μου λέει στην κουβέντα μας μέσω «Zoom» καθώς η διαφορά ώρας Αθήνας και Νέας Υόρκης είναι ένα 7ωρο μέσα στο νερό.
Για να είμαι ειλικρινής είχα συνηθίσει να ζω μακριά από το σπίτι και το διάστημα που έμεινα στο Λονδίνο με ωρίμασε αρκετά ώστε να μην φοβηθώ να ζήσω σε μια τεράστια πόλη, άπειρα χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι μου. Βέβαια δεν λέω ότι ήταν εύκολο να μένω σε ένα μικρό δωμάτιο ουσιαστικά παρέα με άλλα τρία άτομα για να βγαίνει το νοίκι στο Harlem. Πολλά χρωστάω βέβαια στο ελληνικό αρχιτεκτονικό community εδώ στην Νέα Υόρκη. Σε εκείνους δηλαδή που ήρθαν πριν από μένα ως φοιτητές και εργαζόμενοι και έχουν εξελιχθεί σε πολύ καλούς μου φίλους. Αυτοί με βοήθησαν στην αρχή, μου έμαθαν πως είναι η ζωή εδώ, πως είναι η δουλειά εδώ. Πάντα ήταν δίπλα μου και πάντα θα είμαστε εδώ να βοηθήσουμε τον επόμενο που θα κάνει το βήμα.
Όσον αφορά τη δική μου σταδιοδρομία είχα πάει στο Manhattan για ένα στόχο. Έπρεπε να πείσω τα νέα μου αφεντικά ότι άξιζα την ευκαιρία να παραμείνω. Ευτυχώς μετά από δύο μήνες με προσέλαβαν κανονικά.
Άμα δώσεις χρόνο και αφοσίωση στις ΗΠΑ, τότε είναι αυτό που λέμε “Land of Opportunity”. Άμα βάλεις κάτω το κεφάλι και δουλέψεις θα ανταμειφθείς για τον ιδρώτα και τον κόπο σου. Ξεκίνησα ως intern, μετά έγινα junior designer και intermediate designer. Τώρα, μετά από 8 χρόνια εδώ, είμαι project manager και Associate senior designer. Εδώ εξελίσσονται συνεχώς τα πράγματα και είναι ένα μεγάλο «τυράκι» το ότι σου δίνεται η προοπτική της εξέλιξης και το να νιώθεις σημαντικός. Και για κάθε άνθρωπο που θέλει να κάνει καριέρα, είναι κάτι που το χρειάζεται.
Η Fogarty Finger Architecture (επίσης με έδρα το Manhattan) με προσέλαβε για να φτιάχνω Multi-Family Housing και Mixed Use. Μιλάμε κτίρια με τουλάχιστον 100 διαμερίσματα και 8 ορόφους και πολλές φορές με γυμναστήρια, καφετέριες στο ισόγειο.
Ουσιαστικά είναι κάτι σαν ξενοδοχείο αλλά με μόνιμους κατοίκους, κάτι που είναι συνηθισμένο φαινόμενο στο Manhattan. Οι ιδιόκτητες κατοικίες είναι πολύ σπάνιο φαινόμενο πια.
Είναι σίγουρα ένα παράσημο. Για το project που φτιάχνω αυτή τη στιγμή στην Astoria είμαι πολύ περήφανος για τις ώρες δουλειάς που έχω ρίξει. Είναι πολλή καλής ποιότητας ο σχεδιασμός του για τόσο μεγάλο κτίριο. Στο σχεδιασμό ήμουν δύο χρόνια και η οικοδομή του θα τρέξει άλλα τρία.
Παρόλα αυτά περήφανο με κάνουν και τα κτίρια low income housing τα οποία έχω «χτίσει», δηλαδή συγκροτήματα κατοικιών που ένα κομμάτι τους απευθύνονται σε ανθρώπους που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να ανταπεξέλθουν στις οικονομικές δυσκολίες της περιοχής. Ένα μεγάλο λοιπόν μέρος για την κατασκευή αλλά και για τα ενοίκια χρηματοδοτούνται από τη Νέα Υόρκη, ενώ πρέπει να τονιστεί ότι απαγορεύεται και η αυθαίρετη αύξηση του ενοικίου.
Όταν σχεδιάστηκε ένα από αυτά, έμαθα ότι αρκετοί από τους νέους κατοίκους θα ήταν πρώην άστεγοι -των οποίων αυτό θα ήταν η πρώτη τους κατοικία- οπότε και μόνο αυτό μου έδωσε ηθική ικανοποίηση που βοήθησα ανθρώπους να βρούνε στέγη. Δεν είναι η ικανοποίηση του αρχιτέκτονα, αλλά η ικανοποίηση του ανθρώπου.
Πρόκειται για διαδικτυακό περιοδικό το οποίο ασχολείται με το Real Estate, την οικοδομή και την κατασκευή στην Αμερική, με ιδιαίτερη έμφαση στις δύο μεγάλες κοινότητες που είναι η Καλιφόρνια και η Νέα Υόρκη. Αυτοί κάνουν μια φορά το χρόνο τη λίστα «20 under 35» όπου αναδεικνύουν τους 20 νέους σχετικά εργαζόμενους κάθε κλάδου, από μηχανικούς, αρχιτέκτονες, Real Estate Agents, οι οποίοι θεωρούν ότι στην ηλικία που είναι έχουν σημαντικά επιτεύγματα. Το περιοδικό λοιπόν ζητάει από τα γραφεία της κάθε πόλης ποιον προτείνουν από τη δουλειά τους να τους εκπροσωπήσει. Στο τέλος λοιπόν μέσα από τόσα άτομα που είναι διαθέσιμα, οι editors εξετάζουν και διαλέγουν τους κορυφαίους. Έτσι ήρθαν σε επαφή μαζί μου και έκαναν τη συνέντευξη μέσω τηλεφώνου.
Σκέψου το πρότζεκτ που έχω αναλάβει στην Astoria είναι 50.000 τετραγωνικά μέτρα και διαθέτει 550 διαμερίσματα αν και δεν είναι πολύ ψηλό για δεδομένα Αμερικής (8 όροφοι). Σε όλο τον κόσμο υπάρχει το εξής θέμα με τις οικοδομές.
Αν παραδώσεις το έργο νωρίτερα από το deadline, ο εργολάβος παίρνει premium bonus επομένως όλοι κυνηγάνε να το φτιάξουν γρηγορότερα. Επειδή το bonus γίνεται με βάση το μέγεθος του κτιρίου και στην Αμερική τα μεγέθη είναι τεράστια, όπως καταλαβαίνεις γίνεται πραγματικός χαμός να τελειώσει γρηγοροτερα ένα έργο. Και για αυτό οι αρχιτέκτονες φοβούνται μην γίνουν ορισμένα πράγματα «στο χέρι», καθώς αν αυτό συμβεί σε ένα τόσο μεγάλο κτίριο, τότε πρέπει να πατήσεις φρένο στην οικοδομή και μιλάμε για τεράστια ποσά που χάνονται κάθε μέρα που δεν δουλεύουν μέχρι να φτιαχτεί το λάθος.
Στο τέλος της ημέρας η δική σου υπογραφή μπαίνει στο κτίριο, όλοι κοιτούν εσένα, κι άς μην είναι δικό σου το λάθος. Η κλίμακα, η ταχύτητα είναι οι μεγάλες διαφορές εδώ.
Η Αμερική είναι μια από τις χώρες που επλήγησαν περισσότερο από τον κορονοϊό, με την οικονομία της να σταματάει να κινείται και την οικοδομή να είναι από τους κλάδους που το ένιωσαν για τα καλά.
Όπως γίνεται αντιληπτό άλλαξαν πολλά στην ζωή όλων των κατοίκων της Αμερικής, αλλά και στη φύση της εργασίας. Ο Κάρολος περνά την περισσότερη ώρα της ημέρας πάνω από το ακουστικό και σε επικοινωνία μέσω «Zoom» με πελάτες και συνεργάτες, ενώ η πραγματική δουλειά –δηλαδή το σχέδιο- ξεκινάει μετά από πολλές ώρες με τα headphones.
«Κάθε Τετάρτη που είναι η πιο πολυάσχολή μου ημέρα, είμαι σερί στο ακουστικό από τις 9 π.μ. μέχρι τις 4 μ.μ. Αν φάω μεσημεριανό είμαι πολύ τυχερός», μου εξομολογείται ωστόσο δεν είναι τόσο η επαφή με τους πελάτες και τους συναδέλφους που του λείπει πραγματικά:
«Για να είμαι ειλικρινής, αν υπάρχει κάτι που μου λείπει περισσότερο στην νέα μου θέση και ιδιαίτερα αυτό το διάστημα, είναι η ένοχη συνήθεια που είχα όσο σχεδίαζα τα projects μου. Άκουγα συνεχώς ελληνικό ραδιόφωνο. Αντί να ακούω τις φωνές του Δημήτρη Κοντού και του Κώστα Βαϊμάκη, ακούω συναδέλφους, εργολάβους και πελάτες. Τι να κάνουμε, έτσι τα φέρνει η ζωή».
Η πληγή για τη Νέα Υόρκη, ήταν ότι με το που «έσκασε» ο κορονοϊός ο κόσμος πανικοβλήθηκε τόσο πολύ με αποτέλεσμα να σταματήσει να κινείται το χρήμα και γενικότερα οι επενδύσεις. Δεν σου λέω ότι σταμάτησε η δουλειά μας, αλλά από εκεί που λαμβάναμε σταθερά νέα πρότζεκτ ξαφνικά όλα σταμάτησαν. Δεν υπήρχε κάποια πρόβλεψη για το μέλλον. Τώρα κάτι κινείται αλλά όχι φανταστικά.
Αυτοί που επλήγησαν ήταν οι κάτοχοι των εστιατορίων και μπαρ που δεν έχουν indoor dining. Μέχρι τώρα άμα δεν είχες άδεια για εξωτερικά τραπέζια ήσουν κλειστός και υπήρχε οδηγία ότι τα εστιατόρια που ήθελαν να μείνουν ανοιχτά έπρεπε να βάλουν delivery. Πάλι καλά που έχω PlayStation και περνάει η ώρα, αλλιώς χωρίς το ξεχωριστό Bar Scene του Manhattan θα ήταν όλα πολύ καταθλιπτικά.
Ο Έλληνας του εξωτερικού διαφέρει πολύ από τον βολεμένο που έχουν την εντύπωση οι περισσότεροι. Εδώ οι συμπατριώτες μας διαπρέπουν και είναι συνήθως οι κορυφαίοι στον τομέα τους. Παρόλα αυτά αν θέλουν να αφοσιωθούν στην καριέρα τους, είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να βάλουν στο πλάι τις προοπτικές που σου προσφέρουν οι ΗΠΑ προκειμένου να επαναπατριστούν.
Εκείνοι που το τολμούν είναι συνήθως οι νέοι γονείς. Δεν είναι εύκολο να εργάζεσαι κάτω από τόσο απαιτητικές συνθήκες και να μεγαλώνεις ένα παιδί χωρίς τη βοήθεια των γονιών σου. Η ποιότητα ζωής δεν είναι τόσο άσχημη τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, ειδικά για αυτούς που ήταν εδώ. Η βοήθεια που θα προσφέρει ο οικογενειακός κύκλος είναι ένα μια ασφάλεια που μπορεί να σε κάνει να επιστρέψεις.
Το ότι η οικογένειά μου είχε την οικονομική δυνατότητα να με στείλει μέχρι την Αμερική είναι κάτι για το οποίο αισθάνομαι τρομακτικά τυχερός και θα ήταν βιαστικό από μέρους μου να πω ότι επιστρέφω έτσι γρήγορα πίσω τώρα που άδραξα την ευκαιρία.
Προσωπικά για την ώρα δεν έχω λόγο να επιστρέψω. Εδώ εφόσον πετύχεις, ανταμείβεσαι και όχι μόνο στο οικονομικό κομμάτι. Ερωτεύεσαι αυτό που κάνεις, νιώθεις πως έχεις προοπτικές για να ανέβεις. Κάθε χρόνο που περνάει δεν έχω βιώσει ποτέ ότι μένω στάσιμος. Και αυτός είναι ένας παραπάνω λόγος να μείνω εδώ.