Ο Αντρέας Δημητρόπουλος είναι ο πιο αυθεντικός bartender που έχεις γνωρίσει
Ο bartender του Theory σε μία manly συνέντευξη για τη νύχτα, το World Class, το mezcal και όλα όσα τον καθιστούν τον πιο ωραίο τύπο πίσω από την μπάρα.
Ο bartender του Theory σε μία manly συνέντευξη για τη νύχτα, το World Class, το mezcal και όλα όσα τον καθιστούν τον πιο ωραίο τύπο πίσω από την μπάρα.
Τον Αντρέα δεν χρειάστηκε να μας τον συστήσει κανένας. Τον γνωρίζαμε από το Theory σαν θαμώνες, τον μάθαμε καλύτερα μέσα από την συμμετοχή του στο World Class, τον λατρέψαμε για τις δημιουργίες του πίσω από την μπάρα. Αυτό που όμως δεν γνωρίζαμε και διαπιστώσαμε με χαρά, είναι πως πρόκειται για έναν από τους πιο ακομπλεξάριστους και αυθεντικούς τύπους που μπορείς να συναντήσεις.
Λίγο πριν το lockdown της πανδημίας, τον συναντήσαμε στο Theory για μία αδιαμφισβήτητα Ratpack συνέντευξη γύρω από τα ποτά, τους διαγωνισμούς, τις γυναίκες και τη νύχτα. Ό,τι δηλαδή πρέπει να περιλαμβάνει μία oldschool αντρική συζήτηση. Και ο Αντρέας είναι ο τύπος που θέλεις να έχεις δίπλα σου. Είτε πίσω από την μπάρα, είτε πίνοντας mezcal έξω από αυτή.
Από τους Κώστα Χρήστου και Χρήστο Κάβουρα
Φωτογραφίες: Γιώργος Αποστολόπουλος
«Δουλεύω σε μπαρ από τότε που ήμουν 16 χρονών παιδί. Σκέψου πως μόλις τελείωσα το σχολείο, το ίδιο καλοκαίρι, ξεκίνησα να δουλεύω συστηματικά. Δεν ξεχνάς ποτέ την πρώτη νύχτα που δούλεψες. Προσωπικά ένιωθα σαν να παίζω σε ταινία. Ξεκίνησα από ένα συνοικιακό μαγαζί στο Μενίδι και πριν περάσω πίσω από την μπάρα, είχα μάθει ήδη να κρατάω τον δίσκο. Δεν είχα ιδέα από ποτά, δεν ήξερα τι γίνεται και κοίταζα δεξιά και αριστερά για να μάθω. Άλλη νοοτροπία. Έπινα ουίσκι με κόκα κόλα σε χαμηλό ποτήρι γιατί ήθελα να το παίξω άντρας».
«Από τότε που με θυμάμαι είμαι κοινωνικός. Όχι μόνο στις φιλίες. Μου αρέσει να έχω επαφή με τον κόσμο, μου αρέσει να μιλάω με τους πελάτες. Αυτό ήρθε και έδεσε με την εστίαση. Πάντα έβλεπα αυτό που κάνω ως προέκταση του εαυτού μου. Και κακά τα ψέματα, αν δεν το δεις έτσι και δεν πορευτείς με αυτό, δεν θα γίνεις ποτέ αρκετά καλός σε αυτό που έχεις επιλέξει».
«Πέρασα στη σχολή για τεχνικός υπολογιστών και δεν πήγα ποτέ να γραφτώ. Και όσο το σκέφτομαι, τελικά έκανα πολύ καλά. Αποφάσισα να φύγω για την Κύπρο για να δουλέψω σε μπαρ. Έκατσα τρία χρόνια και εκεί ήταν ουσιαστικά που μπήκα στον χώρο του κοκτέιλ. Όταν γύρισα Αθήνα μπορώ να πω ότι πρόλαβα την καλή εποχή των καταστημάτων. Πρόλαβα δηλαδή το Κολωνάκι ή το Μπουρνάζι στα καλύτερά του. Να στο πω και πιο απλά; Έχω δουλέψει από το πιο απαράδεκτο στο πιο high class μαγαζί. Και είμαι πολύ περήφανος γι’ αυτό. Κάθε εμπειρία έχει κάτι να σου δώσει».
«Όταν γύρισα από την Κύπρο ο Στέλιος ο Παπαδόπουλος (σ.σ.: Global Ambassador Jose Cuervo), μου έδωσε την δυνατότητα να δουλέψω μαζί του στο Amigos. Τον θεωρώ πνευματικό μου πατέρα στο κομμάτι του bartending, μιας και τα περισσότερα που ξέρω τα οφείλω σε αυτόν».
«Ένα bartender για να είναι καλός και παραγωγικός, πρέπει να έχει δουλέψει σκληρή νύχτα. Αυτό και τίποτε άλλο. Νομίζω ότι όλοι εμείς το ξεκινήσαμε σαν χόμπι και κανείς δεν μπορούσε να δει την επαγγελματική ταυτότητα που μπορεί να έρθει με αυτή την δουλειά. Χώρια του ότι είδαμε ότι υπήρχε εξέλιξη και αυτό ήταν το σημαντικότερο. Μας αρέσει να το κάνουμε; Αυτό σκεφτόμασταν όλοι οι επαγγελματίες bartenders. Αφού λοιπόν μας αρέσει θα το κάνουμε και όπου μας βγάλει».
«Αν πάω για ποτό; Πάω. Αν θέλω να πάω όμως είναι μία άλλη συζήτηση. Θα ακολουθήσω την παρέα, σίγουρα, αλλά όταν κάνεις μία τέτοια δουλειά υπάρχει κορεσμός στο κομμάτι της νυχτερινής διασκέδασης. Ακόμα και με τις κοπέλες μας. Σκέψου να έχεις δύο ρεπό την εβδομάδα, εκείνη να θέλει να βγει βράδυ και εσύ να μην δεις μπαρ ούτε σε ταινία. Της λες ‘‘θέλω να κάτσω σπίτι’’ και δεν το καταλαβαίνει. Αλλά αν δεν έχεις κάνει αυτή την δουλειά δεν μπορείς να καταλάβεις».
«Το bartending στην Ελλάδα είναι σε πάρα πολύ καλό επίπεδο. Δεν είναι εικασία ή άποψη, είναι γνώμη που έχω σχηματίσει ταξιδεύοντας και βλέποντας άλλους bartenders του εξωτερικού. Θεωρώ ότι είμαστε νούμερο ένα. Ξέρω πως ακούγεται αυτό, αλλά ειλικρινά, δεν έχουμε αντίπαλο. Μπορεί να πας σε μεγάλα μπαρ του εξωτερικού, να ζηλέψεις την αρχιτεκτονική ή το στήσιμο, αλλά σε θέματα hospitality και skills δεν έχουμε να ζηλέψουμε τίποτα. Ο Έλληνας bartender ξέρει να είναι φιλόξενος. Έχουμε τον δικό μας κώδικα με τον κόσμο, μπορείς να του μιλήσεις στον ενικό χωρίς να δείξεις ασέβεια και χωρίς να προσβληθεί και ο ίδιος. Αυτό το στοιχείο πιστεύω ότι είναι πραγματικά ξεχωριστό. Αν είσαι showman, μπορείς να διαχειριστείς τον κάθε πελάτη ξεχωριστά και έχεις τα skills, τότε για μένα είσαι ένας πραγματικά καλός bartender».
«Ο περσινός τελικός του World Class ήταν μία υπέροχη εμπειρία. Το πιο σημαντικό είναι πως βρισκόμουν ανάμεσα σε φίλους. Γενικά είμαι των διαγωνισμών. Έχω πάει τελικό με την Cuervo, στο παγκόσμιο με την Skinos, αλλά το World Class ήταν ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα που έχω κάνει στη ζωή μου. Θεωρώ ότι η εξέλιξη που προκύπτει στην περίοδο προετοιμασίας για το World Class είναι τεράστια και για χρόνια δεν ήθελα να κατέβω. Ήξερα να πιεστώ και φοβόμουν για το αν θα τα βγάλω πέρα. Ήταν ο Βασίλης (Κυρίτσης) που με βοήθησε και με στήριξε πολύ, που με βοήθησε με τα εργαστήρια του Clumsies και που, κυρίως, με έκανε να πιστέψω και να αποδείξω στον εαυτό μου ότι μπορώ. Είχαμε μία κριτική επιτροπή από ανθρώπους που είναι πρωτοπόροι στο χώρο του ποτού, αλλά μεταξύ μας δεν μπορείς να φανταστείς πόσο υποστηρικτικοί ήμασταν ο ένας με τον άλλο. Το άξιζε ο Νικόλας (Σουρμπάτης) γιατί εκτός από του ότι δούλεψε σκληρά είχε και τεράστια πνευματική αντοχή. Και αυτό είναι κάτι που χρειάζεται».
«Αν οι bartenders βγάζουν εύκολα γυναίκες ε; Νομίζω είναι αλήθεια γιατί έχουν περισσότερες ευκαιρίες να μιλήσουν. Αυτό κάνει αυτομάτως τα πράγματα πιο εύκολα. Είναι όμως το μπαρ που θα σε τραβήξει πρώτα και μετά ο άνθρωπος που βρίσκεται πίσω από αυτό. Όμως αυτό δεν σημαίνει πως επειδή είσαι bartender είσαι αυτομάτως διαθέσιμος – είτε είσαι άντρας είτε γυναίκα. Έχουμε και εμείς ζωές, υπάρχουν φίλοι οι οποίοι είναι παντρεμένοι και έχουν οικογένειες. Δεν επιλέξαμε το μπαρ για να βρούμε γυναίκες. Αν υπάρξει φλερτ, έχει καλώς. Γίνονται και αυτά και μάλιστα σε όλα τα επαγγέλματα».
«Προφανώς και οι bartenders πίνουν - απλά όχι όταν δουλεύουν. Πέρυσι το καλοκαίρι που ήμασταν στην Ιρλανδία με το Roe&Co έπρεπε να δεις θέαμα. Έπιναν 40 bartenders από όλο τον κόσμο ταυτόχρονα. Μάντεψε ποια χώρα έφυγε τελευταία από το μπαρ: η Ελλάδα».
«Το ποτό μου είναι το mezcal. Ξεκάθαρα. Έχω γενικότερη τρέλα με το Μεξικό αλλά θυμάμαι ακόμα την πρώτη φορά που δοκίμασα. Έχω μία πολύ μεγάλη κάβα στο σπίτι και λατρεύω ό,τι προέρχεται από αγαύη. Πέρυσι που ήμουν στο Μεξικό γύρισα με 15 περίπου μπουκάλια, σκέψου πως αγόρασα δεύτερη τσάντα για αυτό το λόγο. Μιλάμε για μπουκάλια που τα πήρα περίπου 20 και 30 ευρώ και στην Ελλάδα δεν τα βρίσκεις κάτω από 200».
«Έχω όνειρα, θέλω να κάνω κάποια στιγμή να κάνω κάτι δικό μου, αλλά δεν με φοβίζει τίποτα. Υπάρχει εξέλιξη και έχουμε πολλά να δούμε ακόμα στο χώρο του ποτού. Προσωπικά; Όσο αντέχει το σώμα μου θα συνεχίσω να το κάνω».
* Ευχαριστούμε το Theory για την φιλοξενία, Πλάτωνος 14, Χαλάνδρι.