O Simon Kassianides είναι ο Έλληνας που δεν φοβήθηκε τον James Bond
Αποκλειστική συνέντευξη με τον πρωταγωνιστή του spin-off του «Suits», «Pearson» και αντίπαλον δέος του James Bond στο «Quantum of Solace».
Αποκλειστική συνέντευξη με τον πρωταγωνιστή του spin-off του «Suits», «Pearson» και αντίπαλον δέος του James Bond στο «Quantum of Solace».
Από τον Χρήστο Κάβουρα
Φωτογραφίες: Νίκος Ζήκος
Κάποτε το άκουγες και δεν μπορούσες να το συλλάβεις. «Έλληνας ηθοποιός που διαπρέπει στο Hollywood». Προσπαθείς να το χωνέψεις αλλά δυσκολεύεσαι. Καλά θα κάνεις όμως να το πιστέψεις, γιατί συμβαίνει στην περίπτωση του συνεντευξιαζόμενου. Ίσως φταίει που μέχρι σήμερα δεν είχες την τύχη να τον δεις σε ένα από τα χιλιάδες σίριαλ που παίζονταν τόσα χρόνια στις τηλεοράσεις μας.
Ο Simon Kassianides -Simon Kas όπως τον φωνάζουν στους κύκλους του- βλέπεις, δεν έχει δουλέψει ποτέ σε ελληνική παραγωγή αλλά αυτό δεν πρέπει στιγμή να σου δημιουργήσει αμφιβολίες για το αν διαθέτει κάποιο ελληνικό στοιχείο πέρα από το όνομά του.
Οι γονείς του, Ελένη και Μάριος μαζί με τον αδερφό του, Φώτη γλίτωσαν από την εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων το 1974 στην Κερύνεια της Κύπρου, με αποτέλεσμα να βρουν καταφύγιο στο Λονδίνο. Ο Simon δεν θα γνώριζε ποτέ την γενέτειρά του, ωστόσο η ελληνική κουλτούρα δεν έπαψε να υφίσταται στην οικογένεια. Ακόμα και αν μεγάλωσε στο Ηνωμένο Βασίλειο θεωρεί τον εαυτό του Έλληνα και αν υπάρχει κάτι που να τον κάνει να αισθάνεται… ξένος:
«Αυτό είναι μάλλον η αγγλική μου προφορά» μου λέει με απολογιστικό τόνο. Οπότε μην απορείς αν έχει σχέση με την πατρίδα του.
Είναι Έλληνας με το έψιλον κεφαλαίο.
Στη ζωή του έχει υποδυθεί πολλούς ρόλους σε ταινίες αλλά και σειρές. Αν είσαι λάτρης των ξένων σίριαλ το μάτι σου σίγουρα τον έχει πάρει σε ορισμένα από αυτά, μεταξύ των οποίων τα διάσημα «Law and Order UK», «Nikita», «Αgents of Shield»και «Burn Notice». Πρόσφατα ωστόσο ήταν εξαιρετικός στο spin-off της διάσημης σειράς «Suits» με όνομα «Pearson», στο ρόλο του Nick D'Amato.
Ο ρόλος ωστόσο που τον έχουν απολαύσει οι περισσότεροι ήταν σε εκείνον του Yusef στην ταινία «James Bond: Quantum of Solace». Πρόκειται για τον μυστήριο τύπο που βρισκόταν πίσω από τη δολοφονία του έρωτα του Bond, Vesper Lynd στο «Casino Royale». Ή μάλλον για τον κακό που έκλεψε την καρδιά ενός Bond Girl, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τον καρδιοκατακτητή 007.
Και το να κερδίζεις το κορίτσι από έναν τύπο που είναι γνωστός καζανόβας, σίγουρα έχει ιδιαίτερη βαρύτητα. Αλλά όπως εξηγεί εκείνος:
«Είμαι Έλληνας, ήταν άδικο για τον Bond» παραδέχεται χαριτολογώντας, έχοντας στο μυαλό του φαντάζομαι το Greek Kamaki του Σταμάτη Γαρδέλη. Επειδή όμως δεν μιλάς και κάθε μέρα για την εμπειρία σε μια ταινία «James Bond», ποιος καλύτερος από τον Simon για να μας μιλήσει για αυτό.
«Ήταν πολύ σημαντικό για εκείνη τη φάση της καριέρας μου να παίξω στην ταινία και ιδιαίτερα στον συγκεκριμένο ρόλο. Μπορώ να σου πω ότι όταν δοκιμαζόμουν είχα την αίσθηση ότι έκανα πρόβα για θεατρικό έργο καθώς οι σκηνοθέτες και παραγωγοί ήταν καθισμένοι σε τέτοιο σημείο. Άργησα να το συνειδητοποιήσω, αλλά ήταν τρομερό το συναίσθημα. Θα έπαιζα απέναντι σε έναν εκ των πλέον εικονικών ρόλων του σινεμά. Απλά ονειρικό».
«Πολλές φορές τυχαίνει οι ηθοποιοί υψηλής ποιότητας να είναι πιο δύσκολο να συνεργαστείς μαζί τους. Δεν το κατακρίνω, ίσα-ίσα το θαυμάζω γιατί αυτό σημαίνει ότι αντιμετωπίζουν με σεβασμό και πάθος τη δουλειά τους, κάτι που τους επιτρέπει να εκφράζονται ανοιχτά και να ακολουθούν πάντα το ένστικτό τους.
Με αυτή τη λογική και εγώ είμαι δύσκολος. Σε κάθε σκηνή συνηθίζω να προτείνω πολλές και διαφορετικές ιδέες πριν ξεκινήσει το γύρισμα. Βέβαια στο τέλος ο σκηνοθέτης παίρνει την τελική απόφαση αλλά πάντα απολαμβάνω την ανταλλαγή απόψεων.
Όσον αφορά ποιος είναι ο κορυφαίος; Ο Peter O’Toole».
«Όσοι παρακολούθησαν τη σειρά «Pearson» την απόλαυσαν. Και για εκείνους που το έκαναν θα τους είμαι πάντα ευγνώμων. Όσον αφορά για το τι πήγε λάθος, η απάντηση έχει να κάνει με τα πολιτικά. Μακάρι να μπορούσα να δώσω παραπάνω απαντήσεις πάνω στο θέμα».
Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει πολλές ταινίες με κεντρικό θέμα την ελληνική ιστορία και μυθολογία. Από τους «300» του Gerald Butler, στο «Troy» του Brad Pitt, την πρόσφατη σειρά «Troy: Fall of a City» αλλά και το παιχνίδι «Assassin's Creed Odyssey» που εστιάζει στην Αρχαία Αθήνα –στο οποίο ο Simon δανείζει τη φωνή του στον Σπαρτιάτη Stentor-.
Καλά όλα αυτά, η μεγάλη κάψα μας όμως ως Έλληνες ήταν πάντα να δούμε μια ξένη παραγωγή που να μεταφέρει στην οθόνη την Επανάσταση του ’21. Κάτι που συνέβη με το «Cliffs of Freedom» τον Φεβρουάριο του ’19 και o Simon μαζί με τον Έλληνα ομογενή, Billy Zane ήταν οι ελληνικές συμμετοχές στην ταινία
Ο Simon υποδύθηκε τον Γρηγόρη, ο οποίος αποτελεί μια διαφορετική μορφή της προσωπικότητας του ήρωα Μάρκου Μπότσαρη. Για τον ρόλο αυτό χρειάστηκε να γίνει αρκετά μυώδης και σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, ενώ έπρεπε να δουλέψει πολύ εσωτερικά για να φέρει εις πέρας και με τον σεβασμό που απαιτείται ένα τόσο σημαντικό πρόσωπο της ελληνικής ιστορίας.
«Ήταν σίγουρα τεράστια τιμή για μένα που έπαιξα τον συγκεκριμένο ρόλο. Η ιστορία μας είναι πολύ πλούσια αλλά ταυτόχρονα άγνωστη στους περισσότερους ανθρώπους».
«Το θέμα ήταν να μπορέσω να συμμετάσχω στην ταινία. Συνήθως τους ρόλους των σημαντικών ελληνικών προσωπικοτήτων της αρχαιότητας τους αναλαμβάνουν Αυστραλοί και Βρετανοί οπότε νιώθω τεράστια τιμή που ήμουν ο ένας από τους δύο Έλληνες που πήραν μέρος σε αυτήν την ταινία».
«Γνωρίζω αρκετούς και η αλήθεια είναι ότι έχουμε επαφές. Επειδή τα προγράμματά μας είναι απαιτητικά δεν μπορούμε να τα λέμε συχνά. Συνήθως τους βλέπω στο Hollywood Greek Film Festival όταν είμαι στην πόλη. Είμαστε πολύ ταλαντούχοι ως λαός και είμαστε πολύ περήφανοι που δουλεύουμε στο Χόλιγουντ».
Η μόδα της σύγχρονης εποχής θέλει τους ηθοποιούς να μην θαμπώνονται πλέον από το πρεστίζ και τα καλά του Hollywood, με αποτέλεσμα να προτιμούν την τηλεόραση και τις χιλιάδες τηλεοπτικές σειρές που παίζονται διαρκώς. Πολλοί θα το απέδιδαν αυτό στη φημολογία ότι ο κινηματογράφος θα «πεθαίνει» όσο περνάν τα χρόνια, άλλοι στο ότι όλος ο κόσμος πλέον απολαμβάνει περισσότερο το να κάτσει μπροστά στον καναπέ του, παρά να κλειστεί σε μια κινηματογραφική αίθουσα.
Ο Simon ωστόσο θεωρεί ότι η επιλογή δεν έχει να κάνει τόσο με την μόδα της εποχής αλλά εξαρτάται από πιο καλλιτεχνική οπτική.
«Το να επιλέξει κανείς ανάμεσα στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο έχει να κάνει αποκλειστικά για τις ιστορίες που επιθυμεί να αφηγηθεί μέσω του ρόλου του. Αν ενδιαφέρεσαι να εξερευνήσεις έναν χαρακτήρα τότε ανήκεις στον κινηματογράφο.
Αν πάλι σε ενδιαφέρει ένας ολόκληρος κόσμος, τότε η θέση σου είναι στην τηλεόραση. Κάποιες φορές κάνεις από τα δύο – για αυτό υπάρχουν και τα miniseries. Πολλές φορές κάνεις αυτό που χρειάζεται απλά και μόνο για να πληρώσεις τους λογαριασμούς σου».
«Συνειδητοποίησα από νωρίς ότι η ενασχόληση με τα οικονομικά δεν θα με έκανε ευτυχισμένο. Πάντα μέσα μου έκρυβα έναν καλλιτέχνη. Το μόνο που χρειαζόμουν ήταν να το παραδεχτώ στον εαυτό μου και να το ακολουθήσω. Ήταν μια δύσκολη απόφαση, αλλά ευτυχώς δεν άφησα αυτή τη φωνή του εσωτερικού μου φόβου να με κυριέψει».
«Αυτή τη στιγμή σκέφτομαι αποκλειστικά και μόνο την ηθοποιία. Μου αρέσει βέβαια να γράφω και πουλάω σενάρια. Ποιος ξέρει, μπορεί κάποια στιγμή να ξανασκηνοθετήσω αλλά δεν το σκέφτομαι τώρα».
«Όπως πάντα…εξαρτάται από το σενάριο. Σίγουρα είναι κάτι που θα το ήθελα πολύ».
* Ευχαριστούμε πολύ τη Σαμάνθα Αποστολοπούλου για τη βοήθεια στην επικοινωνία.