Αν ο Πολ Μέρσον δεν ήταν άγγλος βετεράνος ποδοσφαιριστής αλλά πρώην μπλαουγκράνα, δεν είμαστε σίγουροι πώς θα χαιρέτιζε την έλευση Βαλβέρδε στην Μπάρτσα. Λαμβάνοντας υπόψη (όπως είχε σχολιάσει στην περίπτωση ανάληψης της τεχνικής ηγεσίας της Χαλ από τον Μάρκο Σίλβα) ότι η μόνη φορά που ο Ερνέστο έκανε πρωταθλητισμό, ήταν σε επίπεδο ελληνικής Σούπερ Λιγκ.
Ευτυχώς όμως οι διοικούντες της Μπάρτσα δεν σκέφτηκαν σαν τον Μέρσον αλλά σκέφτηκαν μένοντας πιστοί στο -τρόπον τινά- δόγμα τους: πρώην ποδοσφαιριστής μας, γνωρίζει το κλαμπ, έχει την λογική του Κρόιφ που τον είχε προπονητή όταν αγωνίστηκε εδώ. Αυτά πιθανότατα ήταν τα εχέγγυα που έκαναν τον Μπερτομέου να εμπιστευτεί τον Βάσκο που ναι μεν ήξερε τα ενδότερα του κλαμπ, αλλά είχε απομακρυνθεί από αυτό το μακρινό 1990, και μάλιστα ως ένας απλός ποδοσφαιριστής για 2 μόλις χρόνια.
Ποδοσφαιρικό στυλ
Τα πειστήρια του ο Βαλβέρδε χρειάστηκε να τα δώσει και φτιάχνοντας ένα σφιχτό βιογραφικό, με τίτλους (Ολυμπιακός), μικρές υπερβάσεις που έφεραν επίσης τίτλο (Αθλέτικ Μπιλμπάο), νοικοκυρέματα σε χάος (Βαλένθια), ακόμα και ευρωπαϊκό τελικό, αν ανατρέξουμε στο πιο μακρινό παρελθόν (Εσπανιόλ). Και με κοινό παρονομαστή, ένα ποδόσφαιρο θελκτικό για τα μάτια, που ο κόσμος θα χαρεί να παρακολουθήσει, ακόμα και αν υπό περιπτώσεις κοστίσει σε κυνισμό κι αποτελέσματα.
Ένα ποδόσφαιρο που βασίζεται στο ασφυκτικό πρέσινγκ, τις αρχές ενός 4-3-3 με γνώμονα το να μην γυρίζει η μπάλα με πάσα στον τερματοφύλακα και να μην σηκώνεται από το γρασίδι αλλά να κυλά γρήγορα κι άμεσα στο χόρτο. Ένα παιχνίδι πίεσης και κατοχής που πνίγει τον αντίπαλο (αναλόγως και με την φυσική κατάσταση των ποδοσφαιριστών της ομάδας) και της δίνει την ασφάλεια να επανακτά και να κατέχει την μπάλα, ξέροντας τι να την κάνει.