Άσε με να σου μιλήσω για κάτι που γνωρίζεις καλά αλλά ποτέ δεν του έδωσες τη σημασία που του αξίζει. Για εκείνο το θεόσταλτο ψωμί που το φτιάχνουμε παραδοσιακά μονάχα μία φορά τον χρόνο. Διότι κινδυνεύει το uberness του να μας πάρει τα μυαλά, να μας κάνει να μην τρώμε άλλο εκτός από αυτό, να κόψουμε τους άλλους υδατάνθρακες γενικά, να κολλήσουμε και να μην ξεκολλάμε, να εθιστούμε και να ζητιανεύουμε ένα κομματάκι σαν αδέσποτα σκυλιά.
Την ΛΑΓΑΝΑ.
Το ψωμί το άζυμο που έχει παράδοση χιλιάδων ετών, που είναι πλακουτσωτό σαν τις πλάκες που κουβάλαγε ο Μωυσής, το ίδιο βαρύ, το ίδιο στεγνό, το ίδιο ιερό. Διότι τα αρχαία χρόνια, όταν έλεγαν «θα πεις το ψωμί, ψωμάκι» για αυτήν μιλούσαν και όχι για τα φλώρικα καρβελάκια που έχουμε συνηθίσει.
Κουβαλάει πάνω της αναμνήσεις από την παιδική ηλικία. Τότε που την έφερνε η γιαγιά από τον φούρνο και σε φίλευε στα κρυφά, πριν ξεκινήσει το οικογενειακό τραπέζι, και εσύ την κατάπινες αχόρταγα γιατί ένας Θεός ήξερε τι θα κατάφερνες να φας μετά, αφού οι ελιές, τα τουρσιά, οι χαλβάδες και τα μαλάκια δεν ανήκαν ακόμα στην τροφική σου αλυσίδα.
Η λαγάνα, λοιπόν, ήταν εκεί για σένα όταν όλες οι άλλες τροφές σε είχαν παρατήσει. Σε γλίτωσε από μια μέρα κατοχής. Γιατί τι θα έτρωγες αδερφέ μου μικρός αν δεν υπήρχε αυτή την Καθαρά Δευτέρα; Θα σου πω εγώ τι θα έτρωγες, κοπανιστό αέρα θα έτρωγες, θα λιμοκτονούσες και θα έμενες με το πιρούνι στο χέρι. Θα πέρναγες ένα βράδυ εφιαλτικό, να τρέμεις από την ασιτία.
Έλα τώρα να θυμηθούμε έναν γάμο. Τότε που για πρώτη φορά είδες να παντρεύεται ο ταραμάς με την λαγάνα και κατευθείαν άρχισε να παίζει στο μυαλό το γνωστό instrumental άσμα που συνοδεύει τις γαμήλιες στιγμές. LOVE IS IN THE AIR σκέφτηκες και όρμηξες.
Μιλάμε για πάντρεμα από τα λίγα, μπουκιά και συχώριο. Σχίζεις λαγάνα στα δύο, μπουκώνεις ταραμοσαλάτα και έχεις αποτελέσματα στον ουρανίσκο στα όρια του juicy burger –και χωρίς να χρησιμοποιηθεί κρέας, τόση μαγκιά.