Η λογική λέει πως το σεξ είναι μία προσωπική υπόθεση. Και έτσι είναι δηλαδή γιατί κάποια πράγματα πρέπει να μένουν μόνο ανάμεσα σε εσένα και εκείνη. Αυτό βέβαια δεν είναι πάντα ο κανόνας. Γιατί αν έχεις μεγαλώσει σε πολυκατοικία, μαθαίνεις πως κάποιοι γείτονες τείνουν να είναι πιο διαχυτικοί και εκφραστικοί από κάποιους άλλους. Σε σημείο που ακούς ακόμα και την παραμικρή λεπτομέρεια στη σεξουαλική τους ζωή. Θέλεις - δεν θέλεις.
Είναι μεγάλο θέμα να έχεις καλούς γείτονες. Συνεννοήσιμους. Καλόψυχους. Και κυρίως ήσυχους. Ανθρώπους που να σέβονται την ώρα της κοινής ησυχίας. Ο Νίκος σπούδαζε στην Αμερική και είχε γυρίσει για διακοπές στο πατρικό του – το από πάνω διαμέρισμα, με τους γονείς του να «αποσύρονται» στο εξοχικό για το καλοκαίρι. Μέσα σε ένα μήνα, επειδή ήταν και ομορφόπαιδο, κατάφερε να βρει κοπέλα. Και όχι απλά κοπέλα. Από αυτές που του χαμογελάς λέγοντας «καλησπέρα» όταν σου συστήνονται και μετά τρέχεις στο δωμάτιο κατεβάζοντας το παντελόνι. Ναι, τόσο ωραία. Και τόσο φωνακλού. Γιατί όταν ο Νίκος αποφάσιζε να «πιάσει δουλειά» η καταραμένη δεν το βούλωνε. Ουρλιαχτά, φωνές, μπινελίκια, κακό. Από την μία χαιρόμουν για το παιδί. Έλεγα «Μπράβο, τουλάχιστον κάνει και κάποιος σε αυτή την πολυκατοικία». Από την άλλη όταν έπρεπε να ξυπνήσω 7 το πρωί για να πάω στο κατάστημα που είχα βρει δουλειά εποχιακός, το έλεγες και λίγο ζόρι. Βασικά το έλεγες πρόβλημα. Ερχόταν ο πατέρας μου και μου έλεγε «Τι θα γίνει; Δεν φτάνει που δεν κοιμάμαι, φτιάχνομαι κιόλας με την τενόρο». Και κάπου εκεί σκέφτεσαι πως θα το χειριστείς.
Η κουβέντα έγινε στο ασανσέρ. Όχι τυχαία. Το είχα στημένο. Είχα στήσει καρτέρι στο μπαλκόνι και με το που τον είδα να μπαίνει στην πολυκατοικία, κατέβηκα σφαίρα για να τον συναντήσω. Χαμόγελα, χαιρετούρες και μπαίνω με την μία στο ψητό. Κόσμιος βέβαια. Σε φάση του «Ρε συ αν μπορείς το βράδυ λίγη περισσότερη ησυχία γιατί ξυπνάω πρωί». Μισούσα τον εαυτό μου την ώρα που το έλεγα. Ήμουν εκείνος ο δύστροπος 70χρονος που δεν αφήνει τον κόσμο να πηδήξει. Αυτός ο εμετικός τύπος. Αλλά το έκανα και τον εμπιστεύτηκα. Ξέχασα όμως κάτι πολύ σημαντικό: ότι τίποτα δεν αντιστέκεται στην καύλα. Τα ουρλιαχτά συνεχίστηκαν σε σημείο που νόμιζες ότι ο Νίκος ήταν ο Βλαντ ο Παλουκωτής. Πολύς ο πόνος σκεφτόμασταν και πολλά τα μπινελίκια που ακουγόντουσαν. Δεν ήταν τα κλασσικά που ακούγονται σε τέτοιες περιπτώσεις, αλλά και αρκετά ευφάνταστα, που έκαναν τον πατέρα μου την επόμενη μέρα να με ρωτάει τι σημαίνει το καθένα από αυτά. Σου μπαίνουν και ιδέες αν μη τι άλλο. Είτε ο Νίκος πράγματι παλουκώνει, είτε η δικιά του έχει ευαίσθητες φωνητικές χορδές.
Ευτυχώς οι επισκέψεις της κοπέλας περιορίστηκαν και καταφέραμε να βρούμε κάπως την ηρεμία μας, αλλά δεν μπορείς να πεις πως δεν υπήρχε ακόμη πρόβλημα. Αποφάσισα να πολεμήσω τη φωτιά με τη φωτιά. Η Τόνια δεν ήταν συνηθισμένη σε κραυγές και ουρλιαχτά αλλά έμπαινε γρήγορα στο πετσί του ρόλου.
- Θέλω να φωνάζουμε σήμερα.
- Τι βίτσιο είναι πάλι αυτό;
Της εξήγησα και συμφώνησε ότι θα δώσει καλύτερο ρεσιτάλ και από την Παξινού. Δεν είναι τόσο απλό όσο ακούγεται. Για την ακρίβεια αν δεν σου βγαίνει φυσιολογικά, είναι πιο απαράδεκτο και από ξαναζεσταμένο αρακά σε τηγάνι. Ακολούθησε μία πολύ άσχημα σκηνοθετημένη τσόντα. Με εμένα να φωνάζω «αχ και βαχ» σαν να με έχει πιάσει η μέση μου με το φόρτωμα στη λαχαναγορά και την Τόνια να προσπαθεί να μιμηθεί την Σάσα Γκρέι με τα καρδιτσιώτικα Αγγλικά της. Δράμα. Μέσα σε όλα τις φωνές και το κακό, μου τράβηξε και μία μπάτσα στα μούτρα. Κανονικά, θα έπρεπε να πω πως το σχέδιο στέφθηκε με αποτυχία γιατί δεν τελείωσα, αλλά τουλάχιστον το είχαν βουλώσει οι από πάνω. Ήλπιζα πως θα έχουν πιάσει το μήνυμα. «Πηδάτε, αλλά χωρίς ντουντούκα».
Το επόμενο απόγευμα που τον συνάντησα, έδειχνε τόσο χαρούμενος σαν να είχε κερδίσει το Τζόκερ. Μετά από ένα τρανταχτό hi5 λες και ήμασταν κολλητοί 10 χρόνια, με έκανε και μία αδελφική αγκαλίτσα λέγοντας «Έτσι σε θέλω παιχταρά μου, επιβήτορα. Πιο δυνατά την επόμενη φορά να μην τους αφήσουμε κόκκαλο». Την τύχη μου μέσα. Με τα πολλά του εξήγησα πως αυτός δεν πρέπει να είναι ο κανόνας γιατί ειλικρινά δεν την παλεύω και του ζητάω σαν χάρη αν γίνεται να κάνει πιο σιγά. Δεν του απάντησα ποτέ γιατί το μάτι μου είναι κόκκινο σαν να έχω φάει σφαλιάρα.
Αυτό το τραγελαφικό κείμενο έχει ένα μεγάλο δίδαγμα: να μην κάνεις τον έξυπνο. Τα τεχνάσματα είναι για εκείνους που αντέχουν μέχρι το τέλος. Την επόμενη φορά που οι γείτονες βγάζουν τα μάτια τους σαν να μην υπάρχει αύριο, είτε μίλησε τους χωρίς ντροπές, είτε άραξε στο κρεβάτι και απόλαυσε το. Μέση λύση δεν υπάρχει.
Και μην προσπαθήσεις να μετατρέψεις την δικιά σου σε πορνοστάρ. Ο μόνος που έχασε ένα μάτι και έγινε πιο σοφός, ήταν ο Όντιν.